Εκλογές στη Σουηδία: Το τέλος του σκανδιναβικού ονείρου;
AP PHOTO MAJA SUSLIN
ΚΟΣΜΟΣ

Εκλογές στη Σουηδία: Το τέλος του σκανδιναβικού ονείρου;

SHARE THIS

Το ακροδεξιό κόμμα «Σουηδοί Δημοκράτες» (SD), με επικεφαλής τον Τζίμι Άκεσον, είχε «δείξει τα δόντια του» ήδη από το 2014, όταν γινόταν το τρίτο σε κοινοβουλευτική δύναμη κόμμα της χώρας.

Το τελικό αποτέλεσμα των σουηδικών εκλογών της 12ης Σεπτεμβρίου, που σήμανε την αποχώρηση των Σοσιαλδημοκρατών από την εξουσία και την επικράτηση του ενιαίου δεξιού μπλοκ, μόνο ως σοκ δεν μπορεί να χαρακτηριστεί. Το ακροδεξιό κόμμα «Σουηδοί Δημοκράτες» (SD), με επικεφαλής τον Τζίμι Άκεσον, είχε «δείξει τα δόντια του» ήδη από το 2014, όταν γινόταν το τρίτο σε κοινοβουλευτική δύναμη κόμμα της χώρας, διπλασιάζοντας, σε λιγότερο από μια τετραετία, τα ποσοστά του.

O Ουλφ Κρίστερσον, επικεφαλής της παράταξης των «Μετριοπαθών», του κόμματος που επί έναν και πλέον αιώνα θεωρείται ο βασικός εκφραστής της Δεξιάς στη χώρα, ευθύνεται εν μέρει για αυτή την εξέλιξη. Από την εκλογή του στην ηγεσία του κόμματος και σε μια προσπάθεια να αναχαιτίσει την άνοδο της Ακροδεξιάς, ο Κρίστερσον δεν δίστασε να επιδοθεί σε ένα αριστοτεχνικό «μασάζ» προς τον Άκεσον και το κόμμα του, διακηρύσσοντας, ήδη από τον Δεκέμβρη του 2019, ότι θα έβλεπε θετικά το ενδεχόμενο κοινοβουλευτικής συνεργασίας.

Αν, ωστόσο, η θεσμική Δεξιά ήταν εκείνη που δεν δίστασε να φλερτάρει και κατόπιν να συνεργαστεί με τους μέχρι πρότινος «αποσυνάγωγους» της σουηδικής πολιτικής ζωής, αυτό οφείλεται σε ένα πολιτικό υπέδαφος μπολιασμένο από τις αποτυχίες του κυρίαρχου Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος. Η κυριότερη αφορούσε ένα θέμα παραδοσιακά ευνοϊκό για την απανταχού συντηρητική ατζέντα που συνδέεται με την κατακόρυφη αύξηση της εγκληματικότητας στους νέους και εντοπίζεται στα μεγάλα αστικά κέντρα της χώρας. Το ενιαίο μπλοκ της Δεξιάς, με την ακροδεξιά της απόφυση να διαδραματίζει ασφαλώς κυρίαρχο ρόλο, συνέδεσε την έντονη δράση των εγκληματικών συμμοριών με την αδυναμία της περαιτέρω ενσωμάτωσης των προσφυγικών και μεταναστευτικών πληθυσμών.

Ωστόσο, αν και δύναται να εντοπίσει κανείς ψήγματα αλήθειας στο συντηρητικό αφήγημα, αφού η ύπαρξη παράλληλων κοινωνιών είναι ένα δεδομένο που έρχεται να επιβεβαιώσει ότι τα όρια της κοινωνικής κινητικότητας έχουν στενέψει για το πάλαι ποτέ ζηλευτό σουηδικό σύστημα, δεν πρόκειται για ουρανοκατέβατη εξέλιξη. Απεναντίας, θα πρέπει να συνδεθεί με την υποχώρηση του άλλοτε διευρυμένου κράτους κοινωνικών παροχών και την επιβολή νεοφιλελεύθερων προγραμμάτων, που έχουν αποδιαρθρώσει το δίχτυ προστασίας που απορροφούσε σε ικανό βαθμό τους κραδασμούς των οικονομικών ανισοτήτων. Κι αν η οκταετία της διακυβέρνησης των «Μετριοπαθών» (2006-2014) θεωρείται η πρώτη περίοδος συνεχόμενης εφαρμογής του νεοφιλελεύθερου δόγματος στη Σουηδία –αν και σε πιο ήπια μορφή, σε σύγκριση με την ηπειρωτική Ευρώπη–, ήταν η υπογραφή της Συνθήκης του Μάαστριχτ από τους κυρίαρχους Σοσιαλδημοκράτες εκείνη που άνοιξε την πόρτα στη θεσμοποιημένη μορφή της εταιρικής παγκοσμιοποίησης και στα απότοκά της.

Σε αυτό το πλαίσιο δεν είναι δυσεξήγητο ότι η επίταση της εγκληματικότητας φαίνεται να ακολουθεί την αδυναμία της σουηδικής κοινωνίας να αντιμετωπίσει προβλήματα όπως η ανεργία και η φτωχοποίηση όλο και μεγαλύτερων κομματιών της, σε συνδυασμό με την παραδοσιακή επένδυση των κομμάτων της εθνικιστικής Δεξιάς σε πολιτικές ταυτότητας. Η αταβιστική σύνδεση των δημογραφικών δεδομένων, με το γεγονός της μικρής αύξησης του πληθυσμού της Σουηδίας, έπειτα από δεκαετίες διαρκούς συρρίκνωσης, να αποδίδεται στην αυξημένη ροή μεταναστευτικών ροών από χώρες της Ανατολής, όπου το μοντέλο της παραδοσιακής και πολυμελούς οικογένειας διατηρεί την αίγλη του, είναι είναι μια πρακτική/ρητορική στην οποία αρέσκεται η εθνικιστική Δεξιά, σε μια πιο ήπια εκδοχή της θεωρίας συνωμοσίας περί «μεγάλης αντικατάστασης».

Όμως τα αίτια για τη γονιμοποίηση ιδεών που έρχονται σε ευθεία αντίθεση με τη λογική του κράτους-υπόδειγμα που αντιπροσώπευε έως πρόσφατα σε επίπεδο κοινωνικού και πολιτικού φιλελευθερισμού η Σουηδία θα πρέπει να αναζητηθούν στην κατάρρευση των ιδρυτικών αξιών του «σπιτιού του λαού» (folkhemmet). Το συγκεκριμένο πολιτικό concept συνοδεύτηκε από τη σχεδόν αδιάλειπτη πρωτιά του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος με εκλογικούς όρους επί 40 συναπτά έτη και με τη μακροημέρευση ενός κοινωνικού συμβολαίου στο πλαίσιο μιας μεταπολεμικής οικονομίας βασισμένης στη δεσπόζουσα θέση της βαριάς βιομηχανίας.

Επιστρέφοντας κανείς στο μετεκλογικό σήμερα, δεν μπορεί παρά να αναρωτηθεί πόσο μεγάλο θα είναι τελικά το εκτόπισμα των «Σουηδών Δημοκρατών» σε μια σύνθεση που, για να κυβερνήσει, θα περιλαμβάνει τη συγκρότηση μιας συμμαχίας με κεντρώες δυνάμεις. Υπάρχει ωστόσο μια ερώτηση πολύ πιο καυτή που αφορά το πολιτικό μέλλον. Και αυτή σχετίζεται με το εάν η εποχή της ψηφιακής οικονομίας προσφέρεται για τη συγκρότηση νέων κοινωνικών συμβολαίων, ικανών να διασφαλίσουν ένα μίνιμουμ κοινωνικής συνοχής που να περιλαμβάνει και την ενσωμάτωση περιθωριοποιημένων κοινωνικά και πολιτισμικά ομάδων.

*Ο Βαγγέλης Δ. Μαρινάκης, Πολιτικός Επιστήμονας, ΜSc Δημόσιες Πολιτικές – Η ανάλυση περιλαμβάνεται στο 8ο Δελτίο Διεθνών & Ευρωπαϊκών Εξελίξεων του Ινστιτούτου ΕΝΑ που δημοσιεύεται στο www.enainstitute.org

Exit mobile version