Μουντιάλ Κατάρ: Είναι το μποϊκοτάζ ο καλύτερος τρόπος δράσης;
AP PHOTO MARTIN MEISSNER
ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΣ

Μουντιάλ Κατάρ: Είναι το μποϊκοτάζ ο καλύτερος τρόπος δράσης;

SHARE THIS

Είτε μποϊκοτάρουμε το Παγκόσμιο Κύπελλο του Κατάρ είτε όχι, οι εργάτες που πέθαναν χτίζοντας τα γήπεδά του θα παραμείνουν νεκροί. Το διακύβευμα είναι να καταφέρουμε, με την κατάλληλη οργάνωση και προετοιμασία, να αποτρέψουμε μια τέτοια βαρβαρότητα στο μέλλον.

Στις 20 Νοεμβρίου το Παγκόσμιο Κύπελλο ξεκινάει στο Κατάρ, με τους οικοδεσπότες να αντιμετωπίζουν τον Ισημερινό στο στάδιο Al-Bayt στο Al Khor. Πολλοί πίστευαν αυτή η μέρα δεν θα ερχόταν ποτέ. Αν η ανακοίνωση πριν από μια δεκαετία ότι η Ρωσία θα φιλοξενούσε το Παγκόσμιο Κύπελλο του 2018 είχε γίνει δεκτή με οργή, η ανάθεση του τουρνουά του 2022 στο Κατάρ την ίδια ημέρα έγινε δεκτή με δυσπιστία κι ερωτηματικά στα βλέμματα πολλών.

Πώς κατάφερε ένα αυταρχικό καθεστώς, μία δικτατορία για την ακρίβεια, με τέτοιο ιστορικό παραβίασης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και με ανύπαρκτη ποδοσφαιρική ιστορία ή υποδομές να κερδίσει στη διαδικασία υποβολής προτάσεων για την ανάληψη του Μουντιάλ; Πώς κατάφερε το Κατάρ, μια μικροσκοπική χώρα της ερήμου με θανατηφόρες θερμοκρασίες το καλοκαίρι και πληθυσμό μόλις 313.000 πολιτών -αν και ζει με τη στήριξη άνω των 2 εκατ. μεταναστών εργατών- να φιλοξενήσει το πιο δημοφιλές αθλητικό γεγονός στον πλανήτη;

Η απάντηση στο πρώτο ερώτημα είναι απλή: Η FIFA, το διεθνές διοικητικό όργανο του ποδοσφαίρου, είναι ένας απύθμενος βόθρος διαφθοράς. Αυτό που όλοι γνωρίζαμε επιβεβαιώθηκε το καλοκαίρι του 2015, όταν το υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ απήγγειλε κατηγορίες σε αρκετά από τα κορυφαία στελέχη της για εκτεταμένη διαφθορά και χρηματισμό. Στη συνέχεια, το 2017, γερμανικά μέσα ενημέρωσης δημοσίευσαν λεπτομερείς καταγγελίες για σκάνδαλο διαφθοράς γύρω από την υποψηφιότητα του Κατάρ για το Παγκόσμιο Κύπελλο ποδοσφαίρου, «δένοντας» και τεκμηριώνοντας τις σκόρπιες πληροφορίες που υπήρχαν μέχρι τότε από εδώ κι από εκεί.

Η απάντηση στο δεύτερο ερώτημα είναι επίσης μια γνωστή ιστορία, γραμμένη, όπως θα έλεγε ο Καρλ Μαρξ, με «γράμματα από αίμα και φωτιά». Με ρεπορτάζ του ο Guardian εκτιμά ότι περίπου 6.500 μετανάστες εργάτες έχουν πεθάνει στο Κατάρ από τότε που η χώρα κέρδισε την υποψηφιότητα για τη διοργάνωση του Παγκοσμίου Κυπέλλου, ενώ όσοι έχουν επιβιώσει έχουν ελάχιστα δικαιώματα, ζουν και εργάζονται σε άθλιες συνθήκες για πενιχρές αμοιβές. Υπάρχουν επίσης σοβαρές ανησυχίες και καταγγελίες σχετικά με τα δικαιώματα των γυναικών και της ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας, με αξιωματούχους της ποδοσφαιρικής ομοσπονδίας της χώρας να μην κάνουν απολύτως τίποτα για να ανατρέψουν τα στοιχεία και να αποδείξουν το αντίθετο.

Ως αποτέλεσμα, έχουν υπάρξει εκκλήσεις για μποϊκοτάζ του τουρνουά από συλλογικότητες, πρωτοβουλίες, κινήματα, οπαδούς και λέσχες, παλαίμαχους παίκτες. Όμως, ενώ πρέπει να αναγνωρίσουμε και να ανταποκριθούμε στα μεγάλα προβλήματα που αναδεικνύει το Παγκόσμιο Κύπελλο του Κατάρ, όπως εκείνα που θέσαμε παραπάνω, είναι πραγματικά το μποϊκοτάζ ο καλύτερος τρόπος δράσης;

Τι δείχνει η εμπειρία από μποϊκοτάζ στο παρελθόν;

Ένα μποϊκοτάζ λειτουργεί στην πράξη καλύτερα όταν προκαλεί κάποια οικονομική ζημιά σε εκείνον που δέχεται τις συνέπειες ή δημιουργεί μία δυναμική υποστήριξης για μία συγκεκριμένη εκστρατεία. Μεταξύ των πιο διάσημων, διεθνών μποϊκοτάζ ήταν εκείνο κατά του απαρτχάιντ της Νότιας Αφρικής στις δεκαετίες του 1970 και 1980, όπου πήρε διάφορες μορφές – εμπορικό εμπάργκο, καλλιτεχνικό μποϊκοτάζ και μποϊκοτάζ κατά της τράπεζας Barclays. Το πιο σημαντικό, το αθλητικό μποϊκοτάζ, αναπτύχθηκε μέσα από διαμαρτυρίες και σαμποτάζ των περιοδειών των εθνικών ομάδων ράγκμπι και κρίκετ της χώρας, με αποτέλεσμα μέχρι το 1990 η Νότια Αφρική να έχει αποβληθεί από κάθε μεγάλη παγκόσμια αθλητική διοργάνωση. Όταν η Μάργκαρετ Θάτσερ υπονόμευσε τις διεθνείς κυρώσεις κατά της χώρας στα μέσα της δεκαετίας του 1980, ακτιβιστές στη Μεγάλη Βρετανία κατέκλυσαν τα σούπερ μάρκετ λέγοντας στους αγοραστές να «κοιτάξουν την ετικέτα» για να αποφύγουν την αγορά νοτιοαφρικανικών προϊόντων. Αυτές οι ενέργειες άσκησαν σίγουρα πίεση στο καθεστώς κι απομόνωσαν την κυρίαρχη λευκή ελίτ της χώρας. Τελικά, όμως, το απαρτχάιντ στη Νότια Αφρική έπεσε από εξεγέρσεις και πολιτική ανυπακοή στο εσωτερικό της ίδιας της χώρας.

Πράγματι, ενώ τα μποϊκοτάζ μπορεί να είναι αποτελεσματικά ως μέρος ενός ευρύτερου «ρεπερτορίου» δράσης, σπάνια είναι επιτυχημένα από μόνα τους. Στην περίπτωση του Κατάρ, αυτό το ευρύτερο ρεπερτόριο δράσης απουσιάζει. Η νομοθεσία του εμιράτου απαγορεύει στους εργαζόμενους να σχηματίζουν συνδικάτα ή να οργανώνουν διαμαρτυρίες και οι μετανάστες εργαζόμενοι αντιμετωπίζουν τέτοια ανασφάλεια, που οι περισσότεροι φοβούνται να μιλήσουν σε δημοσιογράφους, πόσο μάλλον να οργανώσουν ένα κίνημα κατά της διοργανώτριας χώρας.


Ο Σεπ Μπάτερ ανακοινώνοντας την επιλογή του Κατάρ για τη διοργάνωση του Παγκοσμίου Κυπέλλου 2022 / AP Photo / Anja Niedringhaus

Ο Σεπ Μπάτερ ανακοινώνοντας την επιλογή του Κατάρ για τη διοργάνωση του Παγκοσμίου Κυπέλλου 2022

Επιπλέον, ενώ ορισμένες τοπικές αρχές -όπως ο δήμος Παρισίων για παράδειγμα- έχουν ανακοινώσει ότι δεν θα μεταδίδουν αγώνες σε δημόσιους χώρους, δεν υπάρχει κανένα σημάδι ενός αναδυόμενου διεθνούς μποϊκοτάζ του Κατάρ που θα ήταν με οποιονδήποτε τρόπο ισοδύναμο με τα μποϊκοτάζ της Νότιας Αφρικής ή του Ισραήλ για παράδειγμα στο ζήτημα της Παλαιστίνης. Στην περίπτωση του Παγκοσμίου Κυπέλλου, η διοργάνωση μίας τέτοιας ευρείας κινητοποίησης θα ήταν δύσκολη. Το τουρνουά θα καλυφθεί από δεκάδες τηλεοπτικούς σταθμούς που πληρώνουν τεράστια ποσά για τα δικαιώματα προβολής, οι οποίοι με τη σειρά τους θα πουλήσουν διαφημιστικά πακέτα σε άλλες εταιρείες. Ένα αποτελεσματικό μποϊκοτάζ θα απαιτούσε όχι μόνο μποϊκοτάζ του Κατάρ ή της FIFA, αλλά και των αγαθών και υπηρεσιών που πωλούνται από κάθε διαφημιζόμενο. Μία τέτοια δράση θα απαιτούσε μια τεράστια συλλογική προσπάθεια, η οποία βέβαια δεν πρόκειται να προκύψει μέσα στις επόμενες εβδομάδες. Θα έπρεπε να είχε ξεκινήσει μήνες πριν, για να μην πούμε χρόνια πριν.

Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι ένα μποϊκοτάζ δεν πρέπει να γίνει καθόλου. Στην πραγματικότητα, το θέμα του Παγκοσμίου Κυπέλλου θα μπορούσε να δώσει το έναυσμα για κάτι πιο μεγάλο, κάτι ευρύτερο που θα κοιτά το μέλλον και θα ξεπερνά τα όρια του φετινού τουρνουά. Οι πολιτικές και οικονομικές δυνάμεις που ελέγχουν αυτό το Παγκόσμιο Κύπελλο είναι κατά βάση οι ίδιες με εκείνες που καταστρέφουν το ποδόσφαιρο. Κυρίαρχο παράδειγμα η Πρέμιερ Λιγκ, η οποία έχει υποστεί τη στρεβλωτική επιρροή των ομάδων που χρηματοδοτούνται από τον σχεδόν απύθμενο κρατικό πλούτο των δικτατοριών του Κόλπου. Το Παγκόσμιο Κύπελλο θα μπορούσε να αποτελέσει μια καλή αφετηρία για μια πολύ μεγαλύτερη συζήτηση σχετικά με την τρέχουσα κατάσταση του ποδοσφαίρου και τι μπορούμε να κάνουμε γι’ αυτό.

Υπάρχει, φυσικά, συζήτηση για το θέμα αυτό, αλλά συχνά αποτυγχάνει να οδηγήσει σε δράση. Αξιοσημείωτες εξαιρέσεις αποτελούν οι πρωτοβουλίες οπαδών, όπως εκείνη σημαντικής μερίδας οπαδών της Νιούκαστλ, το «Fans Against Sportswashing», οι οποίοι αντιτίθενται στην ιδιοκτησία των Σαουδαράβων στον σύλλογό τους και στη χρηματιστικοποίηση του ποδοσφαίρου ευρύτερα, καθώς και οπαδοί που υποστηρίζουν τις τράπεζες τροφίμων, όπως συμβαίνει στο Λίβερπουλ μεταξύ οπαδών των «Reds» και της Έβερτον. Υπάρχουν ακόμη αντίστοιχες πρωτοβουλίες στη Γερμανία και την Ισπανία, αλλά και σε άλλα μέρη του κόσμου που είτε δεν προωθούνται αποτελεσματικά, είτε δεν συνδέονται η μία με την άλλη για να διαμορφώσουν ακόμη μεγαλύτερες δράσεις που να ξεπερνούν τα εθνικά σύνορα.

Το μεγαλύτερο εμπόδιο, ωστόσο, για τη μεταμόρφωση του ποδοσφαίρου είναι η τάση μοιρολατρίας της πλειοψηφίας των οπαδών και φιλάθλων. Παρά τα κύματα ακτιβισμού, όπως η εξέγερση κατά της ευρωπαϊκής Super League, οι περισσότεροι οπαδοί δεν μπορούν να φανταστούν ότι το ποδόσφαιρο θα μπορούσε ποτέ να είναι κάτι άλλο πέρα από ένα διεφθαρμένο και εμπορευματοποιημένο προϊόν, ενώ πολλές φορές εκείνοι που καταδικάζουν κάθε ενέργεια που καθιστά το ποδόσφαιρο έρμαιο οικονομικών συμφερόντων ως «έμφυτη ανθρώπινη απληστία», όπως συνέβη και με την Μάντσεστερ Σίτι και με την Παρί Σεν Ζερμαίν, ρίχνουν νερό στο μύλο της αντίδρασης χωρίς να παράγουν αποτελέσματα.

Να καταφέρουμε να αποτρέψουμε μια τέτοια βαρβαρότητα στο μέλλον

Αν θέλουμε να προχωρήσουμε πέρα από αυτό, ίσως βρούμε έμπνευση σε απροσδόκητα μέρη, ήδη από το παρελθόν. Πρώτο και κύριο το φεμινιστικό κίνημα που σάρωσε τον κόσμο τις δεκαετίες του 1960 και του 1970 και βασίστηκε στη δημιουργία ομάδων ευαισθητοποίησης, οι οποίες έφεραν τις γυναίκες κοντά για να συζητήσουν τα προβλήματα και τις εμπειρίες τους. Συμμετέχοντας σε αυτές τις ομάδες, οι γυναίκες συνειδητοποίησαν γρήγορα ότι πολλά από τα προβλήματά τους ήταν κοινά. Αυτό τις οδήγησε στο συμπέρασμα ότι τα προβλήματα έχουν δομικά αίτια και όχι ατομικά, όπως ίσως πίστευαν προηγουμένως. Πράγματι, οι δομές που κάποτε φαίνονταν φυσικές κι αμετάβλητες αποκαλύφθηκε ξαφνικά ότι ήταν ιστορικά εξαρτημένες και ως τέτοιες ήταν μεταβλητές, μπορούσαν δηλαδή να ανατραπούν μέσα από συλλογική δράση.


Ο πρόεδρος της FIFA Τζιάνι Ινφαντίνο, αριστερά, και ο εμίρης του Κατάρ Sheikh Tamim bin Hamad Al Thani πριν από την κλήρωση του Παγκοσμίου Κυπέλλου ποδοσφαίρου 2022 στο Εκθεσιακό και Συνεδριακό Κέντρο της Ντόχα στο Κατάρ, την Παρασκευή 1 Απριλίου 2022 / AP Photo / Hassan Ammar

Ο πρόεδρος της FIFA Τζιάνι Ινφαντίνο, αριστερά, και ο εμίρης του Κατάρ Sheikh Tamim bin Hamad Al Thani πριν από την κλήρωση του Παγκοσμίου Κυπέλλου ποδοσφαίρου 2022 στο Εκθεσιακό και Συνεδριακό Κέντρο της Ντόχα στο Κατάρ, την Παρασκευή 1 Απριλίου 2022

Γιατί να μην κάνουμε το ίδιο με τις κοινές μας εμπειρίες με το ποδόσφαιρο; Γιατί να μην δημιουργήσουμε αντίστοιχες δράσεις για να πάμε το θέμα ένα βήμα παραπέρα; Ορισμένες από αυτές τις συζητήσεις θα είναι προφανώς δύσκολες, μπορεί να μην καταλήξουν πουθενά, μπορεί να οδηγήσουν σε αδιέξοδα, ωστόσο είναι βέβαιο ότι υπάρχουν πολλά περισσότερα κοινά από όσα πιθανώς μας χωρίζουν. Η κινηματικότητα δεν αξίζει να αφήνεται πίσω από τα τουρνικέ των σταδίων ή να μπαίνει και να «απλώνεται» μόνο μέσα από ωραία μηνύματα και κορέο στην κερκίδα, αλλά να αποκτά κι άλλες, πιο στέρεες ρίζες στην κοινωνία.

Είτε μποϊκοτάρουμε το Παγκόσμιο Κύπελλο του Κατάρ είτε όχι, οι εργάτες που πέθαναν χτίζοντας τα γήπεδά του θα παραμείνουν νεκροί. Το διακύβευμα είναι να καταφέρουμε, με την κατάλληλη οργάνωση και προετοιμασία, να αποτρέψουμε μια τέτοια βαρβαρότητα στο μέλλον. Στην πραγματικότητα, θα μπορούσαμε να μεταμορφώσουμε το ποδόσφαιρο με δομικό συστατικό τη συντονισμένη δράση των οπαδών σε μία σειρά από ζητήματα, όπως οι τιμές των εισιτηρίων, η ομοφοβία, ο σεξισμός, η διαφθορά, ζητήματα δηλαδή που εξακολουθούν να είναι αναπάντητα και να μην αντιμετωπίζονται. Όλα αυτά ξεκινούν με συζητήσεις σχετικά με το πού βρίσκεται το ποδόσφαιρο μέσα στην πολιτική και την οικονομία. Όπως θα μπορούσε να είχε πει άλλωστε κι ο Μαρξ, «οπαδοί του κόσμου, ενωθείτε», μόνο έτσι θα βγάλουμε άκρη και θα κάνουμε σημαντικές ρωγμές στο σημερινό μοντέλο διαχείρισης κι ανάπτυξης του ποδοσφαίρου.

Exit mobile version