Θέλουμε ένα δημόσιο σχολείο που να υιοθετεί στοιχεία του επιτυχημένου φινλανδικού ή σουηδικού προτύπου ή ένα δημόσιο σχολείο που απαξιώνεται καθημερινά, σε όλα τα επίπεδα;
Θελουμε ένα δημόσιο σχολείο που να ενδυναμώνει την προσωπικότητα των μαθητών, να δημιουργεί ερεθίσματα και να αναπτύσσει τις δεξιότητές τους ή ένα δημόσιο σχολείο που επιβαρύνει τα παιδιά με ατέλειωτες ώρες μαθημάτων, με πρακτικές «παπαγαλίας», που μειώνει τον ελεύθερο και δημιουργικό χρόνο;
Από αυτά τα ερωτήματα θα μπορούσε να ξεκινήσει η συζήτηση και ο διάλογος για τη δημόσια εκπαίδευση και για το μεταρρυθμιστικό πλαίσιο που έχει ανάγκη η χώρα. Κάθε πολιτική ηγεσία προχωρά σε κατ’ όνομα «μεταρρύθμιση» της παιδείας, αλλάζοντας τα πάντα, αναγκάζοντας μαθητές και εκπαιδευτικούς να γίνονται «πειραματόζωα», χωρίς να μπορούν να στηριχτούν και να δουλέψουν πάνω σε ένα βιώσιμο και σταθερό μοντέλο.
Κάθε πολιτική ηγεσία θέλει απλά να αφήσει κάποιο «στίγμα», το οποίο πόρρω απέχει από τη διαμόρφωση μιας εθνικής στρατηγικής για τη δημόσια εκπαίδευση. Και τελικά, δεν μένει τίποτα πίσω, παρά μόνο ερείπια αλληλοεπικαλυπτόμενων πολιτικών που δεν αφήνουν κάνενα αποτύπωμα, αντίθετα απαξιώνουν το ήδη προβληματικό πλαίσιο σε πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια Παιδεία.
Η σημερινή ηγεσία του Υπουργείου ακολουθεί την πεπατημένη των περισσότερων Υπουργών που έχουν περάσει από αυτό το πόστο. Κι όπως φαίνεται, για μια ακόμη φορά, οι παρεμβάσεις στην δημόσια εκπαίδευση δεν θα ωφελήσουν σε τίποτα μαθητές και εκπαιδευτικούς. Μια ακόμη τρύπα στο νερό, με την ποιοτική αναβάθμιση της δημόσιας εκπαίδευσης να παραμένει ακόμη μακρινό όνειρο.