Κορίτσια με χέρια εξουδετερωμένα κι εργατικά
Το ταμείο της έχει ενσωματωμένο ηλεκτρονικό μετρητή και πρέπει να χτυπάει περίπου 30 πράγματα το λεπτό για να μην πέσει κάτω από τον μέσο όρο που έχει θέσει ο όμιλος στον οποίο δουλεύει. Σήμερα μιλάμε με την Αναστασία, ταμία σε σουπερμάρκετ.
-
13.03.2021 Ελένη Μπέλλου
Οι τελευταίες γενιές των κοριτσιών των ταμείων πατάνε τα πλήκτρα των αριθμομηχανών μηχανικά και οι σκέψεις τους ποιος ξέρει που πετάνε; Σε ποια τοπία σεισμικά; Σε ποια ροδοσταχτιά ουτοπία; Με βλέμμα απλανές βγάζουν απ’ το στόμα τους άφωνες χάρτινες κραυγές λογαριασμών. Το χρήμα γλιστράει – πως γλιστράει – κι ό,τι γλιστράει σαν τίποτα γλιστράει μέσα από τα χέρια τους, χέρια εξουδετερωμένα, εργατικά.
Γεμίζουν τις σακούλες με τα είδη των ειδών οι τελευταίες γενιές των κοριτσιών. Ψυχικές προεκτάσεις των ταμείων. Πρόδρομοι των κωδικών μηχανισμών. Τώρα πια ένα απ’ τα κορίτσια αυτά μέσα απ’ την τσέπη μου, μου διηγείται: γεννήθηκα κάρτα με αριθμό κωδικό, σφραγίδα της Νέας Εποχής. Άριστη η σχέση μου με την εξουσία. Το όνομά μου Αναστασία. Χαμόγελο αγγελικό, προκαλώ την έλξη. Και πίσω από τη μάσκα ο άγνωστος Χ…
Η Λένα Πλάτωνος έγραψε το παραπάνω ποίημα – μανιφέστο κατά της Αγίας Κατανάλωσης το 1990. Πηγή έμπνευσής της στάθηκαν τα κορίτσια στα ταμεία των σουπερμάρκετ που τα παρακολουθούσε να χτυπάνε το ένα πράγμα μετά το άλλο. Πίστευε, τότε, πως δεν θα αργήσει πολύ η εποχή που οι άνθρωποι θα πηγαίνουν να ψωνίσουν και τα κορίτσια αυτά θα έχουν αντικατασταθεί από μηχανές. Δεν έπεσε πολύ έξω… Μπορεί τα κορίτσια αυτά να μην έχουν αντικατασταθεί ακόμα από μηχανές, αλλά έχουν αναγκαστεί να δουλεύουν σαν μηχανές.
Η Αναστασία γεννήθηκε τη χρονιά που η Λένα Πλάτωνος έγραψε την «Υπεραγορά (Ι)», προκαλώντας θύελλα αντιδράσεων. «Δουλεύοντας εδώ κι αρκετά χρόνια σε σουπερμάρκετ έχω μάθει δύο πράγματα», λέει η Αναστασία. «Αφενός, να καταπίνω τον θυμό μου και η μόνη μου αντίδραση να είναι το να χαμογελάω, αφετέρου να σέβομαι τους πάντες που κάνουν την οποιαδήποτε δουλειά για να βγάλουν το μεροκάματό τους».
«Μόλις ένας στους δέκα πελάτες μας δείχνει σεβασμό», λέει και θυμάται τη μέρα που ένας πελάτης μπήκε σε ένα κατάστημα, όπου εργαζόταν και χωρίς λόγο επιτέθηκε λεκτικά σε έναν συνάδελφό της. «Αφού δεν σπούδασες όπως εγώ, αυτό σου αξίζει. Να κουβαλάς και να φορτώνεις!», του είπε. Ο συνάδελφός της, που παρεμπιπτόντως είχε τελειώσει το πανεπιστήμιο και ήταν κάτοχος μεταπτυχιακού, πήγε να χτυπήσει την κάρτα του για να τον περιμένει στον εξωτερικό χώρο του καταστήματος. «Δεν αξίζει τον κόπο να χάσεις τη δουλειά σου για έναν μαλάκα», του είπε η Αναστασία και τον συγκράτησε.
Η τρέλα δεν πάει στα βουνά, αλλά στα σουπερμάρκετ
«Η τρέλα δεν πάει στα βουνά…Οι τρελοί έρχονται στο σουπερμάρκετ», λέει χαριτολογώντας, πριν περιγράψει τα πρωτόγνωρα περιστατικά που έχουν δει τα μάτια της από τότε που ξέσπασε η πανδημία.
«Με το που ανακοινώθηκε το πρώτο lockdown επικράτησε ο απόλυτος πανικός», θυμάται η Αναστασία. «Πρώτη φορά είδα να αδειάζει κυριολεκτικά από προϊόντα το κατάστημα και μάλιστα τόσο γρήγορα. Και φυσικά από τη στιγμή που άδειασαν τα ράφια, πρώτη φορά αναγκαστήκαμε να σηκώσουμε έναν τόσο μεγάλο όγκο δουλειάς, καθώς έπρεπε να τα γεμίζουμε ξανά και ξανά. Υπήρξε ένα διάστημα που αυτό συνέβαινε σε καθημερινή βάση», λέει.
Ο κόσμος αγόραζε μακαρόνια, ρύζι, όσπρια, αλεύρι, ζάχαρη, μαγιά, γάλα εβαπορέ και χαρτιά υγείας. «Βαρέθηκα να χτυπάω αυτά τα προϊόντα. Μου φάνηκε αδιανόητο. Αφού ήξεραν ότι δεν επρόκειτο να έκλειναν τα σουπερμάρκετ», σημειώνει.
Ποιο ήταν το πιο ακραίο περιστατικό που είδε; «Κάποια στιγμή ήρθε ένας ηλικιωμένος κύριος και πήρε μακαρόνια αξίας 250 ευρώ. Μπορείτε να φανταστείτε πόσα πακέτα μακαρόνια είναι αυτά, όταν ένα πακέτο κάνει περίπου 50 λεπτά; Του είπα “συγγνώμη, μήπως έχετε υπερβάλλει λίγο στην ποσότητα;”κι εκείνος έσκυψε προς το μέρος μου και μου απάντησε με συνωμοτικό ύφος “έχω πάρει κι από άλλο μαγαζί”. Ε, κατάλαβα ότι δεν χρειαζόταν να συνεχίσω άλλο τη συζήτηση», λέει γελώντας.
Ο πανικός δεν αντικατοπτρίστηκε όμως μόνο στις αγορές. Οι εργαζόμενοι στα σουπερμάρκετ είχαν να αντιμετωπίσουν ταυτόχρονα και τον υγειονομικό πανικό του κόσμου. «Στην αρχή ο κόσμος έκανε πραγματικά σαν τρελός. Πολλοί πελάτες απαιτούσαν να περνάω τα πράγματα στον αέρα και να τους τα δίνω ένα – ένα στο χέρι, για να μην τα ακουμπήσω στον πάγκο και μολυνθούν. Το ότι είχαν πάρει τα πράγματα από το ράφι, τα είχαν βάλει στο καλάθι ή το καρότσι το οποίο είχαν πιάσει πριν πόσοι άνθρωποι και τα είχαν ακουμπήσει στον διάδρομο του ταμείου, που όλη την ημέρα περνάνε προϊόντα, δεν τους πείραζε. Μόλις έφταναν στο ταμείο είχαν το πρόβλημα», σημειώνει η Αναστασία. «Και το αποκορύφωμα είναι ότι μία κυρία που θυμάμαι συγκεκριμένα να μου το κάνει αυτό, εφόσον της είχα δώσει όλα τα πράγματα χέρι με χέρι κι εφόσον πλήρωσε και πήρε την απόδειξη με τα γάντια της, κατέβασε τη μάσκα, δάγκωσε τα γάντια με τα δόντια της, τα έβγαλε με το στόμα, μου τα έδωσε να της τα πετάξω κι έφυγε», συμπληρώνει.
Κάποια στιγμή ήρθε ένας ηλικιωμένος κύριος και πήρε μακαρόνια αξίας 250 ευρώ. Μπορείτε να φανταστείτε πόσα πακέτα μακαρόνια είναι αυτά, όταν ένα πακέτο κάνει περίπου 50 λεπτά;
Στο δεύτερο lockdown έγιναν για κάποιες μέρες πάλι τα ίδια, αλλά όχι σε αυτό το βαθμό. «Πάντως αυτοί που ήρθαν την πρώτη φορά να ψωνίσουν υπερβολικές ποσότητες των προϊόντων που προαναφέραμε, ξαναεμφανίστηκαν και ξαναπήραν τα ίδια πράγματα και τη δεύτερη φορά», θα πει.
Κυβέρνηση εναντίον υπαλλήλων
«Εμάς, πάντως, αυτό που μας τρέλανε στην πραγματικότητα ήταν οι αποφάσεις της κυβέρνησης», υπογραμμίζει η Αναστασία κι εξηγεί ότι η διεύρυνση του ωραρίου των σουπερμάρκετ από τις 7:00 το πρωί έως τις 10:00 το βράδυ άσκησε τεράστια πίεση στο σύστημα, η οποία φυσικά έσκασε στους εργαζόμενους. «Σκέψου ότι εγώ πιάνω 5:00 η ώρα το πρωί δουλειά και έχω 3 ώρες μέχρι τις 8:00 που ανοίγουμε για να φορτώσω τα πράγματα που πρέπει να φορτώσω και να γεμίσω τις ελλείψεις στα ράφια. Τα ίδια πράγματα όμως έπρεπε να τα έχω φορτώσει μέχρι τις 7:00 αντί για τις 8:00. Δηλαδή σε μία κατάσταση που είχε ούτως ή άλλως διπλή δουλειά μειώθηκε και ο χρόνος που είχες για να κάνεις αυτή τη δουλειά. Και να έχεις και 30 ηλικιωμένους έξω από το κατάστημα να περιμένουν στην ουρά πριν ακόμα ανοίξουμε, για να μην χάσουνε τα μακαρόνια και τους τα πάρει άλλος πρώτος», λέει.
Όπως μου εξηγεί η Αναστασία, οι βάρδιες στα σουπερμάρκετ ξεκινούν τα ξημερώματα, με τους εργαζόμενους να ξεφορτώνουν τις παλέτες των προϊόντων που έχουν παραλάβει και να φορτώνουν αυτά που θα επιστραφούν. «Σε αυτό έχουμε “πετύχει” την ισότητα. Για την εταιρεία δεν υπάρχουν άνδρες και γυναίκες. Είμαστε όλοι το ίδιο. Φορτώνουμε και ξεφορτώνουμε προϊόντα κανονικά όπως κάνει κι ένας άνδρας συνάδελφός μας και πρέπει να το κάνουμε στους χρόνους που το κάνει κι εκείνος. Άσχετα αν η σύμβαση που υπογράψαμε γράφει πως είμαστε πωλήτριες- ταμίες», θα σημειώσει.
Ένα άλλο ζήτημα για τους εργαζόμενους στις αλυσίδες τροφίμων, ήταν αυτό της κυριακάτικης λειτουργίας. «Μία μας λέγανε θα ανοίξετε, μία δεν θα ανοίξατε. Έχει τύχει να φτιάξουμε πρόγραμμα βαρδιών και να αλλάξει μέσα σε μια μέρα 3 φορές. Με είχε πάρει η διεύθυνση του καταστήματος να με ρωτήσει αν μπορώ να δουλέψω Κυριακή, μετά από 3 ώρες με ξαναπήρε και μου είπε ότι τελικά ανακοινώθηκε ότι δεν θα ανοίξουν τα σούπερμαρκετ, μετά από μία ώρα ξανά τηλέφωνο ότι τελικά αποφάσισαν ότι θα μας ανοίξουν την Κυριακή. Για αυτό βέβαια δεν ευθυνόταν η εταιρεία, ήταν η τρέλα της κυβέρνησης. Αυτοί καθόντουσαν σε ένα γραφείο κι άλλαζαν τις αποφάσεις τους ανά δύο ώρες κι ανάλογα εμείς έπρεπε να τρέχουμε και να μην φτάνουμε να στήσουμε ένα ολόκληρο μαγαζί», λέει η Αναστασία.
Εμάς, πάντως, αυτό που μας τρέλανε στην πραγματικότητα ήταν οι αποφάσεις της κυβέρνησης
Στην πρώτη γραμμή του μετώπου
Στο μεταξύ, την ίδια στιγμή που η κυβέρνηση μας έστειλε υποτίθεται όλους σπίτια μας για να είμαστε ασφαλείς, άφησε τους εργαζόμενους στα σουπερμάρκετ (κι όχι μόνο) να δίνουν τη μάχη για το μεροκάματο από την πρώτη γραμμή του μετώπου. Ήταν μάλιστα αυτοί οι νέοι άνθρωποι, σαν την Αναστασία, που ξεκινούν καθημερινά από το σπίτι τους πριν ακόμη χαράξει και μπαίνουν στα μέσα μαζικής μεταφοράς για να πάνε να συναναστραφούν εκατοντάδες άλλους ανθρώπους στην εργασία τους, που μπήκαν στο στόχαστρο της κυβέρνησης και κατηγορήθηκαν ακόμη κι από τον ίδιο τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη για τη διασπορά του ιού. Αυτοί οι «ανέμελοι» νέοι που μετά από μια σκληρή μέρα δουλειάς και με 30 ευρώ μεροκάματο στην τσέπη, δεν έχουν τίποτα καλύτερο να κάνουν από το να πηγαίνουν να πίνουν μπύρες στις πλατείες και να γλεντάνε ξέφρενα σε κορονοπάρτι, σύμφωνα με τα φιλοκυβερνητικά ΜΜΕ…
«Φοβάμαι», λέει η Αναστασία, «όχι τόσο για να μην πάθω κάτι εγώ, όσο για το να μην κολλήσω τους γονείς μου, με τους οποίους μένω μαζί». «Εγώ άρχισα να φοράω μάσκα, πολύ πριν να γίνει υποχρεωτική η χρήση της σε κλειστούς χώρους. Όταν ακόμα οι λοιμοξιωλόγοι έβγαιναν κι επέμεναν ότι δεν πρέπει να φοράμε μάσκα. Πολλοί μου έλεγαν τότε “μη την φοράς, θα κολλήσεις πιο εύκολα” κι εγώ απαντούσα “θα φοράω τη μάσκα μου κι ας κολλήσω πρώτη”», σημειώνει.
Όπως λέει, ο κόσμος δεν έχει όρια. «Ενώ ξέρουν ότι ζούμε σε καθεστώς πανδημίας κι ότι πρέπει να κρατούν τις αποστάσεις, όταν πρόκειται για τον υπάλληλο θα έρθουν να σε πιάσουν και να κολλήσουν πάνω στο πρόσωπο σου για να σε ρωτήσουν που βρίσκεται κάτι. Ένιωθα ευάλωτη από παντού γιατί δεν ξέρεις ποιος από όλους αυτούς τους ανθρώπους που μπαινοβγαίνουν μέσα στην ημέρα μέσα σε ένα σουπερμάρκετ, μπορεί να έχει κορονοϊό και να μην το ξέρει ούτε και ο ίδιος. Όταν έγινε υποχρεωτική η τοποθέτηση πλέξιγκλας στα ταμεία μας και η μάσκα για όλους άρχισα να αισθάνομαι καλύτερα», σημειώνει.
Στο μεταξύ, την ίδια στιγμή που πολλοί άνθρωποι δεν τηρούν τις αποστάσεις προς τους υπαλλήλους των σουπερμάρκετ, τσακώνονται κάθε μέρα, κάθε ώρα, κάθε λεπτό, σε κάθε ταμείο γιατί δεν τηρούν τις αποστάσεις προς εκείνους οι άλλοι πελάτες. «Προλαβαίνεις δεν προλαβαίνεις να τους σταματήσεις πριν πιαστούν στα χέρια μερικές φορές», λέει η Αναστασία. Ένα από τα περιστατικά που της έκαναν την χειρότερη εντύπωση ήταν όταν μια ηλικιωμένη κυρία ζήτησε ευγενικά από ένα κορίτσι που στεκόταν στην ουρά μπροστά της να σηκώσει τη μάσκα της, για να λάβει την απάντηση «δεν με νοιάζει κι αν ψοφήσεις». Από την άλλη θυμάται έναν ηλικιωμένο άντρα να αρνείται πεισματικά να φορέσει μάσκα για να μπει στο κατάστημα και να της λέει «μην τα πιστεύεις αυτά, είναι όλα ψέματα». Όταν η Αναστασία του είπε ότι μπορεί να κρατήσει τις απόψεις του για τον εαυτό του αλλά θα πρέπει να φορέσει μάσκα για να εισέλθει στο μαγαζί, εκείνος άρχισε να απαιτεί να του δώσει εκείνη μάσκα, να φωνάξει τον υπεύθυνο του καταστήματος, να του δείξει την εγκύκλιο, ίσα – ίσα για να κάνει την ήδη δύσκολη ζωή των εργαζομένων στο σουπερμάρκετ δυσκολότερη.
Υγειονομικά πρωτόκολλα του πρωτο…κώλου
Στο κατάστημα στο οποίο εργάζεται η Αναστασία δεν έχει μέχρι σήμερα υπάρξει κρούσμα κορονοΐού. Έχουν υπάρξει όμως κάποια κρούσματα σε εργαζόμενους σε άλλα καταστήματα της ίδιας αλυσίδας. Το πρωτόκολλο όταν εντοπίζεται κρούσμα σε εργαζόμενο σουπερμάρκετ ορίζει ότι η εταιρεία κλείνει το συγκεκριμένο κατάστημα για μία μέρα, θέτει τους εργαζόμενους σε καραντίνα και τους υποβάλλει σε τεστ, κάνει απολύμανση των χώρων, πετάει όλα τα νωπά προϊόντα και ανοίγει την επομένη ξανά με προσωπικό από άλλα καταστήματα.
Όταν την ρωτάω αν υπάρχει περίπτωση μια αλυσίδα σουπερμάρκετ να κρύψει το γεγονός ότι είχε κρούσμα σε κατάστημά της, μου λέει ότι η αλήθεια είναι ότι κάποιες φορές που έλειπαν συνάδελφοί της για κάποιες μέρες της πέρασε από το μυαλό ότι θα μπορούσαν να το έχουν αποκρύψει για να μην κλείσουν το μαγαζί, αλλά η ίδια πιστεύει πως κάτι τέτοιο δεν γίνεται καθώς δεν συμφέρει καμία εταιρεία να κολλήσουν ξαφνικά όλοι οι εργαζόμενοί της και να γίνει εστία διασποράς.
Ποια είναι λοιπόν τα μέτρα υγιεινής που λαμβάνουν τα σουπερμάρκετ για να περιορίσουν τις πιθανότητες διασποράς; «Η εταιρεία μας παρέχει από την αρχή της πανδημίας μάσκες και γάντια και μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε όσα θέλουμε μέσα στη βάρδια μας. Έχουμε αντισηπτικά και πρέπει κάθε μισή ώρα να καθαρίζουμε με αυτά τα χέρια μας αλλά και τα ταμεία μας. Υπάρχουν επίσης αντισηπτικά τόσο στην είσοδο και έξοδο του καταστήματος όσο και στους διαδρόμους με τους πελάτες», μου εξηγεί. Όσο για τα καρότσια και τα καλάθια; «Πριν ανοίξουμε τα περνάμε με αντισηπτικό, Τα χερούλια, μόνο!», λέει.
Τα σουπερμάρκετ αναδεικνύονται μακράν ο ανθεκτικότερος κλάδος αφού κατέγραψαν επιπλέον κέρδη της τάξης του 1 δισ. ευρώ μέσα στο 2020
Στο μεταξύ, η διοίκηση του σουπερμάρκετ έχει μοιράσει σε όλους τους υπαλλήλους έναν κατάλογο με τα μέτρα υγιεινής των καταστημάτων της και οι εργαζόμενοι υποχρεούνται να τον μάθουν απέξω κι ανακατωτά, ώστε σε έναν πιθανό έλεγχο του ΕΟΔΥ να περάσουν το «τεστ» του κλιμακίου, αναφέροντας τα βήματα που ακολουθούνται.«Είτε αυτά εφαρμόζονται στην πραγματικότητα, είτε όχι», όπως σημειώνει με νόημα η Αναστασία. «Πολλές φορές η εταιρεία έχει φέρει και υπηρεσία απολύμανσης, αλλά αυτό μη φανταστείς ότι σημαίνει πως ψεκάζουν τον χώρο. Απολυμαίνουν απλά τις πόρτες, τα ταμεία και τα καρότσια με πανιά», σημειώνει.
Πήγαν ταμείο
Με το λιανεμπόριο να κάθεται στο καρότσι του μεγάλου ασθενή, έχοντας χάσει έσοδα τουλάχιστον 6 δισ. ευρώ λόγω των απανωτών lockdown και εν γένει των περιοριστικών μέτρων, τα σουπερμάρκετ αναδεικνύονται μακράν ο ανθεκτικότερος κλάδος αφού κατέγραψαν επιπλέον κέρδη της τάξης του 1 δισ. ευρώ μέσα στο 2020.
Πιο συγκεκριμένα οι πωλήσεις της οργανωμένης λιανικής των τροφίμων ανήλθαν πέρυσι στα 11,5 δισ. ευρώ, από 10,43 δισ. ευρώ που ήταν το 2019. Το μεγαλύτερο κομμάτι της πίτας πήρε για άλλη μια χρονιά ο Σκλαβενίτης με πωλήσεις κοντά στα 3,8 δισ. ευρώ, με την ΑΒ Βασιλόπουλος να ακολουθεί με πάνω από 2 δισ. ευρώ, ενώ στην τρίτη θέση βρέθηκαν τα Lidl, με τον τζίρο κοντά στο 1,6 δισ. ευρώ. Σύμφωνα με εκτιμήσεις της αγοράς τέταρτος παίκτης αναδείχθηκε ο όμιλος Μetro με πωλήσεις του την περασμένη χρονιά να ξεπερνούν τα 1,3 δισ. ευρώ και την πεντάδα συμπλήρωσε ο Μασούτης με τζίρο κοντά στα 900 εκατ. ευρώ.
Τι κέρδισαν από αυτό οι εργαζόμενοι; «Δεν έχεις δει πόσα χρήματα διαφημίζουν ότι μας έχουν μοιράσει;», λέει ειρωνικά η Αναστασία. Πράγματι ο εν λόγω όμιλος διατείνεται ότι έχει διαθέσει ένα υπέρογκο ποσό, κάποιων εκατομμυρίων ευρώ, ως μπόνους στους εργαζόμενούς του, η αλήθεια είναι όμως ότι δεν πρόκειται για τίποτα άλλο παρά για προπληρωμένα κουπόνια αξίας 200 ευρώ που έδωσαν στους εργαζόμενους για να κάνουν αγορές… εντός καταστήματος. «Γιάννης κερνάει, Γιάννης» πίνει δηλαδή.
Δεν κάνω σχεδόν ποτέ διάλειμμα, γιατί ξέρω ότι αν κάτσω αυτά τα 10 λεπτά, θα μείνω πίσω σε κάτι και θα πρέπει μετά να κάτσω εκτός ωραρίου να το φτιάξω
Σαν μηχανή…
Η Αναστασία δεν νιώθει ότι δέχεται έξτρα πίεση εν μέσω πανδημίας, γιατί ούτως ή άλλως η πίεση ήταν πανταχού παρούσα ανέκαθεν. «Οι καυγάδες με τους προϊσταμένους μας είναι καθημερινό φαινόμενο. Φτάνουμε σε σημείο να βριζόμαστε. Δεν το σκέφτονται και πολύ και δεν καταλαβαίνουν κιόλας. Αυτός που κάθεται σε ένα γραφείο και παίρνει πάνω από 2.500 ευρώ για να κουνάει το δάχτυλο, δεν καταλαβαίνει ότι εγώ από τη στιγμή που φτάνω στη δουλειά μου τρέχω και δεν φτάνω», λέει. «Δεν κάνω σχεδόν ποτέ διάλειμμα, γιατί ξέρω ότι αν κάτσω αυτά τα 10 λεπτά, θα μείνω πίσω σε κάτι και θα πρέπει μετά να κάτσω εκτός ωραρίου να το φτιάξω», συμπληρώνει.
Το ταμείο της έχει ενσωματωμένο ηλεκτρονικό μετρητή και πρέπει να χτυπάει περίπου 30 πράγματα το λεπτό για να μην πέσει κάτω από τον μέσο όρο που έχει θέσει ο όμιλος στον οποίο δουλεύει. «Το λες ότι δουλεύω και σαν μηχανή!», θα καταλήξει η Αναστασία και θα μου χαμογελάσει, με την ευγένεια που χαμογελάει σε κάθε πελάτη.
Ένα πλατωνικό «Πιστεύω»
Για την ιστορία, το τραγούδι της Λένας Πλάτωνος συνεχίζει με μια μελλοντολογική προσευχή παραφράζοντας το «Πιστεύω» – το σύμβολο της χριστιανορθόδοξης πίστης – και μετουσιώνοντας το σε μία βαθιά κριτική του Homo Consumericus και της ηλεκτρονικής εποχής. Το τραγούδι που συμπεριλήφθηκε στο άλμπουμ «Μη μου τους κύκλους τάραττε», τάραξε τα νερά της Εκκλησίας, η οποία το αφόρισε ως βλάσφημο. Κι επειδή η ιστορία ταραγμένους κύκλους κάνει, ο τότε πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Μητσοτάκης ενεργοποίησε την ξεχασμένη από το 1981 Επιτροπή Λογοκρισίας η οποία διέταξε την απόσυρση των αντιγράφων του βινυλίου και το έργο ξανακυκλοφόρησε χωρίς την απαγγελία του πλατωνικού «Πιστεύω».
Για την ιστορία, επίσης, το πραγματικό όνομα της Αναστασίας είναι λογοκριμένο από εμένα. Γιατί αν και πέρασαν 30 χρόνια από τότε, στα χρόνια της πρωθυπουργίας του υιού Μητσοτάκη, ο όμιλος σουπερμάρκετ στον οποίο δουλεύει αυτή η μικρή ηρωίδα της καθημερινότητας, απαγορεύει στους υπαλλήλους του να μιλούν για τα εργασιακά τους.
Οι στίχοι της Λένας Πλάτωνος που λογοκρίθηκαν τότε, έχουν πάντως να μας πούνε πολλά για το τώρα:
Πιστεύω εις έναν Κωδικό Πατέρα Παντοκράτορα ποιητήν ουρανού και γης, ορατών τε πάντων και αοράτων και εις έναν Κύριον Αριθμόν τον Υιόν του Κωδικού τον μονογενή του εκ του Πατρός γεννηθέντα προ πάντων των αιώνων. Φως εκ φωτός. Κωδικόν αληθινόν εκ Κωδικού αληθινού γεννηθέντα ου ποιηθέντα, ομοούσιω τω πατρί δι ου τα πάντα εγένετο. Τον δι’ ημάς τους ανθρώπους και διά την ημετέραν σωτηρίαν κατελθόντα εκ των ουρανών και σαρκοθέντα εκ πνεύματος Συμφέροντος και Απληστίας της Παρθένου και ενανθρωπήσαντα. Και Σταυρωθέντα επί Ημερών Ενανθρωπήσεως και παθόντα και ταφέντα εις τους Υπολογιστάς και αναστάντα την τρίτην ημέρα κατά την Μαζικήν Πληροφόρησιν και ανελθόντα εις τους ουρανοξύστας και καθιζόμενον εκ δεξιών του Κωδικού Πατρός και πάλιν ερχόμενον μετά δόξης κρίναι ζωντας και νεκρούς ου της βασιλείας ουκ έσται τέλος. Και εις την Κάρταν την Αγίαν την Ζωοποιόν την εκ του Πατρός εκπορευομένην και συνδοξαζομένην και λαλήσαν δια του Πολιτισμού. Και εις μίαν Αγίαν Κωδικήν Εξουσίαν ομολογώ εμβάπτισμα εις τας σχισμάς των Υπολογιστών προσδοκώ ανάστασιν νεκρών και ζωήν Κωδικήν του μέλλοντος αιώνος αμήν, Αναστασία.