Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος στη ROSA: Σε ό,τι Θεό κι αν πιστεύεις, η αξία είναι ο άνθρωπος
EUROKINISSI
ΚΟΥΛΤΟΥΡΑ

Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος στη ROSA: Σε ό,τι Θεό κι αν πιστεύεις, η αξία είναι ο άνθρωπος

SHARE THIS

Ο ιδρυτής του Θεάτρου του Νέου Κόσμου και τέως καλλιτεχνικός διευθυντής του Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου σε μια εφ'όλης της ύλης συνέντευξη στο rosa.gr

Ο Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος δεν χρειάζεται ιδιαίτερες συστάσεις. Ο ιδρυτής του Θεάτρου του Νέου Κόσμου και τέως καλλιτεχνικός διευθυντής του Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου συμπληρώνει φέτος 30 χρόνια σκηνοθεσίας και επιστρέφει, μετά από σχεδόν 1,5 χρόνο κλειστών θεάτρων, με δύο παραστάσεις και με την ίδια χαρά για δημιουργία.

Μιλώντας στη ROSA, σε μια συνέντευξη εφ’ όλης της ύλης, κάνει μεταξύ άλλων τον απολογισμό αυτής της μεγάλης πορείας, αναφέρεται στη νέα γενιά ηθοποιών και σχολιάζει την επικαιρότητα, με τον δικό του ειλικρινή τρόπο.

Φέτος συμπληρώνετε 30 χρόνια σκηνοθεσίας. Πώς κρίνετε την πορεία σας, ποιος ο απολογισμός;

Τα 30 χρόνια είναι η ευκαιρία για να αποτιμήσω τις καλλιτεχνικές μου επιλογές και τη συνέπειά μου, αλλά και την όποια εξέλιξή μου καθώς άλλαζαν οι καιροί. Τη σχέση μου με τους συνεργάτες και με το κοινό. Την επαφή μου με την κοινωνία. Αυτή η πορεία είναι σε μεγάλο βαθμό συνυφασμένη με το Θέατρο του Νέου Κόσμου. Που μπορεί να δημιουργήθηκε από μένα για να στεγάσει τα θεατρικά μου όνειρα και τον προσωπικό μου τρόπο, αλλά να μην ξεχνάμε ότι το θέατρο είναι ένας ζωντανός οργανισμός, μια υπόθεση συλλογική, που δε σφραγίζεται μόνο απ’ τη δική μου παρουσία.

Σ’ αυτά λοιπόν τα 30 χρόνια ανέβασα 61 παραστάσεις. Σύγχρονα έργα, ελληνικά και ξένα. Αρχαία τραγωδία και κωμωδία (κυρίως σε ανοιχτά θέατρα), λίγα κλασικά έργα (η χωρητικότητα του θεάτρου μας δεν επιτρέπει πολύ μεγάλες παραγωγές). Πάντα υπό το πρίσμα της πολιτικής-κοινωνικής διάστασης των έργων.

Για ποια δουλειά σας νιώθετε ιδιαίτερα περήφανος; Για ποια παράσταση στην οποία πιστέψατε, γνωρίσατε καλλιτεχνική ή/και εμπορική αποτυχία;

Τη μεγαλύτερη περηφάνια αλλά και συγκίνηση μου την έχει δώσει η δημιουργία της κινητής θεατρικής μας μονάδας για παιδιά που νοσηλεύονται σε νοσοκομεία και ιδρύματα, η οποία έδρασε από το 2002 ως την πανδημία που μας βρήκε. Δίναμε δωρεάν παραστάσεις σε διαδρόμους νοσοκομείων, αλλά και σε δωμάτια, ακόμα και για ένα μόνο παιδί (αν δεν μπορούσε να μετακινηθεί). Πέρα από νοσοκομεία, με τη μονάδα αυτή απλωθήκαμε και σε χώρους όπου βρίσκονται παιδιά κοινωνικά αποκλεισμένα, όπως προσφυγικούς καταυλισμούς, καταυλισμούς Ρομά, σχολεία υποβαθμισμένων περιοχών, καθώς και σε δράσεις πολιτικής αντιπαράθεσης, όπως στην Πλατεία του Αγίου Παντελεήμονα την εποχή που έλυναν κι έδεναν οι Χρυσαυγίτες.

Για το δεύτερο σκέλος της ερώτησης, η απάντηση είναι ο Γλάρος του Τσέχοφ (2002). Κατά την άποψή μου έφταιγε το ότι έπαιζα κι εγώ στην παράσταση. Δεν μπορώ να σκηνοθετώ και ταυτόχρονα να παίζω. Το αποτέλεσμα ήταν κατώτερο από τις προσδοκίες μου κι αυτό φάνηκε και στην ανταπόκριση του κοινού. Έκτοτε πήρα τις αποφάσεις μου. Σκηνοθεσία και μόνο σκηνοθεσία.

«Σ’ αυτά τα 30 χρόνια ανέβασα 61 παραστάσεις. Πάντα υπό το πρίσμα της πολιτικής-κοινωνικής διάστασης των έργων»

Τι έχει αλλάξει καλλιτεχνικά, κατά τη γνώμη σας, μέσα σε αυτά τα 30 χρόνια; Τι παραμένει ίδιο;

Αλλάζει η γλώσσα, η αισθητική, η θεματολογία των νέων έργων, αλλά και ο τρόπος που διαβάζουμε τα παλαιότερα. Οι νέοι ηθοποιοί επιδιώκουν να έχουν καλύτερη υποδομή, δεν αρκούνται στα όσα τους προσφέρουν οι δραματικές σχολές. Μαθαίνουν μουσικά όργανα, τραγούδι, ασκούνται στο χορό, μιλάνε ξένες γλώσσες, ενημερώνονται για το τι συμβαίνει καλλιτεχνικά στον κόσμο. Η τεχνολογία έχει άλλο ρόλο στις παραστάσεις απ’ ό,τι παλιότερα.

Από την άλλη, η πολιτεία έχει μια στάση σχεδόν εχθρική απέναντι στον χώρο του πολιτισμού. Η οικονομική κρίση του 2009,  που τη διαδέχτηκε η υγειονομική κρίση,  χρησιμοποιείται ως πρόσχημα για τον οικονομικό στραγγαλισμό των θεάτρων (εν προκειμένω) και όλων των εργαζόμενων στο χώρο. Οι ηθοποιοί, για να επιβιώσουν, τρέχουν από το πρωί ως το βράδυ σε εκατό δουλειές κι αυτό δεν είναι υπέρ της ποιότητας στο θέατρο.

Καταργήθηκαν οι επιχορηγήσεις, τις οποίες επανέφερε ως Υπουργός Πολιτισμού η Λυδία Κονιόρδου. Ισχνές βέβαια, αλλά έγινε μια αρχή. Καταργήθηκαν και οι συλλογικές συμβάσεις εργασίας των ηθοποιών. Κανένας από τους ιθύνοντες δεν είχε το μυαλό να σκεφτεί και να δράσει, χρησιμοποιώντας τον πολιτισμό, το θέατρο, ως ένα αντίδοτο στον ζόφο που έχουμε όλοι βυθιστεί δύο χρόνια τώρα. Και τα λίγα που γίνονται είναι αποσπασματικά, χωρίς όραμα.

«Οι νέοι ηθοποιοί επιδιώκουν να έχουν καλύτερη υποδομή, δεν αρκούνται στα όσα τους προσφέρουν οι δραματικές σχολές»

Ξεκινήσατε την καριέρα σας ως ηθοποιός. Σας έχει λείψει η υποκριτική;

Καθόλου. Ψυχολογικά ανακουφίστηκα από τη στιγμή που άρχισα να σκηνοθετώ, άσχετα με το αποτέλεσμα της δουλειάς μου. Μου ταιριάζει κι έτσι αφοσιώθηκα μόνο σ’ αυτό. Η αλήθεια είναι ότι δεν πέρναγα πάντα καλά ως ηθοποιός, ιδιαίτερα όταν κάτι στράβωνε στο κλίμα της συνεργασίας. Όσο θυμάμαι τον εαυτό μου, το θέατρο ήταν για μένα μια δραστηριότητα που αφορά όλους τους εμπλεκόμενους εξίσου, και όχι κατά τα κέφια του σκηνοθέτη ή του πρωταγωνιστή. Έτσι λοιπόν ένιωθα ότι ένα δυναμικό που είχα μέσα μου έμενε ανεκμετάλλευτο. Στην πορεία φάνηκε ότι ένα από τα προτερήματά μου σ’ αυτή τη δουλειά είναι ότι μπορώ να δημιουργώ γύρω μου μια ομάδα κι ένα κλίμα συνεργασίας, όπου ο καθένας νιώθει ότι η δουλειά τον αφορά, δεν είναι απλό γρανάζι της. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν κάνω και λάθη ή ότι δεν τα έχω «σπάσει» με κάποιους ανθρώπους.

Το Θέατρο του Νέου Κόσμου έχει αγαπηθεί πολύ από το κοινό. Την περιμένατε αυτή την επιτυχία στο ξεκίνημα του; Γιατί πιστεύετε ότι κόσμος το έχει ξεχωρίσει;

Ήμουν και τυχερός. Η πρώτη μας παράσταση στο Θέατρο του Νέου Κόσμου ήταν ο Κοινός Λόγος της Έλλης Παπαδημητρίου, μ’ έναν ιδανικό θίασο 5 γυναικών (Σούλα Αθανασιάδου, Όλγα Δαμάνη, Ανθή Ανδρεοπούλου, Μαρία Κατσανδρή, Τζίνη Παπαδοπούλου). Παρουσιάστηκε στην αυλή της παλιάς ζυθαποθήκης του ΦΙΞ, με φυσικό σκηνικό κάτι ερειπωμένα παράσπιτα, πριν ακόμα διαμορφωθεί το σημερινό θέατρο. Η παράσταση αυτή αγαπήθηκε πολύ και γι’ αυτό παίχτηκε κατ’ επανάληψη. Έτσι διαμορφώθηκε γρήγορα κι απρόσμενα μια μαγιά θεατών που συνέχισε ν’ ακολουθεί τις παραστάσεις μας. Σημαντικός παράγοντας είναι η συνέπεια στο ρεπερτόριο, η μεγάλη προσοχή στην επιλογή των ηθοποιών και των συντελεστών, η αυστηρή επιλογή των παραστάσεων που φιλοξενούμε (πέρα από τις δικές μας παραγωγές). Αλλά και ο ίδιος ο χώρος και η αύρα του.

Με τι κριτήριο επιλέγετε κάθε φορά το ρεπερτόριο σας;

Πέρα από τις προσωπικές μου ανάγκες, που είναι κάτι υποκειμενικό, ψάχνουμε μανιωδώς για καλά σύγχρονα έργα, με ενδιαφέρουσα γραφή, θεματολογία που να αγγίζει τον προβληματισμό και την ευαισθησία του σήμερα. Υπάρχουν συγγραφείς στους οποίους επανερχόμαστε, παράδειγμα ο Σάιμον Στήβενς.

Αν και τις δύο φετινές παραστάσεις («Λήμαν Μπράδερς» και «Τσερνόμπιλ») τις είχατε προαποφασίσει πριν την πανδημία, μπήκατε στον πειρασμό να παρουσιάσετε κάτι πιο «ανάλαφρο», δεδομένου ότι ο κόσμος πέρασε πολύ δύσκολα το τελευταίο διάστημα;

Για το Λήμαν δεν τίθεται τέτοιο θέμα. Όσο για το Τσέρνομπιλ, μέσα στην πανδημία μου φάνηκε ιδιαίτερα επίκαιρο, γιατί η μόλυνση από τη ραδιενέργεια, ο φόβος, η αρρώστια, ο θάνατος και η πολιτική τους διαχείριση είχαν πολλά κοινά με αυτό που συμβαίνει στην Ελλάδα και σ’ όλο τον κόσμο σήμερα. Θεώρησα ότι αυτό ήταν ένας λόγος παραπάνω για να ανεβεί η παράσταση τώρα, εν θερμώ.

Θεωρείστε από τους κυριότερους εκφραστές του πολιτικού θεάτρου. Με γνώμονα ότι η Τέχνη διαμορφώνει συνειδήσεις, τι μηνύματα σας ενδιαφέρει να περνάτε μέσα από τις παραστάσεις σας;

Δεν επιδιώκω σώνει και καλά να περάσω μηνύματα, συν τοις άλλοις επειδή είμαι αλλεργικός στον διδακτισμό. Αυτό δεν σημαίνει ότι η αριστερή μου τοποθέτηση δεν επηρεάζει τις επιλογές μου. Μέσω του έργου και της παράστασης μάλλον θέλω να θέσω ερωτήματα, πρώτα στον εαυτό μου και κατόπιν στο κοινό. Αυτό πιστεύω πως διευρύνει τους ορίζοντες όλων μας, αντί να επαναλαμβάνουμε αυτάρεσκα τις βεβαιότητές μας.

Ποιος είναι ή θα έπρεπε να είναι ο ρόλος του θεάτρου σε μια εποχή δύσκολη απ’ όλες τις απόψεις, όπως αυτή που διανύουμε;

Το θέατρο, περισσότερο ίσως από κάθε άλλη τέχνη, λόγω της ζωντανής αλληλεπίδρασης σκηνής-πλατείας, αγγίζει τον ψυχισμό των ανθρώπων, μπορεί να τους δώσει δύναμη, έχει μια παρηγορητική λειτουργία. Που σημαίνει πως ο ρόλος του μπορεί να γίνει κομβικός στις μέρες που διανύουμε. Αντ’ αυτού τα θέατρα παρέμειναν κλειστά ενάμιση χρόνο, στερώντας αυτό το στήριγμα από τους ανθρώπους που το είχαν ανάγκη. Οι άνθρωποι δεν είχαν άλλη επιλογή από το να κάθονται μπροστά στην τηλεόραση.

«Οι ηθοποιοί, για να επιβιώσουν, τρέχουν από το πρωί ως το βράδυ σε εκατό δουλειές κι αυτό δεν είναι υπέρ της ποιότητας στο θέατρο»

Επιτελεί το θέατρο ρόλο εκπαιδευτικό και αναμορφωτικό σήμερα;

Το θέατρο επιτελεί τον ίδιο ρόλο από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα. Υπάρχει πάντα ένας κόσμος που έχει ανάγκη το θέατρο, όχι μόνο για διασκέδαση, κι αυτό είμαι σε θέση να το γνωρίζω γιατί εδώ και 30 χρόνια στον ίδιο χώρο, στο Θέατρο του Νέου Κόσμου, μεγάλωσα κι εγώ μαζί με θεατές των παραστάσεών μας, που παραμένουν σταθεροί. Μας συνδέει κάτι μ’ αυτούς τους ανθρώπους, μοιραζόμαστε κάτι μαζί τους. Σ’ αυτό το κοινό προστίθενται κανονικά νεότερες γενιές. Εννοείται πως η σχέση αυτή με τους θεατές δεν πρέπει να θεωρείται δεδομένη. Έχει μεγάλη σημασία το πώς ανανεώνεται η θεατρική σου ματιά, παρακολουθώντας την κοινωνία και τα ρεύματα της σκέψης και της αισθητικής.

«Όσο θυμάμαι τον εαυτό μου, το θέατρο ήταν για μένα μια δραστηριότητα που αφορά όλους τους εμπλεκόμενους εξίσου, και όχι κατά τα κέφια του σκηνοθέτη ή του πρωταγωνιστή»

Η απόφαση του κ. Σερβετάλη να αποχωρήσει από τον Ρινόκερο, λόγω των νέων μέτρων, προκάλεσε θύελλα αντιδράσεων και ένα κύμα επιθετικότητας προς το πρόσωπό του. Ποια είναι η θέση σας;

Δεν θέλω να σχολιάσω τα πιστεύω του Σερβετάλη και ούτως ή άλλως δε συμφωνώ με τους εμφύλιους. Όμως, τα νέα μέτρα, που πριμοδοτούν τον εμβολιασμό, θεωρώ πως είναι αναγκαία, τα εισηγούνται σοβαροί επιστήμονες παγκοσμίως. Σε ό,τι Θεό κι αν πιστεύεις, η αξία είναι ο άνθρωπος. Δεν μπορείς να αντιτίθεσαι σε κάτι που υπηρετεί το κοινό καλό. Ούτε και να αδιαφορείς για τους υπόλοιπους εργαζόμενους στην παράσταση που εγκαταλείπεις. Ευτυχώς αντικαταστάθηκε ο Σερβετάλης και τουλάχιστον δεν έμειναν άνεργοι οι άνθρωποι.

«Η πολιτεία έχει μια στάση σχεδόν εχθρική απέναντι στον χώρο του πολιτισμού»

 Έχετε γίνει μάρτυρας ανθρωποφαγικών ή βίαιων συμπεριφορών στο θέατρο όλα αυτά τα χρόνια;

To θέατρο είναι ένας ιδιαίτερος επαγγελματικός χώρος, όπου δημιουργούνται εντάσεις συνηθέστερα απ’ ό,τι αλλού. Αυτό δε σημαίνει ότι επιτρέπεται σ’ έναν παραγωγό, σ’ έναν σκηνοθέτη, σ’ έναν πρωταγωνιστή ή σ’ έναν θιασάρχη, που μπορεί να συγκεντρώνει ακόμα κι όλες αυτές τις ιδιότητες, να συμπεριφέρεται κακοποιητικά ή να εκμεταλλεύεται σεξουαλικά τη θέση του. Ως ηθοποιός δεν αντιμετώπισα ποτέ ακραίες συμπεριφορές. Το αστείο είναι ότι εισέπραξα βιαιότητα και χυδαία συμπεριφορά ως καλλιτεχνικός διευθυντής του Φεστιβάλ από ένα περιώνυμο δίδυμο, όταν δεν ενέκρινα μια πρότασή τους για την Επίδαυρο. Φανταστείτε τι τραβάνε οι νέοι και οι νέες ηθοποιοί… Ευτυχώς που έφτασε επιτέλους κι εδώ το MeToo, να συμμαζευτούνε, έστω από φόβο, κάμποσα αρσενικά.

Θεωρείτε ότι το θέατρο υπέστη πλήγμα και απαξιώθηκε, μετά τις καταγγελίες για βίαιες συμπεριφορές και κακοποιήσεις; Πιστεύετε ότι έχει αλλάξει κάτι, υπήρξε κάποιου είδους εξυγίανση;

Κανένα πλήγμα και καμιά απαξίωση για το θέατρο. Θαυμάζω τους ανθρώπους που βρήκαν το κουράγιο ν’ ανοίξουν το στόμα τους. Όσο για την εξυγίανση, είναι μακροχρόνια διαδικασία, που δεν αφορά μόνο το θέατρο αλλά ολόκληρη την κοινωνία.

Καθημερινά καταγράφεται μια τρομερή έξαρση βίας και επίδειξη ισχύος των δυνατών έναντι των αδύναμων (γυναίκες, παιδιά, ηλικιωμένοι, μετανάστες κλπ). Υπήρχαν ανέκαθεν τέτοια φαινόμενα;

Η φτώχεια, ο εγκλεισμός και ο φόβος της αρρώστιας και του θανάτου έχουν εντείνει όλα αυτά τα φαινόμενα, τα οποία βέβαια έχουν ρίζες στην ελληνική κοινωνία και όχι μόνο. Όλοι είναι στην τσίτα και δεν εξαιρώ τον εαυτό μου.

«Ευτυχώς που έφτασε επιτέλους κι εδώ το MeToo, να συμμαζευτούνε, έστω από φόβο, κάμποσα αρσενικά»

Πώς εξηγείτε ότι παρά τους εκατοντάδες νεκρούς καθημερινά στη χώρα μας από κορονοϊό, μόνο το 65% του πληθυσμού είναι εμβολιασμένο;

Έχει αυξηθεί το ποσοστό, φτάνει το 70%, αλλά και πάλι δεν είναι ικανοποιητικό. Δεν παραβλέπω ότι το πρόβλημα έχει μια παγκόσμια διάσταση, αλλά από κει και πέρα οι κυβερνητικοί χειρισμοί έχουν κλονίσει την εμπιστοσύνη σ’ ένα μέρος του κόσμου. Δεν μπορείς να έχεις δύο μέτρα και δυο σταθμά στην εφαρμογή των μέτρων.

«Είμαι αλλεργικός στον διδακτισμό. Αυτό δεν σημαίνει ότι η αριστερή μου τοποθέτηση δεν επηρεάζει τις επιλογές μου»

Πώς αντέξατε οικονομικά αυτά τα δύο χρόνια των κλειστών θεάτρων, δεδομένης και της ισχνής κρατικής ενίσχυσης;

Χρέη, χρέη, χρέη. Δεν ξέρω αν θ’ αντέξουμε, θα το δείξει η νεκροψία.

Παρά τις δυσκολίες, αποφασίσατε να συνεισφέρετε στα δικαστικά έξοδα της υπόθεσης του Ζακ Κωστόπουλου, προσφέροντας τα έσοδα της πρεμιέρας του «Τσερνόμπιλ», στέλνοντας έτσι ένα ηχηρό μήνυμα ενάντια στον φασισμό, τον ρατσισμό, τη βία και το μπούλινγκ. Γιατί όμως τέτοιες πρωτοβουλίες σπανίζουν;

Εμείς συμμετέχουμε και σαν θέατρο, όπου και όσο μπορούμε, ανεξάρτητα από την προσωπική εμπλοκή του καθενός μας. Υπάρχει ολόκληρο ρεύμα για τον Ζακ και άλλες υποθέσεις, ένας κόσμος που τον θαυμάζω, ο οποίος αγωνίζεται σταθερά για δικαιοσύνη.

Προτιμάτε τη συνεργασία με έναν υπερταλαντούχο αλλά “δύσκολο” στη συμπεριφορά του ηθοποιό ή με έναν όχι τόσο λαμπερό πρωταγωνιστή, με τον οποίο όμως μπορείτε να δουλέψετε αρμονικά;

Προσπαθώ να είμαι πολύ προσεκτικός στις επιλογές των συνεργατών, είτε είναι «ονόματα» είτε όχι. Με αφορά πολύ το καλό κλίμα στη δουλειά, οι καλές σχέσεις, γιατί αυτό σημαίνει δημιουργικότητα και καλό αποτέλεσμα. Βεβαίως το ταλέντο είναι αναγκαίο. Προσπαθώ λοιπόν να τα συνδυάσω όλα αυτά, χωρίς να σημαίνει ότι το πετυχαίνω πάντα. Με τους νέους, που είναι πιο άφθαρτοι κι έχουν λαχτάρα για να παίξουν στο θέατρο, συνεργάζεται κανείς καλύτερα. Στην πορεία όμως την πατάνε μερικοί. Νομίζουν ότι είναι μοναδικοί, θεόσταλτοι. Εκεί καραδοκεί η αλαζονεία και αναγκαστικά χωρίζουν οι δρόμοι μας.

Πώς κρίνετε τις νεότερες γενιές ηθοποιών, σε σχέση με τις παλαιότερες;

Κάθε γενιά έχει καλύτερη εκπαίδευση από την προηγούμενη. Μετά τις σπουδές τους στις εγχώριες δραματικές σχολές, κάποιοι μπορούν να ταξιδεύουν διευρύνοντας τους θεατρικούς τους ορίζοντες, άλλοι να συνεχίζουν τις σπουδές τους στο εξωτερικό. Φυσικά δεν έχουν όλοι αυτή τη δυνατότητα, κυρίως για οικονομικούς λόγους. Η πολιτεία στηρίζει άραγε, με υποτροφίες ή δεν ξέρω πώς, αυτό το άνοιγμα των νέων καλλιτεχνών; Από την άλλη, βέβαια, γίνονται κι εδώ πράγματα: υπάρχει το Φεστιβάλ Αθηνών, τα Δημήτρια στη Θεσσαλονίκη και άλλοι οργανισμοί, δημόσιοι ή ιδιωτικοί, χώροι μέσα στους οποίους κυκλοφορούν θεατρικά ρεύματα. Ενδιαφέροντα σεμινάρια. Όλα αυτά είχα στο μυαλό μου στη διάρκεια της θητείας μου στο Φεστιβάλ Αθηνών: όχι μόνο την επαφή του κοινού με ό,τι καλύτερο υπάρχει διεθνώς στις παραστατικές τέχνες, αλλά και την εκπαίδευση των νέων καλλιτεχνών. Σ’ αυτό το πλαίσιο δημιουργήθηκε και λειτούργησε για 3 χρόνια το Λύκειο Επιδαύρου. Κρίμα που δε συνεχίστηκε.

Θα ενθαρρύνατε έναν νέο άνθρωπο να γίνει ηθοποιός σήμερα; Τι θα τον συμβουλεύατε;

Δε θα έβαζα εμπόδιο σε κανέναν νέο που έχει αυτή την επιθυμία. Οι συμβουλές είναι κάθε φορά εξιδεικευμένες, ανάλογα ποιον έχεις απέναντί σου.

Πώς περνάτε τον ελεύθερό σας χρόνο;

Καθημερινά ξεκινάω τη μέρα μου στο κολυμβητήριο της γειτονιάς που γεννήθηκα, στα Άνω Ιλίσια. Στον ελεύθερο χρόνο μου βλέπω πολύ θέατρο, και γιατί μ’ ενδιαφέρει και επειδή συμμετέχουν σε παραστάσεις συνεργάτες, φίλοι και πρώην μαθητές μου. Μ’ αρέσει να ταξιδεύω και να περπατώ παρέα με τη γυναίκα μου την Κοραλία σε μονοπάτια, από τον Υμηττό μέχρι την Άνδρο.

Τι εύχεστε να σας φέρει προσωπικά και επαγγελματικά το 2022;

Υγεία για εμάς και για όλο τον κόσμο. Έχουμε πολλή ανηφόρα ακόμα και μακάρι ν’ αντέξουμε.

Exit mobile version