Όπως δημοσιεύει η Lifo, τα θύματα αναφέρουν πως τόσο το Pronhub όσο και η μητρική εταιρεία, MindGeek, γνώριζαν για τις κατηγορίες κατά του Girls Do Porn, ωστόσο συνέχιζαν τη συνεργασία μαζί του.

Η ομαδική μήνυση υποβλήθηκε ενώ το Pornhub κατηγορείται ότι φιλοξενούσε βίντεο κακοποίησης παιδιών και βιασμού. Στον απόηχο άρθρου των New York Times, που διατύπωνε τις συγκεκριμένες κατηγορίες, η Mastercard και η Visa μπλόκαραν τη χρήση των πιστωτικών καρτών των πελατών τους για τις υπηρεσίες που παρέχει ο συγκεκριμένος ιστότοπος. Νωρίτερα φέτος το BBC έφερε στο φως την υπόθεση μίας γυναίκας που είδε βίντεο από τον βιασμό της, ο οποίος έγινε όταν εκείνη ήταν 14 ετών, online.

Πλέον οι συνδρομητές της σελίδας μπορούν να πληρώνουν για τις υπηρεσίες της μόνο με κρυπτονομίσματα.

Οι 40 γυναίκες, τα πραγματικά ονόματα των οποίων δεν αποκαλύφθηκαν, ζητούν αποζημίωση ύψους 1 εκατ. δολ. η κάθε μία. Το Girls Do Porn αποτελούσε μέρος των συνεργασιών του MindGeek έως τον Οκτώβριο του 2019, όταν το υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ έκλεισε την εταιρεία παραγωγής πορνό και συνέλαβε τους επικεφαλής της.

Το Pornhub όσο και οι άλλες σελίδες της MindGeek αφαίρεσαν το κανάλι Girls Do Porn, ωστόσο, όπως αναφέρεται στη μήνυση, αυτό έγινε όταν πλέον «δεν υπήρχε η εταιρεία για να συνεργαστεί το MindGeek μαζί της». Παράλληλα υποστηρίζεται πως τα θύματα είχαν επανειλημμένα επικοινωνήσει με την MindGeek για να διαμαρτυρηθούν. Σημειώνεται πως η πρώτη καταγγελία κατά του Girls Do Porn υποβλήθηκε τον Ιούνιο του 2016.

Στα δικαστικά έγγραφα αναφέρεται πως «ήδη από το 2009 και σίγουρα το φθινόπωρο του 2016 η MindGeek γνώριζε πως το Girls Do Porn εμπορευόταν τα θύματά του, εξαπατώντας τα, εξαναγκάζοντάς τα και εκφοβίζοντας τα. «Η MindGeek συνέχισε τη συνεργασία της με το Girls Do Porn, χωρίς ποτέ να ερευνήσει ή να αναρωτηθεί για τον συνεργάτη της», αναφέρεται μεταξύ άλλων. Η εταιρεία «δεν νοιαζόταν μέχρι το σημείο που απλά σταμάτησε να έχει κέρδη».

Στη μήνυση αναφέρεται πως πολλά βίντεο παρέμειναν online ακόμα και έως τις 12 Δεκεμβρίου. Σύμφωνα με τα δικαστικά έγγραφα, το Girls Do Porn παρουσιαζόταν ως γραφείο εύρεσης εργασίας για μοντέλα, πριν αποκαλύψει στα θύματά του ότι στην πραγματικότητα έκαναν αίτηση για να πάρουν μέρος σε πορνό. Οι υπεύθυνοι της εταιρείες έπειθαν της γυναίκες πως τα βίντεο δεν θα έβγαιναν online και δεν θα ήταν διαθέσιμα στην αγορά της Βόρειας Αμερικής. Συνέβαινε ακριβώς το αντίθετό.

Οι ιδιοκτήτες Michael James Pratt και Matthew Isaac Wolfe, μαζί με δύο εργαζόμενους, κατηγορούνται από ομοσπονδιακό δικαστήριο για sex-trafficking. Σύμφωνα με τους δικηγόρους των γυναικών, πολλές πιέστηκαν να υπογράψουν χωρίς να διαβάσουν ή απειλήθηκαν με νομικά μέτρα, σε άλλες απαγορεύθηκε να φύγουν από τον χώρο των γυρισμάτων μέχρι αυτά να ολοκληρωθούν, ενώ άλλες υποχρεώθηκαν σε πράξεις που δεν ήθελαν. Παράλληλα αναφέρονται σεξουαλικές επιθέσεις και σε τουλάχιστον έναν βιασμός.

Ο Michael James Pratt καταζητείται από το FBI, τόσο για sex-trafficking όσο και για παιδική πορνογραφία. Ο Michael Wolfe αναμένεται να δικαστεί.