Η πατριαρχία και τα σεξιστικά στερεότυπα που μας πνίγουν
EDITORIAL

Η πατριαρχία και τα σεξιστικά στερεότυπα που μας πνίγουν

SHARE THIS

Συζητήσαμε με την Μαρία Λουκά για το νέο βιβλίο της βιβλίο «Μια γυναίκα απολογείται», για την πατριαρχία και την έμφυλη βία, όσα κάνουμε πολλές φορές ότι δεν βλέπουμε παρότι είναι περισσότερο ορατά από ποτέ.

Τη Μαρία Λουκά την γνώρισα πριν από λίγες μέρες στου Ψυρρή. Τα κείμενά της όμως τα διαβάζω εδώ και πολύ καιρό μέσα από τις δημόσιες παρεμβάσεις της στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Εύστοχη και συμπεριληπτική, με την πλαισίωση που αρμόζει σε θέματα με τα οποία ένα σημαντικό τμήμα της ελληνικής κοινωνίας δεν έχει εξοικείωση και «άνεση» να διαχειριστεί, συνεπής και σαφής σε αυτό που υπηρετεί: Μια δημοσιογραφία που διαπαιδαγωγεί, δεν «φωνάζει», που καταγράφει την πραγματικότητα χωρίς να «εξυπηρετεί» κάτι πέρα από αυτή.

Με το τελευταίο της βιβλίο «Μια γυναίκα απολογείται» (εκδόσεις Τόπος) η δημοσιογράφος, συγγραφέας και σεναριογράφος εξιστορεί την πραγματική ιστορία μια κακοποιημένης από τον πατέρα της κοπέλας, που βρέθηκε άστεγη και υπό απειλή βιασμού σκότωσε τον επίδοξο βιαστή της. Μια ιστορία εξαιρετικά επώδυνη, που αποκαλύπτει τον βαθιά τραυματισμένο ψυχισμό της κοπέλας μέσα από τον οποίο αντανακλάται ο φόβος, το μίσος αλλά και η εξιλέωση που νιώθουν κι αναζητούν τα θύματα της τοξικής αρρενωπότητας και της πατριαρχίας. Οι τελευταίες σελίδες του βιβλίου είναι αφιερωμένες σε ορισμούς που καθημερινά ακούμε και διαβάζουμε, τους οποίους όμως δυσκολευόμαστε να κατανοήσουμε.

Με αφορμή το βιβλίο της λοιπόν, συζητήσαμε για την πατριαρχία, τα ΜΜΕ, την έμφυλη βία και τον σεξισμό, τα τοξικά στερεότυπα που «λιμνάζουν» και μολύνουν την κοινωνία μας.

Πατριαρχικές αντιλήψεις και σεξιστικά στερεότυπα: Τι ρόλο παίζει το οικογενειακό περιβάλλον;

Θα έλεγα μάλλον κρίσιμο. Αρχικά νιώθω την ανάγκη να επισημάνω ότι η οικογένεια δεν είναι ένας τόπος ασφάλειας για όλες και όλα. Υπάρχουν γυναίκες, παιδιά, ΛΟΑΤΚΙ+ έφηβοι που κακοποιούνται πίσω από τις «καθαγιασμένες» πόρτες του οικογενειακού θεσμού. Πέρα από αυτό, όμως, ακόμα και οι οικογένειες που διέπονται από στοιχεία αγάπης και στοργής, συνήθως στον τρόπο που μας μεγαλώνουν αναπαράγουν στερεότυπα που έχουν μεταβιβαστεί από προηγούμενες γενιές. Αν το σκεφτείς, μεγαλώνουμε αρκετά διαφορετικά ως «κοριτσάκια» και «αγοράκια». Ως κορίτσια δυστυχώς το πρώτο μάθημα περιορισμού και ντροπής το παίρνουμε από την οικογένεια, εκεί μαθαίνουμε πρώτη φορά ότι πρέπει να προσέχουμε τι φοράμε/ που κυκλοφορούμε/ με ποιους μιλάμε, ότι πρέπει να περιορίσουμε την κινητικότητα μας στο χώρο και στο χρόνο, ότι πρέπει να κρατήσουμε όσο πιο κλειστή γίνεται τη σεξουαλικότητα μας, ότι η ασφάλεια και η αξιοπρέπειά μας δεν είναι δεδομένες και σεβαστές αξίες αλλά φέρουμε εμείς οι ίδιες το βάρος της διεκδίκησης και της διαφύλαξης τους.

Αντλώ την αισιοδοξία μου από εκείνα τα στοιχεία της θηλυκότητας που δαιμονοποιήθηκαν για αιώνες και τα οικειοποιούμαστε ξανά.

Αυτό είναι ένα μόνο από τα βασικά στερεότυπα που μας συνοδεύουν. Υπάρχουν δεκάδες που σχετίζονται στην πραγματικότητα με όλο το φάσμα της ύπαρξης μας, με την εικόνα μας, με το σώμα μας, με την κοινωνική μας συμπεριφορά. Τα αγόρια σαφώς μεγαλώνουν με πολύ μεγαλύτερα περιθώρια ελευθερίας και με πολύ μικρότερο άγχος για την εικόνα τους. Μαθαίνουν επίσης ότι μια σειρά από αρνητικά κοινωνικά χαρακτηριστικά όπως είναι η επιθετικότητα ή η επιβολή, όχι μόνο τους συγχωρούνται αλλά θεωρούνται και μονάδες μέτρησης της αρρενωπότητας τους κι έτσι σταδιακά δομείται η τοξική αρρενωπότητα που δρα δεσποτικά απέναντι στις θηλυκότητες και στις μη τοξικές αρρενωπότητες. Όλο αυτό στην ενήλικη ζωή μας γίνεται ο βράχος των έμφυλων διακρίσεων και του σεξισμού που πέφτει στο στήθος μας και κόβει τις ανάσες μας. Θα ήταν ασύμμετρο, βέβαια, να ενοχοποιήσουμε μόνο την οικογένεια για τη διαιώνιση της πατριαρχίας. Το σύνολο των δομών και των θεσμών συνηγορούν ακριβώς στον ίδιο σκοπό, όχι μέσα από κάποια γιγάντια και μελετημένη μηχανορραφία αλλά μέσα από την κανονικοποίηση και την εμπέδωση της έμφυλης ανισότητας και βίας.

Πολλά ΜΜΕ συνηθίζουν να μιλούν για «έγκλημα πάθους» όταν αναφέρονται σε γυναικτονίες. Γιατί συμβαίνει αυτό;

Στα ΜΜΕ, στη συντριπτική πλειονότητα τους τουλάχιστον και δη στα τηλεοπτικά, οι γυναικοκτονίες προβάλλονται ως «έγκλημα πάθους», όπως επισήμανες κι εσύ ή ως «οικογενειακή τραγωδία». Και οι δύο όροι λειτουργούν συσκοτιστικά, δηλαδή όταν τους ακούμε απαλείφονται οι ρόλοι του θύτη και του θύματος, απαλείφεται μαζί η συχνότητα και η επαναληψιμότητα που καθιστούν ένα ζήτημα φαινόμενο και όχι μεμονωμένο ή τυχαίο γεγονός. Προσωπικά αντιλαμβάνομαι ότι οικογενειακή τραγωδία είναι να γίνει ένας σεισμός και να πεθάνουν ένα ή και περισσότερα μέλη μιας οικογένειας. Όταν ο σύντροφος πρώην ή νυν δολοφονεί τη γυναίκα δεν υπάρχει ούτε τυχαιότητα, ούτε αναπόδραστο. Υπάρχει ευθύνη, θύτης και θύμα. Ο όρος «έγκλημα πάθους» ειδικότερα νομίζω ότι έχει και μια επιπλέον λειτουργία, αυτή της ρομαντικοποίησης και εμμέσως της δικαιολόγησης ενός εγκλήματος. Το πάθος είναι γενικά μια θετικά φορτισμένη έννοια που εν προκειμένω συνδέεται με τον έρωτα. Είναι σα να ισχυρίζεται ο εκάστοτε συντάκτης ότι ο δράστης διέπραξε ένα έγκλημα, επειδή είχε ένα έντονο πάθος και αυτόματα το έγκλημα μαλακώνει στην πρόσληψη της κοινής γνώμης. Το πάθος, όμως, ο έρωτας, η αγάπη δε δολοφονούν. Η αίσθηση της εξουσίας πάνω σ’ έναν άνθρωπο δολοφονεί. Αυτό σ’ ένα κοινωνιολογικό επίπεδο ανάλυσης. Πρακτικά, πρέπει να υπογραμμιστεί ότι δεν υπάρχουν σε μεγάλη κλίμακα εκείνες οι διαδικασίες εκπαίδευσης, κατάρτισης και ευαισθητοποίησης των εργαζομένων στα ΜΜΕ, ώστε να αποκτήσουν οι ίδιες και οι ίδιοι τα εργαλεία για μια ορθότερη και πιο συμπεριληπτική (και γλωσσικά) καταγραφή της πραγματικότητας.

Τι εκτιμάς ότι λείπει για να μπουν τα ζητήματα της έμφυλης βίας πιο έντονα κι επίμονα στο δημόσιο διάλογο, να υπάρξει μεγαλύτερη ευαισθητοποίηση αλλά και συγκεκριμένες δράσεις από την Πολιτεία;

Η βούληση μάλλον. Ωστόσο, δε θέλω να είμαι ισοπεδωτική και να παραβλέπω τα βήματα που έχουν γίνει. Τα ζητήματα της έμφυλης βίας έχουν τεθεί στο δημόσιο διάλογο τα τελευταία χρόνια κι είναι η πρώτη φορά στη σύγχρονη ιστορία του ελληνικού κράτους που έχουν μπει με τόση επιμονή κι ορμητικότητα. Οι μαρτυρίες σεξουαλικής κακοποίησης που ακούσαμε πρόσφατα στο  metoo δεν ήταν δεδομένο ότι θα μπορούσαν να ακουστούν και πριν 20 χρόνια και γι’ αυτό δεν ακούστηκαν πριν 20 χρόνια. Είμαι σίγουρη ότι και οι μανάδες μας και οι γιαγιάδες μας είχαν βιώσει παρόμοιες εμπειρίες αλλά δεν αποτολμούσαν να τις μοιραστούν, γιατί θα εισέπρατταν χλευασμό και αμφισβήτηση. Το ότι σήμερα μιλάμε γι’ αυτά τα θέματα είναι κάτι που κερδήθηκε με κόπο από το φεμινιστικό κίνημα και τις γυναίκες που άνοιξαν τις ιστορίες τους, έτσι όπως ανοίγουμε τις φλέβες μας. Αναμφισβήτητα, όμως, μένουν πολλά ακόμα να ειπωθούν και πολλά περισσότερα να αλλάξουν. Οπότε ναι, από άποψη πολιτικής, λείπει η βούληση. Σ’ ένα ευρύτερο κοινωνικό επίπεδο λείπει ίσως και η συνειδητότητα. Υπάρχουν πολλοί άνθρωποι που μπορεί να αναγνωρίζουν τις οριακές εκδοχές της έμφυλης βίας, όπως είναι η γυναικοκτονία, η σωματική κακοποίηση, ο βιασμός αλλά όχι απαραίτητα το σύνολο των μηχανισμών, των στάσεων και των σχέσεων που συνιστούν έμφυλη καταπίεση, γιατί όλα αυτά είναι ριζωμένα στις αναπαραστάσεις μας, όπως περίπου η αλφαβήτα.

Μιλάμε συχνά για την ανάγκη να μιλούν τα θύματα σεξουαλικής κακοποίησης, να καταγγέλλουν το θύτη, να δημοσιοποιούν την εξαιρετικά επώδυνη και τραυματική εμπειρία τους. Είναι εύκολο όμως κάτι τέτοιο; Είναι εύκολο να γίνει επίσης η καταγγελία και να πάει κάπου η υπόθεση, να δικαιωθεί το θύμα;

Δεν είναι καθόλου εύκολο. Είναι οδυνηρό όχι μόνο το να μιλήσεις αλλά ενδεχομένως και το να θυμηθείς. Νομίζω ότι με την έμφυλη βία, όσο και με άλλες τραυματικές εμπειρίες, ισχύει κάτι που φαινομενικά μόνο είναι αντιφατικό, στην ουσία είναι μηχανισμός ψυχικής επιβίωσης: ενώ δεν την ξεχνάς ποτέ και παραμένει εγκιβωτισμένη μέσα σου, την ίδια στιγμή κάθε φορά που τη θυμάσαι πονάει. Γι’ αυτό το λόγο προσωπικά μου προκαλεί μια δυσφορία η συνεχής έγκληση «μίλα». Θεωρώ ότι σ’ ένα βαθμό φορτώνει τις γυναίκες μ’ ένα ακόμα καθήκον ηθικής. Μπορεί κάποια γυναίκα να μη θέλει να μιλήσει ή να μη νιώθει έτοιμη να μιλήσει. Θα πρέπει και αυτό να είναι κατανοητό. Αυτό που είναι σημαντικό να διασφαλίσουν η κοινωνία και η Πολιτεία είναι αν μια γυναίκα ή ένα ΛΟΑΤΚΙ+ άτομο θέλουν να μιλήσουν για μια κακοποιητική εμπειρία, να βρουν υποστηρικτικό πλαίσιο, να αγκαλιαστεί το βίωμα τους κι είναι η μοναδική μάλλον η μοναδική οδός, ώστε μια επώδυνη διαδικασία να έχει μια ξελαφρωτική και λυτρωτική επίγευση.

Ο όρος «έγκλημα πάθους» νομίζω ότι έχει και μια επιπλέον λειτουργία, αυτή της ρομαντικοποίησης και εμμέσως της δικαιολόγησης ενός εγκλήματος.

Ως προς τις καταγγελίες και το νομικό σκέλος, έχουν υποπέσει στην αντίληψη όλων μας πολύ κακές μεταχειρίσεις από την πλευρά των αρμόδιων αρχών. Σίγουρα, όμως, έχουμε και αποφάσεις που δικαίωσαν το θύμα ή την επιζώσα. Νομίζω πάντα ότι είναι πιο βοηθητικό για τις θηλυκότητες να απευθύνονται στις αρχές με την αρωγή κάποιας δικηγόρου εξειδικευμένης σε ζητήματα έμφυλης βίας ή κάποιας γυναικείας οργάνωσης. Υπάρχουν φορείς στους οποίους μπορεί να απευθυνθεί μια κακοποιημένη γυναίκα όπως τα Συμβουλευτικά Κέντρα της Γενικής Γραμματείας Ισότητας και το κέντρο Διοτίμα. Επίσης, μπορούν να απευθυνθούν σε φεμινιστικές συλλογικότητες όχι για το νομικό σκέλος τόσο, όσο κυρίως για κοινωνική ενδυνάμωση.

Υπάρχει ένας ολοένα εντεινόμενος και πιο ορατός πόλεμος απέναντι στο σύστημα της πατριαρχίας. Είσαι αισιόδοξη ότι οι νεότερες γενιές κινούνται και θα κινούνται πιο δυναμικά σε αυτό το θέμα; Θα καταφέρουν να περιθωριοποιήσουν πατριαρχικές αντιλήψεις;

Είμαι αισιόδοξη. Όχι τεχνητά. Ξέρω ότι καθεμία από εμάς έχει σπάσει κι έχει επανενώσει τα θραύσματα της δεκάδες φορές, οπότε η δύναμη και η ευαλωτότητα άλλοτε εναλλάσσονται κι άλλοτε συνυπάρχουν, χωρίς να έχουν ανάγκη να εξοντώσουν η μία την άλλην. Αντλώ την αισιοδοξία μου από εκείνα τα στοιχεία της θηλυκότητας που δαιμονοποιήθηκαν για αιώνες και τα οικειοποιούμαστε ξανά, από τη φροντίδα, το συναίσθημα και την επιθυμία, από τα κόκκινα κραγιόν και τα φούξια καπνογόνα, από την ποίηση και τα τακούνια. Είναι πυλώνες πολιτικοποίησης και υβριδικά υλικά προσπάθειας μιας άλλης ζωής, ενός άλλου τρόπου να υπάρχουμε έξω από τη σκιά του φόβου και της βίας.

Exit mobile version