
Θα υπάρχουν οι ΗΠΑ σε 50 χρόνια από σήμερα; Ή θα είναι μια ένωση που θα βρίσκεται υπό διάλυση, στην καλύτερη περίπτωση ειρηνικά, στη χειρότερη με τρόπο βίαιο;
Της Κάριν Πέτερσον
Δεν πρόκειται για σενάριο επιστημονικής φαντασίας, το αντίθετο θα λέγαμε, ότι μοιάζει ρεαλιστικό. Με τη σημερινή εικόνα, το εύρος των ανισοτήτων και εσωτερικών κοινωνικών συγκρούσεων, των διακρίσεων και της καταπίεσης, θα μπορούσαμε να αναμένουμε μια τέτοια εξέλιξη.
Όταν ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ δολοφονήθηκε, το περιοδικό Esquire πήρε συνέντευξη από τον συγγραφέα και γνωστό ακτιβιστή, Τζέιμς Μπόλντγουιν, ο οποίος στα έργα του περιγράφει με γλαφυρό τρόπο τις συνέπειες του ρατσισμού – και για τον καταπιεζόμενο και για την καταπιεστή.
“Πως μπορούμε να κάνουμε τους Αφροαμερικανούς να ηρεμήσουν;”, ήταν το ερώτημα του δημοσιογράφου. “Δεν είναι δικό μας θέμα να ηρεμήσουν”, ήταν η απάντηση του Μπόλντουιν.
Ήμαστε στο 1968. Δύο μήνες μετά τη δολοφονία του Λούθερ Κινγκ, ο υποψήφιος των Δημοκρατικών για την Προεδρία των ΗΠΑ, Μπόμπι Κένεντι, δολοφονείται. Το ίδιο καλοκαίρι, οι συγκρούσεις μεταξύ πολιτών και αστυνομικών κατά τη διάρκεια του συνεδρίου των Δημοκρατικών στο Σικάγο έλαβαν εκρηκτικές διαστάσεις.
Είναι δόκιμο να συγκρίνουμε την κατάσταση τότε με την κατάσταση σήμερα. Οι διαδηλώσεις του 1968 είχαν οδηγήσει σε βίαιες συγκρούσεις στους δρόμους, σε θανάτους διαδηλωτών και σε ακραία αστυνομική βία. Τότε, ήταν ο πόλεμος στο Βιετνάμ, σήμερα είναι ο κορονοϊός.
Περισσότεροι από 100.000 Αμερικανοί έχουν πεθάνει από τον ιό, με την “ταξικότητα” των θανάτων να είναι συγκλονιστική. Η μεγάλη πλειοψηφία είναι φτωχοί Αφροαμερικανοί. Και προσθέτουμε σε αυτούς και το λιντσάρισμα των Ahmaud Arbery και Breonna Taylor, και τη δολοφονία του George Floyd, με την ιστορία της αστυνομικής βίας επαναλαμβάνεται για ακόμη μια φορά, πιο ορατή από ποτέ, εξαιτίας των μέσων κοινωνικών δικτύωσης και των smartphone.
Με βάση όλα τα παραπάνω, πως είναι δυνατόν να απορεί κανείς με όσα συμβαίνουν στις ΗΠΑ εδώ και πάνω από δύο εβδομάδες;
Ρατσιστική οργή
Το αμερικανικό “κοινωνικό συμβόλαιο” πάντοτε βασιζόταν στη διάκριση ότι οι λευκοί έρχονται πάντα πρώτοι. Ναι, ο Μπαράκ Ομπάμα εκλέχθηκε δύο φορές πρόεδρος των ΗΠΑ, αλλά όπως σημειώνει και ο συγγραφέας Ta-Nehisi Coates, “η εκλογή Τραμπ το 2016 πρέπει να γίνει αντιληπτή από τη σκοπιά της ρατσιστικής οργής που γέννησε σε ένα μεγάλο μέρος της κοινωνίας η προεδρία Ομπάμα’’.
Η νίκη του Τραμπ έκανε πολλά κόμματα της ευρωπαϊκής Αριστεράς να επανατοποθετηθούν απέναντι στο ζήτημα του “έθνους” και στις σύγχρονες τάσεις των “identity politics”, για να κερδίσουν τους ψηφοφόρους της λευκής εργατικής τάξης. Το λάθος σημείο σε αυτή την ανάλυση είναι ότι οι πολιτικές Τραμπ πέτυχαν γιατί έθρεψαν τον ρατσισμό και το φυλετικό μίσος.
Κι εάν πάμε πίσω στην Ιστορία, θα δούμε ότι η σκλαβιά και η φυλετική καταπίεση αποτελούν θεμελιώδη αμαρτήματα της αμερικανικής πολιτικής και κοινωνικής ιστορίας. Και πηγαίνουν πέρα από την Ιστορία, ως βιωμένη εμπειρία στην καθημερινότητα της χώρας, γιατί ποτέ δεν αντιμετωπίστηκαν αποτελεσματικά ή δεν κατάφεραν να καμφθούν από τα κοινωνικά και δικαιωματικά κινήματα, ούτε και από τον Ομπάμα. Όταν ο Τραμπ κάνει τουιτ για να αποτρέψει την επιστολική και ταχυδρομική ψήφο, στόχος είναι να εξασφαλίσει ότι οι Αφροαμερικανοί δεν θα ασκήσουν το εκλογικό τους δικαίωμα. Κι αυτό είναι μόνο ένα παράδειγμα, ανάμεσα σε πολλά άλλα που μπορούμε να πάρουμε από τα έργα και τις ημέρες Τραμπ μέχρι σήμερα.
Το δικαστικό σύστημα και η αστυνομία, όπως επίσης η στεγαστική αγορά και η αγορά εργασίας, συστηματικά ασκούν διακρίσεις εις βάρος των Αφροαμερικανών. Το πολιτικό και οικονομικό σύστημα έχει διαβρώσει τις συνθήκες διαβίωσης της μεσαίας τάξης, τη στιγμή που η εργατική τάξη ζει μέσα στην ανασφάλεια και στην αβεβαιότητα. Η φτώχεια, η απογοήτευση, τα ναρκωτικά έχουν μειώσει το προσδόκιμο ζωής για πολλές κοινωνικές ομάδες, με την κατάσταση να γίνεται ακόμη πιο δύσκολη με την πανδημία και την καταστροφική διαχείριση από την ηγεσία Τραμπ. Η πανδημία άφησε πίσω της 13 εκατομμύρια άνεργους, ενώ την ίδια στιγμή οι πλουσιότεροι του 1% παγκοσμίως συνέχιζαν να πολλαπλασιάζουν τις περιουσίες τους.
Ο ιστορικός Jill Lepore είχε πει πως σε αυτό που αποκαλούμε “πόλωση” αναπτύσσονται δύο άκρα, με το ένα να διεκδικεί ακόμη μεγαλύτερη φίμωση των πολλών, και το άλλο άκρο να προσπαθεί να ανακτήσει τη θέση του και τα δικαιώματά του. Αυτή η σύγκρουση τρέφει έναν ανεξέλεγκτο ρατσισμό- και είναι αυτό που οδηγεί τις ΗΠΑ σε πορεία διάλυσης.
*Της Κάριν Πέτερσον, δημοσιογράφου, ιδρύτριας του περιοδικού Fokus στη Σουηδία. Το άρθρο δημοσιεύτηκε στο Social Europe.