Η Ματωμένη Πρωτομαγιά του 1944: «Οταν ο άνθρωπος δίνει τη ζωή του για ανώτερα ιδανικά, δεν πεθαίνει ποτές»
EUROKINISSI ΑΡΓΥΡΩ ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΥ
ΚΟΙΝΩΝΙΑ

Η Ματωμένη Πρωτομαγιά του 1944: «Οταν ο άνθρωπος δίνει τη ζωή του για ανώτερα ιδανικά, δεν πεθαίνει ποτές»

SHARE THIS

«Όταν ο άνθρωπος δίνει τη ζωή του για ανώτερα ιδανικά, δεν πεθαίνει ποτές», έγραψε λίγο πριν την εκτέλεσή του ο Μήτσος Ρεμπούτσικας.

Την Πρωτομαγιά του 1944, οι Γερμανοί εκτέλεσαν στο Σκοπευτήριο της Καισαριανής 200 κομμουνιστές, σε αντίποινα για τη δολοφονία ενός γερμανού στρατηγού από τον ΕΛΑΣ.

Ήταν 1η Μαΐου του 1944 όταν οι αρχές κατοχής, επικαλούμενες λόγους αντιποίνων, εκτέλεσαν στο Σκοπευτήριο της Καισαριανής 200 κομμουνιστές που τους πήραν από το στρατόπεδο του Χαϊδαρίου.

Την άνοιξη του 1944, οι Γερμανοί και οι εγχώριοι συνεργάτες τους είχαν επιδοθεί σ’ ένα όργιο τρομοκρατίας εναντίον των δυνάμεων του ΕΑΜ/ ΕΛΑΣ, που σήκωναν το κύριο βάρος της Εθνικής Αντίστασης.

Στις 27 Απριλίου 1944, άνδρες του ΕΛΑΣ με επικεφαλής τον ανθυπολοχαγό Σταθάκη έστησαν ενέδρα σε γερμανική αυτοκινητοπομπή που κινούνταν μεταξύ Μολάων και Σπάρτης και σκότωσαν τον γερμανό υποστράτηγο Φραντς Κρεχ, διοικητή της 41ης Μεραρχίας Οχυρών και τρεις άνδρες της συνοδείας του. Από την επίθεση τραυματίστηκαν ακόμη πέντε γερμανοί στρατιωτικοί

Κατά την προσφιλή τους τακτική, οι Γερμανοί αποφάσισαν να προβούν σε αντίποινα, εκτελώντας πολλαπλάσιο αριθμό αμάχων. Παράλληλα, θέλησαν να δώσουν κι ένα σκληρό μάθημα στους έλληνες κομμουνιστές για τη δράση τους στις γειτονιές της Αθήνας. Έτσι, στις 30 Απριλίου δημοσιεύτηκε στον κατοχικό Τύπο η παρακάτω ανατριχιαστική διαταγή:

Την 27.4.1944 κομμουνιστικαί συμμορίαι παρά τους Μολάους κατόπιν μιας εξ ενέδρας επιθέσεως, εδολοφόνησαν ανάνδρως έναν Γερμανόν στρατηγόν και τρεις συνοδούς του αξιωματικούς και ετραυμάτισαν πολλούς Γερμανούς στρατιώτας. Εις αντίποινα θα εκτελεσθούν:

1. Ο τυφεκισμός 200 κομμουνιστών την 1.5.1944.
2. Ο τυφεκισμός όλων των ανδρών τους οποίους θα συναντήσουν τα Γερμανικά

Στρατεύματα επί της οδού Μολάων προς Σπάρτην, έξωθι των χωρίων. Υπό την εντύπωσιν του κακουργήματος τούτου, Έλληνες εθελονταί εφόνευσαν αυτοβούλως 100 άλλους κομμουνιστάς.
Ο Στρατιωτικός Διοικητής Ελλάδος

Να σημειώσουμε εδώ ότι «Έλληνες εθελονταί» της ανακοίνωσης ήταν άνδρες των Ταγμάτων Ασφαλείας Πελοποννήσου, με επικεφαλής τον αξιωματικό του Στρατού Διονύσιο Παπαδόγγονα, στενό φίλο του Κρεχ.

Οι 200 προς εκτέλεση κομμουνιστές της γερμανικής ανακοίνωσης κρατούνταν στο στρατόπεδο του Χαϊδαρίου. Οι 170 προέρχονταν από τις φυλακές της Ακροναυπλίας και ανήκαν στο σκληρό πυρήνα των στελεχών του ΚΚΕ, ενώ οι υπόλοιποι 30 από την Ανάφη, όπου είχαν αρχικά εξοριστεί. Η αναγγελία της μαζικής εκτέλεσης προκάλεσε κάποια χλιαρά διαβήματα από την κατοχική κυβέρνηση Ράλλη, χωρίς όμως αποτέλεσμα. Στη ζοφερή ατμόσφαιρα της εποχής εκείνης δεν ήταν λίγοι εκείνοι που πίστευαν ότι οι κομμουνιστές έπρεπε να πάρουν ένα σκληρό μάθημα.

Λαϊκή Κινητοποίηση

Για το ΕΑΜ, τις οργανώσεις και τα κόμματα που το αποτελούσαν εκείνη η ανακοίνωση σήμανε συναγερμό με αποτέλεσμα να ξεδιπλωθεί μια τεράστια λαϊκή κινητοποίηση για την αποτροπή της σφαγής.

«Οι οργανώσεις του ΚΚΕ και του ΕΑΜ -γράφει ο Θ. Χατζής- κυκλοφόρησαν αμέσως χιλιάδες τρικ και καλούσαν τον λαό να σώσουν τους αγωνιστές ομήρους από την εκτέλεση.

Σε πολλά εργοστάσια και επιχειρήσεις οι εργάτες σταμάτησαν τη δουλειά. Στα υπουργεία και τις τράπεζες έγιναν συγκεντρώσεις και με ψηφίσματα προς τον Ράλλη και τον δήμαρχο απαιτούσαν άμεση επέμβασή τους για τη ματαίωση της σφαγής.

Οι φοιτητές και οι σπουδαστές χύθηκαν στους δρόμους με συνθήματα ενάντια στην τρομοκρατία. Επιτροπές παρουσιάζονταν στις αρχές αδιάκοπα όλη τη μέρα. Στις λαϊκές συνοικίες έγιναν συγκεντρώσεις. Πολλές γυναίκες κρατουμένων ομήρων μαζεύτηκαν στη Μητρόπολη.

Η επιλογή των θυμάτων και η εκτέλεση

Την ίδια ημέρα, 30 Απριλίου, η είδηση της εκτέλεσης 200 κομμουνιστών έφτασε και στο στρατόπεδο Χαϊδαρίου αλλά οι επικεφαλής των κρατουμένων την κράτησαν όπως μπορούσαν κρυφή για να μη «φάει» η αγωνία τον κόσμο.

Σύμφωνα με τη μαρτυρία του Δημήτρη Παυλάκη η επιλογή των διακοσίων έγινε στην αναφορά, το πρωί της Πρωτομαγιάς.

Διαβάζουμε:

«Σαν ετελείωσε η αναφορά, ο Φίσερ [σ.σ. ο Γερμανός διοικητής του στρατοπέδου του Χαϊδαρίου Καρλ Φίσερ] είπε πως: Αυτοί που θ’ ακούσουν τα ονόματά τους θα βγαίνουν εκεί μπροστά για να μεταφερθούν σε άλλο στρατόπεδο. Από τους πρώτους που φώναξε ήταν οι Σαββόπουλος, Σκλάβαινας…» (Δημ. Παυλάκη: «Από το Χαϊδάρι στο Μπέλσεν», Αθήνα 1965, σελ. 69-70).

Η εκφώνηση των ονομάτων γινόταν σε πενηντάδες. Κι από τις μαρτυρίες που υπάρχουν 71ο ακούστηκε το όνομα του Ναπολέοντα Σουκατζίδη, του μεταφραστή του στρατοπέδου, που είναι -όχι άδικα- και ο περισσότερο γνωστός από τους 200 για τη στάση που κράτησε μετά την εκφώνηση καθώς θα μπορούσε να σωθεί αν δεχόταν στη θέση του να πάει κάποιος άλλος.

Οι 200 μελλοθάνατοι κομμουνιστές οδηγήθηκαν στο Σκοπευτήριο της Καισαριανής -στο «Θυσιαστήριο της Λευτεριάς», όπως το ονόμασε ο λαός αργότερα- το πρωί της Πρωτομαγιάς του ’44.

Εκεί τους χώρισαν και τους εκτέλεσαν κατά εικοσάδες. Σύμφωνα με τις μαρτυρίες που είδαν το φως της δημοσιότητας στη συνέχεια, στην τελευταία εικοσάδα βάλαν τον Σουκατζίδη για να μπορούν να τον χρησιμοποιήσουν ως μεταφραστή.

Ο Σουκατζίδης, κατ’ εντολήν τού επικεφαλής των Γερμανών, είχε την υποχρέωση να ρωτά τους υπό εκτέλεση συντρόφους του αν έχουν κάτι να πουν.

Η ιαχή που κυριάρχησε πριν πάρουν τον λόγο τα πολυβόλα ήταν: «Ζήτω η Ελλάδα. Ζήτω η λευτεριά!» («Στ’ Αρματα- Στ’ Αρματα- Χρονικό της Εθνικής Αντίστασης», Πολιτικές και Λογοτεχνικές Εκδόσεις 1967, σελ. 315- 317).

Οι τελευταίες τους λέξεις

Πριν αντικρίσουν το εκτελεστικό απόσπασμα, κατά τη μεταφορά τους στο Σκοπευτήριο, πολλοί από τους μελλοθάνατους κατάφεραν να γράψουν μερικές λέξεις στα δικά τους αγαπημένα πρόσωπα και να πετάξουν τα σημειώματα στους δρόμους της Αθήνας. Οι διαβάτες διέσωσαν πολλά από αυτά τα μικροσκοπικά μηνύματα και τα παρέδωσαν στους οικείους τους ή στις οργανώσεις της Αντίστασης.

Λέξεις γεμάτες ανθρωπιά, πόθο για τη ζωή, λέξεις γεμάτες ιδανικά.

«Όταν ο άνθρωπος δίνει τη ζωή του για ανώτερα ιδανικά, δεν πεθαίνει ποτές», έγραψε ο Μήτσος Ρεμπούτσικας. Κι ο Νίκος Μαριακάκης συμπλήρωσε: «Καλύτερα να πεθαίνει κανείς στον αγώνα για τη λευτεριά, παρά να ζει σκλάβος».

Ο Κώστας Τσίρκας με ξεχωριστό τρόπο σημείωσε: «Πρωτομαγιά. Γεια σας. Ολοι πάμε στη μάχη».

Το πρωί της Πρωτομαγιάς, μετά το προσκλητήριο άρχισε η εκφώνηση του καταλόγου των μελλοθανάτων. Ανάμεσά τους και ο διερμηνέας του στρατοπέδου Ναπολέων Σουκατζίδης, ιδιαίτερα αγαπητός στους κρατουμένους για τις διευκολύνσεις που τους παρείχε. Στο άκουσμα του ονόματός του όλοι πάγωσαν. Ο διοικητής του στρατοπέδου Καρλ Φίσερ προσφέρθηκε να τον αντικαταστήσει με άλλο κρατούμενο, επειδή είχε ανάγκη τις υπηρεσίες του. Ο 35χρονος διερμηνέας αρνήθηκε, προτιμώντας τον παλικαρίσιο θάνατο από την ευτελή συναλλαγή.

Στο τόπο της θυσίας οδηγούνταν ανά εικοσάδες. Γύρω στις 10 το πρωί τα οπλοπολυβόλα άρχισαν το μακάβριο έργο τους. Η επόμενη εικοσάδα αναλάμβανε να φορτώσει τα άψυχα σώματα σε απορριμματοφόρα που περίμεναν εκεί, προτού πάρει τη θέση της μπροστά στα οπλοπολυβόλα. Στις 12 το μεσημέρι όλα είχαν τελειώσει. Τους νεκρούς της τελευταίας εικοσάδας ανέλαβαν να μεταφέρουν στα απορριμματοφόρα «γερμανοτσολιάδες» των Ταγμάτων Ασφαλείας.

Την επόμενη μέρα, ο λαός της Καισαριανής αψήφησε την τρομοκρατία των κατακτητών και μετονόμασε το δρόμο που κύλησε το αίμα, την οδό Σκοπευτηρίου, σε «Οδό Ηρώων». Στους τοίχους γράφεται το σύνθημα: «Αυτός ο δρόμος είναι Δρόμος Ηρώων. Τον διαβαίνουν οι λεβέντες του έθνους. Χτες 1 του Μάη τον διάβηκαν 200 παλικάρια».

Πληροφορίες: Σαν σήμερα, Εφημερίδα των Συντακτών

Exit mobile version