«Χωμένοι» βαθιά στον Αμαζόνιο: Δύο δημοσιογράφοι αφηγούνται ιστορίες ιθαγενών
ΚΟΥΛΤΟΥΡΑ

«Χωμένοι» βαθιά στον Αμαζόνιο: Δύο δημοσιογράφοι αφηγούνται ιστορίες ιθαγενών

SHARE THIS

Δύο δημοσιογράφοι αφηγούνται με διαφορετικό τρόπο την πραγματικότητα στα εδάφη του Αμαζονίου, αφήνοντας τα συναισθήματα των αυτόχθονων να μιλήσουν από μόνα τους.

Η βραβευμένη με το βραβείο Gabo σειρά «Υπερασπιστές των τροπικών δασών» δείχνει ότι η ενσυναίσθηση σε συνδυασμό με μια κοφτερή ματιά μπορούν να αποκαλύψουν σημαντικές αλήθειες που αποκρύπτονται από την κυρίαρχη αφήγηση για τα τροπικά δάση και τις ιστορίες των ιθαγενικών πληθυσμών που ζουν κι αναπτύσσονται μέσα σε αυτά.

Όταν ο Ισπανομεξικανός δημοσιογράφος Francesc Badia i Dalmases και ο Ουρουγουανός φωτορεπόρτερ Pablo Albarenga αποφάσισαν να ερευνήσουν τους τρόπους με τους οποίους η κλιματική αλλαγή βλάπτει τους αυτόχθονες πληθυσμούς στον Αμαζόνιο, συνειδητοποίησαν ότι η αλήθεια μπορεί τελικά να προκύψει μόνο από την ίδια την πραγματικότητα όπως την βιώνουν οι ίδιοι οι πρωταγωνιστές της.

Ο Pablo Albarenga
Ο Francesc Badia i Dalmases

Η σειρά «Υπερασπιστές των τροπικών δασών», η οποία κέρδισε το βραβείο Gabo Prize 2020 στην κατηγορία φωτογραφίας αφηγείται τις ιστορίες νέων ανθρώπων που προσπαθούν να καταπολεμήσουν τις συνέπειες της κλιματικής αλλαγής στα τροπικά δάση του Αμαζονίου, η οποία απειλεί άμεσα τα ίδια τους τα σπίτια, την ίδια τους τη ζωή, καθώς και τον κόσμο γενικότερα.

«Θέλαμε να απαντήσουμε σε ένα πολύπλοκο ερώτημα, το οποίο είναι πώς η κλιματική αλλαγή επηρεάζει τους πληθυσμούς που την υφίστανται άμεσα» δήλωσε ο Badia στο Gabo Foundation. «Είναι ένα πολύ αφηρημένο ερώτημα που συνήθως απαντάται με στατιστικά στοιχεία, ωστόσο αυτό που επιδιώξαμε ήταν να έχουμε μια προσωπική απάντηση από αυτόν τον μικρόκοσμο της Αμαζονίας».

Αντί να παίξουν με στατιστικά δεδομένα, ο Badia και ο Albarenga αποφάσισαν να μπουν στην καρδιά του οικοσυστήματος του Αμαζονίου για αρκετές εβδομάδες, για να γνωρίσουν το έδαφός του και να κατανοήσουν από πρώτο χέρι τη δυναμική των κοινοτήτων που κατοικούν σε αυτό.

Το αποτέλεσμα ήταν ένα έργο πολυμέσων με δέκα επεισόδια που παρήγαγε η democraciaAbierta, τα οποία συνδυάζουν αρμονικά κείμενο μεγάλου μήκους, βίντεο και φωτογραφία για να απεικονίσουν τη σχέση των κοινοτήτων του Αμαζονίου με το έδαφός τους και τον αγώνα τους για την υπεράσπισή του.

Αποφυγή της εκμετάλλευσης

Τα άρθρα της έρευνας δημοσιεύθηκαν στην ισπανική εφημερίδα El País και στον ιστότοπο του Κέντρου Pulitzer, το οποίο έχει ως στόχο την ευαισθητοποίηση για παγκόσμια θέματα που δεν καλύπτονται επαρκώς από τα ΜΜΕ. Τα άρθρα δημοσιεύτηκαν επίσης από την Washington Post, τον Guardian και την Initium Media, ένα ψηφιακό μέσο με έδρα το Χονγκ Κονγκ.

«Το έργο φέρνει τη φωνή των πρωταγωνιστών και τις ιστορίες που αφηγούνται οι ίδιοι» δήλωσε ο Albarenga στο Gabo Foundation. «Βάζουμε τους εαυτούς μας μπροστά, ως όχημα, και γεφυρώνουμε με κάποιον τρόπο το χάσμα μεταξύ ενός μεγάλου κοινού εκτός του Αμαζονίου και των πρωταγωνιστών του με στόχο να υπάρξει μεγαλύτερη απήχηση διεθνώς».

Οι εξορύξεις τροφοδοτούν την κλιματική κρίση του Αμαζονίου, με εταιρίες να εκμεταλλεύονται τους φυσικούς πόρους και να τους εξάγουν, χωρίς να προσφέρουν κανένα όφελος στην περιοχή που παρέχει τους πόρους.

Έχοντας αυτό κατά νου, οι Badia και Albarenga αποφάσισαν ότι η σειρά θα έπρεπε να αποφύγει την πεπατημένη προσέγγιση. Αντί δηλαδή απλώς να επισκεπτούν την περιοχή, να συλλέξουν ιστορίες και να επιστρέψουν στα γραφεία τους για να επεξεργαστούν το υλικό τους, οι δύο ερευνητές αποφάσισαν να βυθιστούν πλήρως στον Αμαζόνιο και να διαμορφώσουν το έργο από εκεί.

«Το κλειδί ήταν να περάσουμε αρκετό χρόνο με κάθε κοινότητα, ώστε να υπάρχει μια σχέση εμπιστοσύνης, ώστε να μην πάμε εκεί βιαστικά, θέλοντας να αποσπάσουμε την ιστορία μας και να φύγουμε», δήλωσε ο Badia. «Είναι βασικό να έχεις αυτή την άμεση επαφή με τους ανθρώπους με τους οποίους πρόκειται να δουλέψεις, ώστε να αποκαλυφθεί η μαγεία της εγγύτητας και της σχέσης εμπιστοσύνης μεταξύ μας, η οποία είναι αυτή που θα μας δώσει μια διαφορετική οπτική».

Ο Badia και ο Albarenga ταξίδεψαν σε διάφορες κοινότητες στον Αμαζόνιο της Βραζιλίας για ένα μήνα, τον Μάρτιο του 2019. Στη συνέχεια, τον Οκτώβριο του ίδιου έτους, ακολούθησε ένα δεύτερο ταξίδι, περνώντας τρεις εβδομάδες στην περιοχή του Αμαζονίου στο Εκουαδόρ.

Ο Badia έγραψε κάθε ιστορία επί τόπου, ώστε οι περιγραφές του να αποτυπώνουν πιστά την αισθητική εμπειρία και τις συναισθηματικές καταστάσεις της καθημερινής ζωής στη ζούγκλα. «Μόλις έβγαινα έξω, αν είχα γράψει την ιστορία με βάση όλες τις σημειώσεις, θα ήταν διαφορετική» είπε. «Αν αρχίσεις να γράφεις επιτόπου, χωρίς ‘φίλτρα’, η ιστορία είναι πιο φρέσκια και έχει έναν τόνο πιο κοντά σε αυτό που θέλεις να εξηγήσεις και να αποτυπώσεις».

Η ομάδα είχε την υποστήριξη ακτιβιστών που εργάζονταν ήδη στην περιοχή για αρκετό καιρό και έτσι γνώριζαν τους διάφορους ηγέτες των κοινοτήτων. Με αυτόν τον τρόπο εντόπισαν τους Ednei, Dani, Drica, Joane και Tupi, τους πρωταγωνιστές των ιστοριών για την περιοχή του βραζιλιάνικου Tapajós και τους Julián, Verónica και Nantu, οι οποίοι εμφανίζονται στις ιστορίες από την περιοχή Achuar του Εκουαδόρ.

Και οι δύο δημοσιογράφοι φρόντισαν να διασφαλίσουν ότι η παρουσία τους και η κάλυψη της καθημερινότητας δεν θα συνιστούσε εισβολή στη ζωή των κοινοτήτων. «Προσπαθήσαμε να είμαστε όσο το δυνατόν πιο αόρατοι ή ουδέτεροι» δήλωσε ο Badia. «Πιστεύουμε ότι αυτή η αφήγηση είναι εκείνη που αντικατοπτρίζει καλύτερα την πραγματικότητα και τον σκοπό κάθε μία από τις ιστορίες, να κατανοήσουμε δηλαδή καλά ποιοι είναι αυτοί οι χαρακτήρες, τι αισθάνονται, τι σκέφτονται, τι βλέπουν και πώς θέλουν να το επικοινωνήσουν».

Η πρώτη ιστορία της σειράς δημοσιεύτηκε τον Ιούνιο του 2019. Μέχρι τον Φεβρουάριο του 2020 είχαν δημοσιευτεί οκτώ ιστορίες. Πέρυσι οι δύο δημοσιογράφοι πραγματοποίησαν ένα τρίτο ταξίδι, αυτή τη φορά στον Αμαζόνιο της Κολομβίας, από το οποίο προέκυψαν δύο ακόμη ιστορίες, αυτές του José Gregorio και της Lilia.

Πέρα από τα στερεότυπα

Η διεθνής κριτική επιτροπή του Gabo Prize 2020 επαίνεσε την προσεκτική και καλοδουλεμένη προσέγγιση των συντελεστών και τα μηνύματα που θέλησαν να περάσουν. Οι δημοσιογράφοι συμφώνησαν με την κριτική επιτροπή ότι τα οπτικοακουστικά στοιχεία της σειράς ήταν θεμελιώδη για την επίδρασή της, επειδή απεικόνιζαν την κρίση του Αμαζονίου από την οπτική γωνία των ανθρώπων του. Ο Albarenga εξήγησε ότι το κείμενο, τα σύντομα βίντεο και οι σταθερές για μεγάλο διάστημα λήψεις που συνθέτουν κάθε ένα από τα δέκα επεισόδια αλληλοσυμπληρώνονται, έτσι ώστε το κοινό να μπορεί να κατανοήσει την ιστορία κάθε πρωταγωνιστή σε διαφορετικά επίπεδα, αλλά και σε παράλληλη συνέχεια.

«Πρόκειται για τη συγκέντρωση διαφορετικών ειδών αφήγησης για να παρουσιάσουμε μια ιστορία με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, έτσι ώστε να είναι πολύ πιο ολιστική στην προσέγγισή της και να αντιμετωπίζει όλα αυτά τα επίπεδα πλούτου που ενσωματώνονται σε κάθε ιστορία» δήλωσε ο Albarenga.

Κάθε επεισόδιο περιλαμβάνει ως εικόνα εξωφύλλου μια φωτογραφία του πρωταγωνιστή ξαπλωμένου στο έδαφος, η οποία συνδυάζεται με μια άλλη εικόνα της ιδιαίτερης περιοχής τους στον Αμαζόνιο. Ο Albarenga τόνισε ότι αυτός ήταν ένας αποτελεσματικός τρόπος για να δείξουν ότι οι ιθαγενείς έχουν μια μοναδική σχέση με τη γη τους. «Η σχέση μεταξύ του σώματος και του εδάφους είναι πολύ σαφής και, κατά κάποιον τρόπο, είναι επίσης σαν να αποτίουμε φόρο τιμής σε αυτά τα εδάφη, σε αυτούς τους αγώνες, σε αυτούς τους ανθρώπους».

Ο Albarenga κέρδισε το Sony World Photography Award 2020 για τις φωτογραφίες του και στη συνέχεια τις συγκέντρωσε σε ένα φωτογραφικό δοκίμιο με τίτλο «Semillas de Resistencia» (Σπόροι της αντίστασης), στο οποίο συνέχισε να προσθέτει εικόνες. Πλέον υπάρχουν 17 πορτραίτα. Εκτός από το drone που χρησιμοποίησε, ο βασικός εξοπλισμός που είχε στη διάθεσή του ο Albarenga ήταν μια κάμερα με ενσωματωμένο μικρόφωνο.

Οι Badia και Albarenga πιστεύουν ότι η βασική δύναμη της δουλειάς τους είναι ότι ανοίγει νέους δρόμους για μια δημοσιογραφία που βασίζεται στην ενσυναίσθηση, στην απεικόνιση της πραγματικότητας, που γεννά συναισθήματα και δεν κατευθύνει τον αναγνώστη και θεατή προς μια κατεύθυνση, αλλά του αφήνει το χώρο και τη δυνατότητα να επιλέξει εκείνος/η πως να ‘διαβάζει’ μια κατάσταση.

«Νομίζω ότι η δημοσιογραφία, ιδίως στη Λατινική Αμερική, βρίσκεται σε μια ενδιαφέρουσα φάση πειραματισμού, αναζήτησης νέων τρόπων αφήγησης ιστοριών, και νομίζω ότι αυτή η δουλειά μπορεί να συμβάλει σε αυτή την τάση» δήλωσε ο Badia. «Το κλειδί βρίσκεται σε μια δημοσιογραφία που είναι πολύ ευαίσθητη στις αξίες του άλλου, με την περιοχή και τον τόπο συνολικά – μια δημοσιογραφία που είναι λιγότερο παρεμβατική, που δίνει περισσότερο χρόνο στην ιστορία που θέλει να πει και την αφήνει να κυλήσει. Είναι μια άσκηση ταπεινότητας και επαγγελματισμού ταυτόχρονα».

Exit mobile version