Ο Οζίλ αποσύρθηκε από την ενεργό δράση, αλλά εμάς ο Ερντογάν μας ήρθε στο μυαλό
AP PHOTO
ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΣ

Ο Οζίλ αποσύρθηκε από την ενεργό δράση, αλλά εμάς ο Ερντογάν μας ήρθε στο μυαλό

SHARE THIS

Στην Μπασακσεχίρ έκλεισε την καριέρα του ο Οζίλ, βρισκόμενος στην αγκαλιά του Ερντογάν. Να δούμε αν φέτος, στις προεδρικές εκλογές στην Τουρκία, θα αποχωρήσει και ο Ερντογάν από την διοίκηση της χώρας, έπειτα από μία 20ετία.

Την απόφαση να «κρεμάσει» τα ποδοσφαιρικά του παπούτσια, σε ηλικία 34 ετών, ανακοίνωσε χθες ο Μεσούτ Οζίλ. Ήταν παίκτης-«κλειδί» της εθνικής Γερμανίας, η οποία κατέκτησε το τρόπαιο στο Μουντιάλ που διεξήχθη το 2014 στα γήπεδα της Βραζιλίας, όμως το 2018 αποχώρησε από το αντιπροσωπευτικό συγκρότημα εν μέσω πολιτικής συζήτησης στη Γερμανία σχετικά με το μεταναστευτικό, μετά τις αντιδράσεις που προκάλεσε μια φωτογραφία του με τον Ταγίπ Ερντογάν, λέγοντας ότι αντιμετώπισε «ρατσισμό και ασέβεια» για την τουρκική καταγωγή του.

Ο ίδιος υπήρξε ωραίος παίκτης, εξαιρετικός στις ασίστ, ειδικά σε Βέρντερ Βρέμης και Ρεάλ Μαδρίτης, ωστόσο πέρα από το καθαρά αγωνιστικό, θα τον θυμόμαστε και για την στενή του σχέση με τον Τούρκο πρόεδρο και τη στήριξη που του έδωσε ώστε να ενισχύσει το προεδρικό του προφίλ μέσα από το ποδόσφαιρο.

Διαβάζοντας έτσι για τον παλαίμαχο πλέον Οζίλ, αναπόφευκτα η συζήτηση πηγαίνει στον Ερντογάν και πώς προσπάθησε ο ίδιος, ήδη από τα πρώτα χρόνια στην πρωθυπουργία, να εισέλθει στο επαγγελματικό ποδόσφαιρο της χώρας μέσω «ιδιαίτερων μεταχειρίσεων» και ημετέρων από τον επιχειρηματικό κόσμο, με ορμητήριο βέβαια την Κωνσταντινούπολη, πόλη στην οποία υπήρξε και δήμαρχος.

Όταν ως παιδί, τη δεκαετία του 1960, πουλούσε λεμονάδες στους δρόμους του λιμανιού της Κασίμπασα και ονειρευόταν ένα μέλλον ως ποδοσφαιριστής, πιθανόν στη Φενερμπαχτσέ, ο Ταγίπ Ερντογάν σίγουρα δεν φανταζόταν ότι μια μέρα θα ήταν αυτός που θα διοικούσε τη χώρα, και μάλιστα για δύο δεκαετίες.

Το 2003, λίγα χρόνια μετά την αποφυλάκισή του για υποκίνηση θρησκευτικού μίσους, έγινε πρωθυπουργός μέσα από το κόμμα που ίδρυσε, το Adalet ve Kalkinma Partisi, το Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP), και ξεκίνησε μια ισχυρή, αυταρχική πολιτική συγκεντρωτισμού των εξουσιών. Το 2013, λόγω ενός σχεδίου για την κατεδάφιση του πάρκου Γκεζί στην Κωνσταντινούπολη, ξέσπασε μία διαμαρτυρία που εξελίχθηκε σε μία λαϊκή, αντικυβερνητική διαμαρτυρία, η οποία καταπνίγηκε από την αστυνομία και κατέληξε με 5 νεκρούς, 8 χιλιάδες τραυματίες και πάνω από 2 χιλιάδες ανθρώπους που συνελήφθηκαν. Το επόμενο έτος, μετά την αλλαγή του εκλογικού νόμου, ο Ερντογάν κέρδισε ξανά τις εκλογές, αυτή τη φορά τις προεδρικές, κι ανέλαβε το αξίωμα του προέδρου της Τουρκίας. Την ίδια χρονιά, ο επιχειρηματίας Goksel Gumusdag αγόρασε την πλειοψηφία των μετοχών της Istanbul B.B. και την μετονόμασε σε Istanbul Basaksehir (Μπασακσεχίρ), ομάδα με την οποία είχε στενές σχέσεις ο Ερντογάν.

Αν κάτι έλειπε από τον Τούρκο πρόεδρο αυτά τα χρόνια, αυτό ήταν η στήριξη από παράγοντες του ποδοσφαίρου. Όσο για τους οπαδούς, ούτε λόγος. Η Γαλατασαράι και οι οπαδοί της έχουν «σημαία» τους τον πρώην επιθετικό και σύμβολο της εθνικής ομάδας Χακάν Σουκούρ, που διώχθηκε πολιτικά από το AKP επειδή θεωρήθηκε «στενός σύμμαχος» του Φετουλάχ Γκιουλέν, τον οποίο ο Ερντογάν αντιμετωπίζει μέχρι και σήμερα ως τον μεγαλύτερο εσωτερικό του εχθρό. Η Φενερμπαχτσέ, ιδρυθείσα ως λέσχη των λαϊκών τάξεων στην πρωτεύουσα, κοντά στον τουρκικό στρατό, ο οποίος από την εποχή Ατατούρκ έπαιζε κυρίαρχο ρόλο στην τουρκική πολιτική σκηνή, ασκούσε συχνά πυκνά κριτική στις πολιτικές Ερντογάν. Όμως η κερκίδα με την ισχυρότερη, πιο μαζική αντιπολιτευτική στάση ήταν και είναι εκείνη της Μπεσίκτας και των ultras Carsi, που συμμετέχουν σε πλήθος κοινωνικών πρωτοβουλιών και αντικυβερνητικών διαδηλώσεων από το 2010 μέχρι και σήμερα.

Το πρώτο βήμα για το πρότζεκτ «κατάκτηση του τουρκικού ποδοσφαίρου» από τον Τούρκο πρόεδρο έγινε στο «σπίτι»του, στην Κασίμπασα, στην περιοχή του Beyoğlu. Ήδη από την πρώτη μέρα που βρέθηκε στην πρωθυπουργία, ο Ερντογάν άρχισε να διοχετεύει με διάφορους τρόπους κρατικά κονδύλια στον τοπικό ποδοσφαιρικό σύλλογο, ευνοώντας την ανακαίνιση του γηπέδου που τώρα φέρει το όνομά του. Από την επιστροφή της στη Super Lig το 2012, η Κασίμπασα έχει γίνει μία από τις πιο σταθερές ομάδες, τερματίζοντας μέχρι και στην 6η έκτη στο πρωτάθλημα

Η Μπασακσεχίρ όμως είναι μια εντελώς διαφορετική ιστορία. Έχει μόλις 29 χρόνια ζωής πίσω της, ξεκινώντας ως ένα μικρό κλαμπ που ανήκε σε δημοτικές εταιρείες της Κωνσταντινούπολης. Ήταν δηλαδή μία κρατική ομάδα. Τότε η κυβέρνηση ενέκρινε νόμο που απαιτούσε τη μεταβίβασή της σε ιδιωτικούς φορείς και η κοινοπραξία Gumusdag «μπήκε μπροστά» κι απέκτησε την πλειοψηφία των μετοχών έναντι του ποσού των 2,5 εκατομμυρίων ευρώ. Ο Goksel Gumusdag, επικεφαλής της κοινοπραξίας, δεν είναι μόνο ένας επιχειρηματίας με πλατιά δραστηριότητα στην Τουρκία, αλλά είναι και ενεργό μέλος του AKP. Ο σύλλογος άλλαξε ιδιοκτησία, ολοκληρώθηκαν και οι εργασίες για το νέο, σύγχρονο γήπεδο, που πήρε το όνομά του πρώην προπονητή της Μίλαν και της Γαλατασαράι, Φατίχ Τερίμ, με τα εγκαίνια να πραγματοποιούνται παρουσία του ίδιου του Ερντογάν.

Τα επόμενα χρόνια, η Μπασακσεχίρ ξεκίνησε το ταξίδι της για να γίνει μία από τις πιο δυνατές ομάδες του τουρκικού ποδοσφαίρου και σήμερα μπορεί να καυχηθεί ότι πράγματι βρίσκεται ανάμεσα στους μεγάλους της λίγκας, με γνωστούς παίκτες να έχουν περάσει από τις τάξεις της. Ολόκληρη πλέον η περιοχή της Μπασακσεχίρ απολαμβάνει την προνομιακή μεταχείριση της πολιτικής ηγεσίας, με τις τράπεζες Deniz και Ziirat να εκδίδουν δάνεια και να χρηματοδοτούν κατασκευαστικά έργα, τη Vodafone να αναδιοργανώνει και να αναβαθμίζει το τοπικό δίκτυο επικοινωνιών, τον ιατρικό κολοσσό Medipol να χτίζει κλινικές, το ολοκαίνουργιο αεροδρόμιο να χρηματοδοτείται από την Turkish Airlines. Επενδυτές έχουν συρρεύσει στην περιοχή, σε μία γειτονιά που έχει γίνει πλέον το επενδυτικό hot spot της νέας Κωνσταντινούπολης του Ερντογάν, της ισλαμιστικής και συντηρητικής Κωνσταντινούπολης, με ένα πρόεδρο που κυνηγά χίμαιρες και θέλει να αναβιώσει την χαμένη «αίγλη» της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.

Παρά την καλή παρουσία στη Super Lig, την κατάκτηση του πρωταθλήματος το 2020, τη δυναμική παρουσία στο Europa League, η ομάδα δεν μπορεί να γεμίσει το γήπεδο. Δεν έχει οπαδική βάση, δεν έχει κοινωνικό υπόβαθρο, σε κάθε παιχνίδι ο μέσος όρος είναι 5.000 φίλαθλοι, σε κάθε αγώνα τουρκικά μαχητικά αεροσκάφη περνούν πάνω από το γήπεδο. Η Μπασακσεχίρ είναι η ομάδα της κυβέρνησης και των ισλαμιστών εξτρεμιστών και μέχρι εκεί μπορεί να φτάσει. Δεν είναι ένας σύλλογος με ιστορία και ποτέ δεν θα γίνει τέτοιος.

Σε αυτόν τον σύλλογο έκλεισε την καριέρα του ο Οζίλ, βρισκόμενος στην αγκαλιά του Ερντογάν. Να δούμε αν φέτος, στις προεδρικές εκλογές στην Τουρκία, θα αποχωρήσει και ο Ερντογάν από την διοίκηση της χώρας, έπειτα από μία 20ετία, αφήνοντας το ποδόσφαιρο να «ανασάνει», έστω για λίγο.

Exit mobile version