Γιατί η κυβέρνηση μειώνει τις δημόσιες δαπάνες;
EUROKINISSI
EDITORIAL

Γιατί η κυβέρνηση μειώνει τις δημόσιες δαπάνες;

SHARE THIS

Η επενδυτική βαθμίδα είναι κενό γράμμα, καθώς σοβαροί επενδυτές και οι αγορές γνωρίζουν ότι η χώρα μας δεν είναι δημοφιλής επενδυτικός προορισμός.

Μπαίνουμε και επισήμως σε περίοδο λιτότητας. Λιτότητα χωρίς μνημόνια, αλλά με ίδιους στόχους για την ελληνική κοινωνία: υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα, δημοσιονομική συρρίκνωση, περιορισμό δημοσίων δαπανών σε κεντρικούς πυλώνες όπως η παιδεία και η υγεία.

Η στήριξη τμημάτων της κοινωνίας με επιδόματα ολοκληρώνεται κι αυτό είναι αποτέλεσμα της αδυναμίας του κρατικού μηχανισμού, της κυβέρνησης για την ακρίβεια, να φέρει βιώσιμες, μεγάλης κλίμακας επενδύσεις. Η επενδυτική βαθμίδα είναι κενό γράμμα, καθώς σοβαροί επενδυτές και οι αγορές γνωρίζουν ότι η χώρα μας δεν είναι δημοφιλής προορισμός για δύο βασικούς λόγους: πρώτον, συνεχίζει να έχει ένα ακραία επιβαρυντικό για το επιχειρείν γραφειοκρατικό μηχανισμό και, δεύτερον, η φορολογία είναι υψηλή και τα κίνητρα πενιχρά. Όσο κι αν γίνει «επένδυση» στην επικοινωνία από την κυβέρνηση, όσο κι αν οι προσωπικές επαφές του πρωθυπουργού μπορεί κάπως να βοηθούν, στην ουσία η χώρα μας δεν είναι ασφαλής και ελκυστικός επενδυτικός προορισμός.

Όσο για τις δημόσιες (κρατικές) επενδύσεις, αυτές βαίνουν μειούμενες. Ο προϋπολογισμός του 2023 προέβλεπε πόρους 11,96 δισ. ευρώ για το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων (ΠΔΕ), με τις σημαντικές καταστροφές σε υποδομές λόγω «Ντάνιελ» και «Elias» να προσθέτουν δαπάνες άνω των 400 εκατ. ευρώ στο παραπάνω ποσό. Κι όμως, στον προϋπολογισμό του 2024 αναφέρεται ότι η τελική δαπάνη για το ΠΔΕ το 2023 θα ανέλθει σε 10,82 δισ. ευρώ. Προκύπτει, δηλαδή, μια υποεκτέλεση τουλάχιστον 1,5 δισ. ευρώ ή 12,5%. Γιατί συμβαίνει αυτό;

Η «υστέρηση» αυτή – μείωση και περικοπή για την ακρίβεια – αποδίδεται από το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης στην αργή πορεία εκτέλεσης των έργων που έχουν υπαχθεί στο σχέδιο «Ελλάδα 2.0». Τα δε προβλήματα στην απορρόφηση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης αποδίδονται στις δύο εκλογικές αναμετρήσεις, οι οποίες πάγωσαν για μερικούς μήνες τις δαπάνες, πάντα σύμφωνα με όσα υποστηρίζει η κυβέρνηση.

Οι δαπάνες που χρηματοδοτεί το Ταμείο Ανάκαμψης περιορίστηκαν φέτος σε 2,07 δισ. ευρώ, από 2,84 δισ. ευρώ το 2022. Το ερώτημα λοιπόν, το οποία κανείς δεν απαντάει από το οικονομικό επιτελείο είναι αν, πέραν των συγκυριακών παραγόντων που επικαλείται η κυβέρνηση, υπάρχουν και προβλήματα στον σχεδιασμό του «Ελλάδα 2.0» που προκαλούν την αδυναμία απορρόφησης. Γιατί αν πράγματι υπάρχουν προβλήματα, με ποια δεδομένα και σε ποια βάση ο κ. Παπαθανάσης υποστηρίζει ότι στην ελληνική οικονομία και την αγορά αναμένεται να «πέσουν» 36 δισ. ευρώ μέχρι το 2026;  Πως θα «πέσουν» και που θα κατευθυνθούν; Πως είναι τόσο βέβαιος ότι θα απορροφηθούν αποτελεσματικά;

Οι αντιδράσεις για το φορολογικό και η μη πάταξη της αισχροκέρδειας, δύο φαινομενικά διαφορετικά θέματα, εκκινούν από το ίδιο σημείο: αφενός την παραδοχή της κυβέρνησης ότι μπαίνει «χαλινάρι» στις δημόσιες δαπάνες και ότι απαιτείται αύξηση εσόδων του κράτους, αφετέρου την έλλειψη πολιτικής βούλησης να καταπολεμηθεί η ακρίβεια. Και στα δύο ζητήματα η επιλογή της κατεύθυνσης είναι καθαρά πολιτική, έχει καθαρά πολιτικό πρόσημο, δεν είναι δηλαδή συνέπεια κάποιας αδυναμίας ή κακοδιαχείρισης.

Exit mobile version