Ο Άρης Καπλανίδης παραμένει σταθερά αισιόδοξος για το μέλλον της ανθρωπότητας
ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΥ ΘΕΣ/ΝΙΚΗΣ
ΚΟΥΛΤΟΥΡΑ

Ο Άρης Καπλανίδης παραμένει σταθερά αισιόδοξος για το μέλλον της ανθρωπότητας

SHARE THIS

Ο δημιουργός του πολυβραβευμένου μικρού μήκους animation «Από το Μπαλκόνι» μίλησε στο rosa.gr για την ταινία και τις σκέψεις του σε μια χορταστική κουβέντα που ευτυχώς πήγε πολύ μακριά.

Τον Άρη Καπλανίδη τον γνώριζα πολύ πριν τον συναντήσω. Κάτι οι ΤΡΙ.ΠΑ ΚΡΟΥ, των οποίων είμαι μεγάλη φαν, η Νέα Φιλαδέλφεια, η κοινή μικρασιατική καταγωγή και η ΑΕΚ, έχουμε πολλά κοινά στοιχεία. Μαζί με τον ισόβιο κολλητό και crime partner του, Ηλία Ρουμελιώτη, που υπογράφει το σενάριο, έφτιαξαν μια ταινία για τις γειτονιές μας, την παρακμή, τη νεοελληνική κουλτούρα, τη λαϊκότητα και κυρίως τις ανθρώπινες σχέσεις που καταφέρνει να ψυχαγωγήσει, να προβληματίσει και να συγκινήσει. Και να σαρώσει τα βραβεία σε Ελλάδα και εξωτερικό.

Πες μας λίγα λόγια γύρω «Από το Μπαλκόνι». Πώς προέκυψε και τι θέλατε να πείτε;

Αρχικά με τον Ηλία θέλαμε να κάνουμε ένα μοντάζ με τις φωνές των ανθρώπων, τον τρόπο που μιλάνε, τους πλεονασμούς, τα λάθη και να στήσουμε ένα έργο, αλλά δεν είχαμε εικόνα πώς ακριβώς θα είναι. Αν και είχαμε κανα δυο αληθινές ιστορίες γύρω από τον κεντρικό χαρακτήρα, όταν βγάλαμε τις προσωπικότητες των χαρακτήρων καταλήξαμε να αφηγηθούμε μόνο πλασματικές ιστορίες. Αυτό που θέλαμε ήταν να κλέψουμε την αυθεντικότητα των ανθρώπων. Όταν μπεις στη νοοτροπία κάποιου και τον βάζεις να μιλήσει γι’ αυτό που θες να πεις, ανοίγεται μπροστά ένας ολόκληρος κόσμος. Ο βαθύτερος γνώμονας ήταν και είναι να κάνουμε κινηματογραφικούς τους ανθρώπους με τους οποίους μεγαλώσαμε. Όχι τόσο επειδή είναι οικείοι σε εμάς, όσο γιατί όταν μιλάς για όσα σου είναι οικεία μιλάς με άλλη δυναμική και καρδιά απ’ αυτούς που μιμούνται κάποιο ύφος. Είναι κάτι που δεν το βλέπουμε πολύ συχνά στην Ελλάδα και είπαμε ότι αν είναι κάποιος να το τολμήσει και να φάει τα μούτρα του, γιατί να μη το κάνουμε εμείς; Aν πιάσει στον κόσμο, το δει κάποιος και γελάσει, είμαστε σε καλό δρόμο. Το μήνυμα προέκυψε από τους χαρακτήρες. Με τον Λιάκο όταν γράφουμε κάτι σε στίχο ή σε ιστορία και θέλουμε να κρίνουμε αυτό που μας ενοχλεί, συνήθως βγαίνει πολύ διδακτικό, πράγμα που δεν μας άρεσε και όποτε το αντιλαμβανόμαστε τραβάμε φρένο. Αλλά όταν κοιτάς πώς μιλάει ο κάθε χαρακτήρας και γιατί και τραβάς ευθείες γραμμές που τον συνδέουν με το κοινωνικό, το οικονομικό, το πολιτικό δημιουργείται το background, εν προκειμένω η κρίση, τα προβλήματα που προέκυψαν από τα κλειστά μαγαζιά, η συμπεριφορά του κόσμου που είχε αρχίζει να βράζει…Οπότε πλαγίως έχεις βάλει μέσα την κοινωνική κριτική αλλά όχι σαν αυτοσκοπό, γιατί τότε βγαίνει περισσότερο η δική σου η οργή πάρα ένα ουσιαστικό μήνυμα.

Κάπου διάβασα ότι είσαι φαν του Τσιώλη αλλά εγώ μέσα στην ταινία διέκρινα αρκετό Οικονομίδη (σ.σ ο οποίος δανείζει και τη φωνή του σε έναν χαρακτήρα).

Σίγουρα και ο Οικονομίδης και ο Τσιώλης μας αρέσουν πολύ και μας εμπνέουν. Από τον Τσιώλη προέκυψε η έμπνευση να κάνουμε ωραίο σινεμά  γύρω από ανθρώπους που γνωρίζουμε και από τον Οικονομίδη η άνεση να ασχοληθούμε με πιο πρωτότυπες θεματικές, κάτι που εκείνος το κάνει σε τέτοιο βαθμό που είναι από μόνο του ένα σύμπαν. Το δικό μας είναι λίγο πιο επιδερμικό, το περιεχόμενο προκύπτει από τη συμπεριφορά. Σε σχέση με τα μπινελίκια, αυτό που προσπαθήσαμε ήταν με κάποιον τρόπο να σου περνάνε στο ντούκου όπως όταν μιλάμε και βρίζουμε ασυναίσθητα, η βρισιά δεν απευθύνεται, αν εξαιρέσεις μια δυο ατάκες μέσα στην ταινία -και η μία είναι του Οικονομίδη, όντως (γέλια). Πιο πολύ τα λάθη στην ομιλία μας απασχόλησαν παρά τα μπινελίκια.


Πώς προέκυψε το animation ως επιλογή;

Όταν είχα ξεκινήσει να το σπουδάζω στου Ορνεράκη, μου φάνηκε πάρα πολύ δύσκολο και το άφησα, πίστευα ότι δεν θα μπορούσα ποτέ να γίνω πολύ καλός και ότι δεν μπορείς να βιοποριστείς από αυτό και είχα δίκιο (γέλια). Όταν η ταινία έφτασε στη μορφή του σεναρίου ήταν πολύ δύσκολο να πείσουμε ότι αξίζει να χρηματοδοτηθεί και να γίνει με ηθοποιούς. Ο μόνος τρόπος ήταν να κάνουμε ένα ηχητικό με τις δικές μας φωνές και το δέσαμε σε μια φόρμα που είχαμε χρησιμοποιήσει παλιότερα και κάναμε από πάνω το animatic για να το παρουσιάσουμε πιο εύκολα. Πρώτη φορά στη Δράμα μας προέτρεψαν να το κάνουμε animation μιας και ήταν σχεδόν έτοιμο, εμείς δεν το είχαμε σκεφτεί καν. Ξαφνικά καταλάβαμε πως όλα αυτά που προσπαθούμε να κάνουμε τόσα χρόνια με τις ταινίες και τη μουσική, μπορούν να γίνουν με το animation μέχρι την παραμικρή λεπτομέρεια. Όπως τα συνθήματα στους τοίχους που υπάρχουν στην ταινία, είναι όλα αληθινά, τα σημειώναμε χρόνια και να που χρησιμοποιήθηκαν.

Τα στοιχεία που δίνουν «ελληνικό χρώμα» στην ταινία ποια είναι;

Το ελληνικό κομμάτι είναι για εμάς πάρα πολύ σημαντικό. Είναι κάτι που θα μπορούσε να είναι σαν το Χόλυγουντ, αλλά πιο μικρό και πιο κυνικό, σαν την Ευρώπη αλλά λίγο πιο άξεστο. Πάντα προσπαθούμε σε αυτά που κάνουμε να το χώσουμε με κάποιον τρόπο. Γιατί μπορεί να δείξει μια όμορφη, μια συναισθηματική ή μια σημαντική στιγμή, ή ένα κοινωνικό πρόβλημα, αλλά η ελληνική γλώσσα ξεφτιλίζει κάπως τη δραματικότητα, χωρίς να το κάνει να χάνει τη βαρύτητά του. Βάζοντας μέσα αυτά τα στοιχεία, του άτεχνου ή του άκομψου, προσπαθούμε να γκρεμίσουμε τη βιτρίνα, να χάνει το πράγμα την αξιοπιστία του ώστε να μπορείς να δεις την ουσία. Και είναι σημαντικό για εμάς.

Ποια πράγματα σε γοητεύουν στην ελληνική πραγματικότητα και ποια απεχθάνεσαι;

Είναι πάντα στοιχεία που το ένα συμπληρώνει το άλλο. Οι καλές συμπεριφορές είναι αυτές που φαίνονται και στην ταινία, αυτή η αμεσότητα, κάτι που μπορεί να ειπωθεί με μεγάλη αυτοπεποίθηση και να είναι μεγάλη βλακεία, αλλά έρχεται από καρδιάς και κάτι που μπορεί να ειπωθεί με μεγάλη σοβαρότητα, να φαίνεται άκακο αλλά να κρύβει κακία. Αυτά τα χαρακτηριστικά νομίζω τα βρίσκεις σε όλους τους λαούς, απλά νομίζω σε εμάς είναι κάπως οφθαλμοφανή. Με κάποιον τρόπο αυτό που σε εξοργίζει, που σε πληγώνει, φαίνεται και όταν ανοίγεις το στόμα σου να μιλήσεις πιο πολλά καταλαβαίνουμε για εσένα παρά γι’ αυτό για το οποίο μιλάς. Αν μπορούσαμε με κάποιον τρόπο να το αναδείξουμε αυτό, θα ήταν το πρώτο βήμα να σταματήσουμε να κοιτάμε τον εαυτό μας και τον κόσμο μέσα από το πρίσμα μας και να αρχίσουμε να βλέπουμε τον δίπλα. Και όταν αντικρύσεις την τρύπα στον άλλον, μετά είναι πιο εύκολο να την αναγνωρίσεις στον εαυτό σου. Αν δεις πάνω σου τη γελοιότητα, πώς μπορείς να βγεις και να συνεχίζεις να συμπεριφέρεσαι με αυτόν τον τρόπο;


Τα απαίσια και είναι πολλά, σε καμιά περίπτωση δεν μπορώ να τα δικαιολογήσω, αλλά τα καλά πάντα μου ξυπνάνε μια μακροπρόθεσμη ελπίδα. Ξέρω ότι όσα γλεντάμε τώρα στις ταινίες και κοροϊδεύουμε, όλη η γραφικότητα και οι κωλοσυμπεριφορές, κάποτε δεν θα υπάρχουν κι αν είναι να λουστούμε όλα αυτά τα σκατά νομίζω πως αυτό μακροπρόθεσμα γίνεται για το καλό της ανθρωπότητας. Με κάποιο τρόπο τα πράγματα βελτιώνονται. Γι’ αυτό είναι τελείως διαφορετικό να κρίνεις κάποιον τώρα για κάτι που είπε πριν 50 χρόνια από κάποιον στο τώρα που το πιπιλάει επειδή το έχει ακούσει και συνεχίζει να συμπεριφέρεται με αυτόν τον τρόπο.

Η παρακμή που παρουσιάζεται τα τελευταία χρόνια στις γειτονιές σχετίζεται, είτε ως αίτιο είτε ως αποτέλεσμα, με την άνοδο του φασισμού;

Δεν είμαι σε θέση να κρίνω κοινωνικά. Υπάρχουν θεσμοί οι οποίοι ωφελούνται από αυτό και το τρέφουν, αλλά το θέμα είναι κατά πόσο το τρώμε και το αναπαράγουμε εμείς. Θα μου πεις έκανε η κότα το αβγό ή το αβγό την κότα; Από τη δική μου οπτική, άλλο είναι να βλέπεις μια νοοτροπία σε ένα οικογενειακό τραπέζι, σε μια παρέα, στον δρόμο κι άλλο να βλέπεις θύματα. Μια συμπεριφορά σε μια γειτονιά μπορεί να έχει και μια άμεση απάντηση, ένα φλαπ και να βάλεις κάποιον στη θέση του. Το θέμα για εμένα είναι το “ίδρυμα”, δεν είναι να μιλήσει κάποιος άσχημα για κάποιον με άλλη ταυτότητα, αλλά το να βάλει ό,τι μέσον έχει στα χέρια σου ώστε να μην έχει δουλειά αυτός ο άνθρωπος. Αυτό είναι κάτι που χρειάζεται κάτι παραπάνω από προκατάληψη για να γίνει. Είμαι πολύ πιο φοβισμένος σε σχέση με αυτό. Δεν ξέρω αν  στις γειτονιές αυτό είναι περισσότερο ή λιγότερο από παλιά. Σίγουρα οργανώνονται περισσότερο, μπαίνουν σε ομάδες, αλλά να σου πω και κάτι; Μια χαρά ξεφτιλίζονται κι από μόνοι τους και χάνουν έδαφος. Θα μου πεις με θύματα… Τα θύματα δυστυχώς πάντα υπήρχαν και έβρισκαν τρόπο να τα κρύβουν. Το ελπιδοφόρο είναι ότι τώρα μπορεί να αποκαλυφθεί ο υπαίτιος πιο εύκολα, άσχετα με το αν θα τιμωρηθεί ή όχι, τουλάχιστον για να γνωρίζουμε εμείς σε ποιον κόσμο ζούμε. Νομίζω ότι οι επόμενοι από εμάς θα γεννηθούν με τη συλλογική ανάμνηση κληρονομημένη και έτσι με λιγότερο προδιάθεση σε τέτοιες συμπεριφορές. Θέλει το χρόνο του να εκτεθεί και να σαπίσει υπό το φως του ήλιου και να ξανανθίσει κάτι άλλο πάνω του.

Παρόλα αυτά ζήσαμε ένα Ολοκαύτωμα και συνεχίζουμε να επαναλαμβάνουμε νοοτροπίες, λες και δε διδαχτήκαμε τίποτα.

Ο φασισμός τρέφεται από τη φτωχοποίηση του κόσμου. Σαν τον άνθρωπο στην ταινία που ξύνει τα καλώδια για να πουλήσει τον χαλκό. Είναι ή δεν είναι πιο εύκολο να πειστεί ότι φταίνε “αυτοί” για την κατάσταση του, για οτιδήποτε τους κάνει διαφορετικούς από αυτόν; Αυτό γίνεται αιώνες και έτσι θα συνεχίσει. Οι άμυνες μας γύρω από αυτό ίσως προκύψουν από την εγρήγορση, από αυτό που εγώ βλέπω μάλλον ως αρνητικό στα social media, ότι δεν μπορείς να διαφωνήσεις με κάποιον χωρίς αυτός να εξοστρακιστεί. Ίσως με αυτόν τον τρόπο δημιουργηθεί σε έναν νέο άνθρωπο μια πρόωρη ντροπή και πριν μιλήσει, σκεφτεί. Εμείς στο σχολείο ήμασταν άθλιοι, κοροϊδεύαμε τα πάντα και τους πάντες και το είχαμε και σαν τρόπο για να φτιάξεις χαρακτήρα. Ενώ η 9χρονη βαφτιστήρα μου αντέδρασε έντονα όταν άκουσε κάποιον να λέει “έλα μωρέ με τον πούστη”, χωρίς να αναφέρεται σε κάποιον gay. Ίσως αυτού του είδους η οργή, που τώρα εκφράζεται από ενήλικες, σε αυτή την ηλικία να δοκιμαστεί, να τραφεί και να ριζωθεί σαν νοοτροπία. Δια του παραδείγματος, Βαλκάνιοι είμαστε, δε μαθαίνουμε με κανόνες.

Σε προβληματίζει, όμως, αυτό που συμβαίνει στα social.

Ξέρεις τι μου τη σπάει; Δεν υπάρχει ποτέ αντιπαράθεση δύο ιδεών. Πάντα δημιουργείται ένας ρόμβος. Πάρε για παράδειγμα την αντιπαράθεση vegan – μη vegan. Έρχεται κάποιος στο πλάι της μιας άποψης και προσθέτει ότι ο απέναντι, που εκμεταλλεύεται ζώα, πρέπει να πεθάνει, οδηγώντας αντίστοιχα κάποιους που βρίσκονται στην απέναντι πλευρά του ρόμβου να πουν “πάμε να τους φάμε όσους λένε αυτό το πράγμα”. Το να διαφωνείς είναι ανθρώπινο, αλλά πρέπει να κάνουμε και λάθη για να μπορούμε να βελτιωθούμε. Αν δεν εκτεθούμε, θα έρχεται αυτός ο ρόμβος ανάμεσα σε δυο απόψεις που είναι εύλογες και θα προσθέτει το μίσος και τον φανατισμό. Ό,τι θα έκανες στο γήπεδο για την ΑΕΚ, θα το κάνεις με όλα. Έτσι λέξεις που σημαίνουν κάτι θετικό, όπως λόγω χάρη “αλληλέγγυος”, φτάνουν να αποκτούν αρνητικό νόημα. Γιατί θα πρέπει να τους το χαρίσουμε;

Η πολιτική ορθότητα συμβάλει στο να γίνουμε καλύτεροι; Εσείς, λ.χ., ως γκρουπ έχετε γράψει πολύ προβοκατόρικους στίχους.

Είναι άλλο πράγμα η έκθεση στην πολιτική ορθότητα από την κοινωνική ευθύνη, ειδικά όταν παύεις πια να απευθύνεσαι σε 5 ανθρώπους. Δεν θα ήθελα να πω κάτι για να γελάσεις και να έρθει κάποιος να πει (με φανατισμένο ύφος) “ναι ρε, καλά τα λες”. Άμα δω κάτι τέτοιο, θα κάψω το τραγούδι, την ταινία, οτιδήποτε. Μπορεί να ήταν καλό ως προϊόν για την εποχή που βγήκε αλλά όχι για τώρα. Δεν πρόκειται να πάω κόντρα στην πολιτική ορθότητα, γιατί ξέρω ότι μακροπρόθεσμα είναι για το καλό της ανθρωπότητας. Αν εμάς μας βλάψει με κάποιον τρόπο η πολιτική ορθότητα, θα είναι κάτι στιγμιαίο. Για τον άνθρωπο που παλεύει για τα δικαιώματά του δεν είναι το ίδιο. Ποιος είμαι εγώ, που κατέχω το δικαίωμα, να πάω στον άλλον που το στερείται και έχει φτάσει στο αμήν και να του ζητήσω να το διεκδικήσει με περισσότερη αβρότητα; Παρ’ όλα αυτά σαν καλλιτέχνες δεν θα λογοκρίναμε αυτό που κάνουμε. Πάντα κάποιος πρέπει να εκνευρίζεται όταν κάνεις τέχνη, να θυμώνει και να μη του κάνει. Το θέμα είναι πώς αντιδράει. Πώς κρατάει κανείς μέσα του τον πολιτισμό και την ανθρωπιά του.

Μιας και όλη η κουβέντα διατηρεί μια ματιά προς το (καλύτερο) μέλλον, τι σχέδια φέρνει το δικό σας;

Θέλουμε να κάνουμε ένα animation ντοκιμαντέρ μεγάλου μήκους, χρησιμοποιώντας τη φόρμα από το Μπαλκόνι, με ατόφιες προφορικές μαρτυρίες από γυναίκες που ζήσανε την Μικρασιατική Καταστροφή και να συνθέσουμε μέσα από αυτές μια αφήγηση από την έξοδο από την πατρίδα τους μέχρι την εγκατάστασή τους εδώ, αποκαλύπτοντας τις προσωπικές τους ιστορίες με φόντο το ιστορικό υπόβαθρο.

Exit mobile version