![Γαβριήλ Σακελλαρίδης στη ROSA: «Όσο δεν υιοθετούνται πολιτικές κοινωνικής ένταξης μεταναστών και προσφύγων, η ΕΕ θα αποδέχεται την ρητορική των ακροδεξιών κομμάτων»](https://www.rosa.gr/wp-content/uploads/2023/06/PAN_4043-scaled-1.jpeg)
Γαβριήλ Σακελλαρίδης στη ROSA: «Όσο δεν υιοθετούνται πολιτικές κοινωνικής ένταξης μεταναστών και προσφύγων, η ΕΕ θα αποδέχεται την ρητορική των ακροδεξιών κομμάτων»
Ο Γαβριήλ Σακελλαρίδης, υποψήφιος ευρωβουλευτής με το ψηφοδέλτιο της Νέας Αριστεράς, μιλά στο rosa.gr για τις ευρωεκλογές της 9ης Ιουνίου.
-
05.06.2024 Δημήτρης Ραπίδης
Εκ νέου στην πρώτη γραμμή της ενεργούς πολιτικής, ο Γαβριήλ Σακελλαρίδης έρχεται να συμβάλλει στην αναδιάταξη του προοδευτικού χώρου και στη διαμόρφωση μιας εναλλακτικής πρότασης στο κοινωνικό και οικονομικό πεδίο, τόσο στο πλαίσιο της Νέας Αριστεράς, όσο και στο πλαίσιο των όμορων ιδεολογικά δυνάμεων.
Με πορεία στα κινήματα, στον ΣΥΡΙΖΑ των πρώτων κυβερνητικών βημάτων, στη Διεθνή Αμνηστία και στο Ινστιτούτο ΕΤΕΡΟΝ, ο Γαβριήλ θέλει να μεταφέρει την εμπειρία και τις γνώσεις του και σε ευρωπαϊκό επίπεδο, διεκδικώντας τη ψήφο των εκλογέων στην αναμέτρηση της 9ης Ιουνίου. Ξεκάθαρος στις απαντήσεις του, οραματίζεται ατομικά και συλλογικά μια διαφορετική Ευρώπη, όπου η κοινωνική δικαιοσύνη θα βρίσκεται στο επίκεντρο των πολιτικών και οι ανισότητες θα αμβλύνονται σταθερά.
Ακολουθεί η συνέντευξη μαζί του.
Τι σημαίνει για εσάς ο όρος “Κοινωνική Ευρώπη”;
Η «κοινωνική Ευρώπη» είναι ένας στόχος για μία Ευρώπη με κοινωνική δικαιοσύνη, όπου οι αξίες της ισότητας, της αλληλεγγύης και της αξιοπρέπειας θα είναι πρωταρχικές για τους λαούς. Όπου θα υπάρχει ισχυρό και συμπεριληπτικό κοινωνικό κράτος, προστασία των εργαζομένων αλλά και των ανέργων, μείωση των κοινωνικών ανισοτήτων και της φτώχειας και κοινωνική ένταξη των μεταναστών. Προφανώς ο στόχος αυτός είναι ένα επίδικο, μία μάχη σε πολιτικό, ιδεολογικό και κοινωνικό επίπεδο. Είναι κάτι που προϋποθέτει συγκρούσεις, διεκδικήσεις, τεκμηριωμένες θέσεις, αλλά και κοινωνική οργάνωση και πολιτική εκπροσώπηση. Επομένως χρειάζεται τόσο ισχυρό εργατικό κίνημα, όσο και ισχυρή παρουσία της Αριστεράς και των προοδευτικών φωνών στο ευρωκοινοβούλιο.
Η πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι εξαιρετικά αντιφατική στο ζήτημα της «Κοινωνικής Ευρώπης». Από την μία υπάρχουν διακηρύξεις και οδικοί χάρτες προς αυτή την κατεύθυνση, όπως ο Ευρωπαϊκός Πυλώνας για τα Κοινωνικά Δικαιώματα και σειρά από Οδηγίες, όπως αυτή για τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας ή τον κατώτατο μισθό. Όμως τα παραπάνω δεν έχουν δεσμευτικό χαρακτήρα για τα κράτη-μέλη, και το καθένα από αυτά μπορεί να ακολουθήσει διαφορετικό τρόπο για την επίτευξη των στόχων. Παράλληλα, ο τρόπος με τον οποίο προχωρούν αυτές οι πρωτοβουλίες είναι κυρίως επικοινωνιακός και δεν έχει πραγματικές επιπτώσεις στη ζωή των πολιτών. Οι εκπτώσεις που γίνονται κατά την επιβολή «κοινωνικών» ευρωπαϊκών πρωτοβουλιών είναι αποτέλεσμα των επιχειρηματικών πιέσεων και της πολιτικής κυριαρχίας συντηρητικών κυβερνήσεων, όπως και στην Ελλάδα.
Επιπλέον, ό,τι πρωτοβουλίες λαμβάνονται για μία «κοινωνική Ευρώπη» σκοντάφτουν πάνω στη δαμόκλειο σπάθη της λιτότητας που απορρέει από το Σύμφωνο Σταθερότητας και τους δημοσιονομικούς περιορισμούς. Οι κοινωνικές δαπάνες πρέπει να ακολουθούν περιοριστικούς ποσοτικούς στόχους. Την ίδια στιγμή, ο δρόμος για την ανταγωνιστικότητα περνάει -υποτίθεται- μέσα από τις πιο ευέλικτες μορφές απασχόλησης, το χαμηλότερο κόστος εργασίας και την αποδυνάμωση του κοινωνικού κράτους. Επομένως παρά τις ρητορικές εξαγγελίες περί «Κοινωνικής Ευρώπης», τα αποτελέσματα κινούνται στον αντίποδα των διακηρύξεων αυτών.
Αυτό είναι αποτέλεσμα των συσχετισμών δύναμης υπέρ της ευρωπαϊκής Δεξιάς. Στις ευρωεκλογές έχουμε τη δυνατότητα να αλλάξουμε αυτόν το συσχετισμό δύναμης και να ενισχύσουμε την Αριστερά.
Υπάρχει ισχυρό πολιτικό αντίδοτο απέναντι στην ενίσχυση της ακροδεξιάς ρητορικής και του λαϊκισμού; Κι αν ναι, μέσα από ποιες πολιτικές;
Ακούω πολλές φορές τον Κ. Μητσοτάκη ή την πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, την φον ντερ Λάιεν, να κατακεραυνώνουν την άνοδο του ακροδεξιού λαϊκισμού και του ευρωσκεπτικισμού. Και το θεωρώ εξοργιστικό γιατί ο ακροδεξιός λαϊκισμός και γενικά η άνοδος της ακροδεξιάς στην Ευρώπη είναι αποτέλεσμα στην πραγματικότητα των πολιτικών που ακολουθούνται στο οικονομικό και κοινωνικό επίπεδο. Η εκρηκτική άνοδος των καθημερινών ανισοτήτων, η ακρίβεια και η αύξηση του κόστους ζωής, η στεγαστική κρίση και χαμηλά αμειβόμενη επισφαλής εργασία φέρνουν τους πολίτες και ειδικά τους νέους και τις νέες σε κοινωνικό αδιέξοδο. Η απόλυτη έλλειψη ενσυναίσθησης από την πλευρά των συντηρητικών δυνάμεων στην Ευρώπη, που είναι πλήρως υποταγμένες στα επιχειρηματικά λόμπι και στις ιδέες του νεοφιλελευθερισμού, ρίχνουν αλάτι στην πληγή.
Ένα μέρος της κοινωνίας που βιώνει αυτές τις πολιτικές θεωρεί ότι «τιμωρεί το πολιτικό σύστημα» ψηφίζοντας την ακροδεξιά που δείχνει ως ενόχους τους «μετανάστες που κλέβουν τις δουλειές» και τους «τεμπέληδες που επιβιώνουν από το κοινωνικό κράτος». Διαβάστε αν θέλετε, το Καιρό των Θλιμμένων Παθών, από εκδόσεις Πόλις, του Φρανσουά Ντυμπέ, τα εξηγεί πολύ καλύτερα από μένα!
Την ίδια στιγμή, ο ακροδεξιός λόγος κανονικοποιείται επειδή οι συντηρητικές κυβερνήσεις σε Ελλάδα και Ευρώπη στρέφονται προς τα εκεί για να περιορίσουν τις διαρροές του προς την άκρα δεξιά. Δείτε και στην Ελλάδα πως ο Μητσοτάκης συμπεριφέρεται απέναντι σε οποιαδήποτε κινητοποίηση της νεολαίας, τί απάνθρωπες πολιτικές αποτροπής χρησιμοποιεί για τους πρόσφυγες, πόσο εθνολαϊκιστικά συμπεριφέρεται στο ζήτημα της Συμφωνίας των Πρεσπών.
Η Ευρώπη -κι η Ελλάδα- για να αντιμετωπίσει την άνοδο της άκρας δεξιάς πρέπει να βάλει στο επίκεντρο το κοινωνικό ζήτημα. Να απαντήσει στην ακρίβεια, την ανεργία, τις ανισότητες με πυξίδα την κοινωνική δικαιοσύνη, την συμπερίληψη και την ισότητα. Όλα τα άλλα είναι ευχολόγια.
Το μεταναστευτικό και προσφυγικό ζήτημα παραμένει χαμηλά στη δημόσια συζήτηση στα κράτη-μέλη της ΕΕ, στα θεσμικά όργανα, στην Κομισιόν και το Ευρωκοινοβούλιο. Για ποιο λόγο εκτιμάτε ότι συμβαίνει αυτό;
Είναι ένα ζήτημα που προκαλεί εντάσεις και διαφωνίες κυρίως με χώρες που έχουν πάρει ακροδεξιά στροφή όπως η Ουγγαρία, η Πολωνία και η Ιταλία. Το απογοητευτικό είναι ότι πριν λίγες βδομάδες εγκρίθηκε από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο στο Σύμφωνο για την Μετανάστευση και το Άσυλο, που δυστυχώς ενισχύει ακόμα περισσότερο την Ευρώπη-Φρούριο, στέλνει στον κάλαθο των αχρήστων την «ευρωπαϊκή αλληλεγγύη» και προχωράει ακόμα περισσότερο στην εξωτερίκευση των συνόρων της ΕΕ κατά τα πρότυπα της απαράδεκτης Συμφωνίας ΕΕ-Τουρκίας του 2016. Δυστυχώς η Συνθήκης της Γενεύης και η Ευρωπαϊκή Χάρτα των Ανθρώπινων Δικαιωμάτων δεν βρίσκουν έδαφος στην σημερινή Ε.Ε.
Όσο δεν υιοθετούνται πολιτικές κοινωνικής ένταξης των μεταναστών και των προσφύγων, η Ε.Ε. θα αποδέχεται την ρητορική των ακροδεξιών κομμάτων ως μονόδρομο και θα υποχωρεί σε αυτή την κατεύθυνση. Με αυτό τον τρόπο τα ανθρώπινα δικαιώματα όχι μόνο των ανθρώπων σε κίνηση αλλά και όσων επιδεικνύουν αλληλεγγύη θα περιορίζονται. Χαρακτηριστική είναι η ποινικοποίηση της αλληλεγγύης που συμβαίνει στην Ιταλία της Μελόνι και στην Ελλάδα του Κ. Μητσοτάκη.
Πως αξιολογείτε το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης; Χρήζει μεταρρύθμισης ή οι προβλέψεις του απαντούν στη σημερινή κοινωνική πραγματικότητα σε ΕΕ και Ευρωζώνη;
Προφανώς και χρήζει ριζικής μεταρρύθμισης, αφού η πολιτική της λιτότητας εκπορεύεται από αυτό. Το Σύμφωνο Σταθερότητας είναι στον πυρήνα των δομικών προβλημάτων που αντιμετωπίζει η αρχιτεκτονική της Ευρωζώνης. Μπορεί την προηγούμενη δεκαετία, τα δομικά προβλήματα να έφτασαν την επιβίωση της Ευρωζώνης στα όρια της και την κοινωνία στα άκρα (ειδικά στην Ελλάδα), όμως και σήμερα αποτελεί ένα τεράστιο εμπόδιο για την ανάπτυξη, την δημιουργία αξιοπρεπών θέσεων εργασίας αλλά και την πράσινη μετάβαση, για την οποία τόσο αρέσκεται να μιλάει η Ε.Ε.
Με αφορμή την πανδημία, ενεργοποιήθηκε η λεγόμενη «ρήτρα διαφυγής» για τις χώρες-μέλη της Ευρωζώνης, δηλαδή οι περιορισμοί του Συμφώνου Σταθερότητας σταμάτησαν να ισχύουν από το 2020 μέχρι το τέλος του 2023. Σε αυτή την απόφαση, η Ελλάδα χρωστάει τους υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης του 2022 και 2023, αφού για πρώτη φορά το όριο του 3% για το δημοσιονομικό έλλειμμα δεν ίσχυε. Όπως αποδείχτηκε, η Ευρωζώνη λειτούργησε μία χαρά, με σημαντικούς ρυθμούς ανάπτυξης αυτή την περίοδο χωρίς να απειληθεί η ύπαρξή της.
Πρόσφατα, υπήρξε συμφωνία μεταξύ Ευρωκοινοβουλίου και Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την αναθεώρηση του Συμφώνου Σταθερότητας, κάνοντας το πιο ευέλικτο μεν, αλλά διατηρώντας στον πυρήνα του την λογική της λιτότητας. Αυτό έρχεται σε αντίθεση με την «πράσινη μετάβαση» αφού η τελευταία απαιτεί επιπλέον δημόσιες επενδύσεις της τάξης του 1,6% του ευρωπαϊκού ΑΕΠ κάθε χρόνο ως ελάχιστο όριο.
Οι δημοσιονομικοί κανόνες πρέπει να αλλάξουν: Να υπάρξουν επιτέλους ευρωομόλογα, να εξαιρεθούν οι δημόσιες επενδύσεις από τον υπολογισμό του στόχου του ελλείμματος, να αλλάξει ο τρόπος υπολογισμού της βιωσιμότητας του δημόσιου χρέους.
Όσο η λιτότητα βρίσκεται στον πυρήνα της πολιτικής της Ε.Ε., τα αγκάθια της ακροδεξιάς θα βρίσκουν γόνιμο έδαφος για να φυτρώνουν.
Ποιος είναι ο βασικός τομέας με τον οποίο θα ασχοληθείτε σε περίπτωση εκλογής σας στο Ευρωκοινοβούλιο;
Ως οικονομολόγος σίγουρα θα με ενδιέφεραν κυρίως οι τομείς της οικονομίας, της αρχιτεκτονικής της Ευρωζώνης, τα εργασιακά, η πράσινη μετάβαση και οι πολιτικές συνοχής. Όμως και το ζήτημα της δημοκρατίας είναι πολύ ψηλά στην ατζέντα, σε μία περίοδο που τα ανθρώπινα δικαιώματα βρίσκονται σε απειλή.