
Ενώ οι προβλέψεις για παγκόσμια ύφεση, μείωση παραγωγής και άνοδο της ανεργίας πληθαίνουν, τα χρηματιστήρια σκαρφαλώνουν. Παραλογισμός ή απλή «συνέπεια» με την παράδοση της κερδοσκοπίας.
Του Κώστα Αργυρού
Το τελευταίο διάστημα ολοένα και συχνότερα συναντά κανείς στο διεθνή τύπο το ερώτημα, «πώς γίνεται να ανεβαίνουν τα χρηματιστήρια σε μια περίοδο γεμάτη αβεβαιότητες;» Πειστικές απαντήσεις δεν υπάρχουν, κάτι που ενισχύει την άποψη ότι το χρηματοπιστωτικό σύστημα έχει πλέον αποκοπεί τόσο πολύ από την πραγματική οικονομία που λειτουργεί αποκλειστικά με τους δικούς του κανόνες.
Η αλήθεια είναι ότι κάπου στα τέλη Φεβρουαρίου τα χρηματιστήρια έμοιαζαν να καταρρέουν, όταν άρχισε να γίνεται αντιληπτό το μέγεθος της πανδημίας. Ομως το φαινόμενο ήταν παροδικό. Αν για παράδειγμα κάποιος αποφάσιζε να ρισκάρει στα τέλη Μαρτίου «παίζοντας» στο γερμανικό χρηματιστήριο, σήμερα τα κέρδη του θα μπορούσαν να έχουν φτάσει ακόμα και το 50%. Μέσα σε ένα τρίμηνο περίπου, στο οποίο η παραγωγή συρρικνώθηκε (για κάποιες εβδομάδες είχε σταματήσει εντελώς σε ορισμένους τομείς) και η ανεργία εκτοξεύτηκε όπως και κάποιες παράπλευρες συνέπειές της (μερική απασχόληση, πτώση κατανάλωσης).
Ως γνωστόν οι μετοχές ανεβαίνουν και κατεβαίνουν με βάση τις προσδοκίες. Αλλά ακόμα και έτσι αν το δούμε δεν υπάρχουν προβλέψεις, που να δικαιολογούν τέτοια αισιοδοξία. Το «συμβούλιο των σοφών» της γερμανικής οικονομίας για παράδειγμα εκτιμά ότι το νωρίτερο το 2022/23 θα φτάσει η χώρα στους δείκτες της προ κορωνοϊού περιόδου.
Η εξήγηση που δίνουν πολλοί για αυτό το κύμα «αισιοδοξίας» έχει να κάνει με τις παρεμβάσεις των κεντρικών τραπεζών, που διοχέτευσαν «χρήμα» στις αγορές για να αποφύγουν ένα collapse. Αλλά και με τις υποσχέσεις για ακόμα μεγαλύτερη στήριξη αν χρειαστεί. Φτηνή ρευστότητα, προσδοκίες, υποσχέσεις, ψευδαισθήσεις είναι η χαρά του κερδοσκόπου, όπως γνωρίζουμε ήδη από το πρώτο μεγάλο κραχ της τουλίπας, στα μέσα του 17ου αιώνα στην Ολλανδία.
Με άλλα λόγια εδώ υπάρχει μια σοβαρή υπόνοια, ότι το χρηματοπιστωτικό σύστημα εκμεταλλεύεται και πάλι την συγκυρία με την «αφελή» αρωγή των τραπεζών για να δημιουργήσει μια τεράστια φούσκα. Κάποιοι παίζουν και κερδίζουν, την ώρα που στην πραγματική οικονομία υπάρχει ακόμα στασιμότητα και οι πολίτες δεν βλέπουν κανένα αντίκρυσμα στο εισόδημά τους, όσο και αν ακούνε για «μπαζούκας», «πακέτα», «Ταμεία» και άλλα τινά. Αυτοί που θα προβλέψουν πότε θα σκάσει η φούσκα θα είναι οι διπλά κερδισμένοι. Αυτοί που θα κληθούν να την πληρώσουν είναι τα συνήθη θύματα.
Σε σχόλιο του στη συντηρητική die Welt ο οικονομολόγος Τόμας Μάγιερ σημείωνε ότι για μια ακόμα φορά όπως και με την προηγούμενη κρίση οι πλουσιότεροι θα είναι οι κερδισμένοι και οι ανισότητες θα διευρυνθούν ακόμα περισσότερο. Προειδοποιούσε όμως για τους κινδύνους, που θα προκύψουν τη στιγμή που οι χαμένοι θα απαιτήσουν αλλαγές στις δομές εξουσίας της «κοινωνίας της διακινδύνευσης», όπως την είχε χαρακτηρίσει ο Ούλριχ Μπεκ.