
Το coming out -το να δηλώνεις δηλαδή τις σεξουαλικές σου προτιμήσεις (ή την ταυτότητα φύλου σου) όταν δεν είναι αυτές (ή αυτή) που η πλειοψηφία έμμεσα απαιτεί από εσένα- είναι μια δύσκολη διαδικασία που, επιπλέον, έχει κυριολεκτικά τον ατελείωτο. Υπερβολικά πολλοί και πολλές μάλιστα αναρωτιούνται γιατί το δηλώνουμε, τη στιγμή που τα ίδια, συνήθως, άτομα επαναλαμβάνουν κάθε τρεις και λίγο πράγματα που “αποκαλύπτουν” εμφατικά την “κανονικότητά” τους. Από την προσωπική μου οπτική κάτι που θα μπορούσε να τους βοηθήσει να καταλάβουν το γιατί, είναι και το τι συμβαίνει όταν -όχι μόνο από φόβο για το τι πιθανή μαλακία θα ακούσεις, αλλά και από την βαρεμάρα της επανάληψης πραγμάτων που ειδικά από μία ηλικία και μετά θα είχες την ανάγκη να βλέπεις ως κάπως στοιχειώδη και αυτονόητα- δεν δηλώνεις κάτι (ή καθυστερείς να το δηλώσεις) κάθε φορά που βρίσκεσαι σε ένα νέο (εργασιακό, κοινωνικό, εκπαιδευτικό κ.ο.κ.) χώρο. Αυτό που συμβαίνει είναι βαρύ αν και φτιαγμένο από μικρές ανάλαφρες ακυρώσεις. Τόσο “ανάλαφρες” που είναι δύσκολο να τις συζητήσεις.
Τα πιο συνηθισμένα αστειάκια ανάμεσα σε “αληθινά αρσενικά” που είτε δεν είναι gay (ή trans), είτε δε θέλουν για κανένα λόγο να καταλάβει κανείς ότι είναι, περιστρέφονται γύρω από τον κίνδυνο της θηλυκότητας όπως η πεταλούδα γύρω από τη λάμπα. Κάποιος κάθε τόσο πέφτει, συνήθως τεχνητά, σε μια πιο ψιλή φωνή, ένα πείραγμα στο οποίο το ξεκαρδιστικό αστείο είναι ότι κάτι παίζει ανάμεσα σε αυτόν και ένα άλλο αγοράκι ή ότι σε κάποιον ίσως τελικά θα άρεσε να γαμηθεί. Κάθε φορά που βρίσκομαι σε ένα περιβάλλον όπου παίζεται αυτό το παιχνίδι, το γελοίο της κατάστασης με κάνει να νιώθω σαν να γυρίζω στο σχολείο. Το να σταθείς απέναντι σε αυτή τη συλλογική σαχλαμάρα “αντρίκια” θα ήταν ίσως ο τρόπος που θα εκτιμούνταν από μια τέτοια ομήγυρη αλλά εγώ θα επιλέξω εδώ έναν πιο “πούστικο” τρόπο, γράφοντας αυτό το κείμενο.
Ο ανδρισμός είναι πολύ εύθραυστο πράγμα. Αλλιώς δε θα χρειαζόταν τόσο πολύ επιβεβαίωση, ένα ολόκληρο κοινωνικό πλέγμα από αστεία που να επιβεβαιώνουν κάθε τρεις και λίγο ότι κάποιος δεν έχει εκπέσει από αυτήν την ιδιότητα. Είναι ένα κλειστό προνομιακό club. Το ίδιο είναι και κάθε κανονικότητα που αστειεύεται, όντας λευκή με τον μαύρο, όντας αρτιμελής με τον ανάπηρο, όντας χριστιανική με τον εβραίο, τον μουσουλμάνο και τον άθεο κ.ο.κ. Όλα αυτά στην Ελλάδα δεν είναι πολύ κατανοητά. Γιατί; Γιατί η κανονικότητα είναι μια συνθήκη (τόσο πιο αόρατη όσο πιο “συντηρητική” είναι μια κοινωνία) που ζητάει μεν κάθε μέρα την κάρτα εισόδου σου αλλά που, από την άλλη, σου υπόσχεται πως αν την έχεις θα περνάς καλά (ή τουλάχιστον θα νιώθεις πολύ πιο ασφαλής από αυτές και αυτούς που δεν τα κατάφεραν). Και που σε φοβίζει με μία απλή αλλά και πολύ, πολύ βαριά λεξούλα που τη λένε “στίγμα“.
Ας πάμε τώρα σε ένα, φαινομενικά, άλλο θέμα. Στην “πολιτική ορθότητα”. Έναν μπαμπούλα, που μπορεί στην Ελλάδα σχεδόν να μην έχει κάνει παρά cameo εμφανίσεις αλλά που ακόμα και από μακριά τρομάζει κάθε Έλληνα που δε θα μπορούσε ούτε να φανταστεί το να χρειαστεί να περιορίσει το πηγαίο, ασυγκράτητο και ελευθεριακό χιούμορ του κάτω από αυτή τη βαριά αγγλοσαξονική μπότα του “να μην κοροϊδέυει τους ήδη στιγματισμένους”. Χμ, οκ, νομίζω καταλαβαινόμαστε. Η πολιτική ορθότητα είναι κακιά γιατί μας περιορίζει αυτήν ακριβώς την ευχαρίστηση. Αυτήν του να ανήκεις σε ένα κλειστό club και ας είναι ένα club στο οποίο μπορεί να εγγραφεί ο κάθε πικραμένος χάρη απλά στο φύλο του ή άλλα χαρακτηριστικά που ποτέ δεν επέλεξε αλλά απλά του έτυχαν. Ακόμα και έτσι πάντα κάποιες και κάποιους δεν τους χωράει.
Είναι όμως η πολιτική ορθότητα το spray που εξοντώνει μαζί με το στιγματισμό και κάθε ελαφρότητα και καλοπροαίρετη κοροϊδία όπως την κατηγορούν; Σίγουρα σε μέρη μακρινά από την Ελλάδα του Σεφερλή, σε κοινωνίες, δηλαδή, όπου η πολιτική των ταυτοτήτων έχει καταφέρει να στρέψει τους προβολείς και σε άλλες διακρίσεις πέρα από τις ταξικές που είναι και οι μόνες που γίνονται αρκετά κατανοητές στα μέρη μας, έχει όντως παίξει και αυτόν τον (και περιοριστικό) ρόλο.
Ας πάμε όμως σε ένα είδος χιούμορ που ανθεί κυρίως στις Ηνωμένες Πολιτείες, στην πατρίδα δηλαδή της ορθότητας που τόσο τρομάζει τους δικούς μας ρατσιστές και σεξιστές (και κάποιες φορές ίσως όχι μόνο αυτούς). Λέγεται “insult comedy” και είναι το είδος του κωμικού σόου όπου ο κωμικός χλευάζει το ίδιο του το κοινό με τρόπο απίστευτα προσβλητικό. Για όποιον δεν έχει τύχει να συναντήσει κάτι τέτοιο προτείνω να δεί ένα χαρακτηριστικό βίντεο στο τέλος του άρθρου από την κωμικό Lisa Lampanelli. Στην εκδοχή αυτή που παραθέτω το κοινό αποτελείται από gay άντρες, μαύρους, ασιάτισσες, λατίνους, εβραίους κ.ο.κ και τα αστεία που λέγονται είναι ακριβώς τα πιο αδιανόητα προσβλητικά που θα μπορούσαν να ειπωθούν, στο βορειοαμερικάνικο πλαίσιο, σε αυτό ακριβώς το κοινό και αυτό με τη σειρά του τα απολαμβάνει μέχρι δακρύων!
Κάποιοι/ες θα υπέθεταν πως αυτή η μορφή χιούμορ αποτελεί ακριβώς μια αντίδραση στο “πολιτικά σωστό”. Δεν γνωρίζω την ιστορία των “προσβλητικών” αυτών κωμικών σόου και σε πιο βαθμό θα υπήρχε ίσως κάποια αλήθεια σε αυτόν τον συνειρμό. Αλλά δεν έχει σημασία για αυτό που θέλω να πω εδώ. Βάλτε τον Σεφερλή δίπλα σε μία τέτοια κωμικό και θα παρατηρήσετε εύκολα τη λύση του αινίγματος και το στοιχείο που κάνει αυτές τις παραστάσεις να είναι, παρά το αδιανότητο μέγεθος της καφρίλας που ακούγεται εκεί, ακριβώς το αντίθετο αυτού του υποτιθέμενου “σύγχρονου Αριστοφάνη” (εδώ γελάνε και οι πέτρες). Οι άνθρωποι δέχονται κάθε προσβολή και μέσα από αυτές γελάνε με τον ίδιο το ρατσισμό που τους στιγματίζει και την ακραία “λογική” του. Το χιούμορ δηλαδή εδώ γίνεται όπλο που διαλύει την αμηχανία τόσο των απαγορευμένων λέξεων αλλά πρώτα απ’όλα καταρρίπτοντας την ίδια τη δομή που αναπαράγει τη διαφορά. Το σε τι διαφέρει η αρένα των ελληνικών επιθεωρήσεων νομίζω μπορεί να το καταλάβει ο καθένας όπως καταλαβαίνουμε και τη διαφορά του να γελάνε μαζί μας ή μαζί με εμάς…
Ξαναναγυρίζωντας λοιπόν στο coming out, σκεφτείτε το αντικείμενο των αστείων σας να αρχίζει να μιλάει. Πιθανότατα θα θελήσει, για αρχή, να σας κόψει το γέλιο. Αλλά ίσως αυτό δεν αξίζει και τόσο τρόμο.
Μπορεί, αποκάλυψη την αποκάλυψη, κάποτε να μάθουμε ακόμα να γελάμε και παρέα…