Η μάχη για ησυχία σε ένα κόσμο γεμάτο ηχορύπανση
ΚΟΥΛΤΟΥΡΑ

Η μάχη για ησυχία σε ένα κόσμο γεμάτο ηχορύπανση

SHARE THIS

Η επανεκτίμηση της σχέσης μας με τους ήχους της φύσης, σε αντίθεση με τον ανθρωπογενή θόρυβο, μπορεί να βελτιώσει την ανθρώπινη ευημερία.

Χρειάστηκε μια καταιγίδα για να εκτιμήσει ο Gordon Hempton την ησυχία. Μετά από μια επίσκεψη στο σπίτι του στο Σιάτλ της Ουάσινγκτον το 1980, ο 27χρονος τότε μεταπτυχιακός φοιτητής κουράστηκε να διανύει πάνω από 3.000 χιλιόμετρα για να επιστρέψει στο πανεπιστήμιό του στο Μάντισον του Ουισκόνσιν.

Αποφασίζοντας ότι ήταν καιρός να κοιμηθεί και ότι η ζέστη στα τέλη Αυγούστου καθιστούσε περιττό το μοτέλ, ο Hempton σταμάτησε και ξάπλωσε σε ένα χωράφι με καλαμπόκια. Τεντώθηκε και ένιωσε το σώμα του να μαλακώνει μετά από ώρες στο δρόμο. Σαν να ήταν η κατάλληλη στιγμή, ακούστηκε το βουητό μιας καταιγίδας που πλησίαζε. Πολύ εξαντλημένος για να μετακινηθεί, αποφάσισε να μείνει εκεί. Αυτό που έκανε στη συνέχεια τον οδήγησε σε μια επιφοίτηση: άκουσε.

«Τα εισέπραξα και τα ένιωσα όλα: την κίνηση του αέρα, τη δραστηριότητα των εντόμων, τις σταγόνες της βροχής, την ηχώ της βροντής» λέει στο αμερικανικό περιοδικό Wired. «Τα μάτια μου ήταν κλειστά, αλλά ήταν σαν να μπορούσα να δω όλα τα πλάσματα με τα οποία μοιραζόμουν τη ζωή όλο αυτό το διάστημα αλλά δεν τα γνώριζα ποτέ. Εισέπραττα όλους τους ήχους με την ίδια αξία και έμεινα εμβρόντητος από αυτή τη πρωτόγνωρη συνειδητοποίηση».

Η αφύπνιση του Hempton ήταν τόσο έντονη που εγκατέλειψε αμέσως τις σπουδές του στη βιολογία και άλλαξε την πορεία της ζωής του. Σήμερα, 67 ετών, είναι ένας διάσημος ακουστικός οικολόγος (κάποιος που μελετά τον ήχο στο ζωντανό περιβάλλον) και συνιδρυτής της Quiet Parks International (QPI), μιας μη κερδοσκοπικής οργάνωσης με έδρα την Καλιφόρνια, η οποία εντοπίζει και διατηρεί τα φυσικά ηχοτοπία ελέγχοντας τα επίπεδα του ήχου σε αγροτικούς και αστικούς χώρους, ενθαρρύνοντας τους επισκέπτες να αναγνωρίσουν τη σημασία της ησυχίας.

Ο Gordon Hempton, συνιδρυτής του Quiet Parks International

Η ησυχία, με αυτή την έννοια δεν σημαίνει απόλυτη σιωπή. «Ιστορικά και επιστημονικά αναφέρεται στην απουσία σημαντικών παρεμβάσεων θορύβου που προκαλούνται από τον άνθρωπο» λέει ο Hempton. «Έτσι, κατά κάποιον τρόπο, θα μπορούσαμε να πούμε ότι η ησυχία προσφέρει την ευκαιρία να έχουμε επίγνωση του περιβάλλοντός μας και να μην μας στερεί την πρόσβαση σε αυτό η δυνατή ηχορύπανση».

Η ομάδα της QPI μεγαλώνει και αναζητά «ήσυχες περιοχές»

Μέχρι σήμερα, το QPI έχει απονείμει τον χαρακτηρισμό «Quiet Park» σε τμήμα του τροπικού δάσους του Ισημερινού, σε πέντε πάρκα στη Στοκχόλμη και σε δύο τοποθεσίες στην Ταϊβάν. Επί του παρόντος διερευνά πάνω από 260 πιθανές τοποθεσίες σε όλο τον κόσμο, μεταξύ άλλων στη Νέα Υόρκη, στη Χαβάη και στην Πολωνία και στοχεύει να έχει πιστοποιήσει πάνω από 50 τοποθεσίες μέχρι το 2030.
Μετά την καταιγίδα, και με τις σπουδές του να έχουν εγκαταλειφθεί, ο Hempton έγινε ταχυδρόμος στο Σιάτλ, χρησιμοποιώντας το ποδήλατό του για τις μετακινήσεις του. Άρχισε να μαζεύει χρήματα για να αγοράσει ένα μικρόφωνο Neumann KU-81i και ένα μαγνητόφωνο Nagra IV-S. Ταξίδεψε στην πολιτεία της Ουάσινγκτον, στο Εθνικό Πάρκο Olympic, όπου άρχισε να συλλαμβάνει στους θορύβους που προηγούνται και συνοδεύουν την αυγή.

«Δεν είναι μόνο πανέμορφο τοπίο η αυγή, είναι επίσης η ώρα της ημέρας που ο ήχος ταξιδεύει πιο καθαρά και είναι η ώρα που η άγρια ζωή τραγουδάει» τονίζει. Μάζεψε χρήματα και μαζί με μια μικρή υποτροφία από το Ίδρυμα Lindbergh το 1989, το οποίο προσφέρει χρηματοδότηση σε όσους επιδιώκουν την καινοτομία στην τεχνολογία και το περιβάλλον, άρχισε να δαπανά περισσότερο χρόνο σε αυτό που λάτρευε να παρακολουθεί και να καταγράφει – τα ηχοτοπία της φύσης.

Τρία χρόνια αργότερα διάφορα βραβεία και επιχορηγήσεις του επέτρεψαν να ταξιδέψει στον κόσμο για να καταγράψει τους ήχους της αυγής σε έξι ηπείρους. Το έργο του έγινε αντικείμενο ενός ντοκιμαντέρ του PBS, «Vanishing Dawn Chorus», για το οποίο κέρδισε βραβείο Emmy. Αυτό οδήγησε σε αναθέσεις ηχογραφήσεων και το 1992 προσλήφθηκε από τη Microsoft για να να εργαστεί στην κυκλοφορία του λογισμικού εγκυκλοπαίδειας Microsoft Encarta, συμβουλεύοντας την ερευνητική και συντακτική ομάδα σχετικά με το ποιοι ήχοι θα έπρεπε να συνοδεύουν τις διάφορες σελίδες. Η σχέση αυτή συνεχίστηκε για μια δεκαετία, εργάστηκε στη δημιουργία βιντεοπαιχνιδιών όπως το Microsoft Golf και το Microsoft Train Simulator, ηχογραφώντας ακριβή ήχο από την πραγματική ζωή για να βοηθήσει την προσπάθεια των παιχνιδιών να είναι περισσότερο ρεαλιστικά.

Το 1998 το Smithsonian προσέλαβε τον Hempton για να συλλέξει ήχο από την απειλούμενη με εξαφάνιση χλωρίδα και πανίδα της Χαβάης. Άλλα ταξίδια του ήταν εμπνευσμένα από τον άνθρωπο που ο Hempton θεωρεί μέντορά του: τον John Muir, τον αποκαλούμενο «πατέρα των εθνικών πάρκων» στις ΗΠΑ. Ο Hempton πιστεύει ότι ο Muir είναι ένας από τους λίγους ανθρώπους που έχουν αποτυπώσει με ακρίβεια τους ήχους της φύσης στα έργα του. «Κάθε σελίδα των γραπτών του Muir περιγράφει τη μουσική, τη φωνή και το τραγούδι της φύσης» λέει ο Hempton.

Ωστόσο, παρά τις εμπειρίες αυτές, ο Hempton συνειδητοποίησε ότι οι ήσυχοι τόποι εξαφανίζονται με ανησυχητικό ρυθμό, καθώς η ηχορύπανση αφενός δυσκολεύει την ακρόαση των ήσυχων ήχων της φύσης και αφετέρου εξαλείφει είδη από τους βιότοπους, παρεμβαίνοντας στην ικανότητά τους να αποφεύγουν τα αρπακτικά ή να βρίσκουν συντρόφους. «Οι άνθρωποι μου έλεγαν ‘αν θέλεις ησυχία πρέπει να πας εδώ, πρέπει να πας εκεί’ και ήξερα ότι αυτό δεν ήταν αλήθεια. Ήξερα ότι η ησυχία εξαφανιζόταν και κανείς δεν έδινε σημασία».

Μετά από πολλά χρόνια καταγραφής κι ερευνών, ο Hempton έκανε πεζοπορία σε ένα δάσος στην Ουάσιγνκτον όταν επικοινώνησε μαζί του ο Vikram Chauhan, ένας σύμβουλος αστικού σχεδιασμού στη Βομβάη της Ινδίας, ο οποίος είχε αναγνωρίσει τη σημασία της ησυχίας ειδικά σε πολύβουα αστικά κέντρα.

Ο Vikram Chauhan, συνιδρυτής της Quiet Parks International

Ο Chauhan, σήμερα 44 ετών, παρατήρησε ότι όταν περνούσε χρόνο στη φύση, το αίσθημα ειρήνης και γαλήνης βάθαινε. «Ένιωσα ότι κάτι είχα καταφέρει. Είχα βρει τη βαθιά ευτυχία και είχα βρει έναν τρόπο να φτάσω εκεί» είπε στον Hempton. Οι δυο τους συνεργάστηκαν για να ιδρύσουν την Quiet Parks International, με τον Chauhan να αναλαμβάνει πλέον τον ρόλο του προέδρου και τον Hempton να είναι γραμματέας. «Φέραμε διαφορετικές προοπτικές στην ησυχία» τονίζει ο Chaucan. «Η προοπτική του ήταν πολύ δυτική – μια επιστημονική και ποσοτική εμπειρία της εξωτερικής ησυχίας. Η δική μου αντίστοιχα ήταν πολύ ανατολική – μια πολύ ποιοτική εμπειρία της εσωτερικής ησυχίας».

Για να ελέγξει έναν τόπο, το QPI εργάζεται σύμφωνα με μια σειρά προτύπων που καθορίστηκαν από τον Σουηδό εκτελεστικό διευθυντή του, τον Ulf Bohman, ο οποίος προσχώρησε στην ομάδα το 2019. Έχοντας μεγαλώσει στον απομακρυσμένο μακρινό βορρά της Σουηδίας, ο Bohman έμαθε να εκτιμά την ησυχία από νεαρή ηλικία και πέρασε μεγάλο μέρος της δεκαετίας του 1990 καθοδηγώντας εργαζόμενους γραφείου μέσω ασκήσεων ομαδικής σύνδεσης με τη φύση – μία από τις οποίες περιελάμβανε ομάδες που προσπαθούσαν να παραμείνουν σιωπηλές για μισή ημέρα. Τώρα ειδικεύεται στα αστικά πάρκα για την QPI, ενώ ο Hempton επικεντρώνεται σε πιο άγριες περιοχές.

Σύμφωνα με τον Bohman, το πρώτο βήμα για την ανακήρυξη μιας περιοχής σε Quiet Park είναι η συλλογή όσο το δυνατόν περισσότερων δεδομένων. Τόσο η Στοκχόλμη όσο και το Λονδίνο διαθέτουν λεπτομερείς χάρτες θορύβου, ενώ οι τοπικές ομάδες κατοίκων μπορούν συχνά να βοηθήσουν στην επισήμανση των πιο ήσυχων περιοχών ενός συγκεκριμένου πάρκου. Ο στόχος, λέει ο Bohman, είναι να «μάθουμε πώς επηρεάζεται το πάρκο στο σύνολό του από το θόρυβο και πού μπορεί να βρίσκονται τα ήσυχα σημεία». Αυτές θα πρέπει να είναι περιοχές όπου «κυριαρχεί ο ήχος της φύσης και ο ήχος της πόλης μετακινείται στο παρασκήνιο».

Μόλις βρεθεί μια κατάλληλη τοποθεσία, ο Bohman πραγματοποιεί μια σειρά ηχομετρήσεων, κυρίως χρησιμοποιώντας ένα φορητό ηχόμετρο της Extech, το οποίο μετρά τα επίπεδα του ήχου. Ο Bohman κάθεται σε μια τοποθεσία, ενεργοποιεί το μετρητή στάθμης ήχου και παραμένει ακίνητος και ήσυχος για τουλάχιστον 15 λεπτά.

Εάν καταφέρει να καταγράψει επίπεδα ήχου χαμηλότερα από 45 ντεσιμπέλ (π.χ. ελαφρώς πιο δυνατά από τους ήχους σε μια ήσυχη βιβλιοθήκη), με όχι περισσότερες από οκτώ σύντομες ηχητικές διαταραχές ανά ώρα, καθεμία από τις οποίες δεν πρέπει να υπερβαίνει τα 65 ντεσιμπέλ (π.χ. μια δυνατή συζήτηση σε εστιατόριο), τότε η τοποθεσία μπορεί να λάβει το καθεστώς του «ήσυχου πάρκου».

Αυτό δεν σημαίνει ότι ολόκληρο το πάρκο πρέπει να είναι ήσυχο. «Δεν μπορούμε να περιμένουμε ολόκληρο το πάρκο να είναι ήσυχο σε ένα αστικό περιβάλλον» σημειώνει ο Bohman. «Αυτό δεν υπάρχει». Στην περίπτωση του φυσικού πάρκου Judarskogen Nature Preserve, κοντά στη Στοκχόλμη, ο Bohman συνέλεξε ηχογραφήσεις σε τρεις διαφορετικές τοποθεσίες, σημειώνοντας τις συντεταγμένες τους, τη θερμοκρασία, την ταχύτητα του ανέμου, την υγρασία, τη διάρκεια της μέτρησης, τη στάθμη του ήχου σε ντεσιμπέλ και τυχόν διαταραχές.

Το φυσικό πάρκο Judarskogen Nature Preserve

Η διαδικασία ορισμού ενός ήσυχου πάρκου εξελίσσεται συνεχώς

Ο Bohman έμαθε γρήγορα τη σημασία των πολλαπλών καταγραφών σε πολλές ημέρες, συμπεριλαμβανομένων των Σαββατοκύριακων και των απογευμάτων, όταν οι άνθρωποι χρησιμοποιούν περισσότερο το πάρκο. Η επίσκεψη σε διαφορετικές ώρες κατά τη διάρκεια της ημέρας δίνει επίσης τη δυνατότητα να λάβει υπόψη του τα διαφορετικά επίπεδα θορύβου του ανέμου και της κυκλοφορίας. Ένα πρόβλημα είναι ότι, καθώς οι πόλεις αναπτύσσονται, οι οικοδομικές εργασίες μπορεί να καταστήσουν μια προηγουμένως ήσυχη περιοχή προσωρινά θορυβώδη.

Η παρακολούθηση των συνθηκών σε κάθε πάρκο είναι επομένως μια συνεχής διαδικασία. Ο Hempton έχει επίσης περιγράψει σχέδια για την προσθήκη οπτικών, οσφρητικών και απτικών κριτηρίων στα πρότυπα QPI στο εγγύς μέλλον, διευρύνοντας περαιτέρω τον ορισμό της έννοιας «ήσυχο». «Στις πόλεις, οι άνθρωποι δεν ακούνε. Αποκλείονται επειδή έχουν συνηθίσει στο θόρυβο της πόλης. Νομίζω ότι είναι βασικό σε ένα αστικό περιβάλλον να συμμετέχουν και οι άλλες αισθήσεις».

Τον τελευταίο χρόνο, η πανδημία του Covid-19 σήμαινε ότι για ένα τουλάχιστον διάστημα ένα σημαντικό τμήμα της παγκόσμιας κοινωνίας πέρασε στιγμές ησυχίας μέσα στα αστικά κέντρα. Επίσης, για μια περίοδο ο ουρανός ήταν καθαρός από αεροπλάνα, οι δρόμοι άδειοι από αυτοκίνητα και το διαδίκτυο πλημμύρισε με εικόνες της άγριας ζωής που επιχειρεί να «πάρει τα πάνω της». Παρά τη μικρή ανάπαυλα, ο Hempton γνωρίζει ότι η ηχορύπανση παραμένει πρόβλημα. «Δεν έχουμε κανένα μέρος στη Γη που να είναι απαλλαγμένο από την ηχορύπανση για ένα 24ωρο» τονίζει. Η εναέρια κυκλοφορία έχει διπλασιαστεί τα τελευταία 30 χρόνια. Η θαλάσσια κυκλοφορία έχει τετραπλασιαστεί τα τελευταία 20 χρόνια. Και ο παγκόσμιος πληθυσμός έχει διπλασιαστεί κατά τη διάρκεια των τελευταίων 50 ετών».

Ο ποταμός Zabalo στο Εκουαδόρ. Το 2019 ανακηρύχθηκε το πρώτο άγριο πάρκο της λίστας Wilderness Quiet Park

Η ηχορύπανση είναι κάτι παραπάνω από ενοχλητική

Σύμφωνα με έρευνα του Imperial College του Λονδίνου σε 144.000 ενηλίκες στη Νορβηγία και τις Κάτω Χώρες, η μακροχρόνια έκθεση στον κυκλοφοριακό θόρυβο μπορεί να προκαλέσει προβλήματα υγείας ξεχωριστά από τη ρύπανση του αέρα. Οι δυσάρεστοι ήχοι – όπως οι κόρνες των αυτοκινήτων – ενεργοποιούν το σύστημα αντίδρασης στο στρες, πλημμυρίζοντας το σώμα μας με επιβλαβείς χημικές ουσίες, συμπεριλαμβανομένης της κορτιζόλης. Αυτό έχει συνδεθεί με υψηλότερα επίπεδα άγχους και κατάθλιψης, καθώς και με μεγαλύτερο κίνδυνο εγκεφαλικού επεισοδίου, καρδιακών παθήσεων και υπέρτασης.

Ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Περιβάλλοντος (ΕΟΠ) έχει συνδέσει την ηχορύπανση με 12.000 πρόωρους θανάτους, 43.000 εισαγωγές σε νοσοκομεία και 900.000 περιπτώσεις υπέρτασης κάθε χρόνο σε ολόκληρη την Ευρώπη. «Εκτιμούμε ότι το 20% του πληθυσμού της Ευρώπης εκτίθεται σε χρόνια επίπεδα θορύβου που είναι επιβλαβή για την υγεία – αυτό αντιστοιχεί σε περισσότερα από 100 εκατομμύρια άτομα» τονίζει η Eulalia Peris, ειδική σε θέματα θορύβου στον ΕΟΠ. «Η οδική κυκλοφορία είναι μακράν η πηγή που επηρεάζει τους περισσότερους ανθρώπους. Πρόκειται για ένα σημαντικό ζήτημα δημόσιας υγείας. Προκαλεί ενοχλήσεις, διαταραχές του ύπνου, αρνητικές επιπτώσεις στο μεταβολικό και καρδιαγγειακό σύστημα, καθώς και γνωστικές διαταραχές στα παιδιά».

Οι άνθρωποι όμως δεν είναι το μόνο είδος που επηρεάζεται. Μια συγκεντρωτική ανάλυση 108 μελετών σε περισσότερα από 100 είδη ζώων που πραγματοποιήθηκε το 2019 από το Πανεπιστήμιο Queen’s του Μπέλφαστ διαπίστωσε ότι η ηχορύπανση διαταράσσει τις ικανότητες προσανατολισμού και το ζευγάρωμα των ζώων, αυξάνοντας επίσης τα επίπεδα στρες.

Από την άλλη πλευρά της εξίσωσης, η επανεκτίμηση της σχέσης μας με τους ήχους της φύσης, σε αντίθεση με τον ανθρωπογενή θόρυβο, μπορεί να βελτιώσει την ανθρώπινη ευημερία. Μια μελέτη του 2017 από τον καθηγητή Hugo Critchley της Ιατρικής Σχολής Brighton and Sussex μέτρησε την εγκεφαλική δραστηριότητα και τον καρδιακό ρυθμό των συμμετεχόντων καθώς άκουγαν φυσικούς και τεχνητούς ήχους. Ο Critchley εξηγεί ότι στη διάρκεια της δοκιμής τα άτομα που άκουγαν φυσικά ηχητικά τοπία ήταν λιγότερο αφηρημένα, πιο χαλαρά και μπορούσαν να ανακάμψουν καλύτερα από το στρες.

Εν τω μεταξύ, μια μελέτη του King’s College του Λονδίνου διαπίστωσε ότι η έκθεση σε δέντρα και τραγούδια πουλιών βελτίωσε την ψυχική ευεξία. Δεν είναι μόνο ο δυτικός κόσμος που αισθάνεται το όφελος του χρόνου που περνάει στη φύση. Ο Ιάπωνας «πρωτοπόρος του δασικού μπάνιου» και γιατρός Qing Li πιστεύει ότι ο χρόνος στη φύση είναι ζωτικής σημασίας και ενθαρρύνει τους ανθρώπους να αφήνουν τα τηλέφωνά τους στο σπίτι, ενώ «ακούνε τον άνεμο και γεύονται τον αέρα».

Όσον αφορά τα επόμενα βήματα, ο Hempton ελπίζει ότι οι άνθρωποι θα αρχίσουν σταδιακά να αναπροσαρμόζουν τη σχέση τους με τη φύση και την ηχορύπανση. «Ελπίζω να μην ξεχάσουμε ότι η ησυχία που βιώσαμε μέσα στα lockdown της πανδημίας μας έκανε πιο υγιείς και κατά κάποιο τρόπο πιο δεκτικούς να απολαμβάνουμε τη ζωή διαφορετικά. Θέλω να πιστεύω ότι το φυσικό αποτέλεσμα αυτού είναι ότι η ησυχία θα αρχίζει να αποτελεί αναγκαιότητα στη ζωή μας και θα έχει σίγουρα θετικές επιδράσεις στη ψυχική μας ζωή, στη σχέση μας με το περιβάλλον και τους ανθρώπους ευρύτερα».

Exit mobile version