Νόαμ Τσόμσκι: Ένας άοκνος εργάτης και διανοητής παγκόσμιας εμβέλειας
ΚΟΣΜΟΣ

Νόαμ Τσόμσκι: Ένας άοκνος εργάτης και διανοητής παγκόσμιας εμβέλειας

SHARE THIS

Ο Νόαμ Τσόμσκι έγινε 92 ετών πριν λίγες μέρες. Καθηγητής στο τμήμα γλωσσολογίας και φιλοσοφίας του Τεχνολογικού Ινστιτούτου της Μασαχουσέτης (ΜΙΤ), μία από τις εμβληματικότερες προσωπικότητες της αμερικανικής Αριστεράς με πλούσιο ακτιβιστικό έργο. Οι εύστοχες κριτικές του στο καπιταλιστικό σύστημα και στις βαθιές ανισότητες που παράγει τον έχουν καταστήσει κάτι σαν «τοτέμ» στον χώρο της προοδευτικής διανόησης. Έχει γράψει δεκάδες βιβλία, στα οποία καταπιάνεται με μια σειρά θεμάτων: Από τον αναρχοσυνδικαλισμό και τον ελευθεριακό σοσιαλισμό μέχρι την τεχνητή νοημοσύνη, την παγκοσμιοποίηση, τις προκλήσεις στο χώρο της εργασίας και πολλά άλλα επίκαιρα θέματα.

«Στις αρχές της δεκαετίας του 1930 στη Γερμανία το κομμουνιστικό κόμμα ακολουθώντας την σταλινική ΄γραμμή’, στήριξε τη θέση ότι όσοι δεν είναι κομμουνιστές είναι αντίπαλοι, εξισώνοντας τους σοσιαλδημοκράτες με τους ναζί. Αυτό εμπόδισε τη συνεργασία κομμουνιστών και σοσιαλδημοκρατών κατά του Χίτλερ, με τα γνωστά για την ανθρωπότητα αποτελέσματα. Τέτοιες επιλογές στοίχισαν και τότε και όποτε εφαρμόστηκαν» είχε δηλώσει σε συνέντευξή του στο Intercept.

Η προσέγγιση του Τσόμσκι στις αμερικανικές εκλογές ενόχλησε κάποιους από την – με τα ευρωπαϊκά δεδομένα – εξωκοινοβουλευλευτική Αριστερά στις ΗΠΑ, καθώς άσκησε κριτική σε όσους στήριξαν το σύνθημα #NeverBiden, βάζοντάς τους στο ίδιο καλάθι με όσους δεν ήθελαν πλατύ μέτωπο κατά του Χίτλερ στη Γερμανία τη δεκαετία του 1930. Ο ίδιος τόνισε ακόμη ότι η ψήφος υπέρ του Μπάιντεν ήταν μια ψήφος καταδίκης ενάντια στον Τραμπ, τονίζοντας πως δεν περιμένει πολλά από τον -νέο πλέον- πρόεδρο, αλλά τουλάχιστον κατάφερε να διώξει τον «επικίνδυνο» και «τοξικό» Τραμπ.

Η κριτική του προσέγγιση προς τον ύστερο καπιταλισμό, τον νεοφιλελευθερισμό, που ο ίδιος υπογραμμίζει πως πρόκειται για «την χειρότερη έκφανση του καπιταλισμού» συνεχίζει να τροφοδοτεί τον εσωτερικό πολιτικό διάλογο στα κινήματα αλλά και στο πιο προοδευτικό τμήμα των Δημοκρατικών, που ήδη ασκεί πίεση προς τον Μπάιντεν για να προωθήσει κομβικά νομοσχέδια, όπως το «Medicare for All» και το «Cancel Student Debt».

Η οπτική του Τσόμσκι «παντρεύει» στοιχεία της ριζοσπαστικής αριστερής παράδοσης με τη σοσιαλδημοκρατία και τον φιλελευθερισμό στα κοινωνικά δικαιώματα. Πάνω σε αυτό το θεωρητικό πλαίσιο κινήθηκε επί χρόνια ο Μπέρνι Σάντερς, πάνω σε αυτό το πλαίσιο, με νέα ερμηνευτικά εργαλεία, κινείται και η περίφημη τετράδα των Οκάσιο-Κορτέζ, Τλάιμπ, Ομάρ και Πρίσλεϊ.

Στον πυρήνα της προβληματικής του Τσόμσκι βρίσκεται η διασφάλιση ενός βιώσιμου κοινωνικοοικονομικού μοντέλου, που ενισχύει τα εργασιακά δικαιώματα, θωρακίζει τις ελευθερίες και παράλληλα θα διαμορφώνει έναν νέο μηχανισμό ελέγχου κατά των μονοπωλιακών συμφερόντων και της μονοφωνίας του Τύπου.

Την ίδια στιγμή, ήδη από τη δεκαετία του 1970, και παρά τα μεγάλα κοινωνικά κινήματα που διεκδικούσαν περισσότερο χώρο στην αμερικανική πολιτική σκηνή και πραγματικότητα, ο Τσόμσκι διέκρινε τα όρια που υπήρχαν για να «σπάσει» το δίπολο Δημοκρατικών-Ρεπουμπλικάνων και να δημιουργηθεί ένα νέο κόμμα στα αριστερά των Δημοκρατικών. Αντ’αυτού, για την «εποικοδομητική εξοικονόμηση δυνάμεων» όπως έλεγε, θα έπρεπε να στηριχτούν και να μπουν στην κεντρική πολιτική ατζέντα ζητήματα αναγνώρισης των δικαιωμάτων της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας, η θεσμική καταπολέμηση του φυλετικού ρατσισμού, οι αδύναμες κοινωνικές ομάδες, μέσα από ένα ευρύ δημοκρατικό πρόγραμμα των Δημοκρατικών, με τη συμμετοχή συλλογικοτήτων και της κοινωνίας των πολιτών.

Στο πέρασμα των δεκαετιών, πολλοί κατηγόρησαν τον Τσόμσκι όταν δεν ήταν αληθινός μαρξιστής, αλλά ένας διανοητής που ήθελε να ισορροπήσει καταστάσεις. Για την ακρίβεια ο Τσόμσκι είναι ένας διορατικός διανοούμενος, ένας σύγχρονος θεωρητικός του αναρχισμού, του ελευθεριακού σοσιαλισμού και της κοινωνικής ειρήνης. Δεν μπήκε σε «καλούπια», διέβλεψε τις δυσκολίες διαμόρφωσης ενός νέου μοντέλου που θα αντικαθιστούσε τον «καπιταλισμό καζίνο», όπως επίσης ανέλυσε εις βάθος τις δυσκολίες -θεσμικές, κοινωνικές και πολιτικές- που ναρκοθετούν τη συμμαχία των προοδευτικών δυνάμεων και τη διεκδίκηση συλλογικών αιτημάτων.

Exit mobile version