Επιτέλους σύντροφε Πικετί, έλα να μιλήσουμε για σοσιαλισμό
AP PHOTO JANERIK HENRIKSSON
EDITORIAL

Επιτέλους σύντροφε Πικετί, έλα να μιλήσουμε για σοσιαλισμό

SHARE THIS

Εδώ και δεκαετίες ο Γάλλος οικονομολόγος και διανοούμενος έχει διατυπώσει μια πειστική κριτική του καπιταλισμού. Τώρα όμως προχωρά ένα βήμα παραπέρα και καλεί για έναν σοσιαλισμό του 21ου αιώνα.

Είναι σημάδι των καιρών το γεγονός ότι ένας από τους σημαντικότερους διανοούμενους παγκοσμίως μόλις δημοσίευσε μια σειρά δοκιμίων με τίτλο «Time for Socialism». Όπως εξηγεί ο Τομά Πικετί στη μακροσκελή εισαγωγή του βιβλίου του «αν κάποιος μου έλεγε το 1990 ότι θα εξέδιδα τη δεκαετία 2020 μια συλλογή άρθρων με αυτό τον τίτλο με τίτλο στα γαλλικά, θα το θεωρούσα κακόγουστο αστείο».

Για τον Πικετί, όπως και για πολλούς άλλους διανοούμενους σε όλο τον κόσμο, οι τρεις τελευταίες δεκαετίες αυτού που αποκαλεί «υπερκαπιταλισμό» τον ώθησαν να αμφισβητήσει αποδεκτές αλήθειες για το κυρίαρχο οικονομικό σύστημα. Κι ενώ ο συγγραφέας απέφευγε ακόμη να υποστηρίξει τον σοσιαλισμό κατά τη δημοσίευση του «Κεφαλαίου στον Εικοστό Πρώτο Αιώνα», του best seller που κυκλοφόρησε το 2013 όπου μιλά μεταξύ άλλων για την ανισότητα, τώρα έχει«αγκαλιάσει» τον όρο υποστηρίζοντας ότι ο σοσιαλισμός «παραμένει ο πιο κατάλληλος όρος για να περιγράψει κανείς την ιδέα ενός εναλλακτικού οικονομικού συστήματος απέναντι στον καπιταλισμό».

Όπως εξηγεί ο Γάλλος οικονομολόγος, δεν μπορεί κανείς να είναι απλώς «κατά» του καπιταλισμού ή του νεοφιλελευθερισμού, αλλά πρέπει να είναι κυρίως «υπέρ» κάτι άλλου, ενός διαφορετικού οικονομικού μοντέλου και συστήματος. «Αντιμέτωποι με την ανεξέλεγκτη ανισότητα και την κλιματική καταστροφή, η οργή απέναντι στονκαπιταλισμό είναι ήδη ευρέως διαδεδομένη. Αυτό που χρειάζεται τώρα πάνω απ’ όλα είναι μια πειστική και τεκμηριωμένη εναλλακτική λύση».

Προς μια νέα μορφή σοσιαλισμού

Ο Πικετί γράφει για «μια νέα μορφή σοσιαλισμού», συμμετοχικού και αποκεντρωμένου, ομοσπονδιακού και δημοκρατικού, οικολογικού, πολυφυλετικού και φεμινιστικού. Το όραμα που προτάσσει ανήκει στη δημοκρατική σοσιαλιστική παράδοση, η οποία επιδιώκει να εμβαθύνει και να επεκτείνει τους αντιπροσωπευτικούς θεσμούς και τις πολιτικές ελευθερίες που βρίσκονται σε μεγάλο βαθμό περιθωριοποιημένες στις σημερινές καπιταλιστικές δημοκρατίες. Μακριά από το να προβάλλει μια εξεγερτική διάθεση, ο Πικετί υποστηρίζει ότι είναι πολύ πιθανό να κινηθούμε σταδιακά προς τον «συμμετοχικό σοσιαλισμό», αλλάζοντας το νομικό, φορολογικό και κοινωνικό σύστημα. Κατά την άποψή του, η μακρά πορεία προς την ισότητα και τον συμμετοχικό σοσιαλισμό έχει ήδη ξεκινήσει, αναγνωρίζοντας ότι η κοινωνική πρόοδος σταμάτησε στη νεοφιλελεύθερη εποχή, όπου παρατηρείται απότομη αύξηση των ανισοτήτων, μείωση και αποδυνάμωση του κράτους πρόνοιας και των δημοσίων επενδύσεων.

Στη Δυτική Ευρώπη οι συνολικές δημόσιες δαπάνες στις αρχές του εικοστού αιώνα ήταν μόνο το 10% του εθνικού εισοδήματος. Τώρα όμως έχουν φτάσει το 40-50%, προσανατολισμένες κατά κύριο λόγο στη χρηματοδότηση υπηρεσιών όπως η εκπαίδευση, η υγειονομική περίθαλψη και οι συντάξεις. Σύμφωνα με τον Πικετί, αυτή η πρόοδος ήταν το αποτέλεσμα της «λαϊκής πίεσης», όπως κωδικοποιήθηκε στην εκάστοτε κυβερνητική πολιτική · δεν ήταν ούτε ελιγμός της άρχουσας τάξης για να προλάβει ριζικές αλλαγές, ούτε αναπόφευκτο υποπροϊόν της καπιταλιστικής ανάπτυξης που αφέθηκε στην τύχη της

Αν και υποστηρίζει ότι η περαιτέρω επέκταση των δημόσιων υπηρεσιών – συμπεριλαμβανομένων, κυρίως, των μέτρων που θα καταστήσουν την τριτοβάθμια εκπαίδευση προσιτή σε όλους – είναι απαραίτητη για την πορεία προς τον σοσιαλισμό, το όραμά του δεν μπορεί να περιοριστεί στη διαμόρφωση ισχυρών πολιτικών κοινωνικής πρόνοιας. «Για την πραγματική ισότητα, πρέπει να επανεξετάσουμε όλο το φάσμα των σχέσεων εξουσίας και κυριαρχίας», τονίζει ο Πικετί, έχοντας στον πυρήνα της αντίληψής του για τη μετάβαση στον σοσιαλισμό τη ριζική αναδιανομή του πλούτου σε συνδυασμό με την επέκταση της επιρροής των εργαζομένων στις ιδιωτικές επιχειρήσεις.

Οικονομικό «μαξιλάρι» για όλους

Μια από τις πιο καινοτόμες προτάσεις του είναι η προοδευτική κλιμάκωση της φορολογίας ώστε να παρέχεται μια«ελάχιστη κληρονομιά για όλους». Αυτό που προτείνει ο Πικετί είναι η οικοδόμηση μιας κοινωνίας στην οποία όλοι θα κατέχουν μερικές εκατοντάδες χιλιάδες ευρώ, όπου μερικοί ίσως κατέχουν μερικά εκατομμύρια, με «κόφτη» στους πολυεκατομμυριούχους και δισεκατομμυριούχους που θα έχουν προσωρινή αφθονία πλούτου καθώς θα μειώνεταιγρήγορα από το φορολογικό σύστημα ώστε να διασφαλίζεται η μίνιμουμ εισοδηματική ισότητα. Όσο ουτοπική κι αν ακούγεται αυτή η πρόταση, άλλο τόσο συναρπαστική είναι. Αρκεί να σκεφτούμε ότι μόλις πριν από έναν αιώνα η ανθρωπότητα ούτε που φανταζόταν το βαθμό υπερσυσσώρευσης κεφαλαίου σε χέρια λίγων. Εκατό χρόνια μετά, γιατί να μην συμβεί το αντίστροφο και να υπάρχει φορολογική και εισοδηματική ισότητα;

Η παροχή ενός γενναιόδωρου οικονομικού μαξιλαριού σε όλους θα μπορούσε, μεταξύ των πολλών πλεονεκτημάτων της, να απελευθερώσει τους εργαζόμενους από την υλική ανάγκη να αποδέχονται κακές συνθήκες εργασίας, χαμηλές αμοιβές και εργασιακό δεσποτισμό. Μια σαρωτική αναδιανομή του πλούτου από πάνω προς τα κάτω θα βοηθούσε στον «επαναπροσδιορισμό του συνόλου των σχέσεων εξουσίας και κοινωνικής κυριαρχίας», όπως σημειώνει.

Για να εμβαθύνει σε αυτή την αλλαγή του οικονομικού μοντέλου, ο Πικετί προτείνει την υιοθέτηση μιας «εργατικής συνδιοίκησης», στην οποία οι εκλεγμένοι εκπρόσωποι των εργαζομένων θα αποτελούν το 50% των διοικητικών συμβουλίων όλων των μεγάλων επιχειρήσεων. Η πρόταση αυτή, σημειώνει, έχει ήδη εφαρμοστεί σε χώρες όπως η Σουηδία και η Γερμανία, αποτελώντας μια μετεξέλιξη της κλασικής λογικής των μετόχων. Παρ’ όλα αυτά, προειδοποιεί, δεν θα πρέπει να εξιδανικευτεί αυτό το σύστημα συνδιοίκησης καθότι μπορεί να οδηγήσει στα ακριβώς αντίθετα από τα επιθυμητά αποτελέσματα, στην καλλιέργεια δηλαδή πελατειακών σχέσεων και στην ενσωμάτωση των εργασιακών αιτημάτων από τον αδηφάγο κρατικό μηχανισμό, βάζοντας στο περιθώριο τους ίδιους τους εργαζόμενους.

Κριτική στη σοσιαλδημοκρατία

Το γεγονός ότι ένας στοχαστής με τη διανοητική επιρροή του Πικετί «φλερτάρει» ανοιχτά με τον σοσιαλισμό είναι από μόνο του σημαντικό, ανοίγοντας το δρόμο σε μεγαλύτερο αριθμό ανθρώπων να αρχίσουν να οραματίζονται και να διεκδικούν έναν κόσμο πέρα από τον καπιταλισμό. Η συζήτηση για τη σταδιακή, δρομολογημένη μετατόπιση προς τον σοσιαλισμό δεν θα προκύψει από τη ρήξη με τον καπιταλισμό · θα απαιτήσει σίγουρα κάποια απαραίτητα στοιχεία επαναστατικής ρήξης με το κράτος και την οικονομία, ωστόσο είναι μια διαδικασία σε εξέλιξη, επίπονη κι απαιτητική.

Η αλήθεια είναι ότι οι λεγόμενες «προοδευτικές» πολιτικές δυνάμεις δεν έχουν ακόμη βρει τον τρόπο να εκτιμήσουν με σχετική ακρίβεια τη μορφή που θα πάρει η μετάβαση στο σοσιαλισμό σε ένα προηγμένο καπιταλιστικό κράτος. Η επιμονή του Πικετί ότι οι μεταρρυθμίσεις που οραματίζεται θα κερδηθούν μέσα από τον αγώνα κατά της εταιρικής εξουσίας -και όχι από την προσαρμογή σε αυτήν- είναι πιθανότατα επαρκής ως στρατηγικός ορίζοντας για το άμεσο μέλλον. Εδώ εστιάζεται και η κριτική του προς στους σοσιαλδημοκράτες, ότι δεν προχώρησαν σε σταδιακή ρήξη και μετατόπιση προς τον σοσιαλισμό, αλλά αποδείχθηκαν ανίκανοι και αναποτελεσματικοί. Αντί να συνεχίσουν να μετατοπίζουν την εξουσία και τον έλεγχο προς τους εργαζόμενους, τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα εγκατέλειψαν σε μεγάλο βαθμό αυτό το σχέδιο μπροστά στην οικονομική κρίση, την παγκοσμιοποίηση και την αντίσταση των εργοδοτών από τη δεκαετία του 1980 και μετά.

Δεν υπάρχει δρόμος μπροστά χωρίς την εργασία

Ωστόσο ένας σημαντικός περιορισμός στο θεωρητικό μοντέλο του Πικετί είναι ότι δεν υπάρχει αναλυτική επεξεργασία στο πεδίο της ανασυγκρότησης της δύναμης της οργανωμένης εργασίας. Εξέλιξη που προκαλεί έκπληξη, δεδομένης της έμφασης που δίνει στην επείγουσα ανάγκη επαναφοράς της πολιτικής της εργατικής τάξης και των συνδικάτων στον πυρήνα του νέου οικονομικού μοντέλου. Χωρίς ένα ισχυρό, αναζωογονημένο εργατικό κίνημα που θα αλλάξει την ισορροπία της ταξικής δύναμης, οι φιλόδοξες πολιτικές λύσεις του Γάλλου οικονομολόγου είναι απίθανο ναεπικρατήσουν και να έχουν τα επιδιωκόμενα αποτελέσματα.

Η συνδιοίκηση των εργαζομένων, για παράδειγμα, μπορεί να αξιοποιηθεί ως εργαλείο για την αύξηση της επιρροής τους, σε συνδυασμό με την ισχυρή παρουσία συνδικάτων. Με τους σημερινούς συσχετισμούς δυνάμεων όμως είναι αδύνατο να προκύψει ισχυρή οργάνωση της εργατικής τάξης, με την απειλή διασπαστικής δράσης και υπονόμευσης των συμφερόντων της από την εργοδοσία και τους «συνδικαλοπατέρες» να είναι πάντα ορατή.

Σε κάθε περίπτωση όμως, τίποτα δεν μπορεί να μειώσει τη συνολική σημασία του έργου του Πικετί και την πειστικότητα του οράματός του. Η προσπάθειά του να σκιαγραφήσει μια εναλλακτική λύση στον καπιταλισμό θα πρέπει να αποτελέσει αφορμή για προβληματισμό από τους κατ’ονομα προοδευτικούς, που εξακολουθούν να είναι επιφυλακτικοί απέναντι στηχρήση της λέξης «σοσιαλισμός», αλλά και τους πλέον ριζοσπαστικούς κύκλους των οποίων η πολιτική αποτελεσματικότητα στις σύγχρονες καπιταλιστικές δομές του κράτους έχει υπονομευθεί από μια δογματική προσκόλληση σε καταστάσεις και συνθήκες άλλων εποχών και διαφορετικών πολιτικών πλαισίων. Για να κερδηθεί ένας καλύτερος κόσμος, η ανοιχτόμυαλη προσέγγιση του Πικετί μέσα από το «Time for Socialism» μπορεί τελικά να αποδειχθεί ακόμη πιο κρίσιμη από τις ίδιες τις πολιτικές προτάσεις του.

Exit mobile version