Παζολίνι: Το ποδόσφαιρο είναι η τελευταία ιερή τελετουργία της εποχής μας
ΚΟΣΜΟΣ

Παζολίνι: Το ποδόσφαιρο είναι η τελευταία ιερή τελετουργία της εποχής μας

SHARE THIS

Η φράση «Το ποδόσφαιρο είναι η τελευταία ιερή τελετουργία της εποχής μας» αποδίδεται στον μεγάλο Ιταλό σκηνοθέτη, συγγραφέα και διανοούμενο Πιερ Πάολο Παζολίνι. Μια φράση που την έχουμε διαβάσει σε πολλά βιβλία για το ποδόσφαιρο. Και μόνο τυχαίο δεν είναι, γιατί το πάθος του Παζολίνι για το ποδόσφαιρο δεν είχε όριο – όπως και πολλά άλλα πράγματα στην πλούσια κινηματογραφική και προσωπική του πορεία.

Στον απόηχο του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 2010, ο αρθρογράφος Τέρι Ίνγκλετον έγραφε στον βρετανικό Guardian ότι «αν κάθε δεξαμενή σκέψης (think-tank) υποτίθεται ότι έχει ένα σχέδιο πολιτικών προτάσεων για να αποδοθεί κοινωνική δικαιοσύνη στους πολίτες και να αποζημιωθούν οι εργαζόμενοι για τις ατελείωτες ώρες σκληρής εργασίας, η απάντηση θα ήταν πάντα η ίδια: το ποδόσφαιρο». Για άλλους, το ποδόσφαιρο μπορεί να γίνει αντιληπτό ως αντιπερισπασμός από την καθημερινότητα και την σκληρότητα της ζωής, για άλλους ως καθρέφτης μέσα από τον οποίο επιδιώκουν οι εργαζόμενοι την χειραφέτησή τους. Σε αυτή τη δεύτερη κατηγορία εντάσσεται ο Παζολίνι.

Γεννημένος το 1922, έζησε τα νεανικά του χρόνια στην Μπολόνια, σε μια πόλη που η άρχουσα τάξη έπαιζε τένις, με το ποδόσφαιρο να κυριαρχεί στη μεσαία και την εργατική τάξη. Η αγάπη του για το ποδόσφαιρο καλλιεργήθηκε από μικρή ηλικία, με τον ίδιο να ανακαλεί με νοσταλγία, χρόνια μετά, αυτές τις στιγμές. «Τα απογεύματα τα περνάγαμε παίζοντας ποδόσφαιρο, επτά-οκτώ συνεχόμενες ώρες. Ήταν αναμφίβολα τα καλύτερα και πιο ξέγνοιαστα χρόνια της ζωής μου. Συγκινούμε πάντα όταν τα θυμάμαι».

To «Comizi d’Amore» είναι από τα πιο γνωστά έργα του Παζολίνι, γυρισμένο το 1965. Σε αυτό, κρατώντας ένα μικρόφωνο στο χέρι, ο σκηνοθέτης ρωτά τους συμπατριώτες του για το σεξ, ένα θέμα το οποίο βρισκόταν στον πυρήνα της εργογραφίας του, σε μια περίοδο κιόλας που οι δημόσιες συζητήσεις για το σεξ και την σεξουαλικότητα ήταν περιορισμένες και τα ήθη αρκετά συντηρητικά. Μεταξύ αυτών που ρωτούσε ο Παζολίνι ήταν ποιητές, ψυχολόγοι, δημοσιογράφοι, αλλά και ποδοσφαιριστές της ομάδας της Μπολόνια. Η απόφασή του να συμπεριλάβει ποδοσφαιριστές στο ντοκιμαντέρ ήταν απλή. «Οι ποδοσφαιριστές αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι της καθημερινότητάς μας, της ιταλικής κουλτούρας και της ταυτότητας της χώρας μας», απαντούσε όταν τον ρωτούσαν. «Θα ήταν αδύνατο να μιλήσω για οποιοδήποτε κοινωνικό θέμα, όπως το σεξ, χωρίς να έχουμε εικόνα για όσα πιστεύουν και σκέφτονται οι ποδοσφαιριστές».


Σε γυρίσματα ταινιών παίζοντας μπάλα με τα παιδιά.

Στα διαλείμματα των γυρισμάτων πολλών ταινιών, όπως στο «Mamma Roma» το 1962 ή στο «Accattone» ένα χρόνο νωρίτερα, το 1961, ο Παζολίνι έπαιζε μπάλα με παιδιά στις συνοικίες της Ρώμης και πολλές φορές ξεχνιόταν. «Όταν ο Πιερ Πάολο ήταν εδώ, τον γνωρίζαμε όλοι, ήταν ένας από εμάς. Έκανε αυτά που έκανε στον κινηματογράφο. Ακόμα και εάν σε σόκαραν ή διαφωνούσες με τις ταινίες του, δεν μπορούσες να μην αναγνωρίσεις πως όταν έβλεπε την μπάλα ενθουσιαζόταν σαν μικρό παιδί. Και ήταν και καλός παίκτης!». Πολλές οι μαρτυρίες από ντόπιους που παρακολουθούσαν τα γυρίσματα και τον ακολουθούσαν αργότερα σε μικροστοιχήματα για το ποιος θα κερδίσει το ματς στην πλατεία.

Ο Παζολίνι προσπάθησε να κατανοήσει το ποδόσφαιρο, όπως παιζόταν στους δρόμους, στις αλάνες και στις πλατείες, αλλά και όπως παιζόταν επαγγελματικά στον αγωνιστικό χώρο. Συνήθιζε να λέει ότι οι Ευρωπαίοι παίζουν ποδόσφαιρο σαν σε πρόζα, ενώ οι Βραζιλιάνοι σαν σε ποίηση. Ο Πάολο Ντεμούρου, καθηγητής επικοινωνίας στο πανεπιστήμιο Παουλίστα στη Βραζιλία, μιλώντας σε μια διάλεξη προ διετίας για την τέχνη και το ποδόσφαιρο στο Σάο Πάολο, είχε πει ότι για τον Παζολίνι το ποδόσφαιρο έχει «ισχυρές σημειολογικές αναφορές», ότι διαμορφώνει πολιτισμικά πλαίσια ώστε διαφορετικές κουλτούρες να παίζουν διαφορετικό ποδόσφαιρο. «Το ποδόσφαιρο έχει τη δική του γλώσσα με την οποία συνεννοούνται άνθρωποι όλων των ηλικιών, από όλα τα μήκη και πλάτη της γης». Το ποδόσφαιρο υπήρχε και στα συγγραφικά του έργα, όπως στο «Ragazzi di Vita», ως ένας βασικός τρόπος έκφρασης και «δεσίματος» της τοπικής κοινωνίας, αλλά και ως τρόπος διαφυγής από την φτώχεια και τη μιζέρια.

Η εμμονή του με το άθλημα τον ακολουθούσε παντού, ενθαρρύνοντας και τους γύρω του να τον ακολουθήσουν. Όταν στις αρχές του 1975, στα γυρίσματα του «120 μέρες στα Σόδομα» κοντά στην Πάρμα, έμαθε ότι ο Μπερνάντο Μπερτολούτσι έκανε γυρίσματα για την ταινία «1900» κοντά στη δική τους τοποθεσία, έσπευσε να μαζέψει ηθοποιούς, οπερατέρ και τεχνικούς από το καστ και να στήσουν έναν αγώνα με το αντίστοιχο καστ του Μπερτολούτσι, στο οποίο συμμετείχε ο…γκολτζής Ρόμπερτ Ντε Νίρο. Η ομάδα του Παζολίνι κατέβηκε με φανέλες της Μπολόνια, αλλά τελικά ηττήθηκαν από το αντίπαλο καστ με 5-2.


Παζολίνι και Μπερτολούτσι μετά το μνημειώδες ματς του 1975.

Δυστυχώς αυτό το ματς ήταν ένα από τα τελευταία του. Στις 2 Νοεμβρίου του 1975 θα δολοφονηθεί σε παραλία της Όστια, στη Ρώμη, με τις συνθήκες της δολοφονίας του να παραμένουν ακόμη αδιευκρίνιστες. Ο ίδιος, δηλωμένος ομοφυλόφιλος, δεν έκρυψε τις σεξουαλικές του προτιμήσεις, ούτε την πολιτική του ταυτότητα. Ο Τζιουσέπε Πελόζι, ο οποίος κατηγορήθηκε για τη δολοφονία του Παζολίνι, ομολόγησε 40 χρόνια αργότερα, το 2015, ότι ο Παζολίνι δολοφονήθηκε από άντρες «φασιστικών καταβολών», που τον έβριζαν και τον έλεγαν «κομμουνιστή» και «αδερφή».

Ο Σέρτζιο Κίτι, παραγωγός και συγγραφέας, στενός φίλος του Παζολίνι, τύλιξε μια ποδοσφαιρική φανέλα της Μπολόνια στο φέρετρο του Παζολίνι ως ύστατο φόρο τιμής στον μεγάλο Ιταλό διανοούμενο που έλεγε πως «το ποδόσφαιρο είναι το τελευταίο ιερό τελετουργικό της εποχής μας».

Exit mobile version