Ο «χρυσός» κανόνας του 50+1: Μπορούν οι οπαδοί να σώσουν το ποδόσφαιρο;
EDITORIAL

Ο «χρυσός» κανόνας του 50+1: Μπορούν οι οπαδοί να σώσουν το ποδόσφαιρο;

SHARE THIS

Η υπόθεση της ευρωπαϊκής Super League, το πως αναπτύχθηκε και πως εξελίχθηκε, δείχνει ότι το επαγγελματικό ποδόσφαιρο πρέπει να αναθεωρήσει κάποιες βασικές αρχές λειτουργίας του.

Όταν ανακοινώθηκε η δημιουργία της ευρωπαϊκής Super League, οι γερμανικοί σύλλογοι έλαμψαν δια της απουσίας τους. Πολλοί, πριν καν ξεκινήσει η συζήτηση και οι κινητοποιήσεις απέναντι σε αυτή την πρωτοβουλία, προβληματίστηκαν όταν έμαθαν ότι από την κλίκα των 12 ομάδων έλειπαν ομάδες που βρίσκονται στην κορυφή του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου, όπως η Μπάγερν Μονάχου, περσινή νικήτρια του Champions League, ή η Μπορούσια Ντόρτμουντ, επί σειρά ετών σε πρωταγωνιστικό ρόλο στο γερμανικό πρωτάθλημα και συνεπής στις παρουσίες της στις ευρωπαϊκές διοργανώσεις.

Όλοι οι γερμανικοί ποδοσφαιρικοί σύλλογοι είναι υπόλογοι στους οπαδούς τους. Λογοδοτούν σε αυτούς, ελέγχονται από αυτούς, προχωρούν ή κάνουν πίσω μαζί με αυτούς. Αυτό οφείλεται στον κανόνα 50+1, μια από τις θεμελιώδεις ρυθμιστικές αρχές του γερμανικού ποδοσφαίρου. Το σημαντικότερο σημείο αυτής της ρύθμισης είναι πως για να συμμετάσχει ένας σύλλογος στην Bundesliga πρέπει τα μέλη του και οι οπαδοί του να κατέχουν την πλειοψηφία των μετοχών και κατά συνέπεια την εκτελεστική ισχύ να καθορίσουν προς ποια κατεύθυνση θα κινηθεί η ομάδα.

Μέχρι το 1998 οι σύλλογοι ανήκαν αποκλειστικά σε ενώσεις μελών και διοικούνταν ως μη κερδοσκοπικοί οργανισμοί. Όταν άλλαξε το νομοθετικό πλαίσιο – το οποίο προετοίμασε η κυβέρνηση Χέλμουτ Κολ του CDU και ολοκλήρωσε ο Γκέρχαρντ Σρέντερ του SPD – για να επιτραπεί στους συλλόγους να μετατρέψουν τα επαγγελματικά ποδοσφαιρικά τους τμήματα σε ανώνυμες εταιρείες, ανοίγοντάς τα σε εξωτερικές επενδύσεις, η Γερμανική Ποδοσφαιρική Λίγκα αποφάσισε ότι ο μητρικός σύλλογος θα πρέπει να κατέχει τουλάχιστον 50% συν μία επιπλέον μετοχές προκειμένου να αποτραπεί ο έλεγχος από ιδιωτικά συμφέροντα.

«Χάρη στον κανόνα 50+1 δεν υπάρχουν επενδυτές που μπορούν να λαμβάνουν αποφάσεις ανεξέλεγκτα, κυρίως χωρίς να συμφωνεί σε αυτό η βάση των μελών» τονίζει ο Μάνουελ Γκάμπερ από τις πρωτοβουλίες οπαδών Unser Fußball («Το ποδόσφαιρό μας») και 50+1 bleibt! («50+1 παραμένει!»). «Δοικητικά στελέχη ή επενδυτές που τοποθετούνται ενάντια στη θέληση της πλειοψηφίας των μελών σε μια τόσο θεμελιώδη απόφαση όπως η συμμετοχή σε μια Super League πρέπει να αναμένουν αντίσταση. Ο κανόνας 50+1 είναι επομένως ένα από τα πιο εποικοδομητικά εμπόδια για να μην προχωρήσουμε σε μια τέτοια αυθαίρετη κίνηση (σσ. συμμετοχή στη Super League), όπως έκαναν οι αγγλικοί, ισπανικοί και ιταλικοί σύλλογοι».

Ο Φίγκαλ ΜακΕνβόι, εκδότης του φανζίν Halb Vier, συμφωνεί. «Τα μέλη των συλλόγων έχουν το προνόμιο να ψηφίζουν για σημαντικά θέματα – από τον επόμενο πρόεδρο μέχρι τις τιμές των εισιτηρίων. Ο κανόνας 50+1 έχει σίγουρα κρατήσει τους γερμανικούς συλλόγους υπό έλεγχο, σε κρίσιμες αποφάσεις όπως αυτή που είδαμε με τη Super League».

Το αγγλικό ποδόσφαιρο έχει μια μοναδική κοινωνική ιστορία, με τους συλλόγους να γίνονται επαγγελματικοί πολύ πριν εγκαταληφθεί ο ερασιτεχνικός χαρακτήρας του ποδοσφαίρου στην ηπειρωτική Ευρώπη. Όπως το ποδόσφαιρο ως άθλημα, έτσι και το επαγγελματικό ποδόσφαιρο πρώτα εδραιώθηκε στην Αγγλία και μετά στην υπόλοιπη Ευρώπη.

Οπαδοί της Άρσεναλ εξέφρασαν τα συναισθήματά τους για την Super League έξω από το γήπεδο Emirates

Αυτό σήμαινε ότι παρά το γεγονός ότι η πλειοψηφία των αγγλικών συλλόγων της Premier League έχουν ισχυρές ιστορικές αναφορές και σχέσεις με την εργατική τάξη, εύποροι επιχειρηματίες, άνθρωποι με οικονομική επιφάνεια, πολυεθνικές ή ακόμα και καιροσκόποι ήταν σε θέση να αγοράσουν το πλειοψηφικό πακέτο μετοχών και να ελέγξουν τους συλλόγους. Όταν η Premier League αποσχίστηκε από τη Football League το 1992, σε μια πρώιμη αποτύπωση της σημερινής κατάστασης με την Super League, ανατράπηκαν οι συσχετισμοί και πολλοί νέοι επιχειρηματίες μπήκαν στο χώρο, λαμβάνοντας τη μερίδα του λέοντος σε διαφημίσεις, τηλεοπτικά συμβόλαια και αξία μετοχών.

Καθώς οι μισθοί και τα ποσά μεταγραφών εκτοξεύτηκαν στα ύψη, ο ανταγωνισμός έφτασε σε άλλα επίπεδα. Έτσι η Premier League έγινε μια «παιδική χαρά» δισεκατομμυριούχων όπως οι Ρομάν Αμπράμοβιτς (Τσέλσι), Σταν Κρόνκε (Άρσεναλ), Τζοε Λιούις (Τότεναμ), Τζον Χένρι (Λίβερπουλ), Σεΐχης Μανσούρ (Μαν. Σίτι) και η οικογένεια Γκλέιζερ (Μαν. Γιουνάιτεντ), οι οποίοι μαζί με άλλους 6 ιδιοκτήτες ισπανικών και ιταλικών ομάδων προσπάθησαν να «ξεφορτωθούν» το υπόλοιπο ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο εν μία νυκτί.

Μπορεί να είχαν προετοιμαστεί για νομικές μάχες με τα εγχώρια πρωταθλήματα, τις εθνικές ομοσπονδίες, τη FIFA και την UEFA, δεν υπολόγισαν όμως την ένταση της αντίστασης από προπονητές, παίκτες, πολιτικούς, μέσα ενημέρωσης, άλλους συλλόγους και κυρίως τους ίδιους τους οπαδούς τους. Στην Αγγλία, ειδικά, ένιωσαν την μεγάλη δύναμη και επιρροή οπαδών, των οργανωμένων συνδέσμων που έσπευσαν άμεσα να καταδικάσουν την απόφαση, με μαζικές αντιδράσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και διαμαρτυρίες σε πλατείες και έξω από τα γήπεδα. Ο Βρεατανός πρωθυπουργός Μπόρις Τζόνσον τάχθηκε ενάντια στη Super League, όπως έκανε επίσης και ο επικεφαλής των Εργατικών Κιρ Στάρμερ, οι οπαδοί της Τσέλσι εμπόδισαν το λεωφορείο της ομάδας τους να εισέλθει στο Stamford Bridge πριν από τον αγώνα με την Μπράιτον, παλαίμαχοι αλλά και εν ενεργεία ποδοσφαιριστές κάλεσαν τις διοικήσεις των 6 ομάδων να αλλάξουν γνώμη, όπως επίσης έκαναν οι Γκουαρντιόλα και Κλοπ αντίστοιχα.

Φίλοι της Τσέλσι έξω από το Stamford Bridge

Η δημιουργία της Super League ένωσε τους ανθρώπους που αγαπάνε το ποδόσφαιρο, διαμορφώνοντας έναν κοινό σκοπό που σπάνια παρατηρείται σε αθλητικά γεγονότα. Σε δήλωσή της η αγγλική Ένωση Φιλάθλων (FSA) σημείωσε ότι «θα πρέπει να εξεταστεί η εφαρμογή κάτι παρόμοιου με τον κανόνα 50+1 της Γερμανίας», ο Βρετανός υπουργός Πολιτισμού Όλιβερ Ντάουντεν επιβεβαίωσε ότι η κυβέρνηση «θα εξετάσει το 50+1», ενώ ο Στάρμερ δήλωσε στον Independent ότι «πρέπει να υπάρξει ένας μηχανισμός σχετικά με την ιδιοκτησία και ποιο θα είναι το ποσοστό ιδιοκτησίας σε κάθε ομάδα, με το γερμανικό μοντέλο προσφέρει τροφή για σκέψη». Η κατάσταση βέβαια στην Αγγλία είναι αρκετά διαφορετική και οι ιδιοκτήτες σίγουρα δεν θα ενθουσιαστούν με μια τέτοια εξέλιξη που θα δώσει στους οργανωμένους οπαδούς και τα μέλη ρόλο και λόγο στις διοικητικές αποφάσεις.

Η εισαγωγή ενός μοντέλου αντίστοιχου με το 50+1 θα απαιτούσε μια δραστική αναθεώρηση του νομικού πλαισίου του αγγλικού ποδοσφαίρου. «Αν και η ιδιοκτησία των συλλόγων από τους οπαδούς θα πρέπει πάντα να είναι ο κορυφαίος στόχος, δεν είναι και τόσο απλό να αλλάξουν οι ισορροπίες σήμερα, ειδικά όταν διακινούνται τόσα εκατομμύρια λίρες ετησίως. Στη Γερμανία υπάρχει μια βαθιά παράδοση εμπλοκής και συμμετοχής των κοινοτήτων στον αθλητισμό – δεν γίνεται να συμβεί σε μια μέρα κάτι αντίστοιχο στην Αγγλία» τονίζει ο Άσλει Μπράουν, επικεφαλής του τμήματος διακυβέρνησης της FSA. «Και στη Γερμανία υπάρχουν επίσης προβλήματα με την εφαρμογή του 50+1, με τους οπαδούς να απαιτούν να έχουν μεγαλύτερο σε αποφάσεις και τις διοικήσεις να επιχειρούν να εμποδίσουν πολλές φορές την επιρροή των μελών σε κρίσιμες αποφάσεις».

Ο πρόεδρος της ΟΥΕΦΑ Αλεξάντερ Σέφεριν επέμενε από την αρχή οι αγγλικές ομάδες να αποχωρήσουν από τη Super League και να «αναγνωρίσουν το λάθος τους»

Το 2011 υπήρξε μια προσπάθεια χαλάρωσης του κανόνα μέσω του περίφημου «Lex Leverkusen» προκειμένου μεγάλες εταιρείες που επένδυαν τουλάχιστον επί 20 συναπτά χρόνια στους συλλόγους να πάρουν τον μετοχικό έλεγχό τους, με τη σύμφωνη γνώμη των φιλάθλων. Ο «νόμος Λεβερκούζεν» επέτρεψε στη φαρμακοβιομηχανία Bayer να πάρει υπό τον έλεγχό της τη Λεβερκούζεν, στην αυτοκινητοβιομηχανία VW να ελέγξει τη Βόλφσμπουργκ και στον ιδρυτή της εταιρείας λογισμικού SAP Ντίτμαρ Χοπ τη Χόφενχαϊμ, όπως και στη Red Bull τη Λειψία. Ωστόσο αυτή η τάση περιορίστηκε και αποτυπώθηκε σε ένα πολύ μικρό σύνολο ομάδων.

Σε γενικές γραμμές όμως το 50+1 είναι ένας κλασικός «σοσιαλδημοκρατικός συμβιβασμός» μεταξύ επιχειρηματικών και λαϊκών συμφερόντων. Αν εισαχθεί στην Premier League, θα οδηγήσει σε μια εντυπωσιαή αναπροσαρμογή της εξουσίας προς τους φιλάθλους. Είναι ενδεικτικό ότι, ενόψει της ψηφοφορίας για τη διατήρηση του 50+1 το 2018, οι γερμανικές ομάδες φιλάθλων συσπειρώθηκαν με συντριπτική πλειοψηφία πίσω από αυτή τη ρύθμιση, παρά τη διαφωνία μιας μειοψηφίας συλλόγων. «Περισσότερες από 3.000 λέσχες φιλάθλων και όλες οι εθνικές οργανώσεις φιλάθλων συμμετείχαν στην εκστρατεία για την προστασία του κανόνα 50+1» υπογραμμίζει ο Μπράουν. «Για πολλούς οπαδούς το 50+1 είναι ο τελευταίος κανονισμός, το τελευταίο εμπόδιο που συγκρατεί την ολοένα αυξανόμενη εμπορευματοποίηση του ποδοσφαίρου».

Ακόμη και αν η επιτυχής εισαγωγή του 50+1 στην Αγγλία απαιτούσε θεμελιώδεις νομικές και νομοθετικές αλλαγές, υπάρχουν κι άλλες μεταρρυθμίσεις που θα μπορούσαν να εφαρμοστούν στο μεταξύ. Η FSA διερευνά την πρόταση για θέσεις οπαδών στα διοικητικά συμβούλια, πρόταση που είχε αρχικά κάνει ο Τζέρεμι Κόρμπιν το 2019, προτείνοντας ακόμα τη διεύρυνση των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των οπαδών για τη διασφάλιση της βιωσιμότητας και ανεξαρτησίας των συλλόγων.

Η υπόθεση με την Super League, το πως αναπτύχθηκε και πως εξελίχθηκε, δείχνει ότι το επαγγελματικό ποδόσφαιρο πρέπει να αναθεωρήσει κάποιες βασικές αρχές λειτουργίας του. Το εάν επιστρέψουμε σε κοινότητες διαχείρισης, σε κοινωνικό έλεγχο από τη βάση των οπαδών ή σε προώθηση μοντέλων όπως το 50+1 μένει να το δούμε. Δεν είναι εύκολο να συμβεί, όπως επίσης δεν είναι εύκολο να αγνοηθούν οι συνέπειες της απληστίας και της πλήρους εμπορευματοποίησης πάνω στο άθλημα και στην κοινωνική του διάσταση.

Στην Ελλάδα, όπως και σε πολλά άλλα πρωταθλήματα, έχουμε πολύ δρόμο ακόμα. Ωστόσο οι εξελίξεις στα μεγαλύτερα πρωταθλήματα, η γερμανική εμπειρία που έρχεται και πάλι στο προσκήνιο, αλλά και η κινητοποίηση στην αγγλική ποδοσφαιρική σκηνή, που αποτελεί «βαρόμετρο» για το ίδιο το ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο, δείχνουν ότι κάτι κινείται προς αυτή την κατεύθυνση.

Exit mobile version