Να ξαναφέρουμε τον Καραμανλή;
Είναι αδιανόητο το 2022 να έχουμε πολιτικές οικογένειες που αντιμετωπίζουν την κάθοδο στην πολιτική ως κληρονομικό δικαίωμα, ως μια κατάσταση διαδοχής, αναπτύσσοντας μια ιδιοκτησιακή σχέση με την πολιτική.
-
02.06.2022 Δημήτρης Ραπίδης
Χθες βράδυ ο πρώην πρωθυπουργός Κώστας Καραμανλής έδωσε μια ομιλία στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών με θέμα «Ελλάδα και Ευρώπη στη δίνη μεγάλων αλλαγών». Τόσο η πρόσκληση προς το πρόσωπό του όσο και το περιεχόμενο της ομιλίας του δεν πέρασαν απαρατήρητες, με την πλειοψηφία των ΜΜΕ που τον παρακολουθούσε επί χρόνια από την κλειδαρότρυπα να έχει τώρα ένα λόγο να αναφερθεί για καθαρά πολιτικούς λόγους σε αυτόν.
Τρία στοιχεία μπορούμε να κρατήσουμε από τη χθεσινή ομιλία του: Το πρώτο είναι ότι με όσα είπε ήρθε σε ευθεία σύγκρουση με την επίσημη κυβερνητική «γραμμή» στην εξωτερική πολιτική. Το δεύτερο είναι ότι κάποιοι κύκλοι γοητεύονται από το ενδεχόμενο ο πρώην πρωθυπουργός να αρχίσει να παρεμβαίνει στα δημόσια πράγματα και να ασκεί πίεση στο επιτελείο Μητσοτάκη. Το τρίτο, και ίσως πιο ενδιαφέρον, είναι το γεγονός ότι το κυβερνών κόμμα έχει μια εξαιρετική ικανότητα να διαμορφώνει και να ελέγχει την καθημερινή πολιτική ατζέντα.
Η ομιλία Καραμανλή παίζεται παντού σήμερα σε μια περίοδο τρομακτικών προβλημάτων για την ελληνική κοινωνία. Με δεδομένο το «ιστορικό» διακυβέρνησης της περιόδου 2004-2009 στην οικονομία και στην κοινωνία, και βέβαια σε όσα ακολούθησαν, πολιτικά πρόσωπα όπως ο Κώστας Καραμανλής δεν θα έπρεπε να απασχολούν καθόλου τη δημόσια σφαίρα. Αυτό ισχύει και για άλλους πρώην πρωθυπουργούς που δεν άφησαν κάποια παρακαταθήκη στον τόπο, παρά μόνο νέους γόνους και επίδοξους πρωθυπουργούς. Ο νεποτισμός και η οικογενειοκρατία έχουν διαποτίσει τόσο βαθιά το πολιτικό μας σύστημα, που είναι εξαιρετικά δύσκολο να ξεκολλήσουμε από αυτό συλλογικά ως κοινωνία χωρίς βαθιές, θεσμικές τομές.
Είναι αδιανόητο το 2022 να έχουμε πολιτικές οικογένειες που αντιμετωπίζουν την κάθοδο στην πολιτική ως κληρονομικό δικαίωμα, ως μια κατάσταση διαδοχής, αναπτύσσοντας μια ιδιοκτησιακή σχέση με την πολιτική. Η ευθύνη είναι πρώτα και κύρια στα κόμματα, στη Βουλή και το νομοθετικό σώμα, αλλά και σε εμάς τους ψηφοφόρους. Σε ό,τι έχει να κάνει με τους δύο πρώτους παράγοντες, δεν μπορούμε να κάνουμε κάτι. Σε ό,τι όμως έχει να κάνει με τα πρόσωπα που ψηφίζουμε και στηρίζουμε στον πολιτικό στίβο, μπορούμε να κάνουμε πολλά. Και, στο τέλος της ημέρας, η ψήφος μας έχει μεγαλύτερη ισχύ και βαρύτητα από τα άλλα δύο. Ας το έχουμε στο μυαλό μας ενόψει των εκλογικών αναμετρήσεων που έχουμε μπροστά μας.