
Με μια ανάρτηση του στο Facebook, ο συγγραφέας Αύγουστος Κορτώ, επιχειρεί – έστω και μέσα από κείμενό του – να μπει στη σκληρή πραγματικότητα και καθημερινότητα των πλημμυροπαθών στη Θεσσαλία.
Προσπαθώντας να μπει στη θέση των ανθρώπων που έχασαν ξαφνικά τα πάντα και ήρθαν αντιμέτωποι με την απόλυτη καταστροφή, σχολιάζει με χαρακτηριστικό τρόπο τα συναισθήματα που θα ένιωθε και τις κινήσεις που θα τα συνόδευαν.
«Προσπαθώ – κι αδυνατώ – να φανταστώ πώς θα ένιωθα αν ήμουν γονιός, κι έπρεπε να βράσω νερό για να πιούν και να λουστούν τα παιδιά μου, να βουρτσίσουν τα δόντια τους, ενώ συγχρόνως θα με κατέτρωγε η αγωνία των μικροβίων και των ιών που μπορούν, υπό τέτοιες συνθήκες, να σε θερίσουν», έγραψε ο Αύγουστος Κορτώ και μαζί με εκείνον ένιωσαν και οι αναγνώστες του αυτόματα την αγωνία.
«Θα ήμουν αφάνταστα θυμωμένος, απελπισμένος, θα αισθανόμουν μετέωρος κι ανήμπορος κι ανυπεράσπιστος, και πιθανότατα θα καταριόμουν το κράτος που δεν απότρεψε εγκαίρως την καταστροφή», συμπλήρωσε ο Αύγουστος Κορτώ κι έπειτα συνέχισε την ανάρτησή του με το δίλημμα που ο ίδιος πιστεύει ότι θα αντιμετώπιζε.
«Μπορεί να ήθελα να δω τον τόπο όπου γεννήθηκα να αναδύεται απ’ τις λάσπες, και να αγωνιζόμουν με όποιον τρόπο διέθετα ώστε να ξαναδώ την ιδιαίτερη πατρίδα μου όπως την έζησα και την αγάπησα. Μα απ’ την άλλη, αν είχα τη δυνατότητα να φύγω, μπορεί να μάζευα τη φαμίλια μου και να έριχνα μαύρη πέτρα», έγραψε ο συγγραφέας.
«Ζούμε εδώ και χρόνια την τραγωδία της προσφυγιάς διάφορων πολέμων – κι αυτό που βιώνει η μαρτυρική Θεσσαλία είναι ένας ακήρυχτος πόλεμος. Κανένας άνθρωπος δεν πρέπει να βρίσκεται αντιμέτωπος με τέτοια διλήμματα επιβίωσης. Γι’ αυτό κι οφείλουμε να ακούμε προσεχτικά, κατανυκτικά, τις φωνές των πληγέντων. Στο βάσανό τους κρύβεται ολόκληρη η ιστορία της χώρας μας»,κατέληξε ο Αύγουστος Κορτώ.
Τα σχόλια κάτω από την δημοσίευση αποτυπώνουν την τραγικότητα των όσων περιέγραψε ο Κορτώ.
«Χθεσινή φωτό από την κατσαρόλα που έβρασα νερό για να πλύνω τα πιάτα, σε κεντρικό σημείο του Βόλου. Στον πάτο του σκέυους κατακάθισε το χώμα, μετά τον βρασμό. Φοβάμαι να φανταστώ τι συμβαίνει στα πέριξ της πόλης», έγραψε μια γυναίκα.

«Εμείς εδώ στο Βόλο ταλαιπωρούμαστε, εκνευριζόμαστε, φωνάζουμε, λέμε πως δεν αντέχουμε άλλο, αλλά υπάρχουν συνάνθρωποί μας που έχασαν τα πάντα… Δεν μπορεί να φανταστεί ανθρώπινος νους πώς νιώθουν», έγραψε κάποιος άλλος.
«Δεν βράζουμε νερό. Δεν έχει νόημα. Τι να βράσεις όταν το νερό ειναι κίτρινο ή έχει λάσπη; Εμφιαλωμένο και κάνεις πατέντες για το πώς θα πλυθείς. Αλλά δεν θα πλύνουμε ρούχα στο ποτάμι (το καθαρό) όπως έκανε η γιαγιά μου. Αν μας βρει κάποιος τρόπο και γι αυτό», έγραψε ένας ακόμη χρήστης του Facebook.