ΚΟΥΛΤΟΥΡΑ

Το βιβλίο άντεξε οριακά μέσα στην πανδημία: 4 εκδότες μιλούν στο ROSA

SHARE THIS

Μιλήσαμε με την Πόλα Καπόλα, τον Κώστα Σπαθαράκη, τον Δημήτρη Μαρκόπουλο και τον Τάσο Ευσταθίου για το βιβλίο και τις εκδόσεις μέσα στην κρίση του κορονοϊού και τα lockdown. Όλοι τους προβληματισμένοι, αλλά με αγάπη και μεράκι για αυτο που κάνουν.

Ο χώρος των εκδόσεων, όπως κάθε τομέας του εμπορίου, βρέθηκε αντιμέτωπος με προβλήματα στην πανδημία και στο πολύμηνο lockdown, ωστόσο έδειξε ανθεκτικότητα μέσα σε μια εξαιρετικά μειωμένη συνολικά εμπορική και καταναλωτική κίνηση.

Το σοκ και το «μούδιασμα» βέβαια στην πρώτη φάση της πανδημίας πέρυσι τον Μάρτιο ήταν μεγάλο, καθώς όπως όλη η αγορά έτσι και ο εκδοτικός κόσμος βρέθηκε αντιμέτωπος με πρωτόγνωρες συνθήκες. Το καλοκαίρι η κατάσταση βελτιώθηκε κι από το φθινόπωρο και μετά η προσαρμογή στη νέα κατάσταση άρχισε να αντανακλάται και στο νέο προσανατολισμό που δόθηκε ώστε να επιβιώσουν οικονομικά οι εκδοτικοί οίκοι: Αυτή των ηλεκτρονικών παραγγελιών, με τον ρόλο των ταχυμεταφορών να είναι καθοριστικός στην ενεργοποίηση της αγοράς.

Παρόλα αυτά, η κατάσταση απέχει πολύ από το να χαρακτηριστεί σταθερή, αλλά και μακροπρόθεσμα βιώσιμη για την πλειοψηφία των μικρών και μεσαίων εκδοτικών οίκων, με την κυβέρνηση να έχει κάνει σημαντικά λάθη στην διαχείριση του τομέα του βιβλίου, ειδικά σε σύγκριση με την πολιτική που ακολουθήθηκε σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες.

Ο κόσμος διάβασε περισσότερο μέσα στην πανδημία

«Κατά τη διάρκεια της πρώτης φάσης της πανδημίας, τον περσινό Μάρτιο, παρατηρήθηκαν αυξημένες πωλήσεις από τα ηλεκτρονικά βιβλιοπωλεία» σημειώνει η Πόλα Καπόλα από τις εκδόσεις Νήσος. «Το ίδιο και ακόμα περισσότερο συνέβη κατά τον Δεκέμβριο που εξαιρέθηκαν τα βιβλιοπωλεία από τα περιοριστικά μέτρα σε σχέση με όλα τα υπόλοιπα καταστήματα λιανεμπορίου» προσθέτει η κα Καπόλα, τονίζοντας ωστόσο ότι η χρονιά συνολικά έκλεισε με αρνητικό πρόσημο για το χώρο του βιβλίου.

Για τον Κώστα Σπαθαράκη των εκδόσεων Αντίποδες, το βιβλίο έχει έτσι κι αλλιώς μπει στη ζωή περισσότερων ανθρώπων τα τελευταία χρόνο. «Αυτό ωστόσο δεν σημαίνει ότι το κοινό έχει διευρυνθεί εντυπωσιακά, με την πανδημία και τον εγκλεισμό να επιτείνουν, νομίζω, αυτή την τάση» προσθέτει, υπογραμμίζοντας ότι μέσα σε αυτή την σκληρή πραγματικότητα του κορονοϊού και της απουσίας της κοινωνικότητας, με τα βιβλιοπωλεία κλειστά, «χάθηκαν ή έγιναν δυσκολότερες, δυο ουσιώδεις απολαύσεις που σχετίζονται με την ανάγνωση: το ψάξιμο και η συζήτηση».

Ο Δημήτρης Μαρκόπουλος από τις εκδόσεις Μάγμα υπογραμμίζει ότι μέσα στο lockdown ο κόσμος βρήκε περισσότερο χρόνο για να διαβάσει, χωρίς να είναι βέβαιος για το κατά πόσο η καραντίνα έστρεψε ένα σημαντικό κομμάτι των πολιτών στην ανάγνωση βιβλίων. «Αυτό μένει να φανεί» δηλώνει.

Ανάλογο προβληματισμό διατυπώνει και ο Τάσος Ευσταθίου των εκδόσεων Angelus Novus, ο οποίος σημειώνει ότι «το θέμα είναι η συγκυριακή συνήθεια που αποκτήθηκε να συντηρηθεί, διότι στη χώρα μας τα ποσοστά αναγνωσιμότητας είναι μικρά σε σχέση με άλλες κοινωνίες».

Η προσωπική σχέση με τον αναγνώστη είναι πάνω από όλα

Πολλές και διαφορετικές δυσκολίες και προκλήσεις έχουν μπροστά τους οι εκδοτικοί οίκοι, με μία από τις σημαντικότερες να είναι η φυσική επαφή με το κοινό.

«Η βασική δυσκολία ήταν να καταφέρουμε να έρθουμε σε επαφή με το κοινό μας, με δεδομένο ότι τα φυσικά βιβλιοπωλεία ήταν κλειστά, οι παρουσιάσεις βιβλίων και οι εκδηλώσεις δεν πραγματοποιούνται και το ηλεκτρονικό μας κατάστημα είναι υπό κατασκευή» σημειώνει η Πόλα Καπόλα, με τον Δημήτρη Μαρκόπουλο να προσθέτει ότι «η πρόκληση για το μέλλον είναι να μπορέσουμε εμείς οι εκδότες να επαναπροσεγγίσουμε το αναγνωστικό κοινό, διατηρώντας μια όσο το δυνατόν πιο προσωπική σχέση με αυτό, που δεν θα εξαντλείται στο, κατά τ’ άλλα, απρόσωπο ηλεκτρονικό εμπόριο».

Ο Κώστας Σπαθαράκης υπογραμμίζει επίσης και τα εμπόδια που υπάρχουν στον μακροπρόθεσμο σχεδιασμό. «Δεν είναι καθόλου εύκολο να φτιάξει κανείς ένα εκδοτικό πρόγραμμα που προϋποθέτει βάθος και οργάνωση, όταν δεν ξέρει τι του ξημερώνει αύριο», με την κα Καπόλα να προσθέτει ότι «υπήρξε μεγάλη αβεβαιότητα για το αν θα πρέπει να προχωρήσουμε τον προγραμματισμό μας» και πως «η πρόκληση ήταν και παραμένει να γίνουμε πιο εφευρετικοί και να υιοθετήσουμε νέες προσεγγίσεις στη δουλειά μας σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα».

Η κυβέρνηση θα μπορούσε να είχε κινηθεί διαφορετικά και να στηρίξει το βιβλίο

Ήδη από την αρχή της πρώτης καραντίνας, αλλά και στο lockdown του Νοεμβρίου, εκδότες και συγγραφείς ζητούσαν από την κυβέρνηση να κρατήσει ανοιχτά τα βιβλιοπωλεία και τους εκδοτικούς οίκους, υπογραμμίζοντας ότι σε πολλά κράτη-μέλη της ΕΕ και παγκοσμίως, τα βιβλιοπωλεία παρέμειναν ανοιχτά κατά τη διάρκεια των περιοριστικών μέτρων.

«Η κυβέρνηση θα μπορούσε να έχει ακολουθήσει διαφορετική πολιτική με τα βιβλιοπωλεία. Να κρατηθούν ανοιχτά, να θεωρηθεί το βιβλίο είδος πρώτης ανάγκης, όπως λόγου χάρη τα τρόφιμα ή και το φάρμακο – όπως και έγινε σε πολλές χώρες της δυτικής Ευρώπης» τονίζει ο Τάσος Ευσταθίου, με την Πόλα Καπόλα να προσθέτει ότι «από τη στιγμή που όλοι οι χώροι πολιτισμού είναι κλειστοί λόγω των περιοριστικών μέτρων, το βιβλίο μπορεί να αποτελέσει διέξοδο για τις ψυχικές πιέσεις που δεχόμαστε λόγω του εγκλεισμού».

Ο Κώστας Σπαθαράκης διατυπώνει τις επιφυλάξεις του για το εάν θα έπρεπε να κρατηθούν ανοιχτά τα βιβλιοπωλεία, τονίζοντας ωστόσο ότι θα έπρεπε να έχουν στηριχθεί συγγραφείς, μεταφραστές, επιμελητές και όσοι άλλοι στο χώρο του βιβλίου εργάζονται με άτυπες σχέσεις εργασίες, συχνά με πολύ χαμηλές αμοιβές. «Είναι δύσκολο να προτάξει κανείς το σύνθημα για ανοιχτά βιβλιοπωλεία, την ώρα που όλη η αγορά μένει κλειστή για υγειονομικούς λόγους. Από την άλλη, εξετάζοντας τις κοινωνικές και ψυχολογικές διαστάσεις του εγκλεισμού, αποδεικνύεται ότι τα βιβλία μπορούν να προσφέρουν σημαντικότατη ψυχολογική και πνευματική στήριξη σε όλους μας. Και, όντως, είδαμε σε αρκετές χώρες του εξωτερικού να παραμένουν τα βιβλιοπωλεία ανοιχτά για το μεγαλύτερο χρονικό διάστημα της καραντίνας» σημειώνει ο Δημήτρης Μαρκόπουλος.

Σε αντιδιαστολή με την κατάσταση στην Ελλάδα, πολλές κυβερνήσεις υιοθέτησαν μεγάλα προγράμματα στήριξης του πολιτισμού και του βιβλίου, ιδίως όμως των δημιουργών, πράγμα που δεν είδαμε σε καμία περίπτωση εδώ. Η πρόσφατη έκθεση της Ευρωπαϊκής Ομοσπονδίας Εκδοτών σημειώνει ότι το βιβλίο δέχτηκε πολλές πιέσεις από την πανδημία, αλλά κατάφερε να κρατηθεί.

«Αυξήθηκαν οι πωλήσεις στα audiobooks και τα ebooks και ενισχύθηκαν μεγάλες πλατφόρμες όπως η Amazon, αλλά και όσοι από τους μικρότερους παίκτες παρουσίασαν ευελιξία και πρόλαβαν να αναβαθμιστούν τεχνολογικά και να προσαρμοστούν στις απαιτήσεις της νέα εποχής, φάνηκαν ανθεκτικοί στην κρίση» σημειώνει η Πόλα Καπόλα, με την Δημήτρη Μαρκόπουλου να δηλώνει πως «στο εξωτερικό είναι εδώ και χρόνια πολύ πιο διαδεδομένη η κουλτούρα των διαδικτυακών πωλήσεων αλλά και η συγκεντροποίηση των εμπορικών χώρων σε μεγάλες αλυσίδες, συνθήκες που -δυστυχώς- ταιριάζουν στο μετα-πανδημικό περιβάλλον (σε οικονομικό, εργασιακό και καταναλωτικό επίπεδο) στο οποίο ίσως απαιτηθεί να ζήσουμε».

Το βιβλίο ως δημόσιο αγαθό, κοινωνική παρέμβαση, προσωπική αναζήτηση

Ο ρόλος του βιβλίου είναι καθοριστικός στην κοινωνική εξέλιξη και ανάπτυξη μιας κοινωνίας, ένα απαραίτητο ερμηνευτικό, παιδευτικό «εργαλείο» μέσα σε μια σύνθετη κοινωνικο-οικονομική και πολιτική πραγματικότητα. Ειδικά στις μέρες μας, και μέσα στην νέα πραγματικότητα που διαμορφώνει η πανδημία, υπάρχουν διαφορετικά κριτήρια μέσα από τις οποία ο κάθε εκδότης επιλέγει τους τίτλους του και επικοινωνεί με τους συγγραφείς, με στόχο να παρουσιάσει ένα αποτέλεσμα που ευθυγραμμίζεται με την ταυτότητα του κάθε οίκου.

«Όλα τα βιβλία της Νήσου είναι οργανωμένες παρεμβάσεις στη δημόσια σφαίρα, απαντούν στους προβληματισμούς των σημερινών καιρών και απευθύνονται τόσο στην επιστημονική κοινότητα ως εργαλεία δουλειάς, όσο και σε κάθε ανήσυχο αναγνώστη» σημειώνει η Πόλα Καπόλα και τονίζει ότι «η πρόκληση για τον εκδότη είναι να προτείνει στον συγγραφέα τον καλύτερο δρόμο δίχως όμως να του τον επιβάλει, μετατρέποντας τον προσωπικό του κόπο σε δημόσιο αγαθό».

«Επιλέγουμε τις εκδόσεις μας κυρίως με βάση τα κείμενα που θέλουμε ή θα θέλαμε να διαβάσουμε εμείς οι ίδιοι» μας λέει ο Κώστας Σπαθαράκης. «Όπως και στην απλή ανάγνωση, αυτό σημαίνει ότι έχουμε τα μάτια μας και τα αυτιά μας ανοιχτά, ακούμε προτάσεις, διαβάζουμε τυχαία και αναζητούμε κάτι που θα μας ενθουσιάσει ή θα μας συγκινήσει.  Δουλεύουμε πολύ για τα βιβλία που εκδίδουμε και η βασική μας επιδίωξη είναι να περάσει αυτός ο ενθουσιασμός και στον αναγνώστη».

Για τον Δημήτρη Μαρκόπουλο στόχος είναι να «μεταφράζουμε δοκίμια σπουδαίων συγγραφέων που μπορούν να προσφέρουν στο αναγνωστικό κοινό μια πρωτότυπη πολιτική, κοινωνιολογική ή φιλοσοφική οπτική για τον κόσμο μας σήμερα, μια οπτική που κατά τη γνώμη μας δύσκολα προσφέρουν τα καθιερωμένα ιδεολογικά σχήματα που κατά κόρον πλασάρονται στην κοινωνία της μαζικής κατανάλωσης».

«Κάθε φορά που επιλέγουμε έναν νέο τίτλο, στοχεύουμε μέσω του βιβλίου που πρόκειται να εκδοθεί να συμβάλλουμε στην ανανέωση της συζήτησης των κοινωνικών, οικονομικών, πολιτικών, λογοτεχνικών, επιστημονικών, τεχνολογικών, μεταφραστικών, και άλλων πνευματικών ζητημάτων που προκύπτουν κάθε στιγμή και απασχολούν τον κόσμο και όχι λίγους, εντός μιας κοινωνίας που βρίσκεται σε πολύπλευρη κρίση» τονίζει ο Τάσος Ευσταθίου.

Κοινό χαρακτηριστικό και των 4 εκδοτών που συνομιλήσαμε είναι η αγάπη για αυτό που κάνουν και η ανησυχία βγάλουν ένα βιβλία που θα συμβάλλουν στην προσωπική αναζήτηση των αναγνωστών αλλά και στους συλλογικούς προβληματισμούς της κοινωνίας μας. Ο ρόλος του βιβλίου, μεταξύ άλλων, είναι να δημιουργεί όνειρα μέσα στην ξηρασία της σημερινής πραγματικότητας. Για αυτό και είναι απαραίτητη η στήριξή του από την πολιτική ηγεσία, κυρίως όμως από την ίδια την κοινωνία.

Exit mobile version