Κρύος ιδρώτας έλουσε την κυβέρνηση με το πρωτοσέλιδο των Financial Times
EDITORIAL

Κρύος ιδρώτας έλουσε την κυβέρνηση με το πρωτοσέλιδο των Financial Times

SHARE THIS

Η κυβέρνηση θέλει να βγάλει προς τα έξω μια εικόνα δημοσιονομικής σταθερότητας, τόσο προς τους επενδυτές όσο και προς τους πολίτες, εικόνα η οποία ωστόσο δεν υπάρχει.

Το σημερινό πρωτοσέλιδο των Financial Times του Λονδίνου έλουσε με κρύο ιδρώτα το κυβερνητικό επιτελείο, κυρίως το οικονομικό επιτελείο που μέσω δηλώσεων από το γνωστό, έμπιστο «πρόσωπο της κυβέρνησης» κ. Άδωνι Γεωργίαδη προσπαθεί να πείσει την κοινωνία ότι η οικονομία πάει καλά κι ότι είμαστε «πρώτοι σε ανάπτυξη» σε ΕΕ και Ευρωζώνη.

Το πρωτοσέλιδο των Financial Times | 8 Φεβρουαρίου 2022

Σήμερα το πρωί ο κ. Άδωνις Γεωργιάδης από την τηλεόραση του ΣΚΑΙ τόνισε για ακόμη μια φορά ότι «Η Ελλάδα είναι η 2η χώρα στον κόσμο για το 2021 με τη μεγαλύτερη αύξηση διαθέσιμου εισοδήματος των πολιτών της», συνεχίζοντας το ντελίριο των τελευταίων ημερών.

Γιατί άραγε τα κυβερνητικά στελέχη σπεύδουν τόσο νευρικά κι επίμονα να μας πουν πόσο καλά τα πάμε, πόσο τρομερή και φοβερή είναι η κυβέρνηση, πόσο αποτελεσματική είναι στην οικονομική διαχείριση και τις επενδύσεις, πόσο γεμάτη είναι η τσέπη μας, τη στιγμή που η πλειοψηφία της κοινωνίας παλεύει να πληρώσει τους υπέρογκους λογαριασμούς και η εργασιακή φτώχεια έχει χτυπήσει «κόκκινο»;

Η απάντηση ήρθε σήμερα από την βρετανική οικονομική εφημερίδα, η οποία βάζει στο πρωτοσέλιδό της την μεγάλη άνοδο των αποδόσεων των ελληνικών ομολόγων. Να θυμίσουμε ότι οι FT «τιμούν» την Ελλάδα μόνο στα πολύ δύσκολα (μνημόνια) ή στα πολύ θετικά (έξοδος από τα μνημόνια) και το σημερινό πρωτοσέλιδο μάλλον δεν συμπεριλαμβάνεται στα θετικά.

Τα ελληνικά ομόλογα έχουν εισέλθει σε έναν δύσκολο κύκλο πιέσεων, με την ΕΚΤ και την γνωστή σε όλους μας Κριστίν Λαγκάρντ – επικεφαλής του ΔΝΤ επί ελληνικών μνημονίων – να προεξοφλεί μείωση της ρευστότητας και αύξηση των επιτοκίων για να αντιμετωπιστεί το κύμα του πληθωρισμού. Η χρονική σύμπτωση αύξησης του πληθωρισμού, αύξησης των επιτοκίων, διόγκωσης ελλείμματος και χρέους και προβλημάτων στην αποπληρωμή του, μόνο τυχαία δεν είναι.

Το κόστος δανεισμού της χώρας μας αυξάνεται, ακριβώς την ώρα που οι ανάγκες του ελληνικού κράτους για τη στήριξη των πληγέντων από την ακρίβεια πολιτών επίσης αυξάνουν κάθε μέρα που περνάει. Την ίδια στιγμή, το «κυνήγι» για την κατάκτηση υψηλών επενδυτικών βαθμίδων για την ελληνική οικονομία απέχει πολύ με βάση τα σημερινά δεδομένα, με συνέπεια τα ελληνικά ομόλογα να έχουν μεγαλύτερο ρίσκο για τους επενδυτές. Το πρόγραμμα της ΕΚΤ για αγορά ομολόγων (PEPP) για να αντιμετωπιστούν οι επιπτώσεις της πανδημίας τερματίζεται τον επόμενο μήνα, με τις αποδόσεις του δεκαετούς ελληνικού ομολόγου να εκτινάσσονται τη Δευτέρα στο 2,5%, καταγράφοντας αύξηση 12%.

Στη ROSA έχουμε γράψει έγκαιρα και επανειλημμένα από το περασμένο φθινόπωρο για το γεγονός ότι οι διακηρύξεις και δηλώσεις του οικονομικού επιτελείου για την οικονομία και τα διθυραμβικά σχόλια για ανάπτυξη δεν είναι τίποτα παραπάνω από μια μεθοδευμένη προσπάθεια της κυβέρνησης να μην πάει η συζήτηση εκεί που πρέπει – στο γεγονός δηλαδή ότι η οικονομική πολιτική της κυβέρνησης Μητσοτάκη και οι επιλογές των Σταϊκούρα-Σκυλακάκη όχι απλά δεν διασφαλίζουν την δημοσιονομική ισορροπία και χρηστή επέκταση, αντίθετα καλλιεργούν το έδαφος για να πέσει και πάλι η οικονομία στα βράχια και να μπούμε σε γνωστές κι επώδυνες μνημονιακές περιπέτειες.

Πρακτικά η κυβέρνηση θέλει να βγάλει προς τα έξω μια εικόνα δημοσιονομικής σταθερότητας, τόσο προς τους επενδυτές όσο και προς τους πολίτες, εικόνα η οποία ωστόσο δεν υπάρχει. Οι αγορές προβληματίζονται πολύ για την Ελλάδα και για να φτάσουν οι Financial Times να μας βάλουν πρωτοσέλιδο σημαίνει ότι έχουν προηγηθεί πολλά πίσω από κλειστές πόρτες.

Χθες ο οίκος αξιολόγησης Scope Ratings σημείωσε ότι «οι αξιολογήσεις της Ελλάδας είναι αντιμέτωπες με προκλήσεις, όπως το πολύ υψηλό δημόσιο χρέος», προσθέτοντας ότι οι αγορές επανεκτιμούν τον κίνδυνο που σχετίζεται με τον αυξημένο πληθωρισμό, την ολοκλήρωση των επεκτατικών πολιτικών της ΕΚΤ και τη βιωσιμότητα του χρέους των ευάλωτων χωρών – με μακράν κορυφαίο εκείνο της Ελλάδας.

Το μεγάλο ερώτημα, λοιπόν, είναι τι θα γίνει με το Ταμείο Ανάκαμψης και τα χρήματα σε μορφή δανείων και χορηγήσεων που θα λάβει η χώρα. Ποιος θα διαχειριστεί αυτά τα ποσά και με ποιον τρόπο; Να θυμίσουμε ότι όταν η κυβέρνηση έστειλε πέρυσι το σχέδιο αξιοποίησης των ποσών του Ταμείου, τόσο τα κόμματα του κοινοβουλίου, όσο και τα ΜΜΕ και η κοινή γνώμη έμειναν (και παραμένουν) στο σκοτάδι σχετικά με το περιεχόμενό του. Η κυβέρνηση δεν έχει δώσει ακόμη ξεκάθαρες απαντήσεις για το πως θα αξιοποιήσει τα ποσά αυτά και που θα κατευθυνθούν, όπως επίσης η Κομισιόν και η ΕΚΤ δεν έχουν ξεκαθαρίσει έναντι ποιων δεσμεύσεων θα εκταμιευθούν αυτά τα ποσά.

Όπως αντιλαμβάνεστε, μπαίνουμε σε μια περίοδο μεγάλης ρευστότητας και ανησυχίας, με την κυβέρνηση να μην έχει όλα τα φύλλα της τράπουλας πάνω στο τραπέζι. Για το εάν θα κινηθεί προς την επιλογή των πρόωρων εκλογών, είναι μια συζήτηση που θα κάνουμε το αμέσως επόμενο διάστημα.

Exit mobile version