
Το άρθρο 14 παράγραφος 9 του Συντάγματος λέει ότι τα μέσα χρηματοδότησης των μέσων ενημέρωσης πρέπει να γίνονται γνωστά. Αναφέρεται βασικά στην ιδιωτική χρηματοδότηση. Για την κρατική χρηματοδότηση ιδιωτικών ΜΜΕ το Σύνταγμα δεν χρειαζόταν να πει κάτι. Σε μια φιλελεύθερη δημοκρατία, θα έπρεπε να είναι αυτονόητο ότι έστω και ένα ευρώ κρατικού χρήματος σε μέσα ενημέρωσης είναι εξ ορισμού ύποπτο. Αυτό προκύπτει από την παράγραφο 2 του ίδιου άρθρου, που λέει ότι ο τύπος είναι ελεύθερος. Αυτό σημαίνει, πριν απ’ όλα, ελεύθερος από την κρατική επιρροή.
Του Ακρίτα Καϊδατζή
Το κράτος δεν επιτρέπεται να «χρηματοδοτεί» μέσα ενημέρωσης. Μπορεί μόνο να τα «ενισχύει». Ενίσχυση σημαίνει επένδυση για την επιδίωξη ορισμένου σκοπού. Σκοπού όπως, ιδίως, η διατήρηση θέσεων εργασίας, η προαγωγή της πολυφωνίας, ο εκσυγχρονισμός υλικοτεχνικών υποδομών. Αν το κράτος έχει ανάγκη να κάνει χρήση των υπηρεσιών των ΜΜΕ για τη διάδοση ορισμένου μηνύματος (η «διαφήμιση» είναι εμπορική δραστηριότητα, δεν αφορά το κράτος), οφείλει να το κάνει με όρους εκτός αγοράς. Δηλαδή είτε να επιβάλει τη δωρεάν μετάδοση ή δημοσίευση του μηνύματος. Ή, αν αυτό δεν είναι εφικτό, να διασφαλίσει απόλυτη διαφάνεια της δαπάνης.
Η λίστα Πέτσα για τις (υποτιθέμενες) καμπάνιες ενημέρωσης «Μένουμε σπίτι» και «Μένουμε ασφαλείς» υπήρξαν ο απόλυτος ευτελισμός της ελευθερίας του τύπου. Ασύλληπτα ποσά μοιράστηκαν επιλεκτικά σε ΜΜΕ για υπηρεσίες που ουδέποτε προσδιορίστηκαν εκ των προτέρων ούτε καταγράφηκαν εκ των υστέρων, ώστε να ξέρουμε τί ακριβώς «αγόρασε» το κράτος και πόσο ακριβώς κόστισε. Το χειρότερο –που συνιστά μείζον σκάνδαλο– είναι η μεθόδευση που ακολουθήθηκε. Η παροχή υπηρεσιών δεν συμφωνήθηκε απευθείας με το Δημόσιο, αλλά μέσω παρένθετης ιδιωτικής εταιρείας, η οποία μοίρασε κατ’ αρέσκειαν δημόσιο χρήμα χωρίς κριτήρια, χωρίς διαφάνεια, χωρίς ελέγχους. Το Ελεγκτικό Συνέδριο οφείλει να διασώσει τη δημοσιολογιστική αξιοπρέπεια και αξιοπιστία του ελληνικού κράτους, ερευνώντας κατ’ απόλυτη προτεραιότητα πού πήγαν και, ιδίως, με ποιο τρόπο διατέθηκαν τα κονδύλια αυτά.
Η είδηση ότι εγκρίθηκε νέο κονδύλι, του υπουργείου Υγείας αυτή τη φορά, για την ενημέρωση σχετικά με το πρόγραμμα εμβολιασμού δεν επιτρέπει αισιοδοξία ότι δεν θα επαναληφθούν τα ίδια. Όλοι αντιλαμβανόμαστε ότι τα κονδύλια της λίστας Πέτσα δεν δόθηκαν για την αγορά υπηρεσιών ενημέρωσης. Αυτές υπήρξαν απλώς το πρόσχημα. Τα ποσά που μοιράστηκαν δεν είναι παρά συγκαλυμμένη ενίσχυση των επιχειρήσεων ΜΜΕ. Που δεν θέτουν μόνο ζήτημα νομιμότητας, ως κρατικές ενισχύσεις. Θέτουν, κυρίως, ζήτημα δημοκρατίας.
Αυτό δεν πρέπει να επαναληφθεί. Τα μηνύματα ενημέρωσης οφείλουν να μεταδοθούν ή δημοσιευτούν από τα ΜΜΕ δωρεάν. Το νομοθετικό πλαίσιο, τουλάχιστον για ραδιόφωνο και τηλεόραση, καταρχήν υπάρχει. Μπορεί κάλλιστα να συμπληρωθεί, να διευρυνθεί ως προς τη συχνότητα και την ώρα ή τον τρόπο μετάδοσης των μηνυμάτων και να επεκταθεί στα διαδικτυακά και έντυπα μέσα. Το κονδύλι που έχει ήδη δεσμευτεί μπορεί να δοθεί στα ΜΜΕ. Αλλά μόνον ως ενίσχυση για τη διατήρηση θέσεων εργασίας που απειλούνται λόγω της οικονομικής κρίσης που προκαλεί η πανδημία. Και φυσικά με απόλυτη διαφάνεια. Όχι ως αδιαφανής χρηματοδότηση εκδοτών και καναλαρχών για να μετατρέψουν τα μέσα που ελέγχουν σε όργανα κυβερνητικής προπαγάνδας.
*Ο Ακρίτας Καϊδατζής είναι επίκουρος καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου στο Α.Π.Θ.