Στρατιωτικό πραξικόπημα στη Μιανμάρ: Όλες οι εξελίξεις
ΚΟΣΜΟΣ

Στρατιωτικό πραξικόπημα στη Μιανμάρ: Όλες οι εξελίξεις

SHARE THIS

Ο στρατός της χώρας, αφού διαφώνησε με το πρόσφατο εκλογικό αποτέλεσμα ζητώντας την αναπροσαρμογή του, ανέστειλε για ένα χρόνο την ισχύ του Συντάγματος, κηρύσσοντας την χώρα σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης.

Τέλος στη προσπάθεια φιλελευθεροποίησης και ομαλής μετάβασης προς τη δημοκρατία, έβαλε ο στρατός, τις πρώτες πρωινές ώρες της Δευτέρας 1ης Φεβρουαρίου στη Μιανμάρ, προβαίνοντας σε πραξικόπημα εναντίον της εκλεγμένης κυβέρνησης της χώρας.

Ο στρατός της χώρας, αφού διαφώνησε με το πρόσφατο εκλογικό αποτέλεσμα ζητώντας την αναπροσαρμογή του, όταν κάτι τέτοιο δεν έγινε δεκτό, ανέστειλε για ένα χρόνο την ισχύ του Συντάγματος, κηρύσσοντας την χώρα σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης και συλλαμβάνοντας την νεοεκλεγείσα ηγέτιδα, Αούνγκ Σαν Σου Τσι (Aung San Suu Kyi), τον πρόεδρο Ουίν Μιντ, καθώς και πλειάδα πολιτικών στελεχών του κυβερνώντος κόμματος, Εθνικού Συνδέσμου για τη Δημοκρατία. Ανακοίνωσε, ακόμη, ότι την εξουσία αναλαμβάνει ως μεταβατικός πρόεδρος ο στρατηγός Μιν Αούνγκ Χλενγκ, ο οποίος μάλιστα σε έξι μήνες επρόκειτο να βγει σε σύνταξη.

Πριν καν το σημερινό πραξικόπημα, ο 64χρονος Μιν Αούνγκ Χλενγκ ήταν ο ισχυρός άνδρας της Μιανμάρ, επικεφαλής ενός στρατού που δεν βρισκόταν υπό τον έλεγχο της πολιτικής εξουσίας. Από τις πρώτες ώρες που κατέλαβε πραξικοπηματικά την εξουσία ο στρατός, οι συνδέσεις δεδομένων κινητής τηλεφωνίας και ορισμένες τηλεφωνικές υπηρεσίες έχουν διακοπεί στις μεγάλες πόλεις. Οι επικοινωνίες με το Νάι Πι Τάου (πρωτεύουσα της Μιανμάρ) έχουν αποκοπεί και είναι δύσκολο να εκτιμηθεί η κατάσταση εκεί. Στην τηλεόραση του BBC World News, καθώς και σε άλλους διεθνείς ραδιοτηλεοπτικούς φορείς, έχει απαγορευτεί η μετάδοση νέων, ενώ οι τοπικοί σταθμοί είναι εκτός αέρα. Οι τράπεζες σταμάτησαν προσωρινά όλες τις χρηματοοικονομικές υπηρεσίες εξαιτίας των δυσχερειών ως προς τη σύνδεση στο διαδίκτυο, σύμφωνα με την Ένωση Τραπεζών της Μιανμάρ.

Η πρόσφατη πολιτική ιστορία στην Μιανμάρ

  • Η Μιανμάρ τελεί υπό καθεστώς στρατιωτικής χούντας από το 1989.
  • Πρώτη φορά διεξήχθησαν βουλευτικές εκλογές το 2010, με τον στρατό να διατηρεί ερείσματα και καίρια πόστα στη νέα κυβέρνηση, την οποία είχε εν πολλοίς επιβάλλει.
  • H Aung San Suu Kyi πέρασε σχεδόν 15 χρόνια σε κράτηση μεταξύ 1989 και 2010, διεθνώς χαιρετίστηκε ως φάρος δημοκρατίας και έλαβε το βραβείο Νόμπελ Ειρήνης το 1991.
  • Το 2015, αναλαμβάνει την εξουσία της χώρας, μετά από εκλογές που είχαν χαρακτηριστεί οι πιο ελεύθερες που διεξήχθησαν ποτέ στη χώρα, εν μέσω ατμόσφαιρας αισιοδοξίας για τον εκδημοκρατισμό της Μιανμάρ.
  • Στις νέες εκλογές που διεξήχθησαν το 2020, ο στρατός διαφώνησε με το αποτέλεσμα, το χαρακτήρισε χαλκευμένο και απείλησε με αναστολή του συντάγματος σε περίπτωση που αυτό δεν άλλαζε.
  • Οι στρατιωτικοί πραγματοποίησαν τις απειλές του σήμερα, Δευτέρα 1 Φεβρουαρίου, επιβάλλοντας κατάσταση εκτάκτου ανάγκης για ένα έτος.

Η Αούγκ Σαν Σου Τσι καλεί τους πολίτες να διαδηλώσουν

Ο Εθνικός Σύνδεσμος για τη Δημοκρατία, το κόμμα της Αούνγκ Σαν Σου Τσι, έδωσε στη δημοσιότητα δήλωσή της, με την οποία η 75χρονη πολιτικός, καλεί τους πολίτες «να μην αποδεχθούν» το στρατιωτικό πραξικόπημα και να διαδηλώσουν εναντίον της κατάληψης της εξουσίας από τους στρατηγούς. «Οι ενέργειες του στρατού έχουν σκοπό η χώρα να τεθεί ξανά υπό δικτατορία», αναφέρει η δήλωση, που όπως διευκρίνισε το κόμμα έγινε από την Αούνγκ Σαν Σου Τσι, προτού εκδηλωθεί το στρατιωτικό πραξικόπημα και συλληφθούν η ίδια και άλλοι πολιτικοί. «Καλώ τον λαό να μην το αποδεχθεί αυτό, να αντιδράσει, να διαδηλώσει εναντίον του στρατιωτικού πραξικοπήματος», πρόσθεσε η Αούνγκ, σύμφωνα με το κόμμα της.

Η γενοκτονία των Ροχίγκια

Η δημόσια εικόνα της Αούνγκ Σαν Σου Κι αμαυρώθηκε για πάντα από την τραγωδία των μουσουλμάνων Ροχίνγκια. Περίπου 750.000 άνθρωποι αυτής της μειονότητας διέφυγαν από τις ωμότητες του στρατού και των βουδιστικών πολιτοφυλακών από τη δυτική πολιτεία Ραχίν το 2017 και κατέφυγαν σε πρόχειρους καταυλισμούς στο Μπαγκλαντές, μια τραγωδία εξαιτίας της οποίας η Βιρμανία κατηγορήθηκε για «γενοκτονία» ενώπιον του Διεθνούς Δικαστηρίου, του κύριου δικαστικού οργάνου του ΟΗΕ. Η Αούνγκ Σαν Σου Κι, η οποία αρνείται πως υπήρξε «οποιαδήποτε πρόθεση για γενοκτονία», πήγε η ίδια για να υπερασπιστεί τη χώρα της ενώπιον του Δικαστηρίου. Το γεγονός ότι δεν επέδειξε καμιά συμπόνια στην υπόθεση αυτή προκάλεσε  τις έντονες αντιδράσεις της διεθνούς κοινότητας εναντίον της, όμως η «Μητέρα Σου» διατηρούσε την εμπιστοσύνη του λαού της και παρέμεινε σε μεγάλο βαθμό δημοφιλής στο εσωτερικό της χώρας.

Οι πρώτες αντιδράσεις των ξένων χωρών

Σύσσωμη ήταν η κατακραυγή της διεθνούς κοινότητας για την κατάλυση της δημοκρατίας στη Μιανμάρ. Το ΥΠ.ΕΞ. της Ελλάδας εξέφρασε μέσω Twitter τη «βαθιά του ανησυχία για τις εξελίξεις στη Μιανμάρ» και «ζήτησε την απελευθέρωση όλων των κρατουμένων, καθώς και τον σεβασμό στη δημοκρατική βούληση του λαού, όπως αυτή εκφράστηκε στις πιο πρόσφατες εκλογές». Οι Η.Π.Α. καταδίκασαν το πραξικόπημα, λέγοντας ότι η Ουάσιγκτον «αντιτίθεται σε οποιαδήποτε προσπάθεια αλλαγής του αποτελέσματος των πρόσφατων εκλογών ή εμπόδισης της δημοκρατικής μετάβασης της Μιανμάρ». Ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Antony Blinken, ζήτησε την «απελευθέρωση όλων των κυβερνητικών αξιωματούχων και των ηγετών της κοινωνίας των πολιτών» και είπε ότι οι ΗΠΑ «στέκονται με τον λαό της Βιρμανίας στις φιλοδοξίες τους για δημοκρατία, ελευθερία, ειρήνη και ανάπτυξη. Ο στρατός πρέπει να αντιστρέψει αυτές τις ενέργειες αμέσως». Στο Ηνωμένο Βασίλειο, ο πρωθυπουργός Μπόρις Τζόνσον, καταδίκασε το πραξικόπημα και την «παράνομη φυλάκιση» της Αούνγκ Σαν Σου Κι. Οι ηγέτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχουν εκδώσει παρόμοιες επικρίσεις. Η υπουργός Εξωτερικών της Αυστραλίας, Marise Payne, προέτρεψε τον στρατό της Μιανμάρ «να σεβαστεί το κράτος δικαίου» και «να απελευθερώσει αμέσως όλους τους πολιτικούς ηγέτες και άλλους που έχουν κρατηθεί παράνομα».

Ωστόσο, η Κίνα, προέβη σε αμφίσημες δηλώσεις. Δήλωσε ότι ενημερώθηκε, όπως όλοι, ότι κάτι έγινε στην Μιανμάρ και ανέφερε ότι περιμένει τις εξελίξεις, ενώ συμβούλεψε όλες τις πλευρές να λύσουν τις διαφορές τους ειρηνικά, σύμφωνα με το Σύνταγμα της χώρας. Αρνήθηκε να καταδικάσει το πραξικόπημα, μη απαντώντας σε σχετική ερώτηση. Η Κίνα έχει διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στη Μιανμάρ, καθώς υποστήριζε την προηγούμενη στρατιωτική δικτατορία στη χώρα, αλλά συνεργάστηκε στενά και με την Αούνγκ Σαν Σου Κι, όταν ανέλαβε την ηγεσία της. Το Πεκίνο έχει στρατηγικά-οικονομικά συμφέροντα στη Μιανμάρ, με σημαντικούς αγωγούς πετρελαίου και φυσικού αερίου να περνούν από τη χώρα. Παράλληλα, η Κίνα επίσης πιέζει για τη δημιουργία του Οικονομικού Διαδρόμου Κίνας- Μιανμάρ, ενός δικτύου μεταφορών και άλλων έργων, κάποια από τα οποία περνούν από περιοχές στις οποίες εθνοτικές μειονότητες μάχονται εναντίον η μία της άλλης, αλλά και εναντίον των κυβερνητικών δυνάμεων.

Τέλος, η Τουρκία καταδίκασε το πραξικόπημα δηλώνοντας «κατά κάθε είδους πραξικοπήματος και στρατιωτικής παρέμβασης», ενώ παράλληλα ευχήθηκε «αυτή η σοβαρή εξέλιξη να μην επιδεινώσει περαιτέρω την κατάσταση των Μουσουλμάνων Ροχίνγκια που ζουν ήδη κάτω από πολύ δύσκολες συνθήκες στη Μιανμάρ». Η Μαλαισία, από την πλευρά της, κάλεσε όλες τις πλευρές στη Μιανμάρ να επιλύσουν οποιεσδήποτε εκλογικές διενέξεις έχουν ειρηνικά, ενώ Ταϊλάνδη, Φιλιππίνες και Καμπότζη χαρακτήρισαν το πραξικόπημα ως «εσωτερική υπόθεση» της Μιανμάρ. Το υπουργείο Εξωτερικών της Σιγκαπούρης, εξέφρασε ανησυχία για το στρατιωτικό πραξικόπημα και παρότρυνε όλα τα μέρη να δείξουν αυτοσυγκράτηση και να εργαστούν προκειμένου να υπάρξει ειρηνική επίλυση της κρίσης, ενώ η κυβέρνηση της Ιαπωνίας ανέφερε ότι παρακολουθεί την κατάσταση και προς το παρόν δεν σχεδιάζει τον εσπευσμένο επαναπατρισμό των Ιαπώνων υπηκόων από τη χώρα.

Με πληροφορίες από Reuters, BBC, NBC.

Exit mobile version