
Η νέα κατάσταση που αναφέρεται στον τίτλο δεν είναι φυσικά άλλη από αυτή της πανδημίας και ό,τι τη συνόδευσε. Επρόκειτο, πρόκειται και θα πρόκειται για μία κρίση τριπλού χαρακτήρα: υγειονομική, οικονομική και κοινωνική. Και πάντα οι νέες καταστάσεις δεν μπορεί παρά να ταράζουν τα λιμνάζοντα νερά και όταν μιλάμε για λιμνάζοντα νερά εννοούμε τη συνείδηση και τη δράση των ανθρώπων. Τι αλλαγές, λοιπόν, έχουν επέλθει στη συνείδηση των εργαζομένων; Τι θα σημάνουν αυτές οι αλλαγές;
Γράφει ο συγγραφέας Βασίλης Λιόσης
Α. ΤΡΕΙΣ ΒΑΣΙΚΕΣ ΠΑΡΑΔΟΧΕΣ
Πριν να καταθέσω τον οποιοδήποτε προβληματισμό καταγράφω μερικές παραδοχές:
[α] Ο κόσμος δεν σκέφτεται όπως οι πρωτοπορίες. Αυτό είναι κάτι που πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τους οι πρωτοπορίες και όχι ασφαλώς ο κόσμος.
[β] Η εξαθλίωση δεν φέρνει απαραίτητα ριζοσπαστικοποίηση της συνείδησης. Η εξαθλίωση είναι αναγκαίος αλλά όχι ικανός παράγοντας προς μία τέτοια κατεύθυνση. Επιπλέον, η άνοδος της ριζοσπαστικοποίησης μπορεί να συνυπάρχει με ισχυρές τάσεις συντηρητικοποίησης.
[γ] Ο σωστός προσανατολισμός της ριζοσπαστικοποίησης απαιτεί την παρέμβαση ενός παράγοντα που δρα συνειδητά, με σχέδιο και πρόγραμμα και όχι αυθόρμητα, δηλαδή της πολιτικής πρωτοπορίας. Η απουσία της ή η αδύναμη παρουσία της μπορεί να οδηγήσει μόνο σε τυφλές εξεγέρσεις με ημερομηνία λήξης και κυρίως δίχως προοπτική.
Β. ΔΕΔΟΜΕΝΑ ΚΑΙ ΟΡΙΣΜΕΝΟΙ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΙΣΜΟΙ
Ας θέσω τώρα δυο ερωτήματα.
Πρώτο: Ποια είναι τα νέα δεδομένα που υπάρχουν σήμερα στη συνείδηση του κόσμου; Πάντα με την επιφύλαξη για την επιστημονική ακρίβεια των δημοσκοπήσεων τα κύρια χαρακτηριστικά είναι:
α) η σε μεγάλο βαθμό αποδοχή των μέτρων εγκλεισμού και η θετική άποψη για την κυβέρνηση που φτάνει στο 80%·
β) η μεγάλη ψαλίδα στην πρόθεση ψήφου ανάμεσα σε ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ που φτάνει το 20% περίπου·
γ) ο δείκτης απαισιοδοξίας σχετικά με την προσωπική οικονομική κατάσταση που σαφώς υπερέχει με 47% έναντι του δείκτη αισιοδοξίας που βρίσκεται στο 19%·
δ) η αρνητική άποψη για τα εργασιακά (θετική 40%-αρνητική 49%).
Επομένως, η αποδοχή των κυβερνητικών ισχυρισμών δεν σημαίνει πως αυτή θα μετουσιωθεί και σε μία άκριτη μελλοντική στήριξη της κυβέρνησης στο άμεσο ή μακροπρόθεσμο μέλλον. Μάλιστα, δικαιούμαστε να θέτουμε ερωτήματα σχετικά με την αξιοπιστία των δημοσκοπικών αποτελεσμάτων και αυτό για τέσσερις λόγους. Πρώτο, γιατί συχνά πυκνά τα αποτελέσματά τους έχουν διαψευστεί, δεύτερο, γιατί τα ΜΜΕ σήμερα έχουν «μπουκωθεί» με εκατομμύρια ευρώ από την κυβέρνηση και επομένως διαμορφώνουν σε συγκεκριμένη κατεύθυνση την κοινή γνώμη, τρίτο, γιατί υπάρχει διάχυτη δυσαρέσκεια για επιμέρους πλευρές της πολιτικής της κυβέρνησης όπως για παράδειγμα το νομοσχέδιο για το περιβάλλον και την παιδεία και τέταρτο γιατί υπάρχει μία επίσης διάχυτη δυσαρέσκεια που μπορεί κανείς να διακρίνει σε ραδιοφωνικές εκπομπές με συμμετοχή ακροατών, στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, στην επαφή του με τον κοινωνικό του περίγυρο και σε μεγάλες κατηγορίες πολιτών (π.χ. καλλιτέχνες). Επομένως, ας είμαστε τουλάχιστον επιφυλακτικοί στα αποτελέσματα των δημοσκοπήσεων.
Δεύτερο ερώτημα: τι αποτύπωμα θα μείνει στη συνείδηση του κόσμου μετά την άρση των μέτρων; Ας δούμε δυο δέσμες γεγονότων που μπορεί να γεννήσουν αντίρροπες τάσεις. Από τη μία πλευρά ένας κόσμος θα νιώθει ικανοποίηση με την υπαγωγή του στην ΕΡΓΑΝΗ, με το ότι οι νεκροί στην Ελλάδα ήταν πολύ λίγοι συγκριτικά με άλλες χώρες, με την καλλιέργεια ενός κλίματος «εθνικής υπερηφάνειας που συνδέεται με το πόσο πειθαρχημένοι είναι οι Έλληνες αν το θέλουν», με το ότι κάποιοι εργαζόμενοι θα νιώθουν τυχεροί που δεν έχασαν τη δουλειά τους. Από την άλλη η ανεργία θα αυξηθεί, μέτρα της ΠΝΠ που αφορούν την εργασία θα παραμείνουν, θα εισβάλουν νέες μορφές εργασίας π.χ. τηλεργασία που θα ελαστικοποιήσουν κι άλλο την εργασία, θα αυξηθεί το ελληνικό χρέος που προβλέπεται να υπερβεί το 200%.
Έτσι, η όποια πρόβλεψη για το «πού θα κάτσει η μπίλια» είναι παρακινδυνευμένη.
Δεν ξέρουμε επίσης πώς θα διαμορφωθούν οι απόψεις που αφορούν το κράτος είτε σχετικά με την παρέμβασή του στην οικονομία είτε τον ρόλο του ως κράτος έκτακτης ανάγκης.
Δεν ξέρουμε τι βάθος θα αποκτήσουν οι θεωρίες συνωμοσίας ή οι θρησκευτικές δοξασίες που βλέπουν την πανδημία ως «τιμωρία εκπορευόμενη από το υπέρτατο ον για τα αμαρτήματα τούτου του κόσμου».
Δεν ξέρουμε με ποιο τρόπο οι άνθρωποι θα κατανοήσουν, στο βαθμό που θα το κατανοήσουν, ότι υπάρχουν μπροστά μας όρια για το πώς πορεύεται ο καπιταλισμός και ότι αν και όταν οι αντιφάσεις του ξεπερνιούνται πρόκειται για μία προσωρινή κατάσταση, δηλαδή επί της ουσίας δεν ξεπερνιούνται και απλώς αναπαράγονται σε ένα επόμενο χρονικό στάδιο.
Δεν ξέρουμε ακόμη πώς μία δεύτερη κρίση μετά από αυτή του 2008 θα λειτουργήσει στη συνείδηση του κόσμου. Η κρίση του 2010 γέννησε πρωτόγνωρες πολιτικά καταστάσεις για το ελληνικό πολιτικό σύστημα: κατάρρευση του ενός πυλώνα του παλαιού δικομματισμού (ΠΑΣΟΚ), συρρίκνωση του άλλου (ΝΔ), εκτόξευση ενός κόμματος που αγκομαχούσε να μπει στη βουλή και αναρρίχησή του στην κυβερνητική εξουσία (ΣΥΡΙΖΑ), τρίτη δύναμη οι νεοναζί, τεράστιες απεργιακές κινητοποιήσεις τον πρώτο καιρό, συμμαχικές αστικές κυβερνήσεις, δημιουργία του κινήματος των αγανακτισμένων, διασπάσεις κομμάτων και εμφανίσεις δεκάδων νέων, γέννηση νέων μορφών κοινωνικής αλληλεγγύης. Βέβαια, δεν θα πρέπει να ξεχνάμε πως όλη αυτή την κινητικότητα την ακολούθησε ένα κινηματικό τέλμα που κρατάει περίπου εδώ και έξι χρόνια.
Η ιστορική εξέλιξη δεν υπήρξε ποτέ και ούτε και πρόκειται να είναι ευθύγραμμη. Οι συνεπαγωγές του τύπου «ξέσπασμα κρίσης δημιουργία κοινωνικής δυσφορίας ριζοσπαστικοποίηση των συνειδήσεων άνοδος της δράσης ρηγματώσεις στο αστικό πολιτικό σύστημα και ενίσχυση των επαναστατικών δυνάμεων επαναστατική κατάσταση επανάσταση», είναι στην καλύτερη περίπτωση απλοϊκά σχήματα και στη χειρότερη επικίνδυνα. Δεν είναι λίγες οι φορές που εξεγερσιακές κοινωνικές καταστάσεις τις διαδέχονται συντηρητικές λύσεις. Για παράδειγμα μετά τον Μάη του ’68 στη Γαλλία εκλέχτηκε η κυβέρνηση Ντε Γκολ με σχεδόν 44% και μετά την εξέγερση του Πολυτεχνείου το 1973 στην Ελλάδα ήρθε η κυβέρνηση Καραμανλή με 52%. Η κοινωνία διέπεται από νόμους, αλλά η πρόβλεψη είναι απείρως πιο δύσκολη σε σχέση με τα φυσικά φαινόμενα.
Γ. ΟΙ ΑΝΗΣΥΧΙΕΣ ΤΩΝ ΚΡΑΤΟΥΝΤΩΝ
Από την άλλη, ας λάβουμε υπόψη και τις εκτιμήσεις ορισμένων κύκλων που ανησυχούν. Στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού το Bloomberg, ένας οργανισμός που επιτελεί και ρόλο δεξαμενής σκέψης, μέσω ενός άρθρου του Αντρέας Κλουντ, υπογραμμίζει ότι οι κοινωνικές ανισότητες εντός των εθνοκρατικών συνόρων θα ενταθούν όπως και οι ανισότητες μεταξύ των χωρών. Και ο αρθρογράφος καταλήγει πως ο κίνδυνος ξεσπάσματος λαϊκών εξεγέρσεων είναι ορατός, όταν μάλιστα από το 2017 μέχρι και μέχρι πριν την εμφάνιση του ιού πραγματοποιήθηκαν 100 μεγάλες αντικυβερνητικές διαδηλώσεις από τη Γαλλία μέχρι το Σουδάν. Μάλιστα, σε 20 από αυτές, οι κυβερνήσεις ανατράπηκαν μέσω βίαιων συγκρούσεων.
Την ίδια αγωνία εξέφρασε και ο γενικός γραμματέας του ΟΗΕ Αντόνιο Γκουτιέρες ο οποίος μιλώντας στο συμβούλιο ασφαλείας, χαρακτήρισε την πανδημία του κορονοϊού ως την «πάλη μιας γενιάς» αλλά και μια απειλή για την παγκόσμια ειρήνη και ασφάλεια. Πρόσθεσε δε πως η παρούσα κρίση είναι πιθανό να προκαλέσει κοινωνική αναταραχή και έκρηξη βίας. Μάλιστα δεν δίστασε να παραδεχτεί πως πρόκειται για την πιο σοβαρή δοκιμασία του ΟΗΕ από τότε που ιδρύθηκε πριν από 75 χρόνια. Έκρουσε, επίσης, τον κώδωνα του κινδύνου λέγοντας ότι η πανδημία θα μπορούσε να οδηγήσει σε ευκαιριακές τρομοκρατικές επιθέσεις, στη διάβρωση της εμπιστοσύνης των πολιτών προς τους δημόσιους θεσμούς, σε οικονομική αστάθεια και σε πολιτικές εντάσεις από την αναβολή των εκλογών ή των δημοψηφισμάτων.
Το άγχος, λοιπόν, των κρατούντων είναι διπλό: το ένα αφορά τη μείωση της κερδοφορίας τους έστω κι αν αυτή είναι πρόσκαιρη ή/και την κατάρρευση κάποιων μονοπωλιακών ομίλων, το δεύτερο αφορά τον απρόβλεπτο παράγοντα που ονομάζεται συνείδηση και που συνδέεται άρρηκτα με τη δράση των μαζών και την κοινωνική διαπάλη.
* * * *
Το μέλλον της Ελλάδας δυσοίωνο. Η Ελλάδα για άλλη μία φορά είναι και θα είναι ο αδύναμος κρίκος. Αυτό εξηγείται από πέντε, τουλάχιστον, λόγους: γιατί η Ελλάδα χτυπήθηκε αλύπητα το 2010 με κονιορτοποίηση εργατικών εισοδημάτων και δικαιωμάτων, γιατί το χρέος πριν τα μνημόνια ήταν περίπου στο 130% και τώρα οδεύει ολοταχώς προς το 200%, γιατί η ελληνική οικονομία στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό στον τουρισμό (25% του ΑΕΠ) και αναμένεται φέτος καταβαράθρωση αυτού του τομέα της οικονομία, γιατί έχει ευρύτατα μεσαία στρώματα που θα συμπιεστούν και άλλο πράγμα που σημαίνει πως ένα τμήμα τους θα οδηγηθεί στην προλεταριοποίηση και γιατί η Ελλάδα έχει ένα χρόνιο δομικό πρόβλημα: τον εξαρτημένο χαρακτήρα της οικονομίας και πολιτικής της που από το 2010 παρουσίασε έντονα φαινόμενα νεοαποικιοκρατίας. Όταν λοιπόν το μέλλον διαγράφεται ζοφερό πάντα αναζητιέται σύμφωνα με τον μύθο του Αισώπου αυτός που θα κρεμάσει την κουδούνα στον λαιμό του επικίνδυνου γάτου. Σε κάθε περίπτωση στο τραγουδιστικό σχόλιο των Κατσιμίχα επί του αισώπειου μύθου, όποιος βρει τη λύση πρέπει να είναι και έτοιμος να την εφαρμόσει.