
Κάθε τόσο οι επαγγελματίες «ευρωπαϊστές» νοιώθουν την ανάγκη να απευθύνουν ένα καινούριο κάλεσμα για «περισσότερη Ευρώπη». Υπάρχει τελικά λόγος;
Του Κώστα Αργυρού
Ασχολούμαι πια τρεις δεκαετίες με αυτό που θα έλεγε κανείς «ευρωπαϊκό ρεπορτάζ». Τα μισά από αυτά τα χρόνια ζώντας σε κάποια χώρα της Ευρώπης διαφορετική από την Ελλάδα. Ετυχε να ζήσω στιγμές ευφορίας για την «ευρωπαϊκή ιδέα», ειδικά στις φάσεις των μεγάλων διευρύνσεων, πρώτα εκείνης του 1995 με την Αυστρία, τη Σουηδία και τη Φινλανδία και μετά εκείνης προς τα Ανατολικά με 10 χώρες. Oι επόμενες αφίξεις δεν προκάλεσαν και τόσο ενθουσιασμό (Βουλγαρία, Ρουμανία το 2007 και Κροατία το 2013).
Ολα αυτά τα χρόνια θυμάμαι κάθε τόσο κάποιες εκκλήσεις «επωνύμων» για μια περισσότερη, καλύτερη και πιο δημοκρατική Ευρώπη. Κοινή συνιστώσα τους, παρά τις προαναφερθείσες περιόδους ευθυμίας η διαπίστωση για την απομάκρυνση όλο και περισσότερο της ΕΕ από τους πολίτες και την καθημερινότητά τους και για την αποστασιοποίηση των πολιτών από μια ιδέα, που τους μοιάζει όλο και περισσότερο ασαφής και αδιάφορη.
Το σκεφτόμουν τώρα, που με την αρχή του νέου χρόνου έπεσα τυχαία πάλι σε μια τέτοια «έκκληση», που υπογράφουν κάποιοι λιγότερο η περισσότερο γνωστοί παράγοντες. Πιο ενδιαφέρον από το ίδιο το κείμενο, που έλεγε λίγο πολύ πράγματα γνωστά και χιλιοακουσμένα ήταν να παρατηρήσει κανείς τις ιδιότητες αυτών, που είχαν βάλει από κάτω την υπογραφή τους. Πολλοί πρώην και ενεργοί ευρωβουλευτές, συνταξιοδοτημένα υπηρεσιακά στελέχη της Κομισιόν και πρώην Επίτροποι, κάποιοι πολιτικοί μεγάλης ηλικίας που περιφέρουν συνήθως την οργή τους σε εσωτερικές σελίδες εφημερίδων επειδή οι διάδοχοί τους έχουν πάψει να τους δίνουν σημασία, πολιτικοί επιστήμονες από ιδρύματα και think-tanks, που χρηματοδοτούνται έμμεσα ή άμεσα από την ΕΕ και ασχολούνται με το… μέλλον της και κάποιοι επικεφαλής ΜΚΟ χρηματοδοτούμενων επίσης από κοινοτικά κονδύλια.
Το «πάθος» τους μεγάλο και η πανδημία όπως κάθε κρίση στο παρελθόν να αποκαλείται ξανά ευκαιρία για «περισσότερη Ευρώπη». Αν δεν ήταν τραγικό θα ήταν απλώς γραφικό. Και είναι τραγικό γιατί οι υπογράφοντες δε μπορούν να καταλάβουν, ότι τελικά στα μάτια ενός απλού πολίτη, που μπορεί τυχαία να διαβάσει την «έκκλησή» τους, αυτοί οι ίδιοι αποτελούν ακριβώς το ουσιαστικό πρόβλημα. Γιατί στα μάτια των πολλών αντιπροσωπεύουν ένα κατεστημένο, που φαίνεται ευνοημένο από την «Ευρώπη» και για αυτό και την αγαπάει τόσο. Εννοώ το θεσμό όχι την γεωγραφική περιοχή, όχι την ήπειρο.
Αυτό είναι ακριβώς που δε μπορεί να καταλάβει όποιος έκανε τον «ευρωπαϊσμό» του επάγγελμα. Ενα επάγγελμα που εξασφαλίζει ποιότητα ζωής, ασφάλεια, ταξίδια και μακροπρόθεσμα και μια καλή σύνταξη. Η αγωνία όλων αυτών για τη σωτηρία και την ενίσχυση της «Ευρώπης» δεν είναι τελικά παρά μια επαγγελματική υποχρέωση, ένα θλιβερό καθήκον. Πώς να πείσουν όμως όλοι αυτοί για τη δημοκρατία και την ελευθερία και ποικιλία επιλογών το νέο άνεργο, τον αγρότη, το μικρό επιχειρηματία, τον εργαζόμενο, όλους εκείνους τελικά που συνθλίβονται από την κυριαρχία τραπεζών, πολυεθνικών και δασκαλίστικων ελίτ;
Η Ευρώπη δεν πρόκειται να σωθεί με εκκλήσεις καλογραμμένες ή όχι. Το μέλλον της κρίνεται καθημερινά στους δρόμους, στα σχολεία, στα εργοστάσια, στα πολυκαταστήματα με τους επισφαλείς υπαλλήλους. Η «Ευρώπη» ως μόρφωμα μιας κυρίαρχης κάστας, ως μια πολυεθνική εταιρία με εξαίρετες προοπτικές επαγγελματικής σταδιοδρομίας φοβάμαι ότι δεν έχει να φοβάται τίποτα. Θα συνεχίζει να αυτοτροφοδοτείται και να αυτοαναπαράγεται. Να αυτοπροστατεύεται και να αυτοσυντηρείται. Αφήστε λοιπόν τις εκκλήσεις και συνεχίστε να απολαμβάνετε τη ζωή σας, όπως τη φτιάξατε. Δεν υπάρχει λόγος ανησυχίας. Σε τελική ανάλυση μάλλον είναι βολικότερο να μην ασχολείται μαζί σας «η μάζα».