Γιατί η ΕΕ δεν επιβάλλει κυρώσεις κατά του Ερντογάν;
ΠΟΛΙΤΙΚΗ

Γιατί η ΕΕ δεν επιβάλλει κυρώσεις κατά του Ερντογάν;

SHARE THIS

Από τις αρχές του καλοκαιριού οι Βρυξέλλες αποφεύγουν να θέσουν επί τάπητος το ζήτημα των κυρώσεων κατά της Τουρκίας για την συνεχή επιθετικότητα που επιδεικνύει σε Αιγαίο και Ανατολική Μεσόγειο.
Η γερμανική κυβέρνηση, παρότι έχει δημοσίως δηλώσει ότι οι διπλωματικές «αβρότητες» προς την Άγκυρα πρέπει να συνεχιστούν, αναγνωρίζει ότι θεμελιώδεις πτυχές της εποικοδομητικής διπλωματίας έχουν καταπατηθεί. Η τριμερής Ελλάδας, Τουρκίας, Γερμανίας στο Βερολίνο απέβει άκαρπτη, η αντίδραση στο άνοιγμα του παραλιακού δρόμου των Βαρωσίων δεν έλαβε ισχυρής απάντησης από την πλευρά της ΕΕ, τη στιγμή που η νέα NAVTEX για το «Oruc Reis» εκδίδεται από την Άγκυρα τις ημέρες που επιλέγει ο Γερμανός ΥΠΕΞ να επισκεφτεί Αθήνα και Λευκωσία.
Η τουρκική ηγεσία αποδεικνύει με κάθε τρόπο ότι αδιαφορεί για κάθε ενέργεια της ΕΕ, όπως επίσης και για τις συνεχείς «απειλές» της ελληνικής πλευράς περί επιβολής κυρώσεων.
Τελευταίο «καψόνι» από πλευράς της Τουρκίας είναι η άρνηση της άδειας εισόδου στο κυβερνητικό αεροσκάφους που μετέφερε τον Έλληνα ΥΠΕΞ κ. Δένδια από τη Βαγδάτη στην Αθήνα χθες το βράδυ, παρά το γεγονός ότι οι τουρκικές αρχές ήταν ήδη ενημερωμένες για τη συγκεκριμένη πτήση. Αποτέλεσμα ήταν το αεροσκάφος να κάνει για περίπου είκοσι λεπτά κύκλους στον αέρα μέχρι, τελικά, να του επιτραπεί η υπερπτήση και να φτάσει στο αεροδρόμιο της Ελευσίνας με μεγάλη καθυστέρηση λίγο πριν τα μεσάνυχτα.

Η Σύνοδος Κορυφής δεν αναμένεται να προσφέρει λύση στο αδιέξοδο

Ο Έλληνας Πρωθυπουργός μεταβαίνει σήμερα στις Βρυξέλλες για τη Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ, έχοντας ήδη λάβει επιστολή από τον Πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Σαρλ Μισέλ, ότι το ζήτημα της τουρκικής παραβατικότητας δεν βρίσκεται στην ατζέντα των συζητήσεων.
Πρόκειται για ένα ακόμη «άδειασμα» των Βρυξελλών προς τον κ. Μητσοτάκη, που επαληθεύει πως η ΕΕ, και συγκεκριμένα οι Big 4 -Γερμανία, Γαλλία, Ιταλία, Ισπανία – δεν επιθυμούν κυρώσεις, αλλά εξομάλυνση της κρίσης μέσα από τις διερευνητικές επαφές και διάλογο.
Τα οικονομικά και εμπορικά συμφέροντα υπερισχύουν της παραβατικότητας τρίτου κράτους σε βάρος κράτους-μέλους της ΕΕ, πολύ περισσότερο όταν πρόκειται για μια μεγάλη, περιφερειακή οικονομία, όπως η τουρκική, σε στενή σχέση με την ΕΕ και για επιμέρους κρίσιμα ζητήματα, όπως το προσφυγικό.
Η BBVA – η δεύτερη μεγαλύτερη τράπεζα της Ισπανίας – λαμβάνει το ένα τρίτο των κερδών της από την Τουρκία, ενώ ανάλογα παραδείγματα υπάρχουν και στην Ιταλία, αλλά και στην Ολλανδία. Η γαλλική κυβέρνηση από την πλευρά της αξιοποιεί την ελληνοτουρκική κρίση για να διοχευτέσει οπλικά συστήματα και αεροσκάφη στην Ελλάδα, κάνοντας παράλληλα αυστηρές «συστάσεις» προς την Άγκυρα, με την γερμανική πλευρά να τηρεί επαμφοτερίζουσα στάση για να διαφυλάξει αφενός την πρωτοκαθεδρία των κινήσεων εντός ΕΕ, αφετέρου να μην επιδεινώσει τις σχέσεις της με την Τουρκία, υψώνοντας εμπόδια σε γερμανικές επενδύσεις σε μια χώρα με φτηνό εργατικό δυναμικό, χωρίς να ξεχνά και τους πάνω από 4 εκατομμύρια τουρκικής καταγωγής ψηφοφόρους που βρίσκονται στη Γερμανία.
Η ΕΕ αναγνωρίζει συνολικά ότι η τουρκική οικονομία βρίσκεται σε πολύ δύσκολη κατάσταση, με το τραπεζικό σύστημα και τα ασφαλιστικά της ταμεία να κινδυνεύουν. Πίσω, δηλαδή, από την στάση αναμονής και την απροθυμία της ΕΕ να επιβάλλει κυρώσεις, κρύβεται ο φόβος διάχυσης της τουρκικής κρίσης στην Ευρώπη, ειδικά σε μια περίοδο αστάθειας και ύφεσης για τις ευρωπαϊκές οικονομίες.

Πως μπορεί να αντιδράσει ελληνική κυβέρνηση μέσα σε αυτούς τους συσχετισμούς;

Όπως υπογραμμίζει ο καθηγητής Σωτήρης Ρούσσος, η ελληνική κυβέρνηση πρέπει να σταματήσει να θέτει το ζήτημα με την Τουρκία σε στενά διμερές πλαίσιο.
«’Όταν, ας πούμε, μας λένε ότι ο Λουκασένκο φυλακίζει την αντιπολίτευση και για αυτό πρέπει να του επιβληθούν κυρώσεις, θα πρέπει να πούμε ότι συμφωνούμε με όλη μας την καρδιά. Αλλά να βάλουμε κυρώσεις και στην Τουρκία που φυλακίζει δημάρχους, δημοσιογράφους, ακαδημαϊκούς, ηγέτες της αντιπολίτευσης. Να μην θέτουμε δηλαδή το ζήτημα της Τουρκίας μόνο στο στενά διμερές πλαίσιο. Ετσι μπορεί να μας στηρίξουν και άλλες χώρες, όπως οι Σκανδιναβικές. Σε τελική ανάλυση η Τουρκία είναι και χώρα υποψήφια για ένταξη, συνεπώς έχουμε από αυτή μεγαλύτερες απαιτήσεις, από ό,τι έχουμε από τη Λευκορωσία του Λουκασένκο».
Ο κ. Ρούσσος σημειώνει ακόμα ότι τα μικρότερα σε ισχύ κράτη-μέλη της ΕΕ, όπως η Ελλάδα, που δεν μπορούν να επιβάλλουν αποφάσεις ή να επηρεάσουν σημαντικά άλλους εταίρους, μπορούν να αξιοποιήσουν το νομικό πλαίσιο. Κι εδώ τονίζει το λάθος από ελληνικής πλευράς, την αφαίρεση δηλαδή της λέξης «κυρώσεις» από τα κείμενα της ΕΕ, η οποία υπήρχε ήδη από την άνοιξη του 2019.
«Όταν έχεις πετύχει να βάλεις τη λέξη ‘κυρώσεις’ σε ένα κείμενο της ΕΕ, όπως είχαμε πετύχει πριν από περίπου ενάμιση χρόνο, την άνοιξη του 2019, δεν το ‘βγάζεις’ αυτό από εκεί. Δεν αφαιρείς τη λέξη. Γιατί κάθε λέξη σε κάθε κείμενο της ΕΕ, το οποίο είναι συμφωνημένο, σημαίνει ορισμένα πράγματα. Και σημαίνει ότι δε μπορείς να πας πίσω από αυτό. Εμείς πήγαμε με δική μας θέληση, για πρώτη φορά στα χρονικά, πίσω από μια λέξη που είχαμε κερδίσει να την πει η ΕΕ».
Ο πολιτικός επιστήμονας και διεθνολόγος Θόδωρος Τσίκας προσθέτει την κρίσιμη παράμετρο της καταφυγής στο διεθνές δίκαιο και σε απόφαση του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης για την επίλυση των διαφορών με την Τουρκία, σημειώνοντας ότι «έχει έρθει η ώρα της αλήθειας για την ελληνική πλευρά».
«Διέξοδος θα βρεθεί με σαφή πολιτική βούληση των δύο χωρών για επίλυση των προβλημάτων. Μόνο με συνολική συμφωνία με την Τουρκία για το καθεστώς του Αιγαίου ή με μια απόφαση του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης, θα κατοχυρωθούν πλήρως και τελεσίδικα τα δικαιώματα της Ελλάδας και θα αποφευχθούν κίνδυνοι στρατιωτικής σύγκρουσης», τονίζει ο κ. Τσίκας.
«Αυτό δεν μπορεί να γίνει με την επαναφορά στην άποψη ότι έχουμε μόνο μία διαφορά με την Τουρκία. Δεν υπάρχει μόνο μία διαφορά ανάμεσα στην Τουρκία και την Ελλάδα. Υπάρχουν πολλές διαφορές. Το θέμα των διαφορών με την Τουρκία, στην Ελλάδα έχει παρεξηγηθεί. Θεωρούμε ότι αν δεχτούμε την ύπαρξη άλλων διαφορών, συζητούμε στη βάση των θέσεων της άλλης πλευράς. Αυτό δεν είναι απαραίτητο», καταλήγει ο κ. Τσίκας στην ανάλυσή του.
Διαβάστε ακόμα >> Ρεπορτάζ Rosa: Οι ελληνοτουρκικές σχέσεις σε κρίση

Exit mobile version