Ποιος θα δώσει λύσεις εκεί που δεν μπορεί ο Μητσοτάκης;
EUROKINISSI
EDITORIAL

Ποιος θα δώσει λύσεις εκεί που δεν μπορεί ο Μητσοτάκης;

SHARE THIS

ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ θα «επιστρέψουν» σε περιβάλλον κυβερνησιμότητας αν κατορθώσουν να πείσουν ότι μπορούν να δώσουν λύσεις όπου δεν μπορεί ο κ. Μητσοτάκης και η ΝΔ.

Από το 2010 μέχρι το 2023 πέρασαν δεκατρία ολόκληρα χρόνια. Δεκατρία ολόκληρα χρόνια για να ξαναδούμε δημοσκόπηση που φέρνει το ΠΑΣΟΚ δεύτερο και τον ΣΥΡΙΖΑ τρίτο. Η δημοσκόπηση της Opinion Poll ήρθε να «κουμπώσει» με την αντίστοιχη της GPO που επιβεβαίωσε το εύρημα, δείχνοντας το ΠΑΣΟΚ να περνά στη δεύτερη θέση, με τον ΣΥΡΙΖΑ στην τρίτη θέση να νιώθει στον σβέρκο του την «ανάσα» του ΚΚΕ.

Φυσικά και στα δύο επιτελεία των κομμάτων παρακολουθούν με σύνεση και προσοχή τα ευρήματα των ερευνών, όπως ακριβώς κάνει και ο πρωθυπουργός κ. Μητσοτάκης, ο οποίος ίσως και να διασκεδάζει λίγο με τις δημοσκοπικές εξελίξεις. Με τα σημερινά δεδομένα, αν ακολουθηθεί η ίδια πορεία πολιτικά με εκείνη που είχαμε την προηγούμενη τετραετία 2019-2023, η ΝΔ θα μπορούσε να καταφέρει το ακατόρθωτο, να καταγράψει τρεις συνεχόμενες νίκες σε εθνικές εκλογές και ο κ. Μητσοτάκης να σπάσει κάθε ρεκόρ και να γίνει ο πρώτος μεταπολιτευτικά πρωθυπουργός που θα έχει κάνει τρεις συνεχόμενες θητείες. Αν, επίσης, η δημοσκοπική εικόνα που βλέπουμε σήμερα επισημοποιηθεί στις ευρωεκλογές του ερχόμενου Ιουνίου, τότε ο πρωθυπουργός θα μπορεί (προκαταβολικά) να πλέει σε πελάγη ευτυχίας.

Η πολιτική όμως έχει πάντοτε το στοιχείο του αναπάντεχου, έχει πολλές και διαφορετικές δυναμικές που αναπτύσσονται σε πολλά και παράλληλα στρώματα και επίπεδα και το παραπάνω σενάριο, όσο κι αν σήμερα δείχνει αρκετά πιθανό, μπορεί τελικά να μην συγκεντρώνει πολλές πιθανότητες να επαληθευτεί. Η πολιτική συγκυρία σήμερα είναι αρκετά σύνθετη στο «διάβασμά» της, όχι τόσο για την κυβέρνηση, όσο για το χώρο απ’όπου αντλούν δυνάμεις το ΠΑΣΟΚ, ο ΣΥΡΙΖΑ και το ΚΚΕ. Ακόμα και στα μικρότερα κόμματα του χώρου, όπως στο ΜέΡΑ25 γίνονται ζυμώσεις, ωστόσο οι τρεις βασικοί πρωταγωνιστές στις θέσεις 2, 3 και 4 συγκεντρώνουν το μεγαλύτερο ενδιαφέρον.

Το μεγάλο πλεονέκτημα αυτή τη στιγμή για τον κ. Μητσοτάκη είναι η έλλειψη του απρόβλεπτου, εκείνου του στοιχείου της ανατροπής δηλαδή στην αντιπολίτευση που θα μπορούσε να προκαλέσει τριγμούς στο κραταιό δημοσκοπικό του προβάδισμα. Το «τσούκου-τσούκου» της ανόδου ΠΑΣΟΚ μπορεί να συνεχιστεί, αλλά αν στη Χαριλάου Τρικούπη δεν υπάρξει κάτι συγκλονιστικό, δεν θα υπάρξει δημοσκοπική σύγκλιση με τη ΝΔ. Η μόνη έκπληξη που μπορεί να προκύψει με τα τωρινά δεδομένα είναι από την πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ, ασχέτως αν στις τελευταίες δημοσκοπήσεις το κόμμα υποχωρεί. Με βάση τα δεδομένα, τους πολιτικούς συσχετισμούς, τις κινήσεις, τη ρητορική στελεχών και των επικεφαλής στον ευρύτερο χώρο αριστεράς και κεντροαριστεράς, μόνο ο ΣΥΡΙΖΑ διατηρεί κάποιες πρωτοβουλίες αιφνιδιασμού.

Η απήχηση που εξακολουθεί να έχει η ΝΔ σε ομάδες ψηφοφόρων της κεντροαριστεράς εδράζεται σε σημαντικό βαθμό στη ρητορική του ίδιου του πρωθυπουργού, που δεν έχει στοιχεία προσκολλημένα στη συνθηματολογία της πρώιμης μεταπολίτευσης. Ένα μεγάλο μέρος του εκλογικού σώματος και λόγω κόπωσης και λόγω ηλικίας αξιολογεί πολιτικά την κατάσταση με διαφορετικά κριτήρια (το έχουν δείξει και έρευνες του ινστιτούτου ETERON το τελευταίο 8μηνο) και σε διαφορετικές βάσεις σε σχέση με το παρελθόν. Ένα από τα βασικά στοιχεία είναι η αίσθηση της κυβερνησιμότητας την οποία η ΝΔ έχει χτίσει με κόπο κι αποτελεσματικότητα αυτά τα χρόνια. Αυτή την αίσθηση της κυβερνησιμότητας αναζητά τόσο ο ΣΥΡΙΖΑ, όσο και το ΠΑΣΟΚ. Ο ΣΥΡΙΖΑ ωστόσο λόγω της αλλαγής ηγεσίας και των τεκτονικών αλλαγών στο εσωτερικό του διατηρεί ένα μικρό προβάδισμα και το πεδίο παραμένει πιο «ανοιχτό» για να χτίσει σε διαφορετική βάση, με διαφορετικά υλικά. Αν τα καταφέρει, θα φανεί το επόμενο εξάμηνο και σίγουρα μετά το συνέδριο του Φεβρουαρίου.

Με δύο λόγια, επιστρέφοντας στο ερώτημα του τίτλου του σημερινού editorial, ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ θα «επιστρέψουν» σε περιβάλλον κυβερνησιμότητας και διεκδίκησης της νίκης στις επόμενες εθνικές εκλογές αν κατορθώσουν να πείσουν ότι μπορούν να δώσουν λύσεις όπου δεν μπορεί ο κ. Μητσοτάκης και η ΝΔ, όταν παραχθεί δηλαδή ένα ισχυρό εναλλακτικό πρόγραμμα και επικοινωνηθεί σωστά και με συνέπεια στην κοινωνία. Ο ορίζοντας των ευρωεκλογών του Ιουνίου 2024 αποτελεί ένα χρονικό ορόσημο με ιδιαίτερο ενδιαφέρον και για τα δύο κόμματα, μια περίοδος μέσα στην οποία μπορούν να συντελεστούν πολιτικά γεγονότα που θα διαμορφώσουν μία νέα κατάσταση συνολικά στον πολιτικό χάρτη της χώρας.

Exit mobile version