Η γνώση υπό επιτήρηση και καταστολή
Το δημόσιο αγαθό της Γνώσης, η ακαδημαϊκή ελευθερία και τα δημοκρατικά δικαιώματα.
-
08.02.2021 Δέσποινα Παπαδοπούλου
Την Δευτέρα 1η Φεβρουαρίου κατατέθηκε στη Βουλή το νέο νομοσχέδιο για την Παιδεία και την προσεχή Δευτέρα 8 Φεβρουαρίου κατατίθεται στην ολομέλεια του Κοινοβουλίου. Φιλοδοξεί να γίνει ένα ακόμα νομοσχέδιο για «εκπαιδευτική μεταρρύθμιση». Το νομοσχέδιο αυτό, περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο ξεσήκωσε πλήθος αντιδράσεων και ενστάσεων από το σύνολο της ακαδημαϊκής κοινότητας. Για πρώτη φορά στην μεταπολιτευτική ιστορία των προσπαθειών για εκπαιδευτική μεταρρύθμιση, το νέο νομοσχέδιο ένωσε σύσσωμο τον εκπαιδευτικό κόσμο ενάντια στην κυβέρνηση και απέναντι στην απειλή να ισχύσει αύριο ένας επικίνδυνος και αυταρχικός νόμος για την τριτοβάθμια εκπαίδευση.
Το συγκεκριμένο κείμενο οριοθετεί την προσπάθεια να οριστούν όσο γίνεται πιο σφαιρικά και να φωτιστούν οι βασικές πτυχές μίας από τις διατάξεις του νομοσχεδίου που αναφέρονται στην επονομαζόμενη «ομάδα προστασίας πανεπιστημιακών ιδρυμάτων» που μαζί με το επονομαζόμενο «κέντρο ελέγχου και λήψης σημάτων και εικόνων» αποτελούν τη βασική αντιδημοκρατική πλευρά του νομοσχεδίου. Αυτό δεν σημαίνει ότι κάποιες άλλες διατάξεις, όπως η πολύ σοβαρή και απότομη μείωση των υποψηφίων προς τη λάθος κατεύθυνση θέτοντας ελάχιστη βάση εισαγωγής (ΕΒΕ), που συνεπάγεται άμεσα το κλείσιμο ολόκληρων τμημάτων στην περιφέρεια ή η οριστική διαγραφή των λιμναζόντων φοιτητών αποτελούν λιγότερο προβληματικές διατάξεις. Όμως η πανεπιστημιακή αστυνομία και τα κέντρα ελέγχου με κάμερες, με παρακολούθηση της ηλεκτρονικής και τηλεφωνικής δραστηριότητας μέσα στο χώρο του πανεπιστήμιου τοποθετούνται στη αιχμή του δόρατος της αυταρχικότητας αυτού του νομοσχεδίου.
Όπως ήδη αναφέρθηκε, το νομοσχέδιο καταδικάστηκε από το σύνολο της ακαδημαϊκής κοινότητας ολοκληρωτικά. Τόσο η σύνοδος των πρυτάνεων, όσο και όλες οι σύγκλητοι των ελληνικών πανεπιστήμιων, οι σύλλογοι μελών ΔΕΠ, φοιτητών, διοικητικών και όλων των υπόλοιπων κατηγοριών διδασκόντων τοποθετήθηκαν ξεκάθαρα ενάντια στο νομοσχέδιο. Αυτή η κοινή τοποθέτηση ανέδειξε κατ’ αρχάς την κοινή αρμονική και συντονισμένη αντίληψη για τα πανεπιστήμια όλων των εμπλεκόμενων σε αυτά, ανεξαρτήτως πολιτικής και ιδεολογικής τοποθέτησης και ασφαλώς την απόσταση που χωρίζει την ακαδημαϊκή κοινότητα από τις προτεινόμενες κυβερνητικές αλλαγές.
Η γνώση είναι ελεύθερο αγαθό, ταυτίζεται και εξαρτάται άμεσα από τη Δημοκρατία
Όλοι συμφωνούμε υπηρετώντας το ελληνικό δημόσιο πανεπιστήμιο ότι η γνώση αποτελεί ένα κοινωνικό αγαθό που προσφέρεται στην τρίτη βαθμίδα σπουδών υπό όρους και προϋποθέσεις και άρα δεν ανταλλάσσεται, δεν πωλείται, δεν αποτελεί εμπόρευμα και άρα είναι ένα κοινωνικό δικαίωμα που προσφέρεται δωρεάν, χωρίς τη διάκριση του κοινωνικού φύλου, του χρώματος, του δέρματος, της φυλής και της εθνικότητας, της οικονομικής κατάστασης, ανεξάρτητα από κάθε αξία, παράδοση και ιστορία σαν κατάκτηση της σύγχρονης δυτικής κοινωνίας. Για όλους τους παραπάνω λόγους που φτάνουν μέχρι την εποχή του Διαφωτισμού και τη γέννηση της Δημοκρατίας, η γνώση και μάλιστα η πανεπιστημιακή γνώση είναι ελεύθερη, στηρίζεται στην έρευνα, κατά συνέπεια τα πανεπιστήμια είναι επιφορτισμένα να παράγουν νέα γνώση, η οποία ασφαλώς μεταδίδεται μέσω της διδασκαλίας στις νεότερες γενιές.
Η ακαδημαϊκή γνώση είναι ελεύθερη, ταυτίζεται και εξαρτάται άμεσα από τη Δημοκρατία, τις αξίες της, την Κοινωνική Ειρήνη και Συνοχή των κοινωνιών μας και της ανάπτυξής τους και για το λόγο αυτό είναι συνταγματικά κατοχυρωμένη από δύο βασικές αρχές: το πανεπιστημιακό άσυλο που δυστυχώς ήδη καταργήθηκε και την ακαδημαϊκή ελευθερία – αυτοδιοίκητο των πανεπιστημίων που κατοχυρώνεται από το άρθρο 16 του Συντάγματος: «H τέχνη και η επιστήμη, η έρευνα και η διδασκαλία είναι ελεύθερες η ανάπτυξη και η προαγωγή τους αποτελεί υποχρέωση του Κράτους. H ακαδημαϊκή ελευθερία και η ελευθερία της διδασκαλίας δεν απαλλάσσουν από το καθήκον της υπακοής στο Σύνταγμα».
Η εισαγωγή της ακαδημαϊκής αστυνομίας πλήττει θανάσιμα την ακαδημαϊκή ελευθερία, το αυτοδιοίκητο, την ελευθερία της έκφρασης και σε συνδυασμό με το άρθρο 25 του Συντάγματος που κατοχυρώνει το Κράτος Δικαίου καθίσταται σαφές ότι η παρουσία της αστυνομίας σε μόνο μία κατηγορία δημόσιων ιδρυμάτων δημιουργεί πολύ σοβαρά προβλήματα στην λειτουργία τους και στην παραγωγή γνώσης. Ενδεικτικά να επισημάνουμε ότι δεν είναι δυνατόν να κυκλοφορεί ένα μόνιμο σώμα αστυνομίας εκεί που ζουν και εργάζονται σε καθημερινή βάση διδάσκοντες και διδασκόμενοι, να εισέρχονται στις αίθουσες χωρίς λόγο και να καθιστούν «ύποπτο» ολόκληρο τον ακαδημαϊκό χώρο με διακριτικούς όρους προκατάληψης από αυτούς που ισχύουν για την υπόλοιπη κοινωνία.
Αυτή η στοχοποίηση της πανεπιστημιακής κοινότητας από το πουθενά μόνο προβλήματα μπορεί να δημιουργήσει. Ακράδαντο επιχείρημα αποτελούν και τα στατιστικά δεδομένα τέλεσης εγκλημάτων από την ίδια την αστυνομία, όπου αποδεικνύεται περίτρανα ότι οι αξιόποινες πράξεις που τελούνται μέσα στον πανεπιστημιακό χώρο είναι πολύ λιγότερες από την υπόλοιπη κοινωνία (παρουσίαση εκπροσώπου της αστυνομίας για τη συχνότητα τέλεσης αξιόποινων πράξεων στα πανεπιστήμια, Τρίτη 2 Φεβρουαρίου 2021, εκδήλωση Δημοκρατία και Εκπαίδευση). Κατά συνέπεια κανένας απολύτως σοβαρός λόγος δεν επιτάσσει την εισαγωγή ενός τέτοιου μέτρου το οποίο, όπως όλα δείχνουν δεν αποτελεί προτεραιότητα για την ανάπτυξη του δημόσιου πανεπιστήμιου.
Δαπάνες για την δωρεάν παιδεία
Αντίθετα όπως είναι κοινώς ομολογούμενο, το ελληνικό δημόσιο πανεπιστήμιο χρειάζεται επειγόντως αύξηση του τακτικού προϋπολογισμού και σοβαρές δαπάνες για την παιδεία. Καθώς η κρίση μείωσε τις δαπάνες για τα πανεπιστήμια στα 7/8 των προϋπολογισμών τους, περικοπές που τις χρεώθηκαν δραματικά τα δημόσια πανεπιστήμια στο σύνολό τους, ώστε να μπορέσουν να λειτουργήσουν στοιχειωδώς. Χρειάζονται χρήματα για να προσλάβουν καθηγητές προκειμένου να διορθώσουν τη μεγάλη απόσταση που χωρίζει τα ευρωπαϊκά από τα ελληνικά πανεπιστήμια στην αναλογία καθηγητών και φοιτητών. Στα ευρωπαϊκά πανεπιστήμια η αναλογία είναι ένας καθηγητής ανά δεκατέσσερις φοιτητές (1/14) αντίθετα στα ελληνικά είναι ένας καθηγητής ανά σαράντα φοιτητές (1/40). Αυτές οι αναλογίες αποτελούν ακράδαντη απόδειξη των προφανών αναγκών της πανεπιστημιακής κοινότητας.
Η παραπάνω αναλογία αναδεικνύει επίσης την παράλογη ιδεοληπτική πολιτική απόφαση να διοχετεύσει μέρος του ετήσιου προϋπολογισμού στο σώμα της πανεπιστημιακής αστυνομίας και όχι στα ίδια τα ΑΕΙ. Ο προβλεπόμενος προϋπολογισμός για την πανεπιστημιακή αστυνομία υπολογίζεται στα 30 εκατομμύρια και είναι ίσος με το σύνολο του ετήσιου προϋπολογισμού των εννέα (9) μεγαλύτερων ακαδημαϊκών ιδρυμάτων της χώρας (ΕΚΠΑ, ΑΠΘ, ΕΜΠ, Γεωπονικό Πανεπιστήμιο, ΟΠΑ, ΠΑΠΕΙ, ΠΑΔΑ, ΠΑ.ΜΑΚ, Πανεπιστήμιο Κρήτης). Εύκολα κατανοεί ο πολίτης ότι δεν υπάρχει καμία πραγματική βάση πλην των σκληρά φιλελεύθερων πολιτικών ενός συντηρητικού αστυνομοκρατούμενου καθεστώτος πίσω από αυτές τις προτάσεις.
Πανδημία, δημόσια ασφάλεια και Δημοκρατία
Οι παραπάνω επισημάνσεις ανεβαίνουν ένα σκαλοπάτι ψηλότερα στο επίπεδο της επικινδυνότητας αυτού του νομοσχέδιουμ όταν όλα αυτά συμβαίνουν εν μέσω πανδημίας, διαρκούς καραντίνας, ολοκληρωτικής αδρανοποίησης των πληθυσμών, διάρρηξης του κοινωνικού δεσμού, ιδρυματοποίησης της κοινωνίας, που σημαίνει με δύο λόγια ότι η κοινωνία δεν συμμετέχει στις κοινωνικοπολιτικές εξελίξεις που την αφορούν. Η πολιτική αφήγηση κατ’ αρχάς στο παγκόσμιο επίπεδο, κατά δεύτερον στο εθνικό πεδίο χρησιμοποιεί ως υπόβαθρο νομιμοποίησης τη δημόσια ασφάλεια και υγεία. Τα μέτρα όμως καθώς επικεντρώνουν αποκλειστικά στην ατομική ευθύνη και μεταθέτουν έντεχνα ολόκληρο το βάρος των αποφάσεων στο άτομο και όχι στις δημόσιες κοινωνικές πολιτικές του κράτους, όπως είναι η ενίσχυση της δημόσιας υγείας και της δημόσιας εκπαίδευσης, καταλήγουν να απομονώνουν τελείως τον πολίτη από τις λεγόμενες «μεταρρυθμίσεις», οι οποίες προωθούνται εν αγνοία του.
Με πρόσχημα την πανδημία και την απαγόρευση κυκλοφορίας, το βάναυσο περιορισμό των ατομικών ελευθεριών, οι σημερινές πολιτικές φιλοδοξούν να μετατρέψουν τα πανεπιστήμια σε φρούρια ελέγχου και ασφαλώς να τους αφαιρέσουν τα χαρακτηριστικά της ελευθερίας, του ζωντανού χώρου ιδεών και παραγωγής γνώσης μέσα από τη έρευνα, την κατοχύρωση μιας ελεύθερης διδασκαλίας που εκπαιδεύει τις επόμενες γενιές και κατοχυρώνει τη συνέχεια των δημοκρατικών κοινωνιών μας. Αυτό που ασφαλώς αγνοείται στο παρόν κοκτέιλ εκπαιδευτικών πολιτικών είναι ότι η Δημοκρατία δεν αποτελεί ένα πολίτευμα που ασκείται κάθε τέσσερα χρόνια αλλά μία στάση ζωής που απαιτεί τη συμμετοχή στην κοινωνία και στα δρώμενά της. Μαθαίνει στο φοιτητή και τον αυριανό πολίτη να συναποφασίζει μέσα από συλλογικές διαδικασίες και να μετατρέπεται σε ένα οργανικό ζωντανό κύτταρο μιας ελεύθερης κοινωνίας. Αυτές οι λειτουργίες δεν χρειάζονται αστυνόμευση, είναι σαφές.
Διεθνή και ευρωπαϊκά δεδομένα στη φύλαξη και στην αστυνόμευση
Μία άλλη πλευρά αυτού του ατυχούς έμπνευσης νομοθετήματος είναι η αρνητική ευρωπαϊκή του πρωτοτυπία. Στη Ευρώπη των αρχαιότερων πανεπιστημίων του κόσμου, της γενέτειρας της δημοκρατίας και των δικαιωμάτων, που κατέχει τα σκήπτρα στη δημόσια εκπαίδευση και αναγνώριση της γνώσης ως δημόσιου αγαθού που ανήκει σε όλους, δεν υπάρχει ο θεσμός της πανεπιστημιακής αστυνομίας με καμία μορφή.
Καταγράφεται ο έλεγχος εισόδου σε μεμονωμένα πανεπιστημιακά ιδρύματα στη Βρετανία, καθώς και μία τάση σκλήρυνσης του φιλελευθερισμού που εκφράστηκε πρόσφατα στη Γαλλία με απόπειρα θέσπισης νόμου για εισαγωγή συστημάτων κάμερας και ψηφιακού υλικού στους πανεπιστημιακούς χώρους. Όμως η προσπάθεια αυτή παρέμεινε σαν απόπειρα καθώς το αντίστοιχο ΣτΕ της Γαλλίας (Conseil d’ Etat) απέρριψε το νομοσχέδιο με αποτέλεσμα να μείνει στον πάγο.
Από την άλλη πλευρά του ωκεανού, τα Αμερικάνικα πανεπιστήμια στο 80% από το 1999 μέχρι πρόσφατα είχαν πανεπιστημιακή αστυνομία για 20 περίπου χρόνια. Όμως από το 2020 καταγράφεται αντίστροφη τάση απαλλαγής των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων από την αστυνομική παρουσία καθώς σύμφωνα με τα στοιχεία αξιολόγησης η παρουσία της αστυνομίας δεν βοήθησε καθοριστικά στην πραγματική μείωση της εγκληματικότητας και σε κάθε περίπτωση βοήθησε λιγότερο από ότι στην κοινωνία. Επιπρόσθετα, όλα τα χρόνια της αστυνόμευσης των πανεπιστημιακών χώρων ο ρόλος της αστυνομίας ήταν του διακριτικού παρατηρητή, καθώς ακόμη και στις περιπτώσεις των καταλήψεων, όπως φαίνεται η αστυνομία δεν είχε παρέμβει.
Μια άλλη σημαντική επισήμανση που πρέπει να μνημονευτεί εδώ είναι ότι η αστυνομία στα αμερικάνικα πανεπιστήμια αναφέρεται στις πρυτανικές αρχές και όχι στις αστυνομικές αρχές, όπως εισηγείται με τρόπο προκλητικό και απαράδεκτο το ελληνικό νομοσχέδιο.
Τέλος, η σημερινή τάση στα αμερικάνικα πανεπιστήμια είναι η ανακατεύθυνση στις πολιτικές ενίσχυσης των δαπανών για την πραγματική εκπαίδευση, την πανεπιστημιακή έρευνα και σε προσλήψεις καθηγητών. Αντίθετα, η πανεπιστημιακή αστυνομία αντικαθίσταται με τη θέσπιση υπηρεσιών ψυχικής υγείας και επαγγελματικού προσανατολισμού σε όλα τα πανεπιστήμια.
Πανεπιστήμια και Κοινωνικές Αναπαραστάσεις
Ένα ακόμα θέμα που φιλοδοξεί η παρούσα ανάλυση να αναδείξει είναι το θέμα της άγνοιας της κοινωνίας για την πραγματική κατάσταση στα Πανεπιστήμια. Το Πανεπιστήμιο κάτω από τη συστηματική επίμονη προσπάθεια παραπληροφόρησης της εθνικής κοινωνίας έχει γίνει συλλογικό υποκείμενο πραγματικής δυσφήμισης. Αντί να προβληθούν από τα μέσα ενημέρωσης οι πραγματικές ανάγκες του ακαδημαϊκού χώρου, καθώς οι περικοπές του δημόσιου πανεπιστημίου παραμένουν στα 7/8 της κρατικής επιχορήγησης σε σχέση με την κατάσταση πριν από την οικονομική κρίση, όπως ήδη έχει επισημανθεί παραπάνω, προβάλλεται η ανάγκη αστυνόμευσης των χώρων γιατί τα πανεπιστήμια αποτελούν «κέντρα» ή «άνδρα ανομίας». Κοινώς αντί να υπάρχει ένας πραγματικός κοινωνικός έλεγχος μέσα από τη γνώση του τρόπου λειτουργίας του χώρου, επιβάλλεται ένας αστυνομικός έλεγχος με χαρακτήρα την καταστολή της γνώσης που παραπληροφορεί την κοινωνία και δημιουργεί λανθασμένες κοινωνικές αναπαραστάσεις, αυτό που ονομάζουμε αρνητικά στερεότυπα.
Το Πάντειο λοιδορήθηκε βάναυσα και επανειλημμένα από μέρος του φιλικού στην κυβέρνηση τύπου
Αυτό δεν συμβαίνει σε καμία απολύτως χώρα στον κόσμο πλην της Ελλάδας και ασφαλώς το τελικό κόστος θα καταλήξει στην ίδια την κοινωνία σε βάθος χρόνου. Ειδικότερα, η περίπτωση του Παντείου Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, του μοναδικού πανεπιστημιακού ιδρύματος της χώρας που θεραπεύει τις υπό διωγμό κοινωνικές επιστήμες λοιδορήθηκε βάναυσα και επανειλημμένα από μέρος του φιλικού στην κυβέρνηση τύπου. Παρουσιάστηκε εντελώς αβάσιμα, όπως ήδη αναφέρθηκε, σαν το μοναδικό Πανεπιστήμιο που δεν θέλει την πανεπιστημιακή αστυνομία γιατί υποστηρίζει τη «χρόνια καταστροφή και την ταύτιση με τους εγκληματίες». Ακόμη και το «σύνδρομο της Στοκχόλμης» ενεργοποιήθηκε για να περιγράψει με άθλιο τρόπο την κατάσταση. Κατά συνέπεια, το Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών βρέθηκε πρωτοπόρο στην κατασκευή αρνητικού στερεότυπου.
Συναίνεση και φοιτητικό κίνημα
Ένα τελευταίο θέμα που οφείλουμε να θίξουμε στην ανάλυση αυτή για την επικινδυνότητα ενός νομοσχεδίου που είναι καταστροφικό για την τριτοβάθμια εκπαίδευση είναι το ζήτημα του φοιτητικού κινήματος σαν ένα λαϊκό κίνημα της νέας γενιάς που εισέρχεται στην κοινωνία με προνομιακούς σχετικά όρους και που όμως μοιάζει να ευνουχίζεται.
Ασφαλώς δεν μπορούμε να σκεφτούμε να γίνονται φοιτητικές συνελεύσεις και να μπουκάρει μέσα η αστυνομία απλά γιατί γίνεται γενική συνέλευση. Αυτά συνέβησαν μόνο επί χούντας. Ούτε να σκεφτούμε να γίνεται μάθημα και να παρεμβαίνει ένας αστυνομικός με μη πανεπιστημιακή εκπαίδευση γιατί αυτά που λέγονται δεν βρίσκουν σύμφωνο επί παραδείγματι ένα φοιτητή. Η καρδιά της Δημοκρατίας χτυπάει πάνω στη διαμαρτυρία, στην αμφισβήτηση και στον πλουραλισμό. Αν τυχόν καταστείλουμε τη διαμαρτυρία και τη διεκδίκηση τότε είναι σαφές ότι χτυπάμε την καρδιά της δημοκρατίας. Και τα χτυπήματα από το ίδιο το δημοκρατικό πολίτευμα είναι το πιο επικίνδυνα.
Το δημόσιο πανεπιστήμιο δεν χρειάζεται αστυνόμευση αλλά κονδύλια, υποστήριξη, ενίσχυση
Ένα τέτοιο σκηνικό θα έχει απρόβλεπτες προκλήσεις και εξελίξεις και θα οδηγήσει στα ακριβώς αντίθετα αποτελέσματα, από αυτά που αρχικά στόχευσε. Ασφαλώς ο ανίδεος και άπειρος μπορεί να φαντάζεται ότι θέλει. Όποιος όμως προσπαθεί να ελέγξει την κινηματική έκφραση των νέων μέσα στα πανεπιστήμια, ειδικά η αστυνομία, που ήταν πάντα κόκκινο πανί και ιστορικά πολύ επιβαρυμένη, η εμπειρία έδειξε ότι πλανάται οικτρά.
Το σκηνικό που δημιουργείται γίνεται οργουελικό, παρακολούθησης μεγάλου αδελφού, χαφιεδισμού, αυταρχικότητας, σκηνικό ξένο προς την κληρονομιά των τελευταίων 45 χρόνων που δεν θα κολακέψει ιστορικά κανένα καθεστώς και καμία κυβέρνηση.
Η Κοινωνία χρειάζεται ένα ελεύθερο πανεπιστήμιο
Το Δημόσιο Πανεπιστήμιο χρειάζεται να του επιστραφεί η αγάπη και η φροντίδα που δίνουν τα μέλη του και όλοι οι συμμετέχοντες, διδάσκοντες και διδασκόμενοι, διοικητικό προσωπικό και ευρύτερο προσωπικό, που το υπηρετεί εδώ και τουλάχιστον έναν αιώνα. Το δημόσιο πανεπιστήμιο δεν χρειάζεται αστυνόμευση αλλά κονδύλια, υποστήριξη, ενίσχυση και ασφαλώς να του επιστραφεί η εμπιστοσύνη που δείχνει στην κοινωνία και στην ελληνική οικογένεια εδώ και πολλές δεκαετίες που διδάσκει τα παιδιά της. Να του αναγνωριστεί η προσφορά του στην Κοινωνία, στο Κράτος, στη Δημοκρατία και στη Γνώση μέσα σε πολύ δύσκολες συνθήκες το τελευταίο χρονικό διάστημα, όλα αυτά με τους χαμηλότερους μισθούς του προσωπικού του στο σύνολο των ευρωπαϊκών πανεπιστήμιων, για να μπορέσει να συνεχίσει το έργο του σε ακόμα δυσκολότερες συνθήκες που αναμένουν την κοινωνία. Η αγορά εργασίας, οι διαφορετικοί επαγγελματικοί κλάδοι, οι εργαζόμενοι στους κλάδους που πλήττονται, το προσωπικό στην υγεία, και το σύνολο των υποστηρικτικών φορέων για την αντιμετώπιση της πανδημίας και της επερχόμενης βάρβαρης οικονομικής κρίσης χρειάζονται ένα ζωντανό και υγιές δημόσιο πανεπιστήμιο. Γιατί η Κοινωνία μας χρειάζεται τώρα περισσότερο από ποτέ τη γνώση και την ώριμη ελευθερία για να σταθεί στα πόδια της και να αποφασίζει χωρίς δεκανίκια. Γιατί δεν υπάρχει κοινωνία χωρίς γνώση, δεν υπάρχει συμμετοχή χωρίς ελεύθερη βούληση, δεν υπάρχει συνοχή και συνέχεια χωρίς τη νέα γενιά. Γιατί κοινωνία με αστυνομοκρατούμενους νέους είναι μία ανάπηρη κοινωνία. Και η Δημοκρατία μας θέλει όρθιους και ενεργούς για να αντιμετωπίσουμε ότι την απειλεί.