Μαντσίνι και Βιάλι: Μια φιλία πιο βαθιά και από τη θάλασσα
ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΣ

Μαντσίνι και Βιάλι: Μια φιλία πιο βαθιά και από τη θάλασσα

SHARE THIS

Η φιλιά των δύο πρώην συμπαικτών και νυν συνεργατών στην εθνική Ιταλίας κρατάει δεκαετίες. Το Athletic κάνει ένα όμορφο αφιέρωμα λίγο πριν Ιταλία αντιμετωπίσει την Αγγλία στον τελικό του Euro 2020.

Ο Ρομπέρτο Μαντσίνι και ο Τζιανλούκα Βιάλι στέκονται στη βεράντα έξω από το «La Piedigrotta», το εστιατόριο όπου συνήθιζαν να βγαίνουν για δείπνο με την υπόλοιπη ομάδα της Σαμπντόρια δύο φορές την εβδομάδα. Γι’ αυτούς, είναι το μέρος του Carmine, το δικό τους μέρος, όπου το guazzetto alla ligure – η ψαρόσουπα – είναι τόσο γευστική όσο πουθενά αλλού. Εδώ ήταν που συγκεντρώθηκε η ομάδα του ’91 τον περασμένο Μάιο για να γιορτάσει την 30ή επέτειο της κατάκτησης του «schudetto», τον ένα και μοναδικό τίτλο πρωταθλήματος του συλλόγου.

Και όμως, καθώς ο Μαντσίνι κοίταζε το νερό, το μυαλό του γύρισε στο Γουέμπλεϊ και στην ήττα της Σαμπντόρια στην παράταση στον τελικό του Ευρωπαϊκού Κυπέλλου το 1992. «Πάντα κερδίζαμε στο Γουέμπλεϊ» αναστέναξε. Είναι αλήθεια, η Σαμπντόρια έπαιζε τακτικά και θριάμβευε στο εμβληματικό λονδρέζικο στάδιο, όταν συμμετείχε στο καταργημένο πλέον τουρνουά Makita. «Πάντα υπάρχει μια πρώτη φορά», τον παρηγόρησε ο Βιάλι. «Ή κερδίζεις ή μαθαίνεις, σωστά; Ποτέ δεν χάνεις. Σκέψου τις καλές στιγμές». Δες τη θετική πλευρά, χαμογέλασε και πάρε τα θετικά. Αυτή είναι η κοσμοθεωρία του Βιάλι.

Η ζωή και η όμορφη παρέα στη Σαμπντόρια

Στη νίκη με 2-1 επί της Αυστρίας για τη φάση των «16» του Euro 2020, λίγο περισσότερο από ένα μήνα μετά από εκείνη την επανασύνδεση στη Γένοβα, ο φακός έπιασε τον Βιάλι να κατεβαίνει γρήγορα τα σκαλιά, να περνάει τη μικρή πύλη ανάμεσα στις κερκίδες και τον αγωνιστικό χώρο και να αγκαλιάζει τον Μαντσίνι, ο οποίος γύρισε κατευθείαν στην αγκαλιά του σαν να ήξερε ότι ο πρώην συμπαίκτης του ήταν εκεί, παρασυρμένος από την ευφορία που προκάλεσε το γκολ του Federico Chiesa εναντίον των Αυστριακών.

«Ο Ρομπέρτο είναι ο ήρωάς μου από τότε που ήμουν 14 ετών», θυμήθηκε ο Βιάλι στο Che Tempo Che Fa, την εκπομπή που παρουσιάζει ο οπαδός της Σαμπντόρια Φάμπιο Φάτσιο στη RAI. «Συναντηθήκαμε για πρώτη φορά στο Κοβερτσιάνο, το «αρχηγείο»της εθνικής ομάδας της Ιταλίας. Ο κόσμος μιλούσε ήδη από τότε γι’ αυτόν. Πόσο καιρό γνωριζόμαστε; Σαράντα χρόνια; Οι στόχοι μας πάντοτε συναντιόντουσαν με ένα περίεργο τρόπο, αβίαστα, χωρίς απαραίτητα να το επιδιώκουμε».

Οι δυο τους ήταν συγκάτοικοι στο ξενοδοχείο Astor, όπου η Σαμπντόρια συνήθιζε να μένει πριν από τα εντός έδρας παιχνίδια της. Φώναζαν τον σεφ της ομάδας Giorgio Parri, τον «King George», όπως ήταν γνωστός, για μεταμεσονύκτιες γιορτές με σπαγγέτι alla bucaniera. «Όταν περνάς τη νύχτα πριν από μια μάχη κάτω από την ίδια στέγη, όταν περνάς την ίδια χαρά και τον ίδιο πόνο, όταν εκπληρώνεις την ίδια αποστολή και είσαι πάνω κάτω στην ίδια ηλικία, πώς γίνεται να μην είσαι φίλος;» αναρωτήθηκε ο Βιάλι.

Όταν οι «Δίδυμοι του Γκολ», όπως τους αποκαλούσαν, δεν ήταν στο Carmine, χόρευαν μέχρι το πρωί στο Carillon στο Portofino ή έπαιζαν μια παρτίδα Cirulla στο Edilio, το εστιατόριο δίπλα στο Luigi Ferraris, με τους άλλους «επτά νάνους», όπως ήταν γνωστοί οι υπόλοιποι φίλοι και συμπαίκτες τους. Ο Βιάλι ήταν ο Sleepy, ο Μαντσίνι ο Dopey και ο Μορένο Μανίνι, ο παλιός δεξιός μπακ της Σαμπντόρια, ο Sneezy.

Το Μουντιάλ του 1990 και ο όρκος για το Scudetto

Μετά το Μουντιάλ της Ιταλίας το 1990, που κάθε άλλο παρά «Notti Magiche» (μαγικές βραδιές) ήταν για τον Μαντσίνι, που δεν έπαιξε ούτε λεπτό και τον Βιάλι, που είχε τσιμπήματα στη βουβωνική χώρα, κόλλησε βρογχίτιδα και έχασε τη θέση του από τον Toto Schillaci, πέταξαν για τον Μαυρίκιο με τον Fausto Pari, βοηθό τώρα του Μαντσίνι, και τον συμπαίκτη τους Pietro Vierchowod για να ξεφύγουν από όλα αυτά.

Μαντσίνι και Βιάλι με τη φανέλα της Σαμπντόρια το 1989

Επιστρέφοντας στη Γένοβα, ο Βιάλι, που δεν είχε ακόμη ξεπεράσει την απογοήτευση, ζήτησε από τον Mantovani περισσότερο χρόνο για να αποσυμπιεστεί. Σε αντάλλαγμα ορκίστηκε ότι η Σαμπντόρια θα κέρδιζε το πρωτάθλημα εκείνη τη χρονιά, πράγμα που έκανε για πρώτη και τελευταία φορά στην ιστορία της. Ήταν ένα αθλητικό «θαύμα», μια συγκλονιστική χρονιά που όμοιά της δεν ξαναγνώρισε η Σαμπντόρια.

Ποιος παίκτης άραγε δεν θα ήθελε να δουλεύει με αυτή την παρέα στην εθνική Ιταλίας; Ποιος δεν θα ήθελε αυτούς τους τύπους στη δική του ομάδα; Μια παρέα αδελφών, κολλητών, που κάνουν το επάγγελμά τους χόμπι και το αντίστροφο. «Κάθε δικαιολογία για να βρεθούμε μαζί είναι καλή» δήλωσε ο Βιάλι. Και όχι περισσότερο απ’ ό,τι τον χειμώνα του 2018, όταν ο Γκαμπριέλε Γκραβίνα, ο πρόεδρος της ιταλικής ποδοσφαιρικής ομοσπονδίας, τον προσέγγισε για να εξετάσει το ενδεχόμενο να τοποθετηθεί επικεφαλής της αποστολής  της Ιταλίας στο Euro.

Η σκληρή μάχη με τον καρκίνο

Εκείνη την εποχή ο Βιάλι υποβαλλόταν σε έναν δεύτερο, δύσκολο γύρο χημειοθεραπείας. Ο καρκίνος στο πάγκρεας για τον οποίο είχε υποβληθεί σε θεραπεία είχε επιστρέψει. Αρχικά νόμιζε ότι είχε πάθει κράμπα αλλά επειδή ο πόνος επέμενε, ζήτησε από τον φίλο του Τζίτζι Μπουφόν να τον φέρει σε επαφή με τον ειδικό που είχε δει ο ίδιος μετά το Παγκόσμιο Κύπελλο του 2010 στη Νότια Αφρική. Όμως ήταν σαφές ότι οι πόνοι που τον έπιαναν στους γλουτούς του ήταν κάτι περισσότερο από ισχιαλγία. «Άρχισα να αισθάνομαι με έναν τρόπο που δεν είχα αισθανθεί ποτέ πριν» έγραψε ο Βιάλι. «Είναι σαν να έχω γίνει κάποιος άλλος. Νιώθω άδειος, εξαντλημένος, χωρίς ίχνος πίστης και θετικότητας. Βρίσκω τον εαυτό μου να κλαίει συχνά. Προσπαθώ να πηγαίνω βόλτες, αλλά ακόμα και τα λίγα βήματα είναι δύσκολα. Είναι τόσο δύσκολα που απλά παρατάω».

Έχασε 16 κιλά και άρχισε να φοράει πολλά ρούχα μαζί, πουλόβερ κάτω από χοντρά πλεκτά, για να δείχνει πιο ογκώδης. Οι κόρες του ζωγράφιζαν τα φρύδια του και του έφτιαχναν το μακιγιάζ όσο έκανε χημειοθεραπεία, προκειμένου να τον βοηθήσουν να «μοιάζει με αυτό που υποτίθεται ότι πρέπει να μοιάζει ο Τζιαλούκα Βιάλι». Ένα ελάφι που βγαίνει από το δάσος, όπως τον είχε περιγράψει ο παλιός του προπονητής Vujadin Boskov. Δεν ήθελε οι φίλοι και οι αγαπημένοι του να ανησυχούν. «Αυτό είναι ένα προστατευτικό μέτρο. Για να προστατεύσω εκείνους, αλλά και τον εαυτό μου. Ο τρόπος που μου μιλούν, που σχετίζονται μαζί μου, που κάνουν πλάκα μαζί μου…Δεν θέλω να αλλάξει αυτό, ποτέ».

Κατά τη διάρκεια της θεραπείας άρχισε να μελετά την ασιατική φιλοσοφία και συνέλεξε αποφθέγματα, μάντρα και ιστορίες που τον βοηθούσαν να σκέφτεται και να παραμένει θετικός. Η δύσκολη αυτή περίοδος και η μάχη που έδωσε ο Βιάλι περιλαμβάνονται στο δεύτερο βιβλίο του με τίτλο «Goals», με τον ίδιο να σημειώνει ότι δεν είδε ποτέ τον καρκίνο ως μάχη. «Δεν είμαι πολεμιστής. Δεν πολεμώ τον καρκίνο. Είναι πολύ δυνατός εχθρός και δεν θα είχα καμία ελπίδα. Είμαι ένας άνθρωπος σε ένα ταξίδι και ο καρκίνος με συνόδευσε σε αυτό το ταξίδι σαν ένας ανεπιθύμητος συνταξιδιώτης. Ο στόχος μου είναι να συνεχίσω να κινούμαι, να συνεχίσω να περπατάω μέχρι να χορτάσει και να με αφήσει ήσυχο».

Το κεφάλαιο εθνική Ιταλίας

Ο Βιάλι αποδέχθηκε την πρόταση της ιταλικής ομοσπονδίας από αγάπη για τη χώρα του και την ευκαιρία που του παρείχε να συνεργαστεί με τους καλούς του φίλους. «Είμαι σε μια φάση της ζωής μου που θέλω να εμπνέω τους ανθρώπους» δήλωσε στο Φεστιβάλ Αθλητισμού της La Gazzetta dello Sport. «Θέλω να προσπαθήσω να βοηθήσω τους ανθρώπους και να συνεισφέρω όπου μπορώ. Ελπίζω να μπορέσω να προσφέρω, αλλά θέλω επίσης να μαθαίνω κι εγώ, γιατί είμαι περίεργος άνθρωπος». Η περιέργεια πάντα διέκρινε τον Βιάλι. Την βλέπεις στο πανεπιστημιακό πτυχίο που πηρέ διαβάζοντας ώρες ατελείωτες, στο βιβλίο του «The Italian Job» που προσπαθεί να κατανοήσει τη δική του ποδοσφαιρική κουλτούρα και αυτή που βίωσε στην Αγγλία, η οποία έχει γίνει δεύτερη πατρίδα του, στη σημασία που αποδίδει στον κοινωνικό χαρακτήρα του ποδοσφαίρου και στη συμβολή του στην ανάπτυξη των τοπικών κοινοτήτων.

Όταν ο βοηθός του Μαντσίνι, Λέλε Οριάλι, απουσίαζε από το παιχνίδι του Nations League με την Πολωνία τον Νοέμβριο του 2020, ο Βιάλι επέστρεψε στον πάγκο για πρώτη φορά από την εποχή που ήταν προπονητής της Γουότφορντ. Κάποια στιγμή η μπάλα κύλησε εκτός παιχνιδιού, δίπλα στον πάγκο της Ιταλίας. Την πήρε και τη φίλησε πριν την πετάξει πίσω. Ήταν μια χειρονομία αγάπης.

Όταν ξαναβρέθηκε δίπλα στον Mαντσίνι αναλογίστηκε πώς τον έκανε να νιώσει. «Ήμουν πάντα στο πλευρό του Ρομπέρτο στο γήπεδο. Μου έφερε αναμνήσεις, ξύπνησε ξανά παλιά, όμορφα συναισθήματα». Ήταν αυτά τα ίδια συναισθήματα που είδαμε στον πανηγυρισμό τους στο Γουέμπλεϊ, που θύμιζε τόσο πολύ τα τέλη της δεκαετίας του ’80 και τις αρχές της δεκαετίας του ’90, όταν ο ένας συνεχάρη τον άλλον για ένα ωραίο γκολ που μόλις είχαν πετύχει για τη Σαμπντόρια. «Η ζωή είναι κατά 10% αυτό που μας συμβαίνει και κατά 90% το πώς το αντιμετωπίζουμε…» λέει ο Βιάλι.

Exit mobile version