Κεραμέως: Αγωγή κατά ΟΛΜΕ και ΔΟΕ για την απεργία στις εξετάσεις «Ελληνική PISA»
EUROKINISSI) ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΟΝΤΑΡΙΝΗΣ
ΠΟΛΙΤΙΚΗ

Κεραμέως: Αγωγή κατά ΟΛΜΕ και ΔΟΕ για την απεργία στις εξετάσεις «Ελληνική PISA»

SHARE THIS

Οι εκπαιδευτικοί κατηγορούν την υπουργό Παιδείας για την επιλογή του προγράμματος που, όπως υποστηρίζουν, προάγει τον ανταγωνισμό, την εμπορευματοποίηση της παιδείας, τους διαχωρισμούς και τις ανισότητες μεταξύ σχολικών μονάδων και μαθητών.

Με αγωγή κατά ΔΟΕ και ΟΛΜΕ απαντά η ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας στην εκ νέου απεργία κατά τη διάρκεια των εξετάσεων της ”Ελληνικής PISA” που κήρυξαν τα κορυφαία συνδικαλιστικά όργανα των εκπαιδευτικών.

Η ΟΛΜΕ κήρυξε πανελλαδική 3ωρη στάση εργασίας, που να καλύπτει τις ώρες διεξαγωγής των εξετάσεων στις 10 Μαΐου και καλεί τα μέλη της να μην συμμετάσχουν στις διαδικασίες διεξαγωγής του ελληνικού προγράμματος PISA.

Η ΔΟΕ κήρυξε πανελλαδική 4ωρη διευκολυντική στάση εργασίας για το πρώτο 4ωρο του πρωινού προγράμματος, στις 10 Μαΐου, ημέρα διεξαγωγής των εξετάσεων, προκειμένου, όπως σημειώνει στο ανακοινωθέν “να ακυρώσουμε τις εξετάσεις κατηγοριοποίησης και αποκλεισμού”.

Υπενθυμίζεται ότι οι εν λόγω εξετάσεις αφορούν στην Στ΄ Δημοτικού και στη Γ΄ Γυμνασίου, στη Γλώσσα και τα Μαθηματικά, διενεργούνται σε εθνικό επίπεδο, ανεβάζοντας έτσι τον αριθμό των πανελλαδικών που καλούνται να συμμετάσχουν οι μαθητές κατά τη σχολική τους πορεία στις οκτώ και των γραπτών δοκιμασιών στις 217!

Η εκπαιδευτικοί κατηγορούν την ηγεσία του υπ. Παιδείας ότι μλενει προσκολλημένη σε ένα πρόγραμμα του ΟΟΣΑ που έχει δεχτεί σοβαρή κριτική παγκοσίως, καθώς  πρόκειται για εργαλείο με το οποίο προάγεται ο σχολικός ανταγωνισμός, οι ανισότητες, η εμπορευματοποίηση της παιδείας, η κατηγοριοποίηση των σχολικών μονάδων και διεκολύνεται ο εξοστρακισμός των αδύναμων μαθητών των λαϊκών οικογενειών.

 

Η ανακοίνωση της ΟΛΜΕ

«Πανελλαδική 3ωρη στάση εργασίας στις 10/5 για τις αντιπαιδαγωγικές εξετάσεις τύπου P.I.S.A

Το ΥΠΑΙΘ, παρά τις αντιδράσεις σύσσωμης της εκπαιδευτικής κοινότητας, προχωρά και φέτος σε εξετάσεις διαγνωστικού χαρακτήρα για μαθητές/τριες της Στ’ Δημοτικού και Γ΄ Γυμνασίου, η επονομαζόμενη και ελληνική PISA. Οι εξετάσεις αφορούν στα γνωστικά αντικείμενα της Νεοελληνικής Γλώσσας και των Μαθηματικών και θα υλοποιηθούν σε αντιπροσωπευτικό δείγμα τουλάχιστον 6.000 μαθητών σε ανώνυμη βάση, από τουλάχιστον 600 συμμετέχουσες σχολικές μονάδες.

Το ΥΠΑΙΘ, συνεπές στη στείρα επικοινωνιακή πολιτική του, διακηρύσσει ότι το εξεταστικό πρόγραμμα έχει σχεδιαστεί με βάση το διεθνές πρόγραμμα P.I.S.A. του ΟΟΣΑ. Δείχνει να αγνοεί ότι το πρόγραμμα αυτό έχει δεχτεί σοβαρή κριτική παγκοσμίως, με βασικά επιχειρήματα, μεταξύ άλλων, ότι η χρησιμοποίησή του ως ερευνητικού εργαλείου οδηγεί σε έναν ακραίο και αφόρητο ανταγωνισμό ανάμεσα στην εκπαιδευτική κοινότητα, αντιστρατεύεται βασικές παιδαγωγικές αρχές ενός ανθρωπιστικού σχολείου, οδηγεί σε κατηγοριοποίηση και κατάταξη των σχολείων, των μαθητών/μαθητριών αλλά και των εκπαιδευτικών, ενώ προσανατολίζει τη διδασκαλία σε προσχεδιασμένα μαθήματα και ενισχύει την στείρα αποστήθιση σε βάρος της κριτικής και δημιουργικής μάθησης.

Τα αποτελέσματα του διεθνούς διαγωνισμού είναι αποκαλυπτικά και μεταξύ άλλων αποδεικνύουν την άμεση σύνδεση των μαθησιακών αποτελεσμάτων με την κοινωνικο-οικονομική προέλευση των μαθητών/τριών. Η απάντηση του ΟΟΣΑ, της ΕΕ αλλά και της ελληνικής κυβέρνησης απέναντι στις ανισότητες και στην αποτύπωσή τους στα αποτελέσματα των διαγνωστικών εξετάσεων, είναι ο διαχωρισμός των μαθητών/τριών και η διοχέτευση αυτών που προέρχονται από τα πιο χαμηλά κοινωνικά στρώματα σε σχολεία υποβαθμισμένα, σχεδιασμός που προωθείται και με την προγραμματική δήλωση της ΝΔ για «ελεύθερη επιλογή σχολείου από τους γονείς». Έχει αποδειχθεί σε όλες τις χώρες που εφαρμόστηκε, ότι αυτή η τακτική λειτουργεί ως αυτοεκπληρούμενη προφητεία για αυτούς τους μαθητές και τις μαθήτριες: όχι μόνο δε βοηθά στη γνωστική ανάπτυξη τους και δεν αμβλύνει τις ταξικές ανισότητες, όπως οι ίδιοι ευαγγελίζονται, αλλά τις παγιώνει και τις αναπαράγει.

Η Υπουργός Παιδείας συνεχίζει να επιδεικνύει την επικίνδυνη άγνοια της για επιστημονικά και παιδαγωγικά ζητήματα που αφορούν στην εκπαίδευση. Ακόμα και το επιχείρημα ότι τα αποτελέσματα των εξετάσεων τύπου PISA θα βοηθήσουν στη βελτίωση των αναλυτικών προγραμμάτων το έχει ακυρώσει η ίδια η κυβέρνηση, αφού τα αναλυτικά προγράμματα γράφτηκαν πριν τις εξετάσεις, σήκωσαν θύελλα αντιδράσεων από τις επιστημονικές ενώσεις και τα σωματεία των εκπαιδευτικών και μετά τα αποτελέσματα των πρώτων εξετάσεων δεν υπήρξε πρακτικά καμία αλλαγή. Έχουμε δηλαδή την παγκόσμια επιστημονική πρωτοτυπία η αξιολόγηση των αποτελεσμάτων μιας «έρευνας» για ένα επιστημονικό έργο να γίνεται πριν αυτή υλοποιηθεί!!!

Η κυβέρνηση δεν προχώρησε ούτε σε ένα μέτρο που μπορεί πραγματικά να αναβαθμίσει το εκπαιδευτικό σύστημα της χώρας. Αιτήματα που χρόνια τώρα ο κλάδος αναδεικνύει, όπως η κατάσταση της σχολικής στέγης και των υποδομών, ο αριθμός των μαθητών/τριών ανά τάξη, η κάλυψη των αναγκών με μόνιμο προσωπικό ώστε να σταματήσει η αθλιότητα της αναπλήρωσης, η κάλυψη όλων των μαθητών που έχουν ανάγκη από παράλληλη στήριξη, ψυχολόγοι και κοινωνικοί λειτουργοί σε όλα τα σχολεία, ειδικά μετά την όξυνση των προβλημάτων που κληρονομήσαμε από την πανδημία και την τραγική διαχείριση των κλειστών σχολείων, αλλά και ζητήματα που έχουν να κάνουν με το ίδιο το περιεχόμενο του σχολείου, τα αναλυτικά προγράμματα και τα σχολικά βιβλία. Αντιθέτως νομοθέτησε «ρυθμίσεις» όπως οι εξετάσεις τύπου PISA, η Τράπεζα Θεμάτων και η ΕΒΕ, που αυξάνουν τις ανισότητες, αλλάζουν τη λειτουργία του δημόσιου σχολείου και το μετατρέπουν σε ένα εξεταστικό κέντρο με τον παιδαγωγικό του ρόλο εξοβελισμένο, με στόχο τον αποκλεισμό των μαθητών/μαθητριών από τη δημόσια εκπαίδευση.

Είναι προφανές ότι η κυβέρνηση δε στοχεύει ούτε στην άμβλυνση των ανισοτήτων, ούτε στην αναβάθμιση της εκπαίδευσης. Άλλη είναι η πραγματική στόχευση. Όπως μας πληροφορεί το ΙΕΠ, «Η PISA είναι πνευματικό παιδί του ΟΟΣΑ …» και συνεχίζει «η έλλειψη ίσων ευκαιριών ειδικά για τα κατώτερα κοινωνικά στρώματα δεν οφείλεται στις κοινωνικές ανισότητες αλλά στο ότι οι χαμηλού επιπέδου μαθητές δεν έχουν πρόσβαση σε σχολεία με εκπαιδευτικούς υψηλών προσόντων». Για μία ακόμα φορά η πολιτική ηγεσία του ΥΠΑΙΘ, αγνοώντας όλα τα διεθνή επιστημονικά πορίσματα καταλήγει στο «συμπέρασμα» ότι για όλα τα δεινά της εκπαίδευσης την ευθύνη φέρουν οι εκπαιδευτικοί και όχι η άκρως αντιεκπαιδευτική και ταξική πολιτική της κυβέρνησης. Η ίδια η υπουργός χαρακτηρίζει αυτές τις εξετάσεις ως έναν από τους τρεις βασικούς πυλώνες της αξιολόγησης, της κατηγοριοποίησης δηλαδή των σχολείων, που με μαθηματική ακρίβεια οδηγεί στην υποβάθμιση των μορφωτικών δικαιωμάτων της πλειοψηφίας των μαθητών/τριών, όπως έχει ήδη αποδειχτεί στις χώρες που εφαρμόστηκε.

Οι εκπαιδευτικοί της τάξης, όλοι/ες εμείς που κρατήσαμε όρθια τα σχολεία τα τελευταία χρόνια κάτω από τις πιο δύσκολες συνθήκες, γνωρίζουμε ότι η διδασκαλία δεν είναι ένα μονόπρακτο έργο που κρίνεται μέσα σε ένα δίωρο εξετάσεων, με ενιαίους ισοπεδωτικούς όρους, ανεξάρτητα από την κοινωνική προέλευση, τις συνθήκες διαβίωσης, την οικογενειακή κατάσταση των μαθητών/τριών. Αξιολογούμε τους/τις μαθητές/τριές μας όχι ισοπεδωτικά, αλλά ξεχωριστά, με κάθε τρόπο: με τη συζήτηση, με δραστηριότητες ομαδικές ή ατομικές, ακόμα και με ένα γραπτό διαγώνισμα. Αν το ΥΠΑΙΘ ήθελε πράγματι να εξάγει αντικειμενικά αποτελέσματα για την εκπαιδευτική πραγματικότητα, θα αξιοποιούσε αυτά τα δεδομένα. Όμως οι στόχοι του είναι άλλοι. Οι εκπαιδευτικοί αποτιμούμε τα αποτελέσματα, βασανίζουμε τον εαυτό μας, συζητάμε με τους συναδέλφους μας για το πώς θα γίνουμε καλύτεροι στη δουλειά μας, αλλά και το πώς θα βοηθήσουμε κάθε μαθητή/τρια χωριστά με βάση και την κοινωνική του/της ένταξη. Δε δεχόμαστε οι εξετάσεις να χρησιμοποιούνται για να διαχωρίζονται οι μαθητές/τριεες σε παιδιά και αποπαίδια, δε θέλουμε ένα σχολείο υποβαθμισμένο για τα παιδιά των λαϊκών οικογενειών, ένα σχολείο που θα σηκώνει τεράστια εμπόδια απέναντι σε αυτά τα παιδιά που θέλουν να σπουδάσουν. Θέλουμε ένα δημόσιο ποιοτικό και συμπεριληπτικό σχολείο που να μορφώνει ολόπλευρα όλα τα παιδιά.

Απαιτούμε από το ΥΠΑΙΘ να σταματήσει κάθε διαδικασία που σχετίζεται με τη λεγόμενη «ελληνική PISA». Καλούμε τις ΕΛΜΕ να καταδικάσουν αυτούς τους σχεδιασμούς, να ενημερώσουν εκπαιδευτικούς, γονείς και μαθητές/τριες για τις πραγματικές τους στοχεύσεις.

Κηρύσσουμε πανελλαδική 3ωρη στάση εργασίας, που να καλύπτει τις ώρες διεξαγωγής των εξετάσεων στις 10 Μαΐου και καλούμε τα μέλη μας να μην συμμετάσχουν στις διαδικασίες διεξαγωγής του ελληνικού προγράμματος PISA.»

Η ανακοίνωση της ΔΟΕ

«Ακυρώνουμε την υλοποίηση των εξετάσεων PISA.

Η πολιτική ηγεσία του Υ.ΠΑΙ.Θ., με πλήρη απουσία διάθεσης να αντιληφθεί το αρνητικό πρόσημο του ανάλογου περσινού της εγχειρήματος που, υποτίθεται ως «απολύτως επιτυχημένο», θα τύγχανε γενικευμένης εφαρμογής, σε εφαρμογή του ν.4823/21 επιχειρεί να διενεργήσει και φέτος εξετάσεις διαγνωστικού χαρακτήρα σε εθνικό επίπεδο για τους/τις μαθητές/τριες της ΣΤ΄ τάξης 300 Δημοτικών και της Γ΄ τάξης 300 Γυμνασίων.

Το Δ.Σ. της Δ.Ο.Ε. είχε τονίσει με την περσινή του ανακοίνωση για το ίδιο ζήτημα ότι οι κυβερνώντες «επιδιώκουν να ενισχύσουν τον κοινωνικό ανταγωνισμό, τη λογική “όλοι εναντίον όλων”, με τα αποτελέσματα να ιεραρχούν μαθητές και σχολεία, ανοίγοντας τον αντιδραστικό δρόμο για την γονεϊκή επιλογή σχολείων, μέσω της σύγκρισης». Το γεγονός ότι το πρόγραμμα της Ν.Δ. για την παιδεία, που δημοσιοποιήθηκε πριν λίγες ημέρες, περιλαμβάνει αυτήν ακριβώς την εξαγγελία, για «ελεύθερη επιλογή από γονέα της σχολικής μονάδας φοίτησης των μαθητών», κάτι που παρουσιάζεται ως προνόμιο στους γονείς ενώ θα οδηγήσει σε υποβάθμιση σχολείων και επιλογή και μαθητών από τα σχολεία (κάτι που έχει ήδη συμβεί όπου εφαρμόστηκαν ανάλογα συστήματα), επιβεβαιώνει, δυστυχώς, τους ολέθριους σχεδιασμούς που κρύβονται πίσω από το όλο εγχείρημα.

Οι εξετάσεις διαγνωστικού χαρακτήρα σε εθνικό επίπεδο αποτελούν μέρος του συνολικού αντιδραστικού σχεδιασμού του Υ.ΠΑΙ.Θ. για την εφαρμογή της αξιολόγησης μαθητών-εκπαιδευτικών-σχολικών μονάδων, με οδυνηρές συνέπειες για τη δημόσια εκπαίδευση, με περαιτέρω υποβάθμιση του ρόλου των εκπαιδευτικών και ασφυκτικό έλεγχο των σχολικών πρακτικών και διδασκαλίας, με μη εκπαιδευτικά κριτήρια.

Η δίωρη εξέταση σε Γλώσσα και Μαθηματικά με ποσοτικούς δείκτες και κοινά θέματα για όλη τη χώρα μετατρέπει τους/τις μαθητές/τριες σε πειραματόζωα ενός πειράματος που έχει ως στόχο την κατηγοριοποίηση των σχολείων και τον μορφωτικό αποκλεισμό μεγάλου μέρους του μαθητικού πληθυσμού. Οι μαθητές/τριές μας οδηγούνται σε ένα αγώνα δρόμου ώστε να ανταπεξέλθουν σε «φασόν», πανελλήνιου τύπου εξετάσεις, που καλλιεργούν την κουλτούρα απόρριψης που θα τους συνοδεύει σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης.

Οι εξετάσεις PISA μόνο αθώες δεν είναι!

Αποτελούν εργαλεία των αντιεκπαιδευτικών σχεδίων του Ο.Ο.Σ.Α. για τη δημόσια εκπαίδευση. Επιχειρούν να αλλάξουν τη λειτουργία του δημόσιου σχολείου και να το μετατρέψουν σε ένα εξεταστικό κέντρο όπου θα κυριαρχεί η εμπορευματοποίηση του μορφωτικού αγαθού.

Δεν θα επιτρέψουμε να μετατραπεί η γνώση σε τυποποιημένη μετρήσιμη δεξιότητα, θυσιάζοντας οποιαδήποτε έννοια ολόπλευρης ανάπτυξης και ουσιαστικής καλλιέργειας των μαθητών/τριών. Να μη «νεκρώσει» η γνώση και η κριτική σκέψη πάνω στα σύγχρονα κοινωνικά ζητήματα.
Υπερασπιζόμαστε το δημόσιο σχολείο, τον παιδαγωγικό ρόλο των εκπαιδευτικών και τα μορφωτικά δικαιώματα των μαθητών/τριών μας.
Με βάση τα παραπάνω:

Κηρύσσουμε πανελλαδική 4ωρη διευκολυντική στάση εργασίας για το πρώτο 4ωρο του πρωινού προγράμματος, στις 1ο Μαΐου, ημέρα διεξαγωγής των εξετάσεων, προκειμένου να ακυρώσουμε τις εξετάσεις κατηγοριοποίησης και αποκλεισμού.

Καλούμε τους Συλλόγους Π.Ε. της χώρας να προβούν σε κοινές ενημερώσεις – συζητήσεις με τις ενώσεις – συλλόγους γονέων και συλλόγους διδασκόντων, ώστε να απορρίψουν τη συμμετοχή στις εξετάσεις.

Καλούμε τους εκπαιδευτικούς να συμμετέχουν στις κινητοποιήσεις προκειμένου να αποτραπεί η παραπέρα υποβάθμιση του δημόσιου σχολείου.»

Η ανακοίνωση του ΥΠΑΙΘ

«Κατεπείγουσα αγωγή ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών κατέθεσε και φέτος η Υπουργός Παιδείας και Θρησκευμάτων Νίκη Κεραμέως κατά της Διδασκαλικής Ομοσπονδίας Ελλάδος (ΔΟΕ) και της Ομοσπονδίας Λειτουργών Μέσης Εκπαίδευσης (ΟΛΜΕ), ζητώντας να αναγνωριστεί και πάλι ως παράνομη και καταχρηστική η εκ νέου κηρυχθείσα απεργία – αποχή από τις εξετάσεις διαγνωστικού χαρακτήρα για τους μαθητές της ΣΤ’ Τάξης δημοτικών σχολείων και της Γ’ Τάξης των γυμνασίων σε θέματα ευρύτερων, γενικών γνώσεων των γνωστικών αντικειμένων της Νεοελληνικής Γλώσσας και των Μαθηματικών – «Ελληνικής PISA.

Οι εξετάσεις είναι προγραμματισμένες να πραγματοποιηθούν την Τετάρτη 10 Μαΐου 2023, σε 600 σχολεία, τα οποία επελέγησαν ως αντιπροσωπευτικό δείγμα από το σύνολο των σχολείων της χώρας, ανά βαθμίδα εκπαίδευσης. Η αγωγή θα εκδικαστεί σήμερα, Δευτέρα, λόγω του κατεπείγοντος και της προγραμματισμένης διενέργειας των εξετάσεων την Τετάρτη 10/5.

Υπενθυμίζεται ότι με την υπ’ αριθ. 537/2022 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, όμοια αγωγή του Υπουργείου Παιδείας κατά των ΔΟΕ και ΟΛΜΕ, που αφορούσε στις αντίστοιχες εξετάσεις της προηγούμενης σχολικής χρονιάς, έγινε δεκτή ως προς όλα τα αιτήματά της και η αντίστοιχη απεργιακή κινητοποίηση κηρύχθηκε παράνομη και καταχρηστική.

Το ζήτημα που εγείρεται εδώ και δύο χρόνια, κατά τα οποία αξιοποιείται το εργαλείο αυτό ως μέρος της αξιολόγησης του εκπαιδευτικού συστήματος, αφορά την εφαρμογή ή μη ψηφισμένου Νόμου από τη Βουλή των Ελλήνων (Ν. 4823/2021), τον οποίο οι συνδικαλιστικές ηγεσίες αυθαίρετα αποπειρώνται να καταργήσουν στην πράξη, αρνούμενες διαρκώς την οποιαδήποτε προσπάθεια βελτίωσης της ποιότητας της εκπαίδευσης.

Αξίζει να σημειωθεί ότι η «Ελληνική PISA» αποσκοπεί στην εξαγωγή συμπερασμάτων σχετικά με την πορεία υλοποίησης των Προγραμμάτων Σπουδών και τον βαθμό επίτευξης των προσδοκώμενων μαθησιακών αποτελεσμάτων, με ζητούμενο την έγκυρη και αξιόπιστη αποτύπωση των γνώσεων, ικανοτήτων και δεξιοτήτων των μαθητών. Κατόπιν μελέτης και αποτίμησης των συμπερασμάτων αυτών, η εκπαιδευτική πολιτική μπορεί να σχεδιάζεται στοχευμένα, βελτιώνοντας εν συνόλω τη μαθησιακή διαδικασία.

Θύματα της απεργιακής αυτής κινητοποίησης, επομένως, κινδυνεύουν να είναι οι μαθητές, γι’ αυτό και το Υπουργείο προσέφυγε στο Δικαστήριο, προκειμένου τα παιδιά μας να μπορέσουν να έχουν πρόσβαση σε μία καλύτερη εκπαίδευση, που θα λαμβάνει υπόψη, κατά το σχεδιασμό της, μετρήσιμα, αντικειμενικά στοιχεία».

Exit mobile version