Ο Πελέ, το Μουντιάλ του 1970 και το τέλος της εποχής της αθωότητας
AP PHOTO
ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΣ

Ο Πελέ, το Μουντιάλ του 1970 και το τέλος της εποχής της αθωότητας

SHARE THIS

Στο νέο επεισόδιο του podcast της ROSA «Πελότα Λίμπρε» μιλάμε για τον Πελέ, τον πρώτο σούπερ ήρωα στον αγωνιστικό χώρο, το πολυθρύλητο Μουντιάλ του 1970 και τα πρώτα βήματα της εμπορευματοποίησης του αθλήματος. Tip: Στο τέλος δίνουμε κι ένα όμορφο δώρο στους ακροατές μας.

Στη λαϊκή φαντασία, το Παγκόσμιο Κύπελλο του 1970 στο Μεξικό εξακολουθεί να συνδέεται με την αποκορύφωση του ποδοσφαίρου. Εκεί που το άθλημα εκτινάχθηκε. Με έγχρωμη μετάδοση για πρώτη φορά από την τηλεόραση, βρισκόμαστε ενώπιον της αποθέωσης της νεωτερικότητας. Ακόμη και η μπάλα ονομάστηκε «Telstar» από τον δορυφόρο που έκανε δυνατή την παγκόσμια μετάδοση. Η Βραζιλία, που κέρδισε το τρίτο της Παγκόσμιο Κύπελλο, είχε συμμετάσχει σε πρόγραμμα προπόνησης και φυσικής κατάστασης της NASA πριν από το τουρνουά, με την «Jornal do Brasil» να γράφει ότι «η κατάκτηση του τροπαίου από τη Βραζιλία μπορεί να συγκριθεί μόνο με την κατάκτηση του φεγγαριού από τους Αμερικανούς τον προηγούμενο χρόνο».

Στην καρδιά αυτής της πορείας ήταν ο Πελέ, γεννημένος ως Έντσον Αράντες ντο Νασιμέντο. Στα 17 του χρόνια είχε σκοράρει δύο φορές στον τελικό του 1958 όταν η Βραζιλία κέρδισε το πρώτο της Μουντιάλ. Το 1962, η ομάδα έκανε το back-to-back, αλλά ο Πελέ τραυματίστηκε νωρίς στο τουρνουά. Το 1966, τα δυνατά, βάναυσα τάκλιν είχαν εκφοβίσει τον ίδιο και την ομάδα του στη φάση των ομίλων. Απογοητευμένος, εγκατέλειψε προσωρινά την εθνική ομάδα, αλλά επέστεψε και πάλι το 1970, στην τέταρτη συμμετοχή του με Βραζιλία σε τελική φάση Παγκοσμίου Κυπέλλου.


Ο μύστης Πελέ ζάλισε με τις ντρίμπλες του τους Ιταλούς στον τελικό του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 1970 / AP Photo

Ο μύστης Πελέ ζάλισε με τις ντρίμπλες του τους Ιταλούς στον τελικό του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 1970

Σκόραρε στον τελικό, με μία θαυμάσια κεφαλιά, αλλά αυτό που θυμάται καλύτερα και ο ίδιος, όπως παραδέχθηκε αργότερα, ήταν η πλάγια ασίστ που έδωσε για την βολίδα του Κάρλος Αλμπέρτο και το 4-1 απέναντι στην Ιταλία. Ήταν μία ομαδική προσπάθεια με τον Πελέ να νιώθει τον συμπαίκτη του να κατεβαίνει σαν άνεμος στη δεξιά πλευρά των Ιταλών και με κλειστά σχεδόν μάτια να του περνά την μπάλα στο μικρό κενό στα όρια της περιοχής. Η παύση, ο συγχρονισμός, η μπάλα στα πόδια του μύστη των γηπέδων, η μπαλιά στον Κάρλος Αλμπέρτο. Αυτό ήταν ποδόσφαιρο υψηλού επιπέδου. Ο Πελέ είχε σηκωθεί από την τρομερή φτώχεια για να γίνει ίσως ο πιο σεβαστός αθλητής στον πλανήτη, εκείνος ο «μάγος» που έκανε τους ποδοσφαιρόφιλους να τρίβουν τα μάτια τους. Τον ζωγράφισε ο Άντι Γουόρχολ, ο οποίος σχολίασε ότι ο Πελέ θα είχε «15 αιώνες» φήμης, τον θαύμασε η Τζόαν Μπαέζ ένα χρόνο πριν στο Γούντστοκ όταν τραγουδούσε μαζί με τους άλλους ρομαντικούς, τον Τζίμι Χέντριξ και τους Creedence Clearwater Revival για την ειρήνη και τη δικαιοσύνη, όταν ήθελαν να αλλάξουν τον κόσμο.

Με όρους ποδοσφαιρικούς, το Παγκόσμιο Κύπελλο του 1970 αντιπροσώπευε το τέλος μιας εποχής αθωότητας. Ήταν η εποχή της μετάβασης, όταν έγινε παιχνίδι συστημάτων και όχι ατόμων. Η Αγγλία σήκωσε το τρόπαιο το 1966 λόγω του πρέσινγκ και της επαναστατικής υιοθέτησης ενός σκληροτράχηλου, τότε, σχηματισμού, του 4-4-2. Το σχήμα ήταν λειτουργικό και όχι θεαματικό και προκάλεσε κριτική από όλους σχεδόν, μέχρι να φτάσουμε στο σημείο να υιοθετηθεί ως κυρίαρχο σύστημα στον αγωνιστικό χώρο. Το ποδόσφαιρο ως ρομαντικό παιχνίδι είχε τελειώσει. Το τουρνουά εκείνης της χρονιάς όμως γιορτάστηκε ως ένας γενναίος αντιπερισπασμός απέναντι σε αυτό το νέο, συστηματοποιημένο ποδόσφαιρο που δεν μπορούσε να εφαρμοστεί στο χορτάρι λόγω της ασυγκράτητης ζέστης και υγρασίας στο Μεξικό, συνθήκες που έκαναν σχεδόν αδύνατη τη σωματική προσπάθεια που απαιτούσε. Εκεί έλαμψαν παίκτες σαν τον Πελέ, που αψήφησαν το σύστημα και έπαιξαν με την καρδιά τους και, κυρίως, με τις τεχνικές τους αρετές, αέρινοι και εφευρετικοί.


Με τη φανέλα της αγαπημένης του Σάντος / AP Photo

Με τη φανέλα της αγαπημένης του Σάντος

Όσο το ρομαντικό παιχνίδι χανόταν και οι παίκτες έμπαιναν σε καλούπια, τόσο δυνάμωνε το «πάτημα» της πολιτικής στο ποδόσφαιρο. Ήταν η πολιτική της FIFA που αρνήθηκε να καταδικάσει το καθεστώς του απαρτχάιντ της Νότιας Αφρικής και στη συνέχεια, το 1973, έκλεισε τα αυτιά της στις διαμαρτυρίες των Σοβιετικών στο δεύτερο παιχνίδι των προκριματικών του Παγκοσμίου Κυπέλλου με τη Χιλή στο «Estadio Nacional» του Σαντιάγο, το οποίο χρησιμοποιούταν ως χώρος βασανιστηρίων και κέντρο κράτησης αντιφρονούντων από το καθεστώς Πινοσέτ μετά το πραξικόπημα κατά του Σαλβαδόρ Αλιέντε. Στο τιμόνι της FIFA ανήλθε ο Βραζιλιάνος Ζοάο Χαβελάνζ, γιος εμπόρου όπλων και ολυμπιονίκης κολυμβητής, που διόρισε ως τεχνικό διευθυντή τον Σεπ Μπλάτερ. Είχε δημιουργηθεί ένας νέος κόσμος πλέον, με τον Ελβετό δαιμόνιο έμπορα, που ποτέ δεν αγάπησε πραγματικά το ποδόσφαιρο, να ξεκινά την ανέλιξή του προς την ηγεσία της FIFA «κλείνοντας» μία τεράστια συμφωνία χορηγίας από την Coca-Cola.

Η εμπορική εποχή του ποδοσφαίρου είχε αρχίσει για τα καλά, με τον Πελέ να γίνεται και εκείνος μέρος του παιχνιδιού. Ωστόσο ήταν ο ίδιος άνθρωπος, ο ίδιος παίκτης, που μεγάλωσε μέσα στη φτώχεια και τις στερήσεις, με τη Σάντος στην εποχή του Πελέ να ταξιδεύει σε ολόκληρο τον πλανήτη ασκώντας αθλητική διπλωματία, ξεπερνώντας τα ιδεολογικά χάσματα μεταξύ κομμουνισμού και καπιταλισμού, γιορτάζοντας την πολιτική χειραφέτηση των εθνών που αναδύθηκαν από την αποικιοκρατία. Ο Πελέ ξεπέρασε τον ρόλο του «εθνικού ειδώλου», έγινε οικουμενικός, διαφήμισε το άθλημα σε κάθε γωνιά της γης, άλλαξε τον τρόπο που παιζόταν το παιχνίδι από τα παραδοσιακά κράτη του ποδοσφαίρου, όπως η Αγγλία, και έγινε «σημαία» της μαύρης διασποράς, παναφρικανικό σημείο αναφοράς και κοσμοπολίτικο σύμβολο.


Τη δεκαετία του 1960 και του 1970, ο Πελέ έκανε εκατομμύρια ανθρώπους σε όλο τον κόσμο να λατρέψουν το ποδόσφαιρο / AP Photo

Τη δεκαετία του 1960 και του 1970, ο Πελέ έκανε εκατομμύρια ανθρώπους σε όλο τον κόσμο να λατρέψουν το ποδόσφαιρο

Δεν ήταν τυχαίο ότι ο Μπομπ Μάρλεϊ, ένα άλλο κορυφαίο σύμβολο της χειραφέτησης των καταπιεσμένων και των λαών της Αφρικής φορούσε συχνά πυκνά τη φανέλα με το νούμερο 10 του Πελέ, όπως επίσης δεν ήταν τυχαίο ότι ο σπουδαίος Εουσέμπιο, που αγωνίστηκε με τα χρώματα της Πορτογαλίας, αν και καταγόταν από τη Μοζαμβίκη, βρήκε για πρώτη φορά την ποδοσφαιρική του ταυτότητα παίζοντας για τους «Os Brasileiros («Οι Βραζιλιάνοι» στα πορτογαλικά), μια ομάδα που δημιουργήθηκε στα προάστια της πρωτεύουσας Μαπούτο ως απόδειξη του θαυμασμού προς την πρωταθλήτρια ομάδα της Βραζιλίας στο Μουντιάλ του 1958. Πολλά παιδιά σε αφρικανικές χώρες πήραν το όνομα «Πελέ» από τη δεκαετία του 1960 μέχρι σήμερα, καθώς ο Βραζιλιάνος παίκτης αποτελούσε κι συνεχίζει να αποτελεί πηγή έμπνευσης για εκατομμύρια ανθρώπους σε όλη την αφρικανική ήπειρο, ανατρέποντας το κυρίαρχο αφήγημα ότι αθλητισμός και ψυχαγωγία δεν αποτελούσαν το «φυσικό μέρος» ανάπτυξης για τον μαύρο Βραζιλιάνο. Ο ίδιος, σε κάθε περίπτωση, με τη δράση του εντός κι εκτός γηπέδων, κατάφερε να κατακτήσει κεντρική θέση στην κατασκευή και την επιβεβαίωση της εθνικής ταυτότητας της Βραζιλίας. Έκανε εκατομμύρια ανθρώπους σε όλο τον πλανήτη να τον θαυμάσουν, αποδεικνύοντας ότι η τέχνη, όπως το ποδόσφαιρο και η μαγεία που έχει, μπορούν να ανθίσουν στα πιο βάναυσα μέρη. Κι αυτό είναι κάτι παραπάνω από πολύτιμο και για το άθλημα και για τους δισεκατομμύρια «πιστούς» του.

Ακούστε το νέο επεισόδιο του podcast «Πελότα Λίμπρε»:

Exit mobile version