Υποκλοπές: Το χοντρό επικοινωνιακό «παιχνίδι» της κυβέρνησης τώρα ξεκινά
EUROKINISSI
EDITORIAL

Υποκλοπές: Το χοντρό επικοινωνιακό «παιχνίδι» της κυβέρνησης τώρα ξεκινά

SHARE THIS

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης φέρνει ένα νομοσχέδιο για το απόρρητο και την κυβερνοασφάλεια, πετώντας το μπαλάκι στην αντιπολίτευση, περιμένοντας στη γωνία τον ΣΥΡΙΖΑ αν το καταψηφίσει για να τον βάλει στο κάδρο των ευθυνών για τις υποκλοπές.

«Διαδικασία άρσης του απορρήτου των επικοινωνιών, κυβερνοασφάλεια και προστασία προσωπικών δεδομένων πολιτών». Αυτός είναι ο τίτλος του σχεδίου νόμου που αναρτήθηκε στο opengov.gr, με τη διαβούλευση να ολοκληρώνεται στις 22 Νοεμβρίου 2022.

Σκοπός του σχεδίου νόμου, όπως αναφέρεται στο πρώτο κεφάλαιο, είναι η θωράκιση και ο εκσυγχρονισμός της διαδικασίας άρσης του απορρήτου των επικοινωνιών, η βελτιστοποίηση της δράσης της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών, η προστασία του απορρήτου των επικοινωνιών από λογισμικά παρακολούθησης, η οργανική και λειτουργική αναβάθμιση του επιπέδου κυβερνοασφάλειας στη χώρα και η αποτελεσματικότερη προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

Τι έκανε λοιπόν η κυβέρνηση μετά από τέσσερις μήνες αδράνειας κι έπειτα από την κορύφωση των αποκαλύψεων για το παράνομο λογισμικό Predator και τις παρακολουθήσεις; Άφησε να γίνει ντόρος, να δει πόσο αυτός ο ντόρος θα μπορούσε να την «τραυματίσει» εκλογικά κι αφού οι αποκαλύψεις έφτασαν σε ένα σημείο που ο πρωθυπουργός έβλεπε ότι μπορούσαν να πλήξουν ανεπανόρθωτα το προφίλ του, φέρνει στη Βουλή νομοσχέδιο για να δείξει ότι τελικά κινείται θεσμικά και θέλει να ενισχύσει το αντίστοιχο πλαίσιο για το απόρρητο, την κυβερνοασφάλεια και την προστασία προσωπικών δεδομένων, χρησιμοποιώντας την κοινοβουλευτική διαδικασία ως άλλοθί του. Κάνει δηλαδή μια πολιτική «μανούβρα». Τι πετυχαίνει με όρους πολιτικής επικοινωνίας;

Πρώτον, δείχνει στα κοινοβουλευτικά κόμματα και τους πολίτες ότι ο ίδιος δεν γνωρίζει τι ακριβώς συμβαίνει με τις παρακολουθήσεις, όμως αναλαμβάνει πρωτοβουλία ως υπεύθυνος πρωθυπουργός για να δώσει απάντηση στο θέμα μέσα από ένα νομοσχέδιο, τη στιγμή που η αντιπολίτευση τον κατηγορεί ότι δεν φέρνει το θέμα στη Βουλή.

Δεύτερον, φέρνει τεχνηέντως τα κόμματα της αντιπολίτευσης προς των ευθυνών τους, τονίζοντας ότι αν θέλουν να θωρακιστεί το απόρρητο των επικοινωνιών, πρέπει να στηρίξουν το νομοσχέδιο γιατί αν δεν το κάνουν θα είναι σαν να θέλουν να μείνει διάτρητο το σύστημα και η εθνική ασφάλεια της χώρας.

Τρίτον, γνωρίζοντας ότι η δικαιοσύνη δεν θα δώσει απάντηση στο θέμα μέχρι τις εκλογές, εκμεταλλεύεται την ολιγωρία της και επιλέγει να κινηθεί πλέον πιο άνετα χωρίς την ανησυχία τυχόν δικαστικών εξελίξεων που θα άφηναν βαριά σκιά στην προεκλογική περίοδο, που θα ενέπλεκαν τον ίδιο προσωπικά και και θα ζημίωναν σημαντικά την εκλογική απόδοση της ΝΔ.

Τέταρτον, πετά την καυτή πατάτα του ποιό τελικά είναι «θεσμικά υπεύθυνο» κόμμα στον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, ο οποίος θα μπορούσε να είχε μιλήσει με μεγαλύτερη αποφασιστικότητα κι επιμονή για την ανάγκη να αλλάξει το νομοθετικό πλαίσιο, αλλά δεν το έκανε, αφήνοντας το χώρο και την ευκαιρία στην κυβέρνηση να πάρει την νομοθετική πρωτοβουλία και να καθορίσει εκ νέου την ατζέντα. Εκεί, δηλαδή, που κυβερνητικά στελέχη, όπως ο κ. Κωστής Χατζηδάκης, έχαναν τα λόγια τους μπροστά στις κάμερες όταν τους ρωτούσαν δημοσιογράφοι για τις παρακολουθήσεις, τώρα θα μπορούν να βγουν και να πουν «να, είδατε, ο πρωθυπουργός και η ΝΔ κινηθήκαμε άμεσα και καταθέτουμε νομοσχέδιο», ότι «μιλάμε με έργα και πράξεις» ή ότι «αφουγκραστήκαμε την ανησυχία του ελληνικού λαού γι’αυτό φέρνουμε σχετικό νομοσχέδιο στη Βουλή» κι άλλα τέτοια ωραία.

Στο χθεσινό editorial αναρωτηθήκαμε γιατί ο πρωθυπουργός δεν παίρνει δημόσια θέση για το σκάνδαλο των υποκλοπών κι αν κυβέρνηση περιμένει «να φτάσει η κατάσταση σε ένα σημείο όπου πλέον ίσως να μην μπορεί να το ελέγχει πολιτικά και δημοσκοπικά, και να βγει στην αντεπίθεση με στοιχεία που θα ανατρέπουν τα μέχρι τώρα δεδομένα ή θα δίνουν χώρο για να βγει ο πρωθυπουργός εκτός του κάδρου των ευθυνών». Μπορεί να μην βγήκε με στοιχεία η κυβέρνηση, αλλά πήρε μία πρωτοβουλία που δείχνει ότι στο κομμάτι της επικοινωνίας περνά ακόμα η μπογιά της.

Το ερώτημα είναι αν εμείς ως πολίτες θα πέσουμε για ακόμη μία φορά θύματα μίας επιδέξιας κυβερνητικής εξαπάτησης ή αν θα κατανοήσουμε ότι όλο αυτό που συμβαίνει είναι ένα παιχνίδι επικοινωνίας και τίποτα παραπάνω. Γιατί, επί της ουσίας, καμία καθαρή απάντηση δεν έχουμε πάρει ακόμη για τις υποκλοπές, ούτε ξέρουμε τι συμβαίνει από πίσω, ποιος παρακολουθείται, από ποιους παρακολουθείται και για ποιο λόγο παρακολουθείται. Τα ερωτήματα αυτά παραμένουν αναπάντητα και η κυβέρνηση με το νέο νομοσχέδιο επιχειρεί να τα «εξαφανίσει» από την επικαιρότητα και, κυρίως, από τη μνήμη μας.

Exit mobile version