
Ο κ. Μητσοτάκης προέβη σε μια πρωτοφανή κίνηση. Αποφάσισε να στείλει τον υφυπουργό Άμυνας κ. Αλκιβιάδη Στεφανή στις «γιορτές μίσους» που διοργανώνονται στον Γράμμο και το Βίτσι την ερχόμενη Κυριακή. Ένα γιγαντιαίο πολιτικό ολίσθημα, μια απόφαση που μας γυρνά πίσω σε ιδιαίτερα σκοτεινές εποχές.
Γράφει ο Δημήτρης Ραπίδης
Ουδέποτε τα τελευταία 40-45 χρόνια δεν παρεβρέθηκε υπουργός κυβέρνησης σε τέτοιες ντροπιαστικές και διχαστικές εκδηλώσεις, που πυροδοτούν το κοινωνικό και πολιτικό μίσος.
Ουδέποτε δημοκρατικό κόμμα στη μεταπολιτευτική Ελλάδα αποδέχθηκε ή στήριξε επισήμως και δημοσίως τέτοιες δράσεις, που προσβάλλουν την ιστορική μνήμη και ρίχνουν λάδι στη φωτιά του μετεμφυλιακού διχασμού.
Ακόμα και ο συντηρητικός Τύπος εξέφραζε διαχρονικά τον αποτροπιασμό του για αυτές τις «συναντήσεις», κάτι που σήμερα βλέπουμε να μην συμβαίνει.
Σε καμία περίπτωση δεν θα πούμε ότι δεν υπήρξαν ή υπάρχουν στελέχη της συντηρητικής παράταξης που δεν διεκδικούν στήριξη και αναγνώριση από το ακροδεξιό ακροατήριο, ή ότι σε τέτοιες «γιορτές» δεν συναγελάζονται με θιασώτες του φασισμού, της χούντας και της ακροδεξιάς. Άλλο αυτό, άλλο επισήμως η κυβέρνηση να παρίσταται διαμέσου υπουργού, γνέφοντας καταφατικά σε όσους επιθυμούν να ξανασπείρουν το μίσος μεταξύ των πολιτών για να παίξουν καιροσκοπικά πολιτικά παιχνίδια.
Ο Πρωθυπουργός θα πρέπει να πάρει πίσω αυτή την απόφαση το συντομότερο δυνατό. Δεν υπάρχει καμία απολύτως δικαιολογία για την παρουσία της ελληνικής κυβέρνησης εκεί, δεν υπάρχει κανένας απολύτως λόγος να συρθεί η κοινωνία και το πολιτικό σύστημα σε μια κατάσταση η οποία δεν θα της βγει σε καλό.
Δεν έχουμε «εσωτερικούς εχθρούς», ούτε επιχειρεί κανείς να ανατρέψει το δημοκρατικό πολίτευμα. Αντίθετα, έχουμε μια συγκεκριμένη εξωτερική απειλή, που προκύπτει από την Τουρκία. Και εκεί χρειάζεται σύνεση και διακομματική συνεργασία, όχι ανάξεση των βαθύτατων πληγών του Εμφυλίου.