Old: Η επιστροφή του Shyamalan στη μεγάλη οθόνη
ΚΟΥΛΤΟΥΡΑ

Old: Η επιστροφή του Shyamalan στη μεγάλη οθόνη

SHARE THIS

Με τη νέα του ταινία ο Shyamalan δικαιώνει τον τίτλο του μεγάλου σκηνοθέτη.

Δύο χρόνια μετά το Glass, με το οποίο συμπληρώθηκε η τριλογία του Άφθαρτου, ο Shyamalan επιστρέφει με το Old. Μια ταινία που κινείται στα γνωστά και αγαπημένα του μονοπάτια και που μπορεί να μην ενθουσιάσει κάποιους, καθώς δεν καταφέρνει να φτάσει το μεγαλείο της Έκτης Αίσθησης και του Split, σίγουρα όμως δεν πρόκειται να απογοητεύσει τους φανς του, μιας και διαθέτει όλα εκείνα τα στοιχεία- προϋπόθεση για να περάσει κανείς ένα απολαυστικό δίωρο στο σινεμά: Γρήγορο ρυθμό, καταιγιστική σκηνοθεσία, ενδιαφέρουσα ιδέα και το κλασικό twist ending αλά Shyamalan, που όπως πάντα φέρνει στο τέλος την ανατροπή.

Στα της υπόθεσης, μια οικογένεια με τα δύο μικρά της παιδιά -η δε μητέρα με σοβαρό πρόβλημα υγείας- πηγαίνουν διακοπές σε εξωτικό θέρετρο. Εκεί ο διευθυντής του ξενοδοχείου τους προτείνει μια ερημική παραλία που περιστοιχίζεται από σπάνια ορυκτά πετρώματα, για να απολαύσουν μόνοι τους το μπάνιο τους στη θάλασσα. Όμως, όπως αποδεικνύεται, στην παραλία δεν είναι τελικά μόνοι τους, καθώς η ίδια «υπόσχεση» περί απομόνωσης και γαλήνης έχει δοθεί και σε άλλες δύο οικογένειες, η κάθε μία με μέλος που έχει επίσης σοβαρό πρόβλημα υγείας…

Εκεί λοιπόν σύντομα θα αρχίσουν να αντιλαμβάνονται ότι ο χρόνος κυλάει αφύσικα γρήγορα για όλα τα μέλη και τους γερνά παραδόξως μόνο σωματικά, ενώ νοητικά και πνευματικά παραμένουν στην ίδια ηλικία που είχαν όταν βρέθηκαν στην παραλία.Κι αν όλο αυτό σας ακούγεται μάλλον δυσνόητο, κάντε υπομονή μέχρι το τέλος, όπου ο Shyamalan δίνει το κλασικό twist ending του με το οποίο λύνονται όλες οι απορίες.

Το trailer της ταινίας 

Πέρα όμως από την ανατροπή του τέλους, ο Shyamalan αγαπά και κάτι ακόμα: Να εμφανίζεται πάντα σε κάθε του ταινία, στα χνάρια του Hitchcock που τον έχει επηρεάσει πολύ στο έργο του. Έτσι και στο Old κάνει το γνωστό του cameo, ως οδηγός των πρωταγωνιστών στην παραλία. Σε όλα αυτά τα χρόνια αποτελεί πλέον ένα διασκεδαστικό παιχνίδι για τους φανς των ταινιών του το να τον περιμένουν από στιγμή σε στιγμή, μαντεύοντας σε τι ρόλο θα εμφανιστεί κάθε φορά. Στα συν της ταινίας η υποδειγματική σκηνοθεσία, που από την αρχή σε βάζει κατευθείαν στον ρυθμό του μυστηρίου, ενώ το σφιχτοδεμένο μοντάζ και τα έξυπνα κόλπα της κάμερας καταφέρνουν να κρατούν σε συνεχή εγρήγορση τον θεατή, διατηρώντας ταυτόχρονα την αίσθηση ενός κλίματος γαλήνης και χαλαρότητας, που βιώνει κανείς σε μια παραλία.

Δυνατό επίσης και το cast των ηθοποιών, με τον Rufus Sewell να ξεχωρίζει, έχοντας άλλωστε και τον πιο αβανταδορικο ρόλο. Πολύ καλή και η Vicky Krieps, η πρωταγωνίστρια της οσκαρικής Αόρατης Κλωστής, ενώ την τριάδα συμπληρώνει ο Μεξικανός Gael Garcia Bernal, με μια ερμηνεία κάπως διακπεραιωτική, σε έναν ρόλο καθαρά σχηματικό.

Έπρεπε, όπως φαίνεται, να προηγηθούν μερικά μέτρια έως κακά φιλμ μέχρι να φτάσουμε στο αριστουργηματικό Split για να καταλάβουμε ότι ίσως ο Shyamalanείναι ο νέος Carpenter – όπως και ο Carpenter, όλες οι ταινίες του είναι low budget, με ευφάνταστη σκηνοθεσία και απειλητική ατμόσφαιρα. Από την άλλη βέβαια ίσως αυτός να είναι και ο νέος Shyamalan, αυτός που θα έπρεπε να είναι.

Δεδομένων λοιπόν των κάμποσων «στραβοπατημάτων» του – βλέπε «The Happening» και «The last airbender»- οφείλουμε να παραδεχτούμε ότι στο Old ευτυχώς είδαμε τον καλό εαυτό του Shyamalan. Όχι τον καλύτερο, αλλά όχι και τον χειρότερο. Κι είναι επίσης σημαντικό το γεγονός ότι ο Shyamalan κατάλαβε επιτέλους ότι αυτό στο οποίο είναι πραγματικά καλός είναι η σκηνοθεσία και όχι το σενάριο. Κακά τα ψέματα, ο Shyamalan είναι καταπληκτικός σκηνοθέτης, αλλά το σενάριο δεν είναι το… δυνατό του σημείο.

Και οι δύο εξαιρετικές σεζόν του Servant, όπου σκηνοθετούσε αυτός και η κόρη του χωρίς να έχει αγγίξει καθόλου το σενάριο, αποδεικνύουν του λόγου το αληθές. Αξίζει επίσης να πούμε εδώ ότι το Οld βασίζεται σε γραφική νουβέλα, την οποία ο Shyamalan διασκεύασε για τις ανάγκες της μεταφοράς της στη μεγάλη οθόνη.
Είναι κρίμα ωστόσο, γιατί αυτή η πραγματικά ενδιαφέρουσα ιδέα δεν αξιοποιήθηκε στον βαθμό που θα μπορούσε. Είναι περισσότερο από βέβαιο ότι αν αυτό το υλικό βρισκόταν στα χέρια ενός πιο τολμηρού σκηνοθέτη και σεναριογράφου, όπως για παράδειγμα του Jordan Peele –σκηνοθέτης ανάλογης καλλιτεχνικής ιδιοσυγκρασίας με τον Shyamalan- το αποτέλεσμα θα ήταν πολύ διαφορετικό, λειτουργώντας ως αιχμηρή παραβολή για τη σύγχρονη κοινωνία.

Η ταινία αναμφίβολα διαθέτει καλά στοιχεία και δεν θα μετανιώσει κανείς για τον χρόνο που επένδυσε για να τη δει. Συνολικά ωστόσο δεν είναι κάτι που ο θεατής θα ‘χει να θυμάται για χρόνια μετά και σίγουρα δεν είναι η ταινία που πηγαίνει καλλιτεχνικά την καριέρα του Shyamalan ένα βήμα παραπέρα, όπως συνέβη 22 χρόνια πριν με την 6η Αίσθηση και 5 χρόνια πριν με το Split.

Exit mobile version