Η απόλυτη αποτυχία των ΗΠΑ στο Ιράκ 18 χρονιά μετά την εισβολή
Η δημοκρατία «δυτικού τύπου» απέτυχε στο Ιράκ, φέρνοντας μια δυστοπική οικονομία, μια αναποτελεσματική κυβέρνηση και περισσότερο πόνο για τον πολύπαθο λαό του.
-
01.08.2021 Newsroom
Το Ιράκ του 2021 εξακολουθεί να είναι ένα κράτος που πλήττεται από τη φτώχεια, την κοινωνική αδικία, το τραύμα των μεγάλων απωλειών σε ανθρώπινες ζωές και τον καθημερινό φόβο. Οι Ιρακινοί εξακολουθούν να υποφέρουν από μια αίσθηση αδυναμίας, ήττας και ταπείνωσης. Από την αρχή του έτους, 330 άμαχοι έχουν σκοτωθεί, μεταξύ των οποίων 27 παιδιά. Το Iraq Body Count έχει πλέον καταγράψει περισσότερους από 208.800 βίαιους θανάτους αμάχων από την στρατιωτική εισβολή των ΗΠΑ στο Ιράκ το 2003, οι περισσότεροι από τους οποίους συνέβησαν αφότου η χώρα έκανε το πέρασμα στη δημοκρατία το 2005.
Οι δημοκρατικά εκλεγμένες κυβερνήσεις στο Ιράκ, οι οποίες υποστηρίζονται από τον συνασπισμό ΗΠΑ-Ηνωμένου Βασιλείου που εισέβαλε και κατέλαβε το Ιράκ τον Μάρτιο του 2003, στο πλαίσιο του «πολέμου κατά της τρομοκρατίας», έχουν σκοτώσει μέχρι στιγμής περισσότερους από 4.000 ιρακινούς πολίτες μέσω βομβαρδισμών με στόχο την καταστροφή του αντάρτικου, ενώ τα τελευταία χρόνια η ιρακινή αστυνομία και η πολιτοφυλακή έχουν σκοτώσει εκατοντάδες διαδηλωτές σε όλο το Ιράκ. Οι ιρακινές κυβερνήσεις επέτρεψαν επίσης τη δολοφονία χιλιάδων άλλων σε αεροπορικές επιδρομές από τις δυνάμεις του ΝΑΤΟ και της Τουρκίας ή από πολιτοφυλακές που υποστηρίζονται από το Ιράν, όπως οι Δυνάμεις Λαϊκής Κινητοποίησης.
Οι πρώτες «ελεύθερες και δίκαιες» εκλογές το 2005
Το Ιράκ διεξήγαγε τις πρώτες του βουλευτικές εκλογές τον Δεκέμβριο του 2005, ενώ η χώρα βρισκόταν ακόμη υπό αμερικανική και βρετανική κατοχή. Η πέμπτη κατά σειρά εκλογική διαδικασία επρόκειτο να διεξαχθεί τον περασμένο Ιούνιο, αλλά αναβλήθηκε για τα μέσα Οκτωβρίου, επειδή η Ανεξάρτητη Ανώτατη Εκλογική Επιτροπή της χώρας ζήτησε περισσότερο χρόνο για να οργανώσει «ελεύθερες και δίκαιες εκλογές». Ωστόσο, από την αρχή τους, οι εκλογές στο Ιράκ αμαυρώθηκαν από τη βία, την νοθεία και τις διαμαρτυρίες.
Στις 22 Δεκεμβρίου 2005, μετά την ανακοίνωση των προκαταρκτικών αποτελεσμάτων των εκλογών, σουνιτικές και σιιτικές παρατάξεις απαίτησαν από ένα διεθνές όργανο να επανεξετάσει τις καταγγελίες για εκλογική νοθεία και απείλησαν να μποϊκοτάρουν το νέο νομοθετικό σώμα. Σε ολόκληρη τη χώρα ξέσπασαν μεγάλες διαδηλώσεις.
Οι διαδηλωτές δήλωσαν ότι οι εκλογές ήταν νοθευμένες υπέρ του κύριου θρησκευτικού σιιτικού συνασπισμού. Έως και 20.000 άνθρωποι διαδήλωσαν στη Βαγδάτη και περισσότεροι από 2.000 άνθρωποι στη Μοσούλη, κατηγορώντας το Ιράν για ανάμειξη στις εκλογές. Μετά τα αποτελέσματα ακολούθησαν βομβιστικές επιθέσεις σε αυτοκίνητα και επιθέσεις εναντίον Αμερικανών και Ιρακινών αξιωματούχων.
Έκτοτε τέσσερις πρωθυπουργοί και τρεις πρόεδροι έχουν έρθει στην εξουσία. Κανένας από αυτούς, ωστόσο, δεν κατάφερε να ικανοποιήσει τα δίκαια αιτήματα του ιρακινού λαού: να τερματιστεί η διαφθορά, να βελτιωθεί το βιοτικό επίπεδο, να δημιουργηθούν θέσεις εργασίας και ευκαιρίες για έναν αυξανόμενο αριθμό νέων και μορφωμένων ανθρώπων και να υπάρξει ασφάλεια.
Για ποια «δημοκρατία» μιλάμε;
Η καταστροφή του Ιράκ δεν ήταν απρόβλεπτη και αναπάντεχη. Το νεοφιλελεύθερο δημοκρατικό σύστημα που επιβλήθηκε στη χώρα από τις ΗΠΑ και τους συμμάχους τους δεν θα μπορούσε ποτέ να οδηγήσει σε θετικά αποτέλεσμα και προοδευτικές εξελίξεις.
Το Ιράκ ήταν και εξακολουθεί να είναι ένα αδύναμο κράτος. Μεταξύ 2003 και 2020, οι μόνες σταθερές ήταν η βία κατά πολιτών, η τρομοκρατία, η φτώχεια, η εγκληματικότητα, η πολιτική αστάθεια, η κοινωνική κατάρρευση, οι ταραχές, η οικονομική αποτυχία.
Όπως σε όλα τα αδύναμα κράτη, οι απειλές ασφάλειας που αντιμετωπίζει ο ιρακινός πληθυσμός προέρχονται κυρίως από εσωτερικές, εγχώριες πηγές. Όσο περισσότερο οι κυβερνώντες προσπαθούν να εγκαθιδρύσουν «αποτελεσματική»κρατική διακυβέρνηση, τόσο περισσότερες εξεγέρσεις προκαλούν. Παρά την ανακήρυξή του σε δημοκρατία, το Ιράκ δεν έχει ασφάλεια, ούτε δημοκρατία.
Όπως και σε άλλα «απελευθερωμένα και εκδημοκρατισμένα» κράτη, με χαρακτηριστικά παραδείγματα το Αφγανιστάν και η Λιβύη, αυτές οι εσωτερικές κι εγχώριες απειλές για την ασφάλεια συμβαδίζουν με την απειλή από εξωτερικούς παράγοντες και τη νεοφιλελεύθερη καταστροφή που έφεραν στη χώρα.
Άλλη μια αποτυχία των ΗΠΑ μετά το Αφγανιστάν;
Στις 31 Μαΐου, κατά τη διάρκεια της ομιλίας του για την Ημέρα Μνήμης, ο πρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν μίλησε για την «ατελή» δημοκρατία της χώρας του, ζητώντας περισσότερη δουλειά για να υλοποιηθεί η υπόσχεση του «μεγαλύτερου πειράματος» στην παγκόσμια ιστορία. «Η δημοκρατία είναι κάτι περισσότερο από μια μορφή διακυβέρνησης, είναι ένας τρόπος ύπαρξης, ένας τρόπος να βλέπεις τον κόσμο, είναι ένα διαρκές πείραμα. Δημοκρατία σημαίνει η κυριαρχία του λαού», δήλωσε ο Μπάιντεν. «Ο αγώνας για τη δημοκρατία διεξάγεται σε όλο τον κόσμο».Ποια, άραγε, «δημοκρατία» έχει σήμερα το Ιράκ και το Αφγανιστάν;
Στον 21ο αιώνα, είδαμε τη δημιουργία «νέων δημοκρατιών» μέσω στρατιωτικών εισβολών, όπως στο Ιράκ και το Αφγανιστάν, ή μέσω μιας σειράς λαϊκών εξεγέρσεων, της λεγόμενης «Αραβικής Άνοιξης», που ξεκίνησε το 2011. Δικτάτορες και αυταρχικά καθεστώτα απομακρύνθηκαν και εγκαθιδρύθηκαν κοινοβουλευτικές δημοκρατίες. Ωστόσο, απέχουμε πολύ από το μετασχηματισμό αυτών των νέων κοινοβουλευτικών συστημάτων σε αληθινά δημοκρατικές πολιτείες με κράτος δικαίου και ίσες ευκαιρίες για τους πολίτες. Αυτό που βλέπουμε είναι δυστοπικές οικονομίες και ένα αποτυχημένα κράτη.