Αρκεί η «Αλλαγή» για να αλλάξουμε κυβέρνηση και πρωθυπουργό;
EUROKINISSI
EDITORIAL

Αρκεί η «Αλλαγή» για να αλλάξουμε κυβέρνηση και πρωθυπουργό;

SHARE THIS

Το ποσοστό της αποχής, όσο και των μικρότερων κομμάτων, αναμένεται να κρίνει πολλά και να φέρει νέα στοιχεία στην εκλογική μάχη.

Μέχρι σήμερα, στα σχεδόν 50 χρόνια της μεταπολιτευτικής ιστορίας της χώρας, η μοναδική φορά που ένας νυν και ένας πρώην πρωθυπουργός αναμετρήθηκαν σε εθνικές εκλογές ήταν το 1993, όταν ο πατέρας Μητσοτάκης βρέθηκε αντιμέτωπος με τον Ανδρέα Παπανδρέου.

Το ΠΑΣΟΚ κατήγαγε τότε μεγάλη νίκη με 46.88%, με τη ΝΔ να καταγράφει 39.3%, το ποσοστό συμμετοχής στην κάλπη να αγγίζει το 80% (79.22% για την ακρίβεια) και τον Ανδρέα Παπανδρέου να επιστρέφει στην εξουσία και να σχηματίζει την τρίτη και τελευταία κυβέρνησή του.

Τριάντα χρόνια μετά, η αναμέτρηση του 1993 έχει κοινά στοιχεία με τη φετινή. Το πλέον διαφοροποιητικό στοιχείο είναι το ποσοστό που συγκέντρωσαν τα δύο μεγάλα κόμματα, που έφτασε το απίστευτο 86.18%, ωστόσο σε επίπεδο ρητορικής όσο και σε επίπεδο διλημμάτων οι ομοιότητες μοιάζουν να είναι πολλές.

Η ρητορική του Κυριάκου Μητσοτάκη έχει στοιχεία από τη ρητορική του πατέρα του, καθώς αμφότεροι «πόνταραν» στο «μεταρρυθμιστικό κράτος» – μία κατ’ευφημισμόν μεταρρύθμιση και τότε και τώρα, καθώς κοινό στοιχείο ήταν και είναι η εφαρμογή πολιτικών που βάθυναν τις ανισότητες, το δόγμα «νόμος και τάξη» και μία λανθάνουσα αντίληψη περί αριστείας. Τα διαφοροποιητικά στοιχεία του τότε και του τώρα είναι ότι ο σημερινός Μητσοτάκης ενέταξε στη ΝΔ και πρόσωπα από το ΠΑΣΟΚ, από το σημιτικό ΠΑΣΟΚ, όπως ο Μιχάλης Χρυσοχοΐδης και ο Κυριάκος Πιερρακάκης, δύο πρόσωπα που έχουν αφήσει τη σφραγίδα τους στη σημερινή κυβέρνηση της ΝΔ.

Από την άλλη πλευρά στην αξιωματική αντιπολίτευση, ο Αλέξης Τσίπρας έχει υιοθετήσει στοιχεία της ρητορικής του Ανδρέα Παπανδρέου, με κυριότερο εκείνο της «Αλλαγής», θέτοντας το δίλημμα «Μητσοτάκης ή Αλλαγή», βάζοντας σε δεύτερη θέση το «Μητσοτάκης ή Τσίπρας». Το βασικό επιχείρημα από την πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ είναι ότι δεν μπορεί να συγκριθεί ένας πρωθυπουργός που κυβέρνησε με μνημόνιο με έναν πρωθυπουργό που κυβέρνησε χωρίς μία τέτοια «θηλιά στο λαιμό», όμως, παρόλο που πράγματι δύσκολα μπορεί να αμφισβητηθεί εύκολα ένα τέτοιο επιχείρημα, δεν φαίνεται να αρκεί προς το παρόν για να αλλάξει την εικόνα των δημοσκοπήσεων και να δώσει δυναμική νίκης στον ΣΥΡΙΖΑ.

Η στρατηγική του Αλέξη Τσίπρα δεν απέχει πολύ από αυτήν που τον έφερε στην εξουσία το 2015, ωστόσο η σημερινή κοινωνική και οικονομική πραγματικότητα είναι διαφορετική, όπως διαφορετικός είναι και ο ΣΥΡΙΖΑ του τότε και του σήμερα. Το κυριότερο όμως είναι ότι το εκλογικό σώμα σήμερα φαίνεται να ζητά κάτι παραπάνω, κάτι περισσότερο για να στηρίξει την αξιωματική αντιπολίτευση και την φέρει στην πρώτη θέση. Αυτό το «κάτι παραπάνω» ακόμα δεν έχει λάβει μορφή, δεν είναι σαφές, δεν φαίνεται να υπάρχει κάπου στο δημόσιο διάλογο, στα πηγαδάκια, στην αίσθηση της κοινωνίας, στην περιρρέουσα ατμόσφαιρα ακόμα, στις συζητήσεις σε κοινωνικούς κύκλους.

Από την άλλη πλευρά, ο Κυριάκος Μητσοτάκης δείχνει σχετικά σίγουρος για τη νίκη της ΝΔ, με τις δημοσκοπήσεις να του δίνουν διαρκώς προβάδισμα καθ’όλη τη διάρκεια της κοινοβουλευτικής θητείας. Αρκεί όμως αυτό για να σχηματίσει κυβέρνηση, δεδομένου ότι η φθορά του είναι μεγάλη, ειδικά τον τελευταίο χρόνο; Η κάλπη της απλής αναλογικής μπορεί να δείξει νικητή, ο οποίος στον β’γύρο θα λάβει και το μπόνους των 50 εδρών, μπορεί όμως να περιπλέξει κι άλλο μία ήδη θολή εικόνα. Το ποσοστό της αποχής, όσο και των μικρότερων κομμάτων, αναμένεται να κρίνει πολλά και να φέρει νέα στοιχεία στην εκλογική μάχη.

Exit mobile version