ΠΟΛΙΤΙΚΗ

Νάσος Ηλιόπουλος: Ο κ. Μητσοτάκης συμπεριφέρεται ως μονάρχης, όχι ως εκλεγμένος πρωθυπουργός

SHARE THIS

Ο Νάσος Ηλιόπουλος μίλησε στο rosa.gr για την Παιδεία, την σεξουαλική κακοποίηση, την τηλεργασία, το εμβόλιο, την επίσκεψη του Πρωθυπουργού στην Ικαρία, τον ΣΥΡΙΖΑ του σήμερα και του αύριο.

Από το θητεία του στο υπουργείο Εργασίας, ως ειδικός γραμματέας και στη συνέχεια ως υφυπουργός, την αναβάθμιση και ενδυνάμωση του ΣΕΠΕ (Σώμα Επιθεώρησης Εργασίας), την υποψηφιότητά του για το Δήμο Αθηναίων στις αυτοδιοικητικές του 2019 μέχρι την ανάληψη της νευραλγικής θέσης του εκπροσώπου Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία, ο 37χρονος Νάσος Ηλιόπουλος έχει δείξει ότι ποτέ μέχρι σήμερα δεν έχει φοβηθεί τις προκλήσεις και τις ευθύνες.

Τον συναντήσαμε στα γραφεία του κόμματος στην Κουμουνδούρου και συζητήσαμε για την επικαιρότητα, τις εξελίξεις και τα προβλήματα στην Παιδεία, την σεξουαλική κακοποίηση και τις κακοποιητικές συμπεριφορές με αφορμή το κύμα καταγγελιών που τροφοδότησε η υπόθεση της Σοφίας Μπεκατώρου, το εμβόλιο και την άρση της πατέντας, το νέο εργασιακό περιβάλλον, αλλά και το πως οραματίζεται το ΣΥΡΙΖΑ.

Ο υφυπουργός Παιδείας  Άγγελος Συρίγος, μιλώντας από το βήμα της Βουλής, παραδέχθηκε πως «δεν υπάρχει αστυνομία στα ευρωπαϊκά πανεπιστήμια», ενώ λίγες μέρες νωρίτερα ο κ. Σουφλιάς τάχθηκε κατά της ίδρυσης πανεπιστημιακής αστυνομίας. Ποια είναι η γνώμη σας για αυτό; Αλλάζει στάση η κυβέρνηση;

Όχι, η κυβέρνηση δεν αλλάζει καθόλου στάση.

Να ξεκινήσουμε όμως από την κυβερνητική παρέμβαση που συζητάμε λιγότερο, που είναι ότι 24.000 μαθητές που κανονικά θα έμπαιναν στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, θα αποκλειστούν. Γιατί ο στόχος είναι η δημιουργία πελατείας για τα ιδιωτικά κολέγια.

Εδώ δεν ισχύει το επιχείρημα περί «ποιότητας» της εκπαίδευσης, γιατί στον ίδιο μαθητή ή μαθήτρια που του στερείς το δικαίωμα να μπει σε ένα δημόσιο πανεπιστήμιο, αν έχει την οικονομική δυνατότητα μπορεί να πάει σε ένα ιδιωτικό κολέγιο, να πληρώσει και να πάρει ένα πτυχίο ισότιμο με το πτυχίο του δημόσιου πανεπιστημίου. Αυτή λοιπόν είναι η πρώτη, μεγάλη παρέμβαση της ΝΔ.

Είναι βαθιά αυταρχικό να προχωράει η κυβέρνηση στη δημιουργία πανεπιστημιακής αστυνομίας χωρίς καμία θεσμική συμμαχία

Στο ζήτημα τώρα της πανεπιστημιακής αστυνομίας, βλέπουμε τον ορισμό της ιδεοληψίας και του αυταρχισμού. Είναι βαθιά ανορθολογικό να προβαίνει η κυβέρνηση σε μια τέτοια κατεύθυνση τη στιγμή που τα πανεπιστήμια είναι κλειστά. Είναι βαθιά αυταρχικό να προσλαμβάνει η κυβέρνηση 1.030 ειδικούς φρουρούς για την δημιουργία πανεπιστημιακής αστυνομίας κάτι που δεν συμβαίνει πουθενά στην Ευρώπη. Συμβαίνει όμως στην Τουρκία του Ερντογάν. Επίσης είναι βαθιά αυταρχικό να προχωράει η κυβέρνηση χωρίς καμία θεσμική συμμαχία. Οι πρυτάνεις διαφωνούν, οι Σύγκλητοι διαφωνούν, οι ακαδημαϊκοί δάσκαλοι διαφωνούν όπως και οι φοιτητικοί σύλλογοι. Διαφωνεί ακόμα και το συνδικαλιστικό όργανο των αστυνομικών η ΠΟΑΣΥ. Οι μόνοι που συμφωνούν είναι οι ειδικοί φρουροί.

Δεν υπάρχει δηλαδή ζήτημα ασφάλειας στα πανεπιστήμια;

Υπάρχει ζήτημα ασφάλειας σε κάποια πανεπιστήμια, δεν είναι όμως καθολικό και σε καμία περίπτωση δεν είναι στον βαθμό που εμφανίζεται από την κυβέρνηση και κάποια ΜΜΕ. Ακριβώς για αυτό το λόγο οι πρυτάνεις και οι ακαδημαϊκοί έχουν αντιπρόταση. Δεν είναι δυνατόν να είναι όλοι τρελοί, να μην γνωρίζουν οι πρυτάνεις τι μπορεί και πρέπει να γίνει και να γνωρίζει ο άχρηστος και επικίνδυνος κ. Χρυσοχοΐδης, που υποστηρίζει ότι οι πρυτάνεις «είναι εθισμένοι στην κακοποίηση». Το καλύτερο που πρέπει να γίνει είναι να αποσυρθεί αυτό το νομοσχέδιο και σε συνεργασία με την πανεπιστημιακή κοινότητα να υπάρξει μια πρόταση που θα ενισχύσει την τριτοβάθμια εκπαίδευση σε όλα τα επίπεδα, σε ακαδημαϊκό προσωπικό και ερευνητικούς πόρους συμπεριλαμβανομένου του ζητήματος της ασφάλειας και της φύλαξης. Με υπαλλήλους όμως που δεν είναι αστυνομικοί και θα λογοδοτούν κανονικά στην Σύγκλητο.

Μιας και μιλήσατε για το σώμα των ειδικών φρουρών, κ. Ντούμας, πρόεδρος των ειδικών φρουρών, υποστήριξε ότι «ο μεγαλύτερος τζίρος λιανεμπορίου ναρκωτικών γίνεται εντός των σχολών». Τι έχετε να πείτε για αυτό;

Ο κ. Ντούμας αποδείχθηκε ότι είναι ένας απλός συκοφάντης και ψεύτης. Αυτό αποδείχθηκε από την αδυναμία του να δώσει τα στοιχεία που συγκρίνουν το τζίρο λιανεμπορίου που γίνεται μέσα στις σχολές με τον τζίρο έξω από τις σχολές. Δεν έχει κανένα στοιχείο για αυτό που δήλωσε και είναι πολύ επικίνδυνο ότι ένας εκπρόσωπος των ειδικών φρουρών βγαίνει στη δημόσια τηλεόραση και συκοφαντεί με αυτό το τρόπο το δημόσιο πανεπιστήμιο και δεν του γίνεται μια ερώτηση από τους δημοσιογράφους που παρουσιάζουν την εκπομπή.

Σε αυτή τη συζήτηση που ήμασταν μαζί, η παρέμβασή μου απέναντι στον κ. Ντούμα ήταν απλά να του κάνω τις δύο ερωτήσεις που θα έπρεπε να του κάνει κανονικά ο δημοσιογράφος, και ειδικά ο δημοσιογράφος της δημόσιας τηλεόρασης. Η πρώτη ερώτηση ήταν «ποια ήταν τα στοιχεία αυτού του τζίρου» και η δεύτερη ότι «αφού δεν υπάρχει άσυλο, γιατί δεν έχουν συλληφθεί οι ναρκέμποροι». Υποτίθεται ότι τόσα χρόνια το εμπόδιο ήταν το άσυλο, επιχείρημα ωστόσο που δεν ισχύει.

Το ζήτημα των ναρκωτικών είναι τεράστιο ζήτημα και δεν λύνεται μόνο κατασταλτικά

Επιτρέψτε μου μια παρένθεση εδώ: Το ζήτημα των ναρκωτικών είναι ένα τεράστιο ζήτημα, που ειδικά στην Αθήνα το συζητάμε τα τελευταία 30 χρόνια. Αν δεν μετατοπιστούμε από την αντίληψη ότι το ζήτημα λύνεται μόνο κατασταλτικά και δεν πάμε σε μια συνολικότερη αντίληψη, που έχει μέσα και τους χώρους εποπτευόμενης χρήσης, το μόνο που θα κάνουμε είναι να κυνηγάμε πιάτσες που θα μεταφέρονται δύο τετράγωνα πιο αριστερά, πέντε τετράγωνα πιο δεξιά, γύρω από τη Βικτώρια. Γιατί αυτό συμβαίνει τώρα. Όποιος κάνει μια βόλτα στην Αθήνα, ξέρει που είναι οι βασικές πιάτσες αυτή τη στιγμή και δεν έχει να κάνει με το πανεπιστημιακό άσυλο.

Το πρόβλημα είναι πως άνθρωποι σαν το κ. Ντούμα φιλοξενούνται ως θεσμικοί συνομιλητές σε εκπομπές και λένε τόσα χυδαία ψέματα χωρίς κάποιος να τους σταματά.

Για εσάς προσωπικά και για τον ΣΥΡΙΖΑ ποιες είναι οι πιο σημαντικές προκλήσεις που αντιμετωπίζει το δημόσιο πανεπιστήμιο σήμερα;

Το πρώτο ζήτημα είναι η υποστελέχωση και η στήριξη σε ερευνητικό και διδακτικό προσωπικό. Αν βάλουμε κάτω τα δεδομένα και δούμε πόσοι φοιτητές αντιστοιχούν σε έναν ακαδημαϊκό στην Ελλάδα, με βάση τα τελευταία στοιχεία της Eurostat, είναι κοντά στους 38 φοιτητές για κάθε καθηγητή, τη στιγμή που ο ευρωπαϊκός μέσος όρος είναι στο 15 φοιτητές σε κάθε καθηγητή. Αν σε αυτό σκεφτούμε ότι ελληνικά πανεπιστήμια, όπως το ΕΚΠΑ και το ΕΜΠ για παράδειγμα, βρίσκονται σε πολύ υψηλές θέσεις σε παγκόσμιες λίστες πανεπιστημίων, αυτό δείχνει ότι γίνεται καταπληκτική δουλειά – με πολλούς λίγους πόρους ωστόσο -, με πολλούς Έλληνες επιστήμονες να καταγράφουν σημαντική πορεία σε πανεπιστήμια του εξωτερικού.

Το δεύτερο ζήτημα είναι να ενισχυθεί η χρηματοδότηση για ερευνητικά προγράμματα, να μπορούν οι φοιτητές να παίρνουν υποτροφίες. Η προηγούμενη κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ έκανε δουλειά σε αυτό το ζήτημα με τον ΕΛΙΔΕΚ, με τις δαπάνες για την έρευνα για πρώτη φορά να ξεπερνούν το 1% του ΑΕΠ – δεν είχε συμβεί ποτέ στο παρελθόν αυτό.

Η παρέμβαση της ΝΔ στη δημόσια εκπαίδευση είναι ότι δημιουργεί ένα σύστημα για τη γενιά των 500 ευρώ

Το ζήτημα της ασφάλειας έχει μονοπωλήσει την συζήτηση καθαρά για λόγους πολιτικού σχεδιασμού της ΝΔ. Χρησιμοποίησε ένα πολύ χαρακτηριστικό στατιστικό ο Νίκος Φίλης στη Βουλή, που είπε ότι κάθε χρόνο σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΑΣ έχουμε γύρω στις 200.000 καταγραφές περιπτώσεων παραβατικότητας συνολικά και από αυτές μόνο οι 200 έχουν καταγραφεί σε πανεπιστημιακούς χώρους. Μιλάμε δηλαδή για ένα εξαιρετικά μικρό ποσοστό, για το 0.1%. Αν λοιπόν για το 0.1% θέλεις 1.030 ειδικούς φρουρούς υπάρχει κάποιο δομικό λάθος σε όλη σου τη μεθοδολογία. Είναι επίσης προκλητικό να μιλά ο κ. Μητσοτάκης για αυτό το θέμα, όταν ήταν ο ίδιος που είχε θέσει σε διαθεσιμότητα τους φύλακες από τα δημόσια πανεπιστήμια επί κυβέρνησης Σαμαρά.

Συνολικά, η παρέμβαση της ΝΔ στη δημόσια εκπαίδευση είναι ότι δημιουργεί ένα σύστημα για τη γενιά των 500 ευρώ. Όλα αυτά «κουμπώνουν» με τις αλλαγές στις εργασιακές σχέσεις και με την αντίληψη περί ανάπτυξης που έχει η ΝΔ, που στηρίζεται στην ευέλικτη και κακοπληρωμένη εργασία.

Πάμε σε ένα άλλο πολύ σοβαρό ζήτημα κ. Ηλιόπουλε, αυτό της σεξουαλικής παρενόχλησης, των κακοποιητικών συμπεριφορών και του εργασιακού bullying. Η καταγγελία της Σοφίας Μπεκατώρου έδωσε θάρρος σε πολλούς ανθρώπους να σπάσουν τη σιωπή τους και να μιλήσουν ανοιχτά για τις δικές τους τραυματικές εμπειρίες. Πως μπορούν να εξαλειφθούν τέτοιες συμπεριφορές, πέρα από ένα ισχυρό νομοθετικό πλαίσιο; Χρειάζεται ίσως κάποια καμπάνια ενημέρωσης; Χρειάζεται καλύτερη και πιο ορατή στήριξη των θυμάτων;

Πρώτα από όλα να πω ότι χρωστάμε ένα πολύ μεγάλο ευχαριστώ στη Σοφία Μπεκατώρου. Η πράξη της ήταν μια πράξη γενναιότητας και είναι ουσιαστικά μια νίκη του πολιτισμού, ότι το ζήτημα αυτό γίνεται ορατό και αρχίζουμε να το συζητάμε.

Αυτή τη στιγμή υπάρχει μια σειρά από θεσμικές πρωτοβουλίες που πρέπει να προχωρήσουν. Πρώτον, πως θα ενισχυθούν οι δομές κακοποιημένων ατόμων. Εδώ χρειάζεται και επιστημονική και χρηματοδοτική υποστήριξη για να υπάρχουν όσο το δυνατόν περισσότερες δομές και να μπορούν να υποστηρίξουν ουσιαστικά τα θύματα.

Μια διαφορετική κουλτούρα και πρακτική στην αστυνομία ίσως θα σήμαινε ότι η Ελένη Τοπαλούδη δεν θα είχε δολοφονηθεί

Δεύτερο ζήτημα είναι συνολικά οι διαδικασίες ψυχολογικής υποστήριξης των θυμάτων.

Τρίτο ζήτημα είναι πως αλλάζουμε την ελληνική αστυνομία. Γιατί η ελληνική αστυνομία έχει μάθει να μην ασχολείται και να υποτιμά αυτές τις καταγγελίες. Μια διαφορετική κουλτούρα και πρακτική στην αστυνομία ίσως θα σήμαινε ότι η Ελένη Τοπαλούδη δεν θα είχε δολοφονηθεί.

Τέταρτο ζήτημα είναι ο εκσυγχρονισμός της νομοθεσίας για το εργασιακό bullying, που είναι ξεχωριστό στοιχείο κακοποιητικής συμπεριφοράς.

Πέρα από αυτά υπάρχει και μια κοινωνική μάχη ιδεών που πρέπει να δοθεί.

Είναι απέναντι σε αυτό που ακούμε συχνά «ναι, αλλά γιατί μίλησε τώρα»…

Ναι, ή την κλασική σεξιστική ερώτηση «τι φόραγε;». Αυτό δείχνει ότι έχουμε διπλό αγώνα, και στο θεσμικό επίπεδο, αλλά και στο κοινωνικό επίπεδο.

Πάμε στο ζήτημα του εμβολιασμού. Οι ρυθμοί εμβολιασμού σε Ελλάδα και ΕΕ είναι εξαιρετικά αργοί. Ο ΣΥΡΙΖΑ προτείνει την άρση της πατέντας, πρόταση που στήριξε και το Συμβούλιο της Ευρώπης με πρόσφατο ψήφισμά του. Είναι ρεαλιστική μια τέτοια εξέλιξη, όσο η Κομισιόν και το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο αδιαφορούν; 

Ξεκινώντας από τα δικά μας, η ελληνική κυβέρνηση μετέτρεψε το εμβόλιο σε άλλοθι για να μην κάνει όλα όσα έπρεπε να κάνει για να ενισχύσει τη δημόσια Υγεία. Γιατί ακόμα κι όταν βρισκόμασταν στο καλό σενάριο επιστήμονες, όπως ο κ. Μόσιαλος, έλεγαν ότι για να καταφέρουμε αυτό που ονομάζεται «συλλογική ανοσία», θα πρέπει να φτάσουμε μέχρι το τέλος καλοκαιριού. Άρα μέχρι τότε θα έπρεπε να πάρουμε παράλληλα όλα τα άλλα μέτρα.

Ο Πρόεδρος του Παγκόσμιου Ιατρικού Συλλόγου έχει πει ότι οι περισσότερες μολύνσεις γίνονται σε μέσα μαζικής μεταφοράς και χώρους εργασίας. Η ελληνική κυβέρνηση ακόμα και σήμερα επίσημα αρνείται ότι αυτοί οι χώροι είναι εστίες υπερμετάδοσης. Ο Πρωθυπουργός στη Βουλή έχει πει ότι δεν έχουμε μελέτη για τα μέσα μαζικής μεταφοράς που να το δείχνει αυτό και ο κυβερνητικός εκπρόσωπος έχει απαντήσει με τον ίδιο τρόπο σε ερώτηση για τους χώρους εργασίας. Έχουμε δηλαδή μια κυβέρνηση που φέρει μεγάλη ευθύνη για το γεγονός ότι έχουμε μείνει ανοχύρωτοι.

Τώρα στο ζήτημα του εμβολίου, το πρώτο σημαντικό βήμα είναι ότι το Συμβούλιο της Ευρώπης πήρε απόφαση υπέρ της άρσης της πατέντας, την οποία δεν ψήφισαν οι εκπρόσωποι της ΝΔ. Το δεύτερο σημαντικό βήμα είναι ότι ο Γενικός Διευθυντής του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, μετά από επικοινωνία με τον Αλέξη Τσίπρα, τοποθετήθηκε υπέρ της σημασίας της άρσης του καθεστώτος της πατέντας. Σε αυτό το ζήτημα η κυβέρνηση του κ. Μητσοτάκη παραμένει στη μεριά του προβλήματος, όχι της λύσης, γιατί αρνείται ακόμα και τώρα να πάρει μια πρωτοβουλία και να θέσει το ζήτημα της άρσης της πατέντας.

Μην ξεχνάμε επίσης ότι τα εμβόλια αυτά έχουν παραχθεί με δημόσια χρηματοδότηση και χρησιμοποιώντας ένα δημόσιο ερευνητικό κεφάλαιο. Ακόμα δηλαδή και σε αυτό το πλαίσιο υπάρχουν πολλοί ισχυροί λόγοι για να αρθεί το καθεστώς της πατέντας. Δυστυχώς όσο περισσότερο αργούμε, κινδυνεύουμε να το πληρώσουμε και σε επίπεδο ανθρώπινων απωλειών, αλλά και σε επίπεδο οικονομικής καταστροφής.

Εμείς θα συνεχίσουμε να πιέζουμε και σε ευρωπαϊκό επίπεδο, αλλά και την κυβέρνηση να πάρει πρωτοβουλίες. Το ζήτημά μας δεν είναι μια μικροκομματική αντιπαράθεση, αλλά να σωθούν ανθρώπινες ζωές.

Με δεδομένη και την εμπειρία σας από το υπ. Εργασίας, πως βλέπετε σήμερα τις εξελίξεις στο ζήτημα της τηλεργασίας; Ποιοι είναι οι βασικοί κίνδυνοι από αυτό το μοντέλο;

Ο βασικός κίνδυνος είναι ότι γίνονται πολύ θολά τα όρια στο τι είναι και τι δεν είναι εργασιακό περιβάλλον. Θολώνουν τα όρια στο ζήτημα του ωραρίου, στο «δικαίωμα στην αποσύνδεση», πότε μπορεί να σε βρει και πότε δεν μπορεί να σε βρει ο εργοδότης, ποιος είναι ο προσωπικός σου χρόνος.

Στην τηλεργασία ο βασικός κίνδυνος είναι ότι γίνονται πολύ θολά τα όρια στο τι είναι και τι δεν είναι εργασιακό περιβάλλον

Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει προτείνει μια σειρά από μέτρα σχετικά με την τηλεργασία, με κυρίαρχο θέμα το δικαίωμα στην αποσύνδεση, αλλά και σε άλλα θέματα, όπως το ποιος πληρώνει τον εξοπλισμό για παράδειγμα. Δεν μπορούμε να θεωρούμε αυτονόητο ότι κάθε εργαζόμενος που πρέπει να κάνει εργασίες που μπορεί να απαιτούν συγκεκριμένο εξοπλισμό, να καλύπτει το κόστος με δικά του μέσα. Στην πραγματικότητα έχουμε επιχειρήσεις που έχουν καταφέρει να μεταφέρουν ένα μέρος του κόστους στα σπίτια των ανθρώπων που εργάζονται εκεί χωρίς κανένα ωράριο.

Έστω ότι περνάει ένας νόμος που διασφαλίζει το δικαίωμα στην αποσύνδεση, αυτό δεν είναι πολύ δύσκολο να εφαρμοστεί στην πράξη;

Όχι, υπάρχουν και εργαλεία και σχετική εμπειρία που το επιτρέπουν να γίνει. Υπάρχει η γαλλική εμπειρία με δικαστικές αποφάσεις, ότι δηλαδή οι εργαζόμενοι έχουν το δικαίωμα να μην απαντάνε σε e-mail όταν βρίσκονται εκτός ωραρίου.

Η επιθεώρηση εργασίας πολύ συνειδητά έχει υποβαθμιστεί από την κυβέρνηση

Αν θέλουμε δηλαδή να το λύσουμε αυτό το πρόβλημα, μπορούμε να έχουμε τα θεσμικά εργαλεία. Προφανώς παραβατικές συμπεριφορές από την πλευρά των εργοδοτών εννοείται θα υπάρχουν, για αυτό πάντα στην εργατική νομοθεσία ο νόμος κρίνεται στον ελεγκτικό μηχανισμό. Εάν η τηλεργασία είναι μια φορά πρόβλημα, στην κανονική εργασία έχουμε μια κυβέρνηση που έχει νομιμοποιήσει την απλήρωτη εργασία, όπου εάν νοσήσεις ή περάσεις καραντίνα, τον επόμενο μήνα θα δουλεύεις με απλήρωτες υπερωρίες. Μια κυβέρνηση που δηλώνει συνειδητά ότι θα κάνει διευθέτηση του εργασιακού χρόνου έτσι ώστε να καταργηθεί το οκτάωρο. Θα μπορείς π.χ, μια μέρα να δουλεύεις 10-12 ώρες και την επόμενη να δουλέψεις λιγότερο και να μην πληρωθείς ποτέ τις υπερωρίες. Αυτή τη στιγμή η επιθεώρηση εργασίας πολύ συνειδητά έχει υποβαθμιστεί από την κυβέρνηση και τα αρνητικά αποτελέσματα τα βλέπουμε και στην οικονομία και στο υγειονομικό σκέλος της πανδημίας.

Πως σχολιάζετε την επίσκεψη του πρωθυπουργού στην Ικαρία το Σαββατοκύριακο;

Την ημέρα που θα ίσχυε η απαγόρευση κυκλοφορίας από τις έξι ο κ. Μητσοτάκης εμφανίζεται ανέμελος να τρώει μαζί με άλλα πενήντα άτομα. Ο κ. Μητσοτάκης δεν χάνει ευκαιρία να μας υπενθυμίζει ότι για αυτόν δεν ισχύουν οι κανόνες. Δεν συμπεριφέρεται ως εκλεγμένος πρωθυπουργός σε συνθήκες έκτακτης ανάγκης, αλλά ως μονάρχης που μπορεί να προσβάλει με την στάση του την τεράστια πλειοψηφία της κοινωνίας.

Πως οραματίζεστε τον ΣΥΡΙΖΑ του σήμερα και του αύριο;

Ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να εκφράσει ένα συνεκτικό σχέδιο για μια Ελλάδα η οποία έχει πάρει μαθήματα από δύο κρίσεις. Την οικονομική κρίση, ειδικά της περιόδου 2010-2014, και την κρίση της πανδημίας. Τι σημαίνει ότι παίρνουμε μαθήματα από τις δύο αυτές κρίσεις; Σημαίνει ότι καταλαβαίνουμε ότι δεν έχει μέλλον σε αυτή τη χώρα η λογική της φτηνής, ευέλικτης, απλήρωτης ή κακοπληρωμένης εργασίας, δεν μπορεί να είναι αυτό το μοντέλο μας και να ανταγωνιζόμαστε τα Βαλκάνια στο μοντέλο διάλυσης των εργασιακών σχέσεων, αλλά πρέπει να έχουμε ένα μοντέλο που θα στηρίζεται σε υψηλής ποιότητας εργασία.

Η λογική ότι θα λυθούν όλα από το ραβδάκι της ελεύθερης αγοράς είναι μια χρεοκοπημένη «θρησκεία» πια, δεν δουλεύει

Στο πεδίο της πανδημίας το μάθημα είναι ότι χρειαζόμαστε ένα ισχυρό και κοινωνικά αποτελεσματικό κράτος. Η λογική ότι θα λυθούν όλα από το ραβδάκι της ελεύθερης αγοράς είναι μια χρεοκοπημένη «θρησκεία» πια, δεν δουλεύει. Πρέπει να δούμε τι σημαίνει κοινωνικά αποτελεσματικό κράτος, που έχει ισχυρές υπηρεσίες, που να μην ταλαιπωρείται ο κόσμος που έχει την ανάγκη αυτών των υπηρεσιών.

Που εκτιμάτε δηλαδή ότι πρέπει να δοθεί προτεραιότητα;

Πρέπει να δοθεί έμφαση σε τρεις έννοιες-κλειδιά: Στην ασφάλεια, όχι με τον τρόπο που έχει κακοποιηθεί από τη σημερινή κυβέρνηση, που αντιμετωπίζεται ως συνώνυμο της καταστολής, αλλά με την έννοια της ασφάλειας στο εργασιακό περιβάλλον, της ασφάλειας στην πρόσβαση σε κοινωνικά αγαθά, ότι δεν κινδυνεύουμε να βρεθούμε έξω από το σπίτι μας, ότι δεν κινδυνεύουμε να μην μπορούμε να ικανοποιήσουμε βασικές κοινωνικές μας ανάγκες. Η λέξη «ασφάλεια» έχει ένα βαθύτατο κοινωνικό περιεχόμενο που πρέπει να το επαναοικειοποιηθούμε.

Η δεύτερη έννοια είναι η δικαιοσύνη, η οποία επανέρχεται πάλι σήμερα σε περίοδο κρίσης, όπου βλέπουμε ότι στην κοινωνική πλειοψηφία μεταφέρεται όλο το βάρος και οι λίγοι αντιμετωπίζουν την κρίση σαν ευκαιρία για να πλουτίσουν σε βάρος της κοινωνίας.

Η λέξη «ασφάλεια» έχει ένα βαθύτατο κοινωνικό περιεχόμενο που πρέπει να το επαναοικειοποιηθούμε

Η τρίτη έννοια, η τρίτη λέξη-κλειδί, είναι οι ανισότητες, οι οποίες είναι κυριολεκτικά μια «βόμβα» στα θεμέλια των σύγχρονων κοινωνιών κι εάν δεν εκφραστούν πολιτικές που αντιμετωπίζουν αυτές τις ανισότητες, μακροπρόθεσμα θα δούμε ακόμα και κινδύνους για τη δημοκρατία. Οι ανισότητες έχουν τροφοδοτήσει την άνοδο της άκρας δεξιάς, έχουν τροφοδοτήσει την άνοδο του ανορθολογισμού, της συνωμοσιολογίας, ρεύματα δηλαδή που η ΝΔ δεν έχει φοβηθεί να συνομιλήσει.

Ο ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία μπορεί και πρέπει να εκφράσει σήμερα μια ζωντανή πολιτική πρόταση που μπορεί να συναντηθεί με τα όνειρα και τις ανάγκες της νεολαίας και του κόσμου της εργασίας. Την ίδια στιγμή θα μπορεί να λειτουργήσει σαν καταλύτης στην κοινωνία, δημιουργώντας ένα ζωντανό δημοκρατικό ρεύμα διεκδικήσεων και αλληλεγγύης.

Θέλουμε έναν ΣΥΡΙΖΑ που να μπορεί να συγκεντρώνει τις καλές ιδέες από την κοινωνία, να τις μετατρέπει σε πολιτική πρόταση και την ίδια στιγμή να είναι καταλύτης για ουσιαστική συμμετοχή των πολιτών στις κοινωνικές διεργασίες.

Exit mobile version