Τι θα γίνει με τις ψήφους και τις έδρες των Σπαρτιατών; 
EUROKINISSI ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΟΝΤΑΡΙΝΗΣ
EDITORIAL

Τι θα γίνει με τις ψήφους και τις έδρες των Σπαρτιατών; 

SHARE THIS

Φτώχεια και ακροδεξιά, φτώχεια και πολιτική βία πηγαίνουν χέρι-χέρι και το είδαμε και πρόσφατα με το ξύλο στη Βουλή.

Η ελληνική κοινωνία εδώ και πολλά χρόνια βιώνει συνθήκες κοινωνικοοικονομικού roller coaster. Βαθιά βουτιά στην κρίση και την ανέχεια, το χρέος και την ανεργία, μνημόνια, βία και άνοδος της ακροδεξιάς. Ακολουθεί η έξοδος από τα μνημόνια, έρχεται η ΝΔ στην διακυβέρνηση, έπειτα η πανδημία, τα δημοσιονομικά διαστέλλονται, η οικονομία αναπτύσσεται σε αριθμούς, αλλά μετά από έξι χρόνια από την έξοδο από τα μνημόνια, η Ελλάδα ετοιμάζεται να κατέβει ακόμη μία θέση και να βρεθεί κάτω από τη Βουλγαρία ως η πιο φτωχή χώρα σε ΕΕ και Ευρωζώνη. Η ακροδεξιά είναι παρούσα, με πολλούς και διαφορετικούς μανδύες πλέον, χωρίς τη Χρυσή Αυγή στα έδρανα, η δομική φτώχεια είναι εδώ, είτε στην κυβέρνηση βρίσκεται κόμμα με μπλε χρώμα, είτε με ροζ-κόκκινο, είτε με πράσινο. Τα προβλήματα είναι εδώ και δεν τα λύνει κανείς.

Φτώχεια και ακροδεξιά, φτώχεια και πολιτική βία πηγαίνουν χέρι-χέρι και το είδαμε και πρόσφατα με το ξύλο στη Βουλή. Δεν πέσαμε από τα σύννεφα, ωστόσο είναι ενδεικτικό πως ο πολιτικός λόγος, η επιχειρηματολογία και η σοβαρότητα λείπουν από την κουλτούρα της ακροδεξιάς. Από την άλλη πλευρά, ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα της προηγούμενης δεκαετίας ήταν ο επιδερμικός τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίστηκε η έξαρση της πολιτικής βίας και η στροφή μιας σημαντικής μερίδας πολιτών στις διάφορες πολιτικές εκφάνσεις της ακροδεξιάς. Εκεί η ευθύνη της κυβέρνησης, της εκάστοτε κυβέρνησης και του εκάστοτε κυβερνώντος κόμματος αλλά φυσικά και της αντιπολίτευσης είναι τεράστια. Τεράστια.

Είδαμε με συνέπεια πολλά λάθη από τα δημοκρατικά κόμματα που πρόσφεραν απλόχερα απογοήτευση και διάψευση ονείρων σε πλατιά στρώματα της ελληνικής κοινωνίας. Κυριάρχησε αυτά τα χρόνια μια ιδιαίτερα προβληματική κουλτούρα με κύρια χαρακτηριστικά την ισχυρή τάση ελιτισμού, την -σχεδόν- “αγιοποίηση” του ακτιβιστικού δικαιωματισμού, την περιφρόνηση και περιθωριοποίηση του πατριωτισμού και την έξαρση της πατριδοκαπηλείας, πάνω σε ένα ισχυρό υπόβαθρο οικονομικής εξαθλίωσης, διεύρυνσης των ανισοτήτων και εθνικής ταπείνωσης από τα μνημόνια. Όλα αυτά δημιούργησαν ένα κοινωνικοπολιτικό μείγμα με ακραίες συμπεριφορές, απρόβλεπτες αντιδράσεις και με ελάχιστες αναστολές ως προς την άσκηση φραστικής, ακόμη και φυσικής βίας. Κι αυτό δεν το είδαμε πριν λίγες μέρες, αλλά το βλέπουμε με συνέπεια από το 2012 και την είσοδο της ΧΑ στη Βουλή, για να μην πάμε πιο πίσω χρονικά, από την συμμετοχή της ΧΑ στο δημοτικό συμβούλιο της Αθήνας.

Η πλέον πρόσφατη εκδήλωση αυτής της παράξενης, ανορθόδοξης, αλλόκοτης κατάστασης είναι η συζήτηση για το τι θα γίνουν οι ψήφοι και οι έδρες των Σπαρτιατών, που αποκλείστηκαν με δικαστική απόφαση από τις ευρωεκλογές. Ο ένας κατηγορεί τον άλλον με βάση το αν θέλει ή δεν θέλει τις ψήφους αυτές, λες και είναι ένα τσουβάλι με πατάτες. Όποια κι αν είναι η εξέλιξη δικαστικά, οι έδρες των Σπαρτιατών θα πρέπει να διεκδικηθούν σε εκλογές και εκεί θα φανεί πως καταγράφονται οι δυνάμεις των κοινοβουλευτικών κομμάτων και ποια κόμματα θα καταφέρουν να κερδίσουν τις περισσότερες έδρες. Με βάση τις δημοσκοπήσεις και τη δυναμική των κομμάτων, μπορούμε να εκτιμήσουμε την κατανομή των εδρών και σε αυτή την περίπτωση η ΝΔ αναμένεται να ενισχυθεί περαιτέρω και οι υπόλοιποι να κερδίσουν κάτι, ίσως με την Ελληνική Λύση να κερδίζει κάτι παραπάνω και την αποχή να ενισχύεται, χωρίς να περιμένουμε μεγάλες ανατροπές στους παρόντες συσχετισμούς.

Οπότε, για να απαντήσουμε στο ερώτημα, σε περίπτωση εκλογών στις περιφέρειες που εκπίπτουν οι έδρες των Σπαρτιατών, κερδισμένα δεν αναμένεται να είναι τα προοδευτικά κόμματα της αντιπολίτευσης. Το ζήτημα είναι πως ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ πρωτίστως, τα δύο μεγαλύτερα κόμματα της αντιπολίτευσης, θα βελτιώσουν υπέρ τους τους συσχετισμούς όχι με αφορμή πιθανές εκλογές για τις έδρες των Σπαρτιατών, αλλά κυρίως με αφορμή την επόμενη μέρα των ευρωεκλογών στην πορεία για τις εθνικές εκλογές του 2027.  Εκεί πρέπει να γίνει η δουλειά σε οργανωτικό, πολιτικό και κυρίως κοινωνικό επίπεδο. Το παιχνίδι σήμερα είναι λίγο πολύ σεταρισμένο και το ζήτημα είναι να μην χαθεί η επόμενη μέρα, το αύριο.

Exit mobile version