ΕΡΕΥΝΑ ROSA
Τι λένε οι Ρώσοι για τον πόλεμο;
Στο rosa.gr μιλήσαμε με δύο νέους Ρώσους επιστήμονες για την εισβολή στην Ουκρανία, τις κοινωνικές και πολιτικές συνθήκες, τον πόλεμο της προπαγάνδας, τον υποκριτικό ρόλο της ΕΕ.
-
13.03.2022 Δημήτρης Ραπίδης
Στο rosa.gr μιλήσαμε με δύο νέους Ρώσους επιστήμονες για την εισβολή στην Ουκρανία, τις κοινωνικές και πολιτικές συνθήκες, τον πόλεμο της προπαγάνδας, τον υποκριτικό ρόλο της ΕΕ.
-
13.03.2022 Δημήτρης Ραπίδης
Τα τελευταία χρόνια, το φεμινιστικό κίνημα στη ρωσική κοινωνία αναπτύσσεται και ενδυναμώνεται, όπως και το ενδιαφέρον για τις σπουδές φύλου γενικότερα. Αυτή η εξέλιξη έχει λάβει χώρα σε πείσμα του κράτους και των αρχών, οι οποίες διώκουν όποιον δεν ακολουθεί τη «γραμμή» του Κρεμλίνου.
«Τέσσερις μήνες αφότου έφυγα από τη Ρωσία, κάτι τρομερό συνέβη και πάλι στην πατρίδα μου, και μάλιστα σε πολύ πιο μεγάλη, ανεξέλεγκτη κλίμακα. Η κυβέρνηση την οποία δεν εξέλεξα ποτέ και στην οποία αντιτάχθηκα σε όλη μου την ενήλικη ζωή, επιτέθηκε στον γείτονά της, την Ουκρανία, χωρίς να κηρύξει πόλεμο. Η χώρα όπου έχω συγγενείς και φίλους, την οποία έχω επισκεφθεί πολλές φορές, τώρα καίγεται» δηλώνει στο rosa.gr η Μαρίνα Ανσίποβα, κοινωνιολόγος που εργάζεται στο Λονδίνο και παράλληλα κάνει το διδακτορικό της στο UCL στο ζήτημα της ιστορίας των φύλων στην ΕΣΣΔ. «Μελετώ τις ζωές των κοριτσιών και των νεαρών γυναικών που μεγάλωσαν στη Σοβιετική Ένωση της εποχής του Ψυχρού Πολέμου, γυναίκες όπως η γιαγιά μου. Οι διαφορές στη θέση της γυναίκας στην κοινωνία τότε σε σχέση με σήμερα δεν είναι πολύ μεγάλες, ωστόσο εδώ και κάποια χρόνια αναπτύσσεται σταθερά ένα νέο, δυναμικό φεμινιστικό κίνημα που θέλει να δώσει ορατότητα στα ζητήματα φύλου και να ανατρέψει τα κυρίαρχα πατριαρχικά στερεότυπα».
Η Μαρίνα μας λέει ότι ένα από τα πιο τρομακτικά κομμάτια στο ζήτημα της εισβολής είναι η αίσθηση ότι δεν είναι μόνο το δικό της παρελθόν που επαναλαμβάνεται, αλλά ότι ολόκληρη η τραυματική ιστορία της Ανατολικής Ευρώπης φαίνεται ξαφνικά να ξυπνά μπροστά στα μάτια μας. «Όταν διαβάζω για τους εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους που εγκαταλείπουν την Ουκρανία, θυμάμαι την ιστορία του παππού μου, ο οποίος καταγόταν από εβραϊκή οικογένεια στην Ουκρανία και αναγκάστηκε να φύγει από το Χάρκοβο το 1941, όταν αυτό κατελήφθη από τους ναζί. Νιώθω μεγάλο πόνο και, δυστυχώς, νιώθω και εγώ μια προσωπική ευθύνη για αυτή την κατάσταση σήμερα, παρότι γνωρίζω ότι δεν μπορώ να κάνω κάτι για να την σταματήσω».
Στις ομιλίες του Βλαντιμίρ Πούτιν στα δίκτυα κρατικής προπαγάνδας, ο πόλεμος στην Ουκρανία θεμελιώνεται από ένα πλέγμα αναφορών στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, στον Ψυχρό Πόλεμο και σε ορισμένες «παραδόσεις» που έχουν γίνει συστατικό τμήμα της ιστορικής κουλτούρας και της δημόσιας μυθολογίας της Ρωσίας. «Τόσο ο Πούτιν όσο και ένα μέρος της ρωσικής κοινωνίας, κυρίως οι μεγαλύτεροι σε ηλικία πολίτες, εξακολουθούν να θεωρούν τη Ρωσία αυτοκρατορία ή υπερδύναμη που οφείλει να διεκδικεί και να καταπατά το δίκαιο για να επιβάλλει τις δικές της βλέψεις και τα δικά της συμφέροντα» σημειώνει στο rosa.gr ο Γεβγένι Σεμέτοφ, πολιτικός επιστήμονας και αναλυτής γεωπολιτικής, ο οποίος βρίσκεται στο Λονδίνο από το 2019 στο πλαίσιο ενός ευρωπαϊκού ακαδημαϊκού πρότζεκτ. «Οι περισσότεροι Ρώσοι, είτε το παραδέχονται είτε όχι, ‘καταναλώνουν’ κρατικά ελεγχόμενη ενημέρωση. Αυτό σημαίνει ότι η τηλεόραση, το ραδιόφωνο, όλες οι προσβάσιμες πηγές ενημέρωσης ακόμα και το διαδίκτυο ελέγχονται. Τα κρατικά μέσα ενημέρωσης υποβαθμίζουν τη στρατιωτική δράση της Ρωσίας και τη δικαιολογούν ως απολύτως ‘επιβεβλημένη’ λόγω των ‘απειλών’ που δέχεται η Ρωσία» τονίζει.
Για ένα σημαντικό τμήμα τη ρωσικής κοινωνίας ο πόλεμος, που συνεχίζεται για 18η ημέρα, εξακολουθεί να είναι αποκλειστικά μια «ειδική αντιτρομοκρατική επιχείρηση κατά των νεοναζί», μας λέει ο Γεβγένι. «Είναι σημαντικό να πούμε ότι γενικά οι αφηγήσεις των ανθρώπων στη Ρωσία δεν αναφέρονται στην επέκταση του ΝΑΤΟ ή στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά αφορούν είτε τις ενέργειες για αμφισβήτηση του καθεστώτος, όπως οι κινητοποιήσεις του Ναβάλνι για παράδειγμα, είτε ενέργειες ξένων δυνάμεων για να καταστεί η Ρωσία “υποδεέστερη μεγάλη δύναμη”. Αυτές οι αφηγήσεις εκκινούν από μια παραδοχή: Ότι η Ρωσία είναι εγκλωβισμένη σε μια ιστορική δέσμευση, ότι είναι δηλαδή μια αυτοκρατορία, αλλά υποταγμένη στη Δύση, πολιτικά και οικονομικά. Μια αυτοκρατορία που προσπαθεί να υποστηρίξει έναν πολυπολικό κόσμο, αλλά μπορεί να το κάνει μόνο με τη γλώσσα της καταπίεσης και του νεοϊμπεριαλισμού, τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό».
Η Ευρώπη δεν θέλει να έχει τίποτα κοινό με τη Ρωσία εκτός από οικονομικές συναλλαγές. Αυτό τουλάχιστον φαίνεται να αποτυπώνεται από την επαμφοτερίζουσα στάση πολλών κρατών-μελών της ΕΕ απέναντι στη Μόσχα εδώ και πολλά χρόνια. «Η ΕΕ μιλά με τη γλώσσα των κυρώσεων και τίποτα παραπάνω. Διστάζει να ακουμπήσει τα μεγάλα ζητήματα καταπάτησης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, της ισότητας των φύλων και της κοινωνικής ανάπτυξης και αρκείται μόνο να κλείνει ενεργειακές συμφωνίες. Οι κυρώσεις όμως αυτές δεν θα βλάψουν τον Πούτιν και το περιβάλλον του, αλλά τους απλούς πολίτες» μας λέει η Μαρίνα.
Η Ευρώπη έχει κλείσει τα μάτια της στο ρωσικό λαό και αντιλαμβάνεται τη Ρωσία μόνο ως «χώρα του Πούτιν», προσθέτει η Μαρίνα. «Καμία πολιτική ηγεσία στην ΕΕ δεν κατανοεί τους Ρώσους, την κοινωνία μας, τι περνά και τις δυσκολίες που έχει ώστε να εκφραστεί ελεύθερα. Πρόκειται, δηλαδή, για έναν κατάφωρο κοινωνικό ρατσισμό έναντι του λαού μας, που αναπαράγεται από την ευρωπαϊκή πολιτική ελίτ, αλλά σε σημαντικό βαθμό και από την ευρωπαϊκή διανόηση».
Ο πόλεμος δημιουργεί τόσο φυγόκεντρες όσο και κεντρομόλες κοινωνικές πιέσεις – πιέσεις που μπορεί να πυροδοτήσουν απότομες αλλαγές σε ένα καθεστώς, μπορεί όμως και να εδραιώσουν το υπάρχον status quo και να βαθύνουν το χάσμα και την αντίληψη της πολιτικής ως μέσου αποκλειστικά για να επίδειξη δύναμης και κυριαρχίας. Είναι, ίσως, ακόμα νωρίς να διακρίνουμε τι από τα δύο θα επαληθευτεί στη Ρωσία με αφορμή την εισβολή στην Ουκρανία και τις τραγικές συνέπειες σε ανθρώπινο, κοινωνικό και οικονομικό επίπεδο, ωστόσο κάποιες κοινωνικές διεργασίες βρίσκονται σε κίνηση.