
Για πρώτη φορά μετά την πτώση της διεφθαρμένης κυβέρνησης Ραχόι, ο συνασπισμός της Κεντροαριστεράς στην Ισπανία κατάφερε να περάσει ένα «δικό του» προϋπολογισμό.
Του Κώστα Αργυρού
Πέρασε σχετικά απαρατήρητο, αλλά στο τέλος της περασμένης εβδομάδας στη Μαδρίτη συνέβη κάτι, που ελάχιστοι περίμεναν και το οποίο αλλάζει σημαντικά το πολιτικό τοπίο της χώρας, εν μέσω μάλιστα της πανδημίας. Η κυβέρνηση Σοσιαλιστών και Unidas Podemos υπό τον Πέδρο Σάντσεθ, μπόρεσε επιτέλους να περάσει τον δικό της προϋπολογισμο συγκεντρώνοντας 188 ψήφους στη Βουλή επί συνόλου 350. H σπουδαιότητα αυτής της εξέλιξης είναι μεγάλη για πολλούς λόγους.
Κατ’ αρχάς είναι ο πρώτος προϋπολογισμός που καταφέρνει να περάσει η κεντροαριστερή κυβέρνηση, η οποία έχει μόνο σχετική πλειοψηφία στη Βουλή και η οποία μέχρι τώρα απλώς πορευόταν με «επιμήκυνση» των προϋπολογισμών της προηγούμενης συντηρητικής και διεφθαρμένης κυβέρνησης του Μαριάνο Ραχόι. Eίναι χαρακτηριστικό ότι η ψήφος εμπιστοσύνης είχε «κερδηθεί» μετά τις εκλογές του Νοεμβρίου του 2019 με 167 ψήφους και μόνο χάρις στην αποχή συγκεκριμένων εθνικιστικών κομμάτων. Οι 188 ψήφοι αυτή τη φορά προκάλεσαν αναταραχή στις τάξεις της κεντροδεξιάς, ενώ το ακροδεξιό VOX έκανε λόγο για μια «σοσιαλκομμουνιστική» κυβέρνηση, προαναγγέλοντας κατά μέτωπον επιθέσεις στο μέλλον.
Αυτό που ενόχλησε όμως την συντηρητική αντιπολίτευση ήταν όχι μόνο το θέμα των αριθμών και των κοινοβουλευτικών συσχετισμών. Ο προϋπολογισμός προβλέπει μεταξύ άλλων αύξηση της φορολόγησης του πλούτου, προστασία των χαμηλόμισθων από τις εξώσεις και γενναίες αυξήσεις για τον τομέα της δημόσιας Υγείας και Παιδείας. Βασικές δηλαδή απαιτήσεις της Αριστεράς, που μέχρι πρότινος «αδυνατούσε» να ικανοποιήσει ο Πέδρο Σάντσεθ.
Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι δυσφορία για αυτή την εξέλιξη εξέφρασαν παλιές «γκρίζες αυθεντίες» της σοσιαλδημοκρατίας γύρω από τον Φελίπε Γκονζάλεθ, που ποτέ δεν είχαν δει έτσι κι αλλιώς θετικά την προσέγγιση του PSOE με τις Unidas Podemos.
Δεν χρειάζεται λοιπόν να είναι κανείς σοφός για να καταλάβει ότι για το πολιτικό, οικονομικό και κοινωνικό κατεστημένο η εξέλιξη αυτή αποτελεί κόκκινο πανί. Τη στιγμή μάλιστα που πολλοί εκπρόσωποι του έδειχναν να ελπίζουν ότι θα μπορέσουν να ρίξουν την κυβέρνηση εκμεταλλευόμενοι τη σφοδρότητα της πανδημίας. Ο τρόπος που προσπάθησαν για παράδειγμα συντηρητικοί δήμαρχοι και κυβερνήτες αυτόνομων περιφερειών να μπλοκάρουν αποφάσεις της κεντρικής διοίκησης και μετά να φορτώσουν τις ευθύνες στη Μαδρίτη για τις επιπτώσεις της πανδημίας είναι χαρακτηριστικός.
Ολα αυτά δείχνουν ότι για την κυβέρνηση Σάντσεθ απλώς ξεπεράστηκε ένα εμπόδιο, αλλά ακολουθούν πολλά ακόμα. Οι παραπάνω έδρες που της εξασφάλισαν αυτή τη φορά την πλειοψηφία προέρχονται από αριστερά αυτονομιστικά κόμματα, τόσο της Καταλονίας, όσο και της χώρας των Βάσκων.
Πρόκειται για την Esquerra Republicana (ERC) το αριστερό κόμμα της Καταλονίας, που μάχεται για την αυτονομία της και το EH Bildu το κόμμα που προέκυψε από τη διάλυση της ΕΤΑ, το οποίο όμως εδώ και χρόνια συμμετέχει κανονικά στις πολιτικές διαδικασίες, έχει εκλέξει πάνω από 100 δημάρχους στην χώρα των Βάσκων και συγκέντρωσε ποσοστό 28% στις εκλογές εκεί. Για πολλούς από τους τοπικούς «βαρόνους» σε άλλες περιφέρειες με καθολική συντηρητική παράδοση, αυτή ήταν λοιπόν μια στήριξη που ξεπέρασε την υπάρχουσα «κόκκινη γραμμή» στο πολιτικό σκηνικό της χώρας. Κάτι που δίνει και μια πρόγευση για τις επιθέσεις, που θα δεχτεί από εδώ και πέρα η κυβέρνηση και για την πόλωση, που αναμένεται να επικρατήσει το επόμενο διάστημα.
Ηταν λοιπόν ένα μόνο εμπόδιο για την κυβέρνηση Σάντσεθ, ενώ μπροστά της βρίσκονται πολλά ακόμα, ειδικά από τη στιγμή που ακόμα δεν έχει προχωρήσει το Ταμείο Ανάκαμψης της ΕΕ, από το οποίο η Ισπανία προσδοκά δεκάδες δισ. που θα υλοποιήσουν μέτρα που περιλαμβάνονται στον προϋπολογισμό. Αλλά οι αγώνες μετ’ εμποδίων ποτέ δεν τελειώνουν με ένα μόνο άλμα.