Γυναικοκτονία Άννας: Τι ισχυρίστηκε στη δίκη του ο δολοφόνος
Ο γυναικοκτόνος εκμεταλλεύτηκε το μεσοδιάστημα του φόνου και της σύλληψής του για να διαμορφώσει την υπερασπιστική του γραμμή.
-
06.06.2024 Newsroom
(Προσοχή: Οι παρακάτω σκληρές και βίαιες περιγραφές/πληροφορίες ενδέχεται να επαναφέρουν μνήμες τραύματος)
Γενετικό υλικό και αποτυπώματα του γυναικοκτόνου βρέθηκαν στο σώμα της Άννας (σε σημεία που υποδεικνύουν ενδεχόμενο βιασμού που προηγήθηκε ή ακολούθησε το θάνατό της), σε τρία αντικείμενα που χρησιμοποιήθηκαν ως φονικά όπλα.
«Όταν βρήκε η αστυνομία την κοπέλα είχε κατεβασμένο το εσώρουχό της πως το εξηγείτε αυτό;» ρώτησε η έδρα τον δολοφόνο. «Δεν ήθελα να αφαιρέσω ζωή έχω γυναίκα και παιδιά. Δεν ήθελα να σκοτώσω», απάντησε εκείνος.
Σύμφωνα με την Χριστίνα Μαργιώτη για το AvMag.gr, δύο δικηγόροι εκπροσωπούσαν τον γυναικοκτόνο. «Το θύμα επιτέθηκε στον κατηγορούμενο με παράνομους σεξουαλικούς σκοπούς. Ο κατηγορούμενος προσπάθησε να απεγκλωβιστεί από το διαμέρισμα που τον είχε κλειδώσει». «Το θύμα δεν είχε ούτε ιερό, ούτε όσιο, ούτε φραγμούς”. Είχε σεξουαλικές σχέσεις με ανήλικους. Έκανε ομαδικό σεξ». Προσπάθησε να επιβάλει τα σεξουαλικά του ένστικτα στον κατηγορούμενο», ήταν μερικές από τα πράγματα που υποστήριξαν, προκειμένου να αμαυρώσουν το όνομα της Άννας.
Το σημείο που στηρίχθηκε η γραμμή υπεράσπισής τους ήταν οι αδιάκοπες προσπάθειες ώστε να αποδείξουν την ακυρότητα της διαδικασίας. Ο γυναικοκτόνος, παρά το γεγονός ότι όταν περνούσε από ανάκριση, είχε αιτηθεί διερμηνέα στα Ουρντού κατά την πρώτη δικάσιμο (Τετάρτη 29/05), ζήτησε να σταματήσει η δίκη, λαθώς όπως ισχυρίστηκε μιλάε Μπεγκαλί. Η δίκη πράγματι διεκόπη για σήμερα, οπότε και η υπεράσπισή του αποπειράθηκε να αμφισβητήσει το κατά πόσο είναι έγκυρο το πληρεξούσιο της οικογένιας της Άννας για την υπεράσπισή της, αποτυγχάνοντας τελικα.
Αφού τελείωσε με την αναγνωση των καταθέσεων των μαρτύρων, η έδρα εξέτασε τον τρανσοκτόνο. Ερωτηθείς για το πότε συνάντησε για πρώτη φορά την θανούσα, εκείνος απάντησε πως δεν την είχε ξαναδεί, ότι αφού του την είχε προτείνει ένας φίλος του, την κάλεσε στις 5 εκείνο το πρωί, ώστε να του παρέχει υπηρεσίες σεξ.
Έφτασε στην πόρτα της δύο ώρες αργότερα, οπότε και της τηλεφώνησε. Υποστήριξε ότι αγόραζε τσιγάρα, όταν ερωτήθηκε για την καθυστέρηση των δύο ωρών μέχρι να φτάσει, παρά το γεγονός πως το σπίτι βρισκόταν πολύ κοντά στο διαμέρισμα της Άννας και πως σύμφωνα με τον ίδιο η Άννα του είχε πει να περάσει αμέσως.
Ανάμεσα σε άλλες ανακρίβιες, ο τρανσοκτόνος υποστήριξε πως όταν μπήκε στο σπίτι γνωστοποίησε στην θανούσα την ύπαρξη των παιδιών, της γυναίκας και της επιχείρησής του. Αργότερα πέρασαν στην κρεβατοκάμαρα. Ο δράστης υπερασπίστηκε πως αγνοούσε πλήρως την τρανς ταυτότητα της.
Υποστήριξε πως λίγο μετά εκείνη τον ρώτησε πόσα χρήματα είχε πάνω του, γεγονός που έρχεται σε αντίφαση με την κατάθεση που έδωσε όταν ανακρίθηκε και πως με την απειλή αιχμηρού αντικειμένου τον εξανάγκασε να έρθουν σε σεξουαλική επαφή. «Με ξάπλωσε με βία, ανέβηκε πάνω μου και προσπάθησε να με βιάσει. Την στιγμή που μου έκανε στοματικό κρατούσε έναν μπαλτά στον λαιμό μου», είπε δια του διερμηνέα του.
Έπειτα ισχυρίστηκε πως ακολούθησε πάλη, ότι υπέστη λυποθυμικό επεισόδιο από την εξουθένωση και αποχώρησε από το σπίτι της Άννας τρεισήμισι ώρες μετά που έφτασε, στις 11.23, όπως καταγράφεται σε σχετικό βιντεοληπτικό υλικό. Δεν θυμόταν τα ρούχα που φορούσε, ούτε αναγνώρισε τον εαυτό του στο σχετικό βίντεο της αστυνομίας. Επέστρεψε σπίτι σε κατάσταση σοκ, άλλαξε μπλούζα και πάντα σύμφωνα με τα λεγόμενα του ίδιου, ειδοποίησε την αστυνομία. Παρόλα αυτά δεν υπάρχει η καταγραφή σχετικού συμβάντος από την πλευρά της ΕΛ.ΑΣ. Ακολούθως, υποστήριξε πως πήγε στο νοσοκομείο. Προσκόμισε μάλιστα και έγγραφο που αποδεικνύει την νοσηλεία του, αλλά αναφέρει πως κανένα από τα τραύματα που έφερε δεν ήταν σοβαρό για την κατάσταση της υγείας του. Μετά από κάποιες μέρες πήγε σε διαφορετικό νοσοκομείο. Σε πλήρη αντίθεση με τα παραπάνω κατά την ανάκριση είχε υποστηρίξει πως νοσηλεύτηκε μία φορά επί επτά συνεχόμενες μέρες.
Η υπεράσπιση της Άννας υποστήριξε πως ο τρανσοκτόνος εκμεταλευτηκε το διάστημα που μεσολάβησε απο την στιγμή που διέπραξε το έγκλημα μέχρι εκείνη που τον συνέλαβαν, έτσι ώστε να σχηματίσει την γραμμή υπεράσπισής του. Έψαχνε χαρτιά από νοσοκομεία, καθώς παράλληλα επιχείρησε να διαγράψει το υλικό από την κάμερα που υπήρχε στο σαλόνι της Άννας και που λειτουργούσε ως μοναδικό εργαλείο για την εργασιακή της ασφάλειά. Η ύπαρξη της κάμερας στο σαλόνι της Άννας, εξακριβώθηκε από πολλές καταθέσεις.
«Από την διαδικασία προκύπτει πως η θανούσα και ο κατηγορούμενος έδωσαν ραντεβού για σεξ. Δεν προκύπτει αν υπήρχε συμφωνία για χρήματα. Ο κατηγορούμενος γνώριζε ότι η θανούσα ήτανε τρανς γυναίκα. Στις 6.55 πήγε στο σπίτι της, γεγονός που αποδέχεται και ο κατηγορούμενος ενώ προκύπτει και από την πραγματογνωμοσύνη. Απ’ την πραγματογνωμοσύνη προκύπτει ακόμα πως υπήρξε σεξουαλική επαφή με διείσδυση από μέρους του κατηγορούμενου στη θανούσα. Η επαφή θα μπορούσε να είναι και συναινετική. Για άγνωστο λόγο μετά τις 7 διαπληκτίστηκαν. Ο κατηγορούμενος επιτέθηκε με δόλο στη θανούσα χρησιμοποιώντας ένα ψαλίδι και έναν μπαλτά. Κατά την νοσηλεία του έφερε πολλαπλά τραύματα στη μύτη, τα χείλη και το αυτί του, όλα ήσσονος σημασίας. Το θύμα φαίνεται να δέχτηκε την επίθεση εντελώς απρόοπτα, γι αυτό και δεν πρόλαβε να αντιδράσει. Οι ισχυρισμοί του για βιασμό από την θανούσα υπο την απειλή όπλου και για την πολύωρη απώλεια των αισθήσεων του δεν βασίζονται στη λογική. Μετά την ανθρωποκτονία επιδίωξε εξαφανίσει τα ίχνη του γι αυτό και ο τόπος του εγκλήματος ήταν ανάστατος. Αφαίρεσέ το κινητό του θύματος. Προτείνεται η ενοχή του για ανθρωποκτονία σε ήρεμη ψυχική κατάσταση», δήλωσε η Εισαγγελέας.