Μίμης Παπαϊωάννου: Σημαία της ΑΕΚ, ένας αρχηγός που θα ήθελε κάθε ομάδα
EUROKINISSI
ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΣ

Μίμης Παπαϊωάννου: Σημαία της ΑΕΚ, ένας αρχηγός που θα ήθελε κάθε ομάδα

SHARE THIS

Στο νέο επεισόδιο του podcast της ROSA «Πελότα Λίμπρε» μιλάμε για τον Μίμη Παπαϊωάννου, έναν από τους κορυφαίους Έλληνες ποδοσφαιριστές του 20ου αιώνα, με 302 γκολ σε 538 παιχνίδια, που έδωσε τα πάντα στην ΑΕΚ, στην εθνική ομάδα και στα νέα παιδιά που αγαπούσαν την μπάλα.

Ο Μίμης Παπαϊωάννου ήταν σημαία της ΑΕΚ και στυλοβάτης της εθνικής ομάδας, αγαπούσε ιδιαίτερα τους νέους ανθρώπους κι αθλητές, στεκόμενος με συνέπεια στο πλευρό τους αφότου αποσύρθηκε από την ενεργό δράση. Ήθελε η Ελλάδα να βγάλει καλούς ποδοσφαιριστές, που θα διακρίνονταν κυρίως για το ήθος και την εργατικότητά τους, που θα ήταν ακέραιοι άνθρωποι και ζωντανά κύτταρα της κοινωνίας. Κοντά στους μικρούς της εθνικής ομάδας, στην ακαδημία των Άνω Λιοσίων, δίδασκε ομαδικότητα, αλληλεγγύη και αλληλοσεβασμό. Δεν του άρεσαν οι δημόσιες σχέσεις, η ζωή του είχε έναν σχεδόν ασκητικό χαρακτήρα και δεν «πουλούσε» πρωτοσέλιδα.

Αγωνίστηκε απέναντι στον Ντίνο Τζοφ και τον Γκερτ Μίλερ, ο Πούσκας τον θεωρούσε απόλυτα ολοκληρωμένο παίκτη, γνώρισε τον Πελέ και τον Σόκρατες, δεν μάσησε τα λόγια του και μίλησε πολλές φορές για τις ευθύνες της Πολιτείας για το χάλι και την ανοργανωσιά του ελληνικού ποδοσφαίρου. «Ποτέ δεν κληθήκαμε ο Σιδέρης, ο Κούδας, ο Δομάζος, εγώ να καταθέσουμε τις προτάσεις μας για το ποδόσφαιρο και να μας ακούσουν», τόνιζε. «Οι πολιτικοί το μόνο που ξέρουν να κάνουν είναι κριτική και φοβάμαι πως δεν πείθουν τον φίλαθλο κόσμο, δηλαδή το κοινό που πονάει το ποδόσφαιρο και αγοράζει εισιτήριο. Η Ελλάδα μέσα από το ποδόσφαιρο μπορεί να δημιουργήσει μεγαλεία. Το άθλημα έχει μία τεράστια δυναμική και νομίζω πως κυβερνήσεις σε όλο τον κόσμο την αξιοποιούν. Εμείς, πώς το εκμεταλλευόμαστε εδώ στην Ελλάδα;», αναρωτιόταν, προβληματισμένος για την πορεία του αθλήματος από τα ερασιτεχνικά μέχρι τα επαγγελματικά σωματεία.


Μίμης Παπαϊωάννου και Φέρεντς Πούσκας από το φιλικό ΑΕΚ-Ρεάλ 3-3, στις 12 Μαΐου 1965.

Μίμης Παπαϊωάννου και Φέρεντς Πούσκας από το φιλικό ΑΕΚ-Ρεάλ 3-3, στις 12 Μαΐου 1965.

«Ο Μίμης Παπαϊωάννου αγάπησε με πάθος την μπάλα, λες και γεννήθηκε μόνο γι’αυτήν. Το σχολείο δεν το τελείωσε και δηλώνει μετανιωμένος που δεν μπόρεσε να μάθει γράμματα διότι είχε το νου του στα φάλτσα και τις πλασαριστές κεφαλιές», έγραφε ο Γιώργος Αρκουλής. Μεγάλωσε σε μία εποχή με πολλές στερήσεις και μεγάλες δυσκολίες, μέσα στην Κατοχή. Εκεί, στη Νέα Νικομήδεια Ημαθίας, ένα φτωχοχώρι έξω από τη Βέροια, μόνο για σχολείο και σπουδές δεν θα μπορούσε ένας αγρότης να σπρώξει τα παιδιά του. Η πείνα θέριζε, οι Γερμανοί ναζιστές κυριαρχούσαν, η ζωή ήταν μίζερη, τα αδιέξοδα πολλά και μεγάλα.

Το χωριό όμως γρήγορα άρχιζε να θαυμάζει τον Μίμη, ο οποίος έπαιξε μπάλα στη Βέροια και στη συνέχεια από το 1962 μέχρι το 1979 αγωνίστηκε με τα χρώματα της μεγάλης του αγάπης, της ΑΕΚ, κατακτώντας πέντε πρωταθλήματα και τρία κύπελλα Ελλάδας, ενώ δυο φορές αναδείχθηκε πρώτος σκόρερ του ελληνικού πρωταθλήματος. Δήλωνε «τυχερός» που υπήρξε φίλος του Στέλιου Καζαντζίδη, όχι τόσο για το τραγούδι του, όσο για το γεγονός ότι από εκείνον έμαθε να μετράει την ψυχή περισσότερο από οτιδήποτε άλλο στη ζωή. Δεν ένιωσε ποτέ την ψυχή του αιχμάλωτη, γιατί οι χωριανοί του αρχικά και στη συνέχεια χιλιάδες άνθρωποι στην Αθήνα τον εκτιμούσαν και θαύμαζαν το παιχνίδι του, το ήθος και την ειλικρίνειά του. Ο ίδιος επέμενε ότι απλά έπαιζε μπάλα κι ότι οι άνθρωποι έπρεπε να γνωρίζουν για πρόσωπα των γραμμάτων και των τεχνών. «Εντάξει, έγινα καλός ποδοσφαιριστής, διαφήμισα το χωριό μου, αλλά δεν έγινε και τίποτε το πολύ σημαντικό», έλεγε. «Θα ήμουν ευτυχής αν το κανάλια και οι διευθυντές των περιοδικών έδιναν σημασία σε σημαντικότερους ανθρώπους. Για παράδειγμα, τι γνωρίζουμε για τη ζωή του Νίκου Γκάτσου; Υπήρξε μέγας ποιητής και οι στίχοι που έγραψε, για τα τραγούδια κυρίως του Χατζηδάκι, συνεχώς επιβεβαιώνουν τη μίζερη και δύσκολη ζωή του μας», πρόσθετε.


Μίμης Παπαϊωάννου, Πάνος Γεραμάνης και Στέλιος Καζαντζίδης σε πρόβα.

Μίμης Παπαϊωάννου, Πάνος Γεραμάνης και Στέλιος Καζαντζίδης σε πρόβα.

Η ιστορία του ελληνικού ποδοσφαίρου σε επαγγελματικό επίπεδο έχει αποδείξει ότι αντί να οργανωθούμε σωστά, να πάρουμε παράδειγμα από άλλα ανεπτυγμένα ποδοσφαιρικά πρωταθλήματα στην Ευρώπη, να έχουμε υπομονή και πλάνο, δεν κάναμε και δεν κάνουμε τίποτα άλλο πέρα από το να μαλώνουμε μεταξύ μας και να καταστρέφουμε το ποδόσφαιρο. Αυτό το δομικό πρόβλημα το αναγνώρισε ο Παπαϊωάννου. «Εμείς εδώ στην Ελλάδα», έλεγε, «πως επενδύουμε τα χρήματα από τις μεταγραφές των παικτών; Ή τα τρώμε, ή τα χρωστάμε κάπου και ‘καθαρίζουμε’ ή δεν ξέρω τι άλλο συμβαίνει. Πάντως τα χρήματα των σωματείων σπάνια αξιοποιούνται».

Ακούστε το νέο επεισόδιο του podcast «Πελότα Λίμπρε»:

Exit mobile version