Σαμά Αμπτουλχαντί: Η Παλαιστίνια πρωταθλήτρια της ηλεκτρονικής μουσικής
ΚΟΥΛΤΟΥΡΑ

Σαμά Αμπτουλχαντί: Η Παλαιστίνια πρωταθλήτρια της ηλεκτρονικής μουσικής

SHARE THIS

Η Σαμά ελπίζει ότι μια μέρα η Παλαιστίνη θα γίνει μια διεθνής πρωτεύουσα των πάρτι, με τον ίδιο τρόπο που το Άμστερνταμ, η Βηρυτός και το Βερολίνο προσελκύουν λάτρεις της ηλεκτρονικής μουσικής από όλο τον κόσμο.

Όταν η Σαμά Αμπτουλχαντί (Sama’ Abdulhadi) ήταν 13 ετών, οι ισραηλινές δυνάμεις ασφαλείας εισέβαλαν στην πολυκατοικία της στη Ραμάλα, στην κατεχόμενη Δυτική Όχθη, και κατέλαβαν το κτίριο. Αυτό συνέβη κατά τη διάρκεια της Δεύτερης Ιντιφάντα, της παλαιστινιακής εξέγερσης κατά του Ισραήλ που διήρκεσε από το 2000 έως το 2005.

Ο στρατός κλείδωσε τη Σαμά και την οικογένειά της στην ταράτσα. Για να κάνουν τα πράγματα να φαίνονται φυσιολογικά, οι γονείς της προσποιήθηκαν ότι επρόκειτο για παιχνίδι, αν και η προσποίηση ήταν δύσκολο να διατηρηθεί όταν οι ισραηλινές δυνάμεις βομβάρδισαν το σπίτι του γείτονά τους. Δεν είχαν ούτε φαγητό, ούτε ηλεκτρικό ρεύμα, ούτε τουαλέτα.

Τραύμα, σύγκρουση και πόλεμος

Γνωστή ως η «βασίλισσα της παλαιστινιακής ηλεκτρονικής σκηνής», η Σαμά έγινε διεθνώς γνωστή μετά από μια καταιγιστική εμφάνιση στο Boiler Room το 2018, η οποία συγκέντρωσε πάνω από 7,3 εκατομμύρια προβολές στο YouTube, καθιστώντας την ως μια από τις πιο δημοφιλείς εμφανίσεις καλλιτέχνη στο set του Boiler Room. Η Σαμά ακτινοβολούσε καθ’ όλη τη διάρκεια της εμφάνισής της, ενώ γύρω της ένα κοινό που αποτελούνταν κυρίως από συγγενείς και φίλους, χόρευε εκστασιασμένο. Μετά την επιτυχία του set της στο Boiler Room, οι διεθνείς κρατήσεις «πλημμύρισαν», με την Σαμά να λαμβάνει στο μέηλ της 40 αιτήσεις για κρατήσεις μέσα σε μια μέρα.

Πολιτική και μουσική για την Σαμά φαίνεται να είναι αδιαχώριστες έννοιες και καταστάσεις. Δεν υπάρχει τρόπος να αποσυνδέσει κανείς την πραγματικότητα της ζωής υπό κατοχή από τη μουσική της. Τραύμα, σύγκρουση και πόλεμος: αυτά τα πράγματα οδήγησαν τη Σαμά να αγκαλιάσει την techno σκηνή ως ένα μέσο για να αποστασιοποιηθεί από τις απάνθρωπες συνέπειες της παράνομης ισραηλινής κατοχής.

Παρόλο που ο συναισθηματικός, «big-room» ήχος της συναρπάζει τους «πιστούς» στους ναούς της ηλεκτρονικής μουστικής του Βερολίνου, η παλαιστινιακή της ταυτότητα είναι αυτή που την κάνει μοναδική. Έβαλε τη Ραμάλα στο μουσικό χάρτη και «έχτισε» εκεί από το μηδέν, καταφέρνοντας να μπει στο σκληρά ανταγωνιστικό διεθνές σύστημα περιοδειών, παρά το γεγονός ότι οι αυστηροί ταξιδιωτικοί περιορισμοί στους οποίους υπόκεινται οι Παλαιστίνιοι πολίτες την φέρνουν σε μειονεκτική θέση σε σχέση με τους Ευρωπαίους συναδέλφους της όταν πρόκειται να κλείσει χώρους και να παίξει συναυλίες.

Όταν άλλαξε η ζωή της

Μεγαλώνοντας η Σαμά ήθελε να γίνει ποδοσφαιριστής. Αλλά όταν ήταν 17 ετών, τραυματίστηκε σοβαρά στο γόνατο και εγκατέλειψει την ιδέα. Ο πατέρας της της θύμισε πόσο πολύ της άρεσε να κάνει την DJ σε πάρτι όταν ήταν 13 ετών, να βάζει δηλαδή ένα CD με τα αγαπημένα της κομμάτια από τα charts.

Η Σαμά ενθουσιάστηκε με την πρόταση. Μετακόμισε στη Βηρυτό του Λιβάνου, όπου ερωτεύτηκε τη ζωντανή μουσική σκηνή της πρωτεύουσας του Λιβάνου. Μια συναυλία του Satoshi Tomiie άλλαξε τη ζωή της. Στη συνέχεια, το 2009, μετακόμισε στην Ιορδανία για να σπουδάσει ηχοληψία, μετά από πρόταση και πάλι του πατέρα της. Ο καθηγητής μαθηματικών της ήταν μεγάλος οπαδός της techno και έτσι η Σαμά βρήκε έναν ακόμη συμπαραστάτη.

Έζησε για λίγο στην Αίγυπτο, όπου εργάστηκε στην τηλεόραση και τον κινηματογράφο. Όταν επέστρεφε στην Παλαιστίνη, έπαιζε μουσική για φίλους της, αλλά δεν ήταν κάτι επίσημο, ή έστω κάτι που η ίδια θεωρούσε ως μια επιλογή καριέρας. Η Ραμάλα δεν είχε πραγματική ηλεκτρονική σκηνή, με τη Σαμά να διοργανώνει πάρτι χωρίς επιτυχία.

Το 2016 έκανε αίτηση για να εμφανιστεί σε ένα παλαιστινιακό καλλιτεχνικό φεστιβάλ στη Γαλλία, μετά από παρότρυνση, για άλλη μια φορά, του πατέρα της. Και τότε μια φίλη της, της είπε για μια υποτροφία, την οποία τελικά έλαβε από το γαλλικό κράτος, εξασφαλίζοντας παράλληλα τριετή άδεια παραμονής. Χρησιμοποιώντας την άδεια παραμονής, η Σαμά μπόρεσε να ταξιδέψει στη Γερμανία για πρώτη φορά.

Καθώς η καριέρα της απογειωνόταν, βρέθηκε αντιμέτωπη με μια δύσκολη επιλογή: Να επιστρέψει στη Ραμάλα, την πόλη που αγαπάει, όπου βρίσκονται η οικογένεια και οι φίλοι της; Ή να συνεχίσει να ζει στο Παρίσι και να μπορεί να ταξιδεύει διεθνώς για συναυλίες; Οι Παλαιστίνιοι πολίτες στην κατεχόμενη Δυτική Όχθη δεν έχουν ελευθερία μετακίνησης. Δεν τους επιτρέπεται να χρησιμοποιούν τα αεροδρόμια, όπως οι Ισραηλινοί πολίτες. Στην πραγματικότητα, ζουν κάτω από μια μορφή καθεστώτος απαρτχάιντ. Αν η Σαμά επέλεγε την Παλαιστίνη, θα βρισκόταν σε τεράστιο μειονέκτημα σε σχέση με τους Ευρωπαίους συναδέλφους της, οι οποίοι μεταφέρουν τις τσάντες με τους δίσκους τους σε όλες τις πρωτεύουσες κάθε Σαββατοκύριακο με ευκολία. «Το ταξίδι από την Παλαιστίνη προς οπουδήποτε αλλού είναι ένα ταξίδι τουλάχιστον μιάμισης μέρας και το πολύ πέντε ημερών, και ποτέ δεν ξέρεις πόσο καιρό θα σου πάρει να φτάσεις εκεί που πρέπει να πας. Είναι τουλάχιστον 2.000 δολάρια για να πας από την Παλαιστίνη σε μια αραβική χώρα, και αυτό δεν περιλαμβάνει καν την Ευρώπη και την Αμερική. Κανείς δεν είναι διατεθειμένος να πληρώσει για να κάνω τέτοια περιοδεία και ο χρόνος ταξιδιού θα ήταν τρελός», είχε δηλώσει σε παλαιότερη συνέντευξή της.

Η Σαμά διάλεξε τη μουσική. Έμεινε στη Γαλλία και η καριέρα της απογειώθηκε. Έπαιξε σε φεστιβάλ όπως το Nuits Sonores, το IMS και το Beyond The Valley. Όταν μπορούσε, επέστρεφε στην Παλαιστίνη, με την πανδημία του κορονοϊού να την κρατά τελικά στην πατρίδα της για μεγαλύτερο διάστημα. Οι διεθνείς περιοδείες ήταν σταθερά εκτός πλάνων και έκανε από τη Ραμάλα μερικά live-streaming sets, συμπεριλαμβανομένου του Monegros Desert Festival στην Ισπανία, περνόντας τον χρόνο της στο στούντιο, δουλεύοντας πάνω στις παραγωγές της.

Το θρησκευτικό μίσος και η φυλακή

Με τις ευκαιρίες για εμφανίσεις σε live σκηνές να είναι ελάχιστες, η Σαμά δεν άφησε ανεκμετάλλευτη την ευκαιρία που της δόθηκε να παίξει στο πολιτιστικό συγκρότημα Nabi Musa στο πλαίσιο του Beatport Residency. Αν και το Nabi Musa είναι ένας θρησκευτικά φορτισμένος χώρος, έχει χρησιμοποιηθεί επίσης ως ξενώνας και χώρος εκδηλώσεων. Η Σαμά ζήτησε και έλαβε όλες τις απαραίτητες άδειες από τις παλαιστινιακές αρχές για να παίξει μουσική.

Χωρίς να το γνωρίζει, θρησκευόμενοι Παλαιστίνιοι μπήκαν με βία και διέλυσαν τον χώρο, βρίζοντας χυδαία, με την Σαμά να κοιτάζει σοκαρισμένη. Το επόμενο πρωί, στις 27 Δεκεμβρίου 2020, η αστυνομία χτύπησε την πόρτα του σπιτιού της. «Τους περίμενα», είχε δηλώσει μετέπειτα.. Πήγε μαζί τους στο τμήμα για ανάκριση. Μόνο όταν έφτασε εκεί, η αστυνομία της είπε ότι κρατείται. «Δεν είχα δει ποτέ φυλακή», θυμάται, «παρά μόνο στις ταινίες. Δεν μπορούσα να επεξεργαστώ την ιδέα ότι ήμουν στη φυλακή», πρόσθεσε. Οι παλαιστινιακές αρχές της είπαν ότι θα έμενα μέσα για την ασφάλειά της. «Οι άνθρωποι θέλουν να σε σκοτώσουν», είπαν οι αστυνομικοί στη Σαμά. Ανησύχησε για την ασφάλεια των γονιών της, αλλά τη διαβεβαίωσαν ότι αστυνομικοί βρίσκονταν γύρω από το σπίτι και τους προστάτευαν. Οι υπερσυντηρητικοί Παλαιστίνιοι ήταν εξοργισμένοι μαζί της και οι παλαιστινιακές αρχές αισθάνθηκαν ότι έπρεπε να την κατηγορήσουν για κάτι, για να τους κατευνάσουν. «Στη φυλακή», είχε πει, «το μυαλό μου πήγαινε σε σκοτεινά μέρη, επειδή κανείς δεν μου έλεγε τι συνέβαινε».

https://soundcloud.com/sama_saad

Η μουσική κοινότητα συσπειρώθηκε γύρω της, με πολλά διεθνή ΜΜΕ, όπως το BBC και οι New York Times, να αναδεικνύουν το θέμα. Μετά από οκτώ ημέρες αφέθηκε ελεύθερη, με τους εισαγγελείς να απαγγέλουν κατηγορίες εναντίον της για βεβήλωση ιερού χώρου και παραβίαση των κανόνων προστασίας για τον κορονοϊό. Στη Σαμά επίσης απαγορεύτηκε να ταξιδεύει και έπρεπε να εμφανίζεται στο αστυνομικό τμήμα κάθε εβδομάδα. Για μήνες έβγαινε σπάνια από το σπίτι της, δεχόμενη σχεδόν καθημερινά απειλές για τι ζωή της. Παρόλα αυτά, προσπάθησε να συνεχίσει να ζει κανονικά και να παίζει διαδικτυακά μουσική.

Το αβέβαιο μέλλον και η πίστη στην Παλαιστίνη

Η Παλαιστίνη δεν είναι το ανεκτικό Βερολίνο. Χρειάζεται να γίνει δουλειά στο ζήτημα της αποδοχής της ηλεκτρονικής μουσικής από την ευρύτερη παλαιστινιακή κοινότητα. Τα πάρτι διαλύονται συστηματικά από την αστυνομία. Αν καταφέρουν να περάσουν τα μεσάνυχτα, αυτό είναι καλό. «Όταν βλέπω την αστυνομία να έρχεται, τους λέω εάν μπορώ να τελειώσω αυτό το κομμάτι και μου απαντούν ‘ναι, τελείωσε το κομμάτι και μετά τέλος’», σημειώνει η Σαμά.

Δεν υπάρχουν κλαμπ στην Παλαιστίνη με τους διοργανωτές να νοικιάζουν εστιατόρια ή μπαρ, ελπίζοντας ότι θα μπορέσουν να ικανοποιήσουν όσο το δυνατόν περισσότερο κόσμο πριν εμφανιστεί η αστυνομία. «Παίρνεις έναν χώρο και κάνεις ένα πάρτι», εξηγεί, «όπως ακριβώς θα έκανες για τα γενέθλιά σου. Techno parties, hip-hop parties, όλα είναι ο ίδιος χώρος, το ίδιο πράγμα». Μια φορά, η Σαμά και οι φίλοι της κατάφεραν να μετατρέψουν μια υπόγεια κουζίνα σε κλαμπ, με την αστυνομία να μην μπορεί να το ανακαλύψει επί μήνες.

Η Σαμά ελπίζει ότι μια μέρα η Παλαιστίνη θα γίνει μια διεθνής πρωτεύουσα των πάρτι, με τον ίδιο τρόπο που το Άμστερνταμ, η Βηρυτός και το Βερολίνο προσελκύουν λάτρεις της ηλεκτρονικής μουσικής από όλο τον κόσμο. «Ειλικρινά», τονίζει, «κανείς δεν επισκέπτεται την Παλαιστίνη. Θα ήταν πολύ ωραίο αν γινόταν προορισμός για τον κόσμο, γιατί θα δημιουργούσε ένα μικρό εισόδημα για τους DJs εδώ, γιατί κανένας από τους DJs εδώ δεν είναι μόνο DJ. Δεν μπορείς να είσαι DJ εδώ, δεν μπορείς να ζήσεις από αυτό».

Αλλά αυτό μοιάζει απίθανο, τουλάχιστον με τη σημερινή κατάσταση. «Ο κόσμος φοβάται να έρθει εδώ εξαιτίας όλων των εικόνων που έχουν στο μυαλό τους. Αλλά προφανώς είμαστε ζωντανοί εδώ πέρα, και είμαστε ζωντανοί από πάντα». Οι μελλοντικές φιλοδοξίες της είναι να δουλέψει πάνω στη μουσική της και να συνεχίσει να εκπροσωπεί αυτό τον τόπο, να διοργανώσει ένα μεγάλο, διεθνές φεστιβάλ στην Παλαιστίνη.

Exit mobile version