Κρίση και αβεβαιότητα; Τι να περιμένουμε το 2023
EUROKINISSI / ΦΩΤΟ ΑΡΧΕΙΟΥ
EDITORIAL

Κρίση και αβεβαιότητα; Τι να περιμένουμε το 2023

SHARE THIS

Το 2022 μας αποχαιρετά με βαριά σκιά στο ενεργειακό πεδίο και στην οικονομία. Μία σκιά που θα μας ακολουθήσει και το 2023, λειτουργώντας συνδυαστικά, προκαλώντας αβεβαιότητες και διλήμματα.

Με βάση την εμπειρία που αποκομίσαμε την χρονιά που ολοκληρώνεται, οι προσδοκίες που μπορούμε να έχουμε για αποτελεσματική ανταπόκριση στις σοβούσες κρίσεις δεν θα πρέπει να είναι υψηλές. Καλές είναι οι ευχές αυτές τις ημέρες, ωστόσο είναι δύσκολο να επαληθευτούν χωρίς προγραμματισμό, πλάνο, αλλά κυρίως χωρίς πολιτική βούληση.

Ένα ακόμη στοιχείο που μπαίνει στην εξίσωση έχει να κάνει και με τα εργαλεία αξιολόγησης της κατάστασης και λήψης αποφάσεων. Η εκτίμηση για το πού πηγαίνει η οικονομία και ποιες θα είναι οι εξελίξεις τόσο στο μέτωπο της Ουκρανίας, όσο και στο ζήτημα των ευρωπαϊκών πολιτικών και της επίδρασης που θα έχει (ή δεν έχει) το Ταμείο Ανάκαμψης, ενισχύουν την αβεβαιότητα, σε μία Ένωση που συνεχίζει να χρησιμοποιεί τα ίδια αποτυχημένα εργαλεία για να απαντήσει στις σημερινές προκλήσεις. Είναι αδιανόητο το 2023 να μιλάμε και πάλι για πρωτογενή πλεονάσματα και να μην μιλάμε για καταπολέμηση των ανισοτήτων ή να μιλάμε για οικονομική ανάπτυξη όταν δεν μπορούμε να δώσουμε λύσεις στο ζήτημα της στεγαστικής κρίσης, για παράδειγμα.

Η «κληρονομιά» του 2022 περιέχει μεγάλο φορτίο αβεβαιότητας, πολλούς δηλαδή αστάθμητους παράγοντες.  Είμαστε σε μεταβατική περίοδο, όπου πολλές παράμετροι που θεωρούσαμε  σταθερές, αλλάζουν, με την οικονομική κρίση να μπαίνει σε ένα κρίσιμο στάδιο, τη στιγμή μάλιστα που συλλογικές δράσεις αποδυναμώνονται. Πληθωρισμός, ακρίβεια, εργασιακή φτώχεια, το ζήτημα της στέγασης, πόλεμοι, κλιματική κρίση αποτελούν φαινόμενα που αποδιοργανώνουν και καταστρέφουν, πιέζουν αφόρητα για βραχυπρόθεσμες ενέργειες αντίδρασης και ανακούφισης, όπως οι επιδοματικές πολιτικές που, ωστόσο, δεν έχουν μακροπρόθεσμη αναφορά και δεν δίνουν ολιστικές απαντήσεις.

Η πολιτική βούληση για την άμβλυνση των παραπάνω απειλών πέρασε σε δεύτερη μοίρα το 2022, με τον πόλεμο στην Ουκρανία να φέρνει τα πάνω κάτω. Η κλιματική διάσκεψη τον περασμένο μήνα στο Σαρμ-ελ-Σαιχ δεν οδήγησε σε τίποτα δεσμευτικό, ενώ η διελκυστίνδα στις ανεπτυγμένες οικονομίες μεταξύ περιορισμένης νομισματικής πολιτικής «ακριβού χρήματος» και επεκτατικής δημοσιονομικής πολιτικής με έκτακτες δαπάνες για όπλα, υγειονομική στήριξη και αντιπληθωριστική προστασία, συνεχίζεται. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, η αριστερά δεν κατάφερε να αρθρώσει μία εναλλακτική πρόταση που να δίνει διεξόδους, ούτε να διαμορφώσει συνθήκες ανατροπής της σημερινής κατάστασης, «επενδύοντας» σε ένα διαφορετικό μοντέλο. Όσο για τη χώρα μας και τη προβληματική οικονομία τη, θα συνεχίζει να παραμένει ευαίσθητη, ιδίως απέναντι στις απότομες, ισχυρές πιέσεις της ύφεσης των εισοδημάτων και της κατανάλωσης.

Η γεωπολιτική κρίση που εξελίσσεται, με τον ουκρανικό πόλεμο να έχει δύο ακόμη χαρακτηριστικά που δεν πρέπει να μας διαφεύγουν. Ο πόλεμος διεξάγεται μεν με φονικά όπλα, αλλά και με άλλα πανίσχυρα εργαλεία: Την ενέργεια και το κεφάλαιο. Εκεί, θα πούμε και πάλι ότι περιμένουμε κάτι παραπάνω από τις λεγόμενες προοδευτικές δυνάμεις που θέλουν να ονειρεύονται έναν διαφορετικό κόσμο και να επιδιώκουν ένα καλύτερο αύριο με ισχυρότερες εγγυήσεις για τα πιο ευάλωτα κοινωνικά στρώματα.

Το βέβαιο είναι ότι χωρίς αναδιανομή του πλούτου και ισχυρά, δημόσια επενδυτικά πρότζεκτ, δεν θα βγούμε σύντομα από το τούνελ της κρίσης και της αβεβαιότητας. Όσο δεν προχωρούν τέτοιες πολιτικές και προτάσεις, τόσο η αριστερά θα μένει εγκλωβισμένη σε ρόλο παρακολουθητή των εξελίξεων, χωρίς να μπορεί να διαμορφώσει την πολιτική ατζέντα, αφήνοντας διαρκώς χώρο στις συντηρητικές, alt-right δυνάμεις να εμπορεύονται τα όνειρα των ανθρώπων και να σηκώνουν τείχη φόβου και ανασφάλειας.

Exit mobile version