EDITORIAL

Διαβατήριο εμβολιασμού Covid: Η πολιτική κόντρα στο παρασκήνιο

SHARE THIS

Είναι ένα διαβατήριο Covid μια καλή ιδέα; Οι προκλήσεις και τα διλήμματα μιας συζήτησης που θα μας απασχολήσει έντονα το επόμενο διάστημα.

«Καλησπέρα σας, το διαβατήριό σας παρακαλώ…»
«Μισό λεπτό…Ορίστε»
«Όχι αυτό, το άλλο».

Αυτή θα μπορούσε να είναι μια στιχομυθία στον έλεγχο διαβατηρίων ενός διεθνούς αεροδρομίου. Αυτό το άλλο που ζητά ο αστυνομικός μπορεί να είναι το διαβατήριο για το εμβόλιο του κορονοϊού, με τη συζήτηση γύρω από το θέμα να αναμένεται να φουντώσει το επόμενο διάστημα.

Σε πρώτη φάση, πολλοί εργοδότες μπορεί σύντομα να ζητούν πιστοποιητικό εμβολιασμού πριν προχωρήσουν σε πρόσληψη προσωπικού. Υπηρεσίες υγείας σε κάποιες κομητείες στις ΗΠΑ ήδη ζητούν πιστοποιητικό εμβολιασμού πριν εισέλθει κάποιος πολίτης στο κτίριο, σημειώνουν οι New York Times, φέρνοντας ως παράδειγμα κέντρα ευγηρίας στην Καλιφόρνια.

Είναι όμως ένα πιστοποιητικό, και μετέπειτα διαβατήριο Covid, μια καλή ιδέα; Κυβερνήσεις σε χώρες με έντονη τουριστική κίνηση ή πόλεις που αποτελούν διεθνή εμπορικά κέντρα βλέπουν θετικά μια τέτοια εξέλιξη. Ο Έλληνας Πρωθυπουργός είχε κάνει μια τέτοια πρόταση, λαμβάνοντας αρνητική απάντηση από την Κομισιόν, ωστόσο δεν θα πρέπει να αποκλεισθεί αναθεώρηση αυτής της πρότασης στο εγγύς μέλλον. Ανάλογες πρωτοβουλίες έχουν λάβει οι κυβερνήσεις της Ταϊλάνδης, του Μεξικό, του Χονγκ Κονγκ και των Φιλιππίνων, χώρες δηλαδή που στηρίζουν ένα μεγάλο μέρος του ΑΕΠ στον τουρισμό.

Ποιοι συμφωνούν με ένα διαβατήριο εμβολιασμού;

Σύμφωνα με τους υποστηρικτές της ιδέας καθιέρωσης ενός διαβατηρίου εμβολιασμού στηρίζεται κυρίως σε μια οικονομική προσέγγιση της υγειονομικής κρίσης.

Ο πρόεδρος του Μεξικό, Λόπες Ομπραδόρ, σε πρόσφατη συνέντευξη Τύπου, δήλωσε για το θέμα πως «εξετάζουμε όλες τις λύσεις γιατί θέλουμε να στηρίξουμε την οικονομία μας, τους επιχειρηματίες και τους εργαζόμενους που έχουν πληγεί από τις συνέπειες της πανδημίας – δεν έχει ιδεολογικό πρόσημο ή πρότασή μας, αντίθετα είναι θέμα πατριωτικής ευθύνης». Το ζήτημα για το Μεξικό είναι σχεδόν υπαρξιακό, καθώς πάνω από το 50% των τουριστών είναι Αμερικανοί πολίτες, αντιστοιχώντας στα 2/3 περίπου του ετήσιου τζίρου του τουρισμού της χώρας.

Αντίστοιχη και η προσέγγιση της επικεφαλής της εκτελεστικής αρχής του Χονγκ Κονγκ, Κάρι Λαμ, που δήλωσε στη South China Morning Post ότι «εξετάζουμε μια τέτοια πρόταση γιατί θα διασφαλίσει τη βιωσιμότητα του τουριστικού μας κλάδου και θα επαναφέρει την ασφάλεια των συναλλαγών και των εμπορικών δραστηριοτήτων». Για το Χονγκ Κονγκ, που αποτελεί έναν από τους πιο δημοφιλείς τουριστικούς προορισμούς στη νοτιοανατολική Ασία, αλλά και ένα μεγάλο χρηματοοικονομικό κέντρο, το άνοιγμα του τουρισμού αποτελεί νούμερο ένα προτεραιότητα, καθώς η οικονομία της χώρας έχει πληγεί καθοριστικά το 2020.

Την ίδια στιγμή, οι πολύμηνες αντικυβερνητικές διαδηλώσεις του 2020 έχουν αφήσει ανεξίτηλη τη σφραγίδα τους στην καθημερινότητα των πολιτών, με τον πρόεδρο Μπάιντεν να τονίζει στην πρόσφατη συνομιλία του με τον Κινέζο ομόλογό του Σι Τζινπίνγκ ότι οι ΗΠΑ δεν θα δεχτούν συνέχιση των παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των πολιτικών καταστολής. «Θέλουμε να ανοίξουμε και πάλι τον τουρισμό μας γιατί αυτό θα βοηθήσει επίσης και στην άμβλυνση των κοινωνικών αναταραχών, θα κινητοποιηθεί και πάλι αγορά και θα αποκατασταθεί η εικόνα του Χονγκ Κονγκ διεθνώς», πρόσθεσε η Λαμ.

Σύμφωνα με στοιχεία από την Παγκόσμια Τράπεζα και τον Παγκόσμιο Οργανισμό Τουρισμού, ο τουριστικός τομέας στο Χονγκ Κονγκ καλύπτει το 17% του ΑΕΠ, όπως και στο Μεξικό, ενώ στην Ελλάδα το ποσοστό αυτό ανέρχεται στο 21%, στην Ταϊλάνδη στο 22% και στις Φιλιππίνες στο 25%. Όλες οι παραπάνω χώρες έχουν υποστεί ζημιές και πτώση τζίρου άνω του 75% το 2020.

Το Ισραήλ από την άλλη έχει ήδη προχωρήσει στη δημιουργία ενός «πράσινου διαβατηρίου» για όσους έχουν εμβολιαστεί. Το Τελ Αβίβ έχει ανοίξει τον βηματισμό του, με ένα πολύ μεγάλο μέρος του πληθυσμού να έχει λάβει την πρώτη δόση και την κυβέρνηση Νετανιάχου να θέλει να «εξαργυρώσει» αυτό το προβάδισμα για να ενισχύει την τουριστική κίνηση, τη στιγμή που άλλοι ανταγωνιστές στην περιοχή, όπως η Ελλάδα και η Τουρκία, βρίσκονται ακόμη πολύ πίσω στο ζήτημα των εμβολιασμών.

Πολλές  εταιρίες έχουν ξεκινήσει να δημιουργούν εφαρμογές (apps) για όσους έχουν εμβολιαστεί, διαμορφώνοντας μια νέα μίνι αγορά μέσα στην ευρύτερη αγορά των εμβολίων και των πιστοποιητικών, ενώ η αυστραλιανή αεροπορική εταιρεία Qantas είναι η πρώτη που επιτρέπει πλέον μόνο σε ανθρώπους που έχουν εμβολιαστεί να ταξιδέψουν στις πτήσεις της.

Ποιοι διαφωνούν;

Υπάρχει και η άλλη όψη του νομίσματος. Η καθιέρωση ενός διαβατηρίου εμβολιασμού απαιτεί μια σύνθετη, πρωτοφανή διαδικασία παγκόσμιου συντονισμού που ποτέ άλλοτε δεν έχει προηγηθεί στο παρελθόν. Απαιτεί την καθιέρωση κάποιων διεθνώς αναγνωρισμένων στάνταρντ και πρακτικών, όχι μόνο από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, αλλά και από την ΕΕ, τις ΗΠΑ, τους διεθνείς γεωπολιτικούς δρώντες, όπως η Ρωσία και η Κίνα για παράδειγμα. Απαιτεί ακόμα και τη δημιουργία ενός συστήματος παράλληλης παρακολούθησης της παραοικονομίας, που θα τροφοδοτήσει έναν νέο κύκλο αδιαφανών δραστηριοτήτων και κρίσης εμπιστοσύνης από την πλευρά των πολιτών.

Πολλές κυβερνήσεις, μεταξύ των οποίων η διοίκηση Μπάιντεν στις ΗΠΑ και η κυβέρνηση Τζόνσον στη Μεγάλη Βρετανία, μελετούν τη δυνατότητα καθιέρωσης ενός διαβατηρίου Covid, με τρόπο που θα διασφαλίζει την προστασία των προσωπικών δεδομένων και δεν γεννά διακρίσεις στους μη εμβολιασμένους. «Κάτι τέτοιο είναι εξαιρετικά δύσκολο, ωστόσο θα πρέπει να αναζητηθούν τρόποι για να υπάρχει ασφάλεια στις μεταφορές, στις πτήσεις, στη δημόσια Υγεία από εδώ και πέρα, με δεδομένο ότι ο κορονοϊός και οι μεταλλάξεις του θα μας απασχολήσουν για αρκετά χρόνια ακόμα», σημειώνει στο Euronews η Άνα Μπεντούτσι, αναπληρώτρια καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο του Έξετερ στη Μεγάλη Βρετανία.

Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) είναι αντίθετος σε ένα διαβατήριο εμβολιασμού, με την επικεφαλής του γραφείου της Ευρώπης, δρ. Κάθριν Σμόλγουντ, να υπογραμμίζει ότι «δεν συστήνουμε τη δημιουργία και καθιέρωση τέτοιων διαβατηρίων για τον κορονοϊό, ούτε διαβατήρια Υγείας γενικότερα, αντίθετα προτείνουμε τα κράτη να συνεργάζονται μεταξύ τους σε διμερές και πολυμερές επίπεδο και ανάλογα με το εύρος των κρουσμάτων και το επίπεδο μόλυνσης να καθορίζουν τη στρατηγική τους για το άνοιγμα ή κλείσιμο των συνόρων».

Ο ΠΟΥ προσθέτει ακόμα ότι όσο δεν προχωρά με ταχύτητα η διαδικασία εμβολιασμού παγκοσμίως, τόσο θα καθίσταται δύσκολη η εφαρμογή της ιδέας για διαβατήριο εμβολιασμού. Ειδικά για τις νεότερες ηλικιακές ομάδες, για τις οποίες καθυστερεί ακόμα η πρώτη δόση του εμβολίου, ένα τέτοιο διαβατήριο θα σήμαινε αποκλεισμό από το νέο σύστημα καταγραφής σε όλα τα επίπεδα, από ένα απλό ταξίδι αναψυχής μέχρι την αναζήτηση εργασίας σε τρίτη χώρα.

Τι γίνεται στην Ευρωπαϊκή Ένωση;

Αρκετά ευρωπαϊκά κράτη είναι θετικά στην ιδέα δημιουργίας ενός διαβατηρίου Covid, όπως η Πολωνία, η Κύπρος, η Πορτογαλία και η Σουηδία μεταξύ άλλων, αρχικά ως πιστοποιητικό και στη συνέχεια ως μόνιμο έγγραφο για τις μεταφορές.

«Το ζήτημα του διαβατηρίου Covid έχει αναπόφευκτα και πολιτικές διαστάσεις, με τις εσωτερικές συγκρούσεις στην ΕΕ να αναμένεται να κορυφωθούν το επόμενο διάστημα», σημειώνει Ευρωπαίος αξιωματούχος στο rosa.gr, υπό την προϋπόθεση της ανωνυμίας. «Αυτή τη στιγμή στην Ένωση αναπτύσσονται δύο δυναμικές: Η μία αφορά στην απόδοση ευθυνών για το φιάσκο με τις προμήθειες εμβολίων, με επίκεντρο συγκεκριμένα πρόσωπα μέσα στην Κομισιόν. Η άλλη αφορά στη μάχη πολιτικής επιβίωσης και επιρροής με κεντρικό ζήτημα το Σύμφωνο Σταθερότητας, στο κατά πόσο ‘ελεύθερα’ δηλαδή τα ποσά του Ταμείου Ανάκαμψης θα αξιοποιηθούν από τα κράτη-μέλη».

Πως όμως προκύπτει στη συζήτηση για το διαβατήριο Covid το Ταμείο Ανάκαμψης; Σύμφωνα με τον Ευρωπαίο αξιωματούχο, υπάρχει μια νοητή διαπραγματευτική γραμμή που συνδέει το ποσοστό των εμβολιασμών στην ΕΕ, τη χρονική περίοδο για την εκταμίευση των ποσών του Ταμείου και τις προϋποθέσεις για την εκταμίευση, καθώς η Κομισιόν θα δανεισθεί τα ποσά από την αγορά και στη συνέχεια θα τα δανείσει με τη σειρά της στα κράτη με συγκεκριμένους όρους.

«Μπορεί τα ζητήματα αυτά να φαίνονται αρχικά ασύνδετα, αλλά δεν είναι. Η μια ομάδα κρατών, κυρίως του ευρωπαϊκού Βορρά, πιέζει για αυστηρούς δημοσιονομικούς κανόνες, για μίνι-μνημόνια, και η άλλη ομάδα για χαλάρωση των προβλέψεων του Συμφώνου και δημοσιονομική επέκταση λόγω της βαθιάς ύφεσης της ΕΕ και της Ευρωζώνης. Στο πλαίσιο αυτό, αναπτύσσεται και η συζήτηση για τα πιστοποιητικά εμβολιασμού, γιατί πολλά από τα κράτη-μέλη -ειδικά εκείνα που στηρίζονται στον τουρισμό- συμφωνούν στη βασική ιδέα ενός τέτοιου πιστοποιητικού, ωστόσο ένα από τα μεγάλη κράτη-μέλη καθυστερεί τις εξελίξεις και κρατά πίσω το σύνολο της ΕΕ. Το πιστοποιητικό ή διαβατήριο δηλαδή αποτελεί ‘διαπραγματευτικό όπλο’ για τους ‘σκληρούς της ΕΕ’ για την επιβολή αυστηρών δημοσιονομικών όρων στα κράτη-μέλη. Οι σχετικές διαπραγματεύσεις έχουν ήδη από τον Οκτώβριο, απλώς δεν βλέπουν το φως της δημοσιότητας».

Ο αρμόδιος Επίτροπος Οικονομικών Πάολο Τζεντιλόνι, αναφερόμενος στις χειμερινές προβλέψεις της Κομισιόν, επανέλαβε για ακόμη μια φορά ότι πολλά κράτη-μέλη δεν θα δουν ανάπτυξη πριν το τέλος του 2022, υπονοώντας παράλληλα επιστροφή στις δεσμεύσεις του Συμφώνου Σταθερότητας στις αρχές του 2023. Με τη θέση του σοσιαλιστή Τζεντιλόνι διαφωνούν τόσο ο Μάριο Ντράγκι, πρώην πρόεδρος της ΕΚΤ που ανέλαβε την πρωθυπουργία της Ιταλίας, όσο και η Καγκελάριος Μέρκελ, που ναι μεν αποχωρεί από την κεντρική πολιτική σκηνή έπειτα από τις εθνικές εκλογές του Σεπτεμβρίου, ωστόσο δεν αναμένεται να αφήσει πίσω της χώρο για «χαλάρωση» των δημοσιονομικών πολιτικών για μεγάλο χρονικό διάστημα.

Χθες στις Βρυξέλλες υπογράφτηκε η σύσταση του Ταμείου Ανάκαμψης (Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, όπως επισήμως λέγεται), με την πρόεδρο της Κομισιόν Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν να τονίζει πως «κοινός στόχος είναι να εμβολιαστεί το 70% του ενήλικου πληθυσμού της ΕΕ μέχρι το τέλος του καλοκαιριού, ενώ οι πρώτοι πόροι μπορεί να εκταμιευτούν μέχρι τα μέσα της χρονιάς». Όσο για το διαβατήριο Covid, η πρόεδρος της Κομισιόν απέφυγε να κάνει κάποια δήλωση, με πηγές του ανώτατου οργάνου της ΕΕ να θολώνουν ακόμη περισσότερο το τοπίο και να τονίζουν ότι «κάτι τέτοιο θα πρέπει να αναγνωρισθεί πρώτα από τον ΠΟΥ και έπειτα να αποτελέσει αντικείμενο διαπραγμάτευσης εντός της Ένωσης, τόσο για τις ελευθερίες που θα διασφαλίζει, όσο και τα όρια και τις προκλήσεις που θα θέτει».

Exit mobile version