Βόλτα στην ποδοσφαιρική Νάπολη
ΚΟΣΜΟΣ

Βόλτα στην ποδοσφαιρική Νάπολη

SHARE THIS

Η σημερινή αναμέτρηση μεταξύ της Μπαρτσελόνα και της Νάπολη στο Καμπ Νου για το Champions League φέρνει στην επιφάνεια μια σειρά από όμορφες ιστορίες. Μια από αυτές αφορά στην πόλη του ιταλικού Νότου και έρχεται από το sobrero.gr σε μια αποστολή που είχε γίνει τον Αύγουστο του 2016. 25 χρόνια μετά την “εποχή Μαραντόνα”, οι Ναπολιτάνοι συνεχίζουν να λατρεύουν τον Ντιεγκίτο. Οι λόγοι είναι πολλοί.

Η Νάπολη δεν είναι συνηθισμένος προορισμός στην Ιταλία και για αρκετούς, σε μια χώρα με μέρη όπως η Ρώμη και η Τοσκάνη, δεν αξίζει μια επίσκεψη. Άλλοι πάλι υποστηρίζουν το ρητό “Δες τη Νάπολη και μετά μπορείς να πεθάνεις”. Εγώ με την σειρά μου την λάτρεψα. Ναι είναι πενταβρώμικη, ναι είναι φασαριόζικη, ναι ο κόσμος οδηγεί σαν τρελός και κινδυνεύεις ανά πάσα στιγμή να σε πατήσει κάποιο μηχανάκι. Είναι όμως και γεμάτη όμορφα κτίρια και μικρά υπέροχα στενά, ο κόσμος είναι ζεστός (ακόμα κι αν δεν μπορεί να συνεννοηθεί μαζί σου), το φαγητό υπέροχο, έχει θάλασσα και έναν υπέροχο παραλιακό δρόμο, ο Βεζούβιος παραφυλά και ξέρεις ότι από κάτω του είναι η Πομπηΐα και κυρίως (μια που το Σομπρέρο δεν είναι ταξιδιωτικό μπλογκ, αλλά ποδοσφαιρικό) ζει με το ποδόσφαιρο και ζει για το ποδόσφαιρο. Το συναντάς στα γκράφιτι για τη Νάπολι, το συναντάς στα πιτσιρίκια που παίζουν παθιασμένα μπάλα στις πλατείες ακόμα και μετά τα μεσάνυχτα, το συναντάς στις φανέλες της ομάδας που πωλούνται παντού στους δρόμους, το συναντάς στις κουβέντες.

Το όμορφο χάος που λέγεται Νάπολη και στο βάθος ο Βεζούβιος

Στις κουβέντες, ο Ιγκουαΐν είναι το κύριο θέμα αυτή την περίοδο. Κι αν σας φάνηκε υπερβολικό το γράμμα του οπαδού της Νάπολι, τα πράγματα είναι ακόμα χειρότερα στην πραγματικότητα.  Δίπλα στα αναμνηστικά μαγνητάκια για το ψυγείο, βλέπεις παντού την φάτσα του Ιγκουαΐν. Χαρτιά υγείας με το πρόσωπό του για να σκουπίζετε τον πισινό σας, σκουπιδοσακούλες φτιαγμένες σαν φανέλα Γιούβε, κάδοι απορριμάτων ντυμένοι Ιγκουαΐν,  αυτοκόλλητα που τον έχουν να βγαίνει μέσα από την τουαλέτα, ό,τι μπορεί να φανταστεί κανείς. Κάποιοι πωλητές βέβαια ακόμα έχουν την φανέλα του κρεμασμένη, σου λέει μπορεί να περάσει κανένας αθώος τουρίστας και να ξεστοκάρουμε. Η πλειοψηφία είναι έξαλλη με τον παίκτη. Όπως ο σερβιτόρος που τον έπιασα να μιλάει στο διπλανό τραπέζι για τον “Πιπίτα”. Όταν ήρθε σε μένα με την μακαρονάδα στο χέρι έκανα το μοιραίο λάθος να τον ρωτήσω. Συννέφιασε, έκανε την κλασσική ιταλική κίνηση “δε με νοιάζει” (που σίγουρα την έχεις δει να την κάνει κάποιος πρωταγωνιστής στους Σοπράνος ή σε άλλη ταινία με μαφιόζους λέγοντας “He’s dead to me”) και στη συνέχεια (και ενώ κρατούσε ακόμα την καρμπονάρα μου στο ένα χέρι) μου ανέλυσε με τα άθλια αγγλικά του γιατί είναι προδότης. Υπάρχουν και αρκετοί όμως που τα βάζουν με τον ντε Λαουρέντις, το γεγονός ότι πουλάει συνέχεια και είναι μόνο λόγια, ότι τα ρίχνει μονίμως στους παίκτες, κουράστηκαν λένε από τις δικαιολογίες του.

Το κάδρο είναι φοβερό, αλλά πού να χωρέσει σε βαλίτσα

Ο Ιγκουαΐν όμως θα ξεχαστεί αργά ή γρήγορα. Αυτός που δεν ξεχνιέται ποτέ είναι ο Μαραντόνα. Μπορεί να άφησε την πόλη πριν 25 χρόνια, το πνεύμα του είναι όμως ακόμα εκεί. Από τις μπουτίκ της Νάπολι και κάθε είδους μαγαζιά που έχουν φωτογραφίες του και παλιά εξώφυλλα, μέχρι τους δρόμους που δίπλα στις φανέλες του Χάμσικ και του Ιγκουαΐν, θα δεις σε όλα τα μεγέθη και αυτές με το 10 που γράφουν Μαραντόνα. Η σχέση αυτού του ανθρώπου με αυτή την πόλη είναι γνωστή σε όλους, αλλά μόνο αν γνωρίσεις καλύτερα τη Νάπολη, περπατήσεις τους δρόμους της, φανταστείς την κατάστασή της 25 χρόνια πριν, θα καταλάβεις γιατί αυτά τα δύο πρωταθλήματα, το κύπελλο και το ΟΥΕΦΑ δεν ήταν απλώς τίτλοι μιας ομάδας άμαθης στις επιτυχίες. Το δέσιμο του “πίμπε ντε όρο” με την φτωχολογιά του Νότου ήταν παραπάνω από αθλητικό.

Αυτή η αφίσα υπάρχει σε πολλά καταστήματα της πόλης

Δεν είναι τυχαίο ότι ο Ντιέγκο “ζει” περισσότερο από κάθε άλλο μέρος στα Κουαρτιέρι Σπανιόλι, την ισπανική συνοικία της πόλης. Φτιαγμένη από Ισπανούς στρατιώτες που ήταν εγκαταστημένοι εκεί τον 16ο αιώνα όταν η Νάπολη ήταν μέρος της ισπανικής αυτοκρατορίας, είναι μια εξαιρετικά πυκνοκατοικημένη περιοχή (με 14.000 ανθρώπους να ζουν σε μια μικρή έκταση) γεμάτη μικρά στενά, βγαλμένη από σκηνές κλασσικών ιταλικών ταινιών. Προχωρώντας λίγα μέτρα πιο πάνω από την Οδό Τολέδο, έναν κεντρικό δρόμο γεμάτο καλά μαγαζιά, νομίζεις ότι με μερικά βήματα μεταφέρθηκες αρκετές δεκαετίες πίσω. Κρεμασμένες μπουγάδες, παιδάκια του δημοτικού οδηγούν σκουτεράκια τη νύχτα με τα φώτα σβηστά και τρέχουν σαν διάολοι κορνάροντάς σου γιατί τους εμποδίζεις, παρέες κάθονται σε καρέκλες στο δρόμο μιλώντας με βαριά ναπολιτάνικη προφορά, σχεδόν φωνάζοντας. Μέσα από τα ανοιχτά παράθυρα βλέπεις γιαγιάδες σε σπίτια που θα μπορούσαν να είναι ίδια με αυτά της δικής μας γιαγιάς πίσω στο χωριό πριν τριάντα χρόνια, παλιές τηλεοράσεις με σεμεδάκια και ξεβράκωτα πιτσιρίκια να κυνηγιούνται.

Σύμφωνα με τη γουικιπίντια, η ισπανική συνοικία έχει από τους μεγαλύτερους μέσους όρους παιδικής εγκληματικότητας, ανεργίας και αναπνευστικών ασθενειών στην Ευρώπη.  Εκεί όμως υπάρχουν και οι τοιχογραφίες του Ντιέγκο. Αυτοί είναι οι άνθρωποί του. Κι εγώ, σαν τουρίστας με το κινητό στο χέρι ψάχνοντας να καταλάβω σε ποιο στενό πρέπει να στρίψω, να είμαι ανάμεσά τους. Παρά τα όσα γράφονται στους οδηγούς για την επικινδυνότητα της περιοχής, προσωπικά συνάντησα ανθρώπους καθημερινούς που με βοήθησαν.

Όπως ο παππούς που καθόταν με την παρέα του σε ψάθινες καρέκλες δίπλα σε ένα μπακάλικο. Σηκώθηκε μόλις με είδε και με σταμάτησε, σχεδόν με έπιασε από το χέρι. Μου έδειξε μια επιγραφή στον τοίχο, τα ιταλικά μου όμως είναι πιο φτωχά από τα αγγλικά του. Κατάλαβα μόνο τις λέξεις Ρόμα και βεργκόνια (που σημαίνει ντροπή), ποτέ δεν έμαθα τι έλεγε η πινακίδα, ποιος πρέπει να ντρέπεται και γιατί. Κατάλαβα καλά όμως όταν me πλησίασε και με ύφος που δεν επιδέχεται αμφισβήτησης μου είπε “Juventini caca”.  Η φολκλορική σκηνή που ένας 70χρονος βλέπει έναν ξένο τουρίστα και τον σταματάει απλά για να βρίσει τη Γιουβέντους, ακόμα πιο γραφική μια που υποστηρίζω τη Γιούβε. Δεν τον στενοχώρησα, έγνεψα καταφατικά και μια που τον βρήκα εύκαιρο, τον ρώτησα πού είναι οι εικόνες του Ντιέγκο. Το πρόσωπό του έλαμψε, με πήρε από το χέρι και ανεβήκαμε μαζί την ανηφόρα μέχρι το σημείο που βρίσκεται ένα υπαίθριο πάρκινγκ και στον έναν τοίχο υψώνεται η δεσποτική μορφή του Μαραντόνα με τα χρώματα της Νάπολι.

Έβγαλα τις αναμνηστικές φωτογραφίες και γνωρίζοντας ότι υπάρχει και μια δεύτερη εικόνα του Ντιέγκο με το χέρι του Θεού, συνέχισα να ψάχνω. Τα παιδιά που (τι περίεργο) έπαιζαν μπάλα δυστυχώς δεν ήξεραν. Μέχρι που με πλησίασε μια ύποπτη φιγούρα που καθόταν σαν τσιλιαδόρος σε μια γωνία και σίγουρα έχει όνομα σε στιλ “Τζουζέπε ο Σουγιάς” ή “Τόνι ο Ελαφροχέρης”, μιλώντας μου στα ιταλικά. Κι όμως, ο φόβος μου ήταν και πάλι αδικαιολόγητος. Ήξερε πού βρισκόταν το χέρι του Θεού και με οδήγησε εκεί. Προσκύνησα σαν γιαγιά στην Τήνο και τη δεύτερη εικόνα του Ντιέγκο στον βρώμικο τοίχο και έφυγα από τα Κουαρτιέρι Σπανιόλι, κατανοώντας γιατί αυτοί οι άνθρωποι έφτασαν στο σημείο να θεοποιήσουν έναν ξένο ποδοσφαιριστή και ακόμα και σήμερα να χαμογελούν στο άκουσμα του ονόματός του. Τη διέξοδο που προσέφεραν οι επιτυχίες της Νάπολι σε μια τόσο υποβαθμισμένη περιοχή.

Η περίφημη σφολιατέλα

Παρασκευή βράδυ στο δωμάτιο, άνοιξα την τηλεόραση. Κάνοντας ζάπινγκ έπεσα σε τοπικό κανάλι με αφιέρωμα στον Μαραντόνα. Κοίτα να δεις σύμπτωση, σκέφτηκα. Πλάνα βιντεοκασέτας 80s, ο Ντιέγκο να σκοράρει με κάθε πιθανό τρόπο και απίθανο τρόπο. Μουσικό χαλί στο ντοκιμαντέρ καψουροτράγουδα της εποχής, όπως π.χ. Φιλ Κόλινς. Δυστυχώς το πέτυχα κοντά στο τέλος και δεν είδα πολύ. Η επόμενη εκπομπή είχε μια κυριούλα και μαζί της έναν ζαχαροπλάστη. Το θέμα της ήταν η “σφολιατέλα”, τοπικό έδεσμα (που τίμησα δεόντως) με γεύση κάτι ανάμεσα σε μπουγάτσα με κρέμα και γαλακτομπούρεκο.

Συνέχισα το ζάπινγκ και όταν μετά από κάποια ώρα ξαναέφτασα στο ίδιο κανάλι, η σφολιατέλα είχε τελειώσει και ω ναι, ο Ντιέγκο έπαιζε πάλι. Το ίδιο ντοκιμαντέρ ξανά, με το νεαρό Τσίρο Φεράρα να μιλάει για τον Ντιέγκο και τον Λουτσιάνο Μότζι στο τότε πέρασμά του με καμπαρντίνα και γυαλί Νίκος Στράτος να χαριεντίζεται με τον Μαραντόνα. Δεν ήταν σύμπτωση, το τοπικό κανάλι παίζει σε λούπα Ντιέγκο (με ενδιάμεσα μπρέικ για φαγητό) και υπόκρουση τις μπαλάντες των 80s. Τόσο ρετρό που σε κάνει να θέλεις να βάλεις ουισκάκι με ξηροκάρπιο για να το δεις ξανά και ξανά με νοσταλγία.

Ο κόσμος θέλει να ξαναζήσει τέτοιες στιγμές και γι’ αυτό αντιδρά τόσο έντονα όταν χάνει τους παίκτες του, όταν αφήνουν το Νότο για τους τίτλους και τα λεφτά. Στο φιλικό με την Μονακό μετά από δύο μέρες, μόνο πέντε χιλιάδες φίλαθλοι βρέθηκαν στο Σαν Πάολο, δείγμα της απογοήτευσης. Η Νάπολι κέρδισε με 5-1 με τον Γκαμπιαντίνι να σκοράρει τέσσερις φορές. Την επόμενη μέρα πολλοί είπαν “ποιος Ιγκουαΐν, έχω Γκαμπιαντίνι” και άρχισαν να ελπίζουν μέσα τους ότι ναι, φέτος θα είναι η χρονιά τους. Και αν τα όνειρα για μια ακόμα χρονιά δεν γίνουν πραγματικότητα, θα υπάρχει πάντα το κανάλι που δείχνει Μαραντόνα σχεδόν όλη μέρα και το Σαν Πάολο που θα τραγουδάει κουνώντας σημαίες του Ντιέγκο:

Μια μέρα ξαφνικά
Σε ερωτεύτηκα
Η καρδιά μου χτυπούσε
Μην με ρωτάς γιατί
Πέρασε ο καιρός,
Μα εγώ είμαι ακόμα εδώ
Και τώρα όπως και τότε, θα υπερασπιστώ την πόλη

 

Exit mobile version